Στην ανάλυση της για το ασφαλιστικό, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Προσωπικού Οργανισμών Κοινωνικής Πολιτικής τονίζει:
Το ανταποδοτικό τμήμα της σύνταξης θα υπολογίζεται με ποσοστά αναπλήρωσης που ξεκινούν από 0,77% για τα πρώτα 15 χρόνια ασφάλισης και φτάνουν το 2% από τα 39 χρόνια και πάνω. (Τα ποσοστά αυτά δεν αθροίζονται στα αμέσως υψηλότερα όπως στο ν. 3863/10 ώστε ολόκληρος ο χρόνος να υπολογιστεί με το ποσοστό που αντιστοιχεί στο τελευταίο έτος ασφάλισης). Οι μεγάλες απώλειες αρχίζουν μετά τα 25 έτη ασφάλισης, όπου λαμβάνοντας υπόψη και την εθνική σύνταξη, θα φτάνουν μεσοσταθμικά στο 25% σε σχέση με τον υπολογισμό με τις διατάξεις που ίσχυαν μέχρι 31/12/2014 ή ακόμη και με τον υπολογισμό του ν. 3863/10 τουλάχιστον για τα πρώτα χρόνια εφαρμογής του. Στις περιπτώσεις αυτές θα γίνεται σύγκριση και αν η διαφορά είναι μεγαλύτερη του 20% γι αυτούς που θα καταθέσουν το 2016 θα προστεθεί το 1/2 της διαφοράς που υπερβαίνει το 20%, το 2017 το 1/3 και το 2018 το 1/4. (Υπάρχει και η προσέγγιση ότι αυτά τα ποσοστά θα αφορούν στο σύνολο της διαφοράς). Για τις συντάξιμες αποδοχές θα λαμβάνεται υπόψη ο μέσος μηνιαίος μισθός που προκύπτει από το έτος 2002 μέχρι την ημερομηνία έναρξης της συνταξιοδότησης και από το 2017 θα προστίθεται ένα επιπλέον έτος. Παρατήρηση : Μέχρι τα 25 έτη ασφάλισης σε αρκετές περιπτώσεις εμφανίζεται οριακά μεγαλύτερο το συνολικό ποσό εθνικής και ανταποδοτικής, με την προϋπόθεση βέβαια καταβολής ολόκληρης της εθνικής σύνταξης. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις όπου λόγω άμεσης κατάργησης του ΕΚΑΣ για όσους συνταξιοδοτηθούν με το νέο νόμο, το συνολικό ποσό υπολείπεται ακόμη και των παλαιών κατωτάτων ορίων (π.χ. σημερινός συνταξιούχος με 15 χρόνια ασφάλισης και ΕΚΑΣ μπορεί υπό προϋποθέσεις να προσεγγίσει ακόμη και τα 700 ευρώ. Με το νέο νόμο θα δικαιούται στα 67 του χρόνια 346 ευρώ εθνικής και περίπου 100 ευρώ ανταποδοτικής. Σύνολο 446 ευρώ, χωρίς να δικαιούται πλέον κανενός είδους προσαύξηση.)
Για τις διατάξεις που αφορούν άτομα με αναπηρία αντιγράφουμε από τα σχόλια της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία, που δημοσιεύθηκαν στη δημόσια διαβούλευση του νομοσχεδίου, στο συγκεκριμένο άρθρο:
Η Ε.Σ.Α.μεΑ. θεωρεί θετική τη διάταξη της παρ. 2 σύμφωνα με την οποία σε όσους συνταξιοδοτούνται με τις προϋποθέσεις των διατάξεων του τετάρτου εδαφίου της περίπτωσης α` της παραγράφου 1 των άρθρων 1 και 26 του π.δ. 169/2007, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τη διάρκεια της ασφάλισής του προκειμένου να υπολογιστεί το ποσοστό αναπλήρωσης των 35 ετών.
Θεωρούμε δίκαιο όμως, η ανωτέρω ρύθμιση να ισχύσει αντίστοιχα και για όσους συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του ν. 612/77, γιατί διαφορετικά η μείωση του ποσοστού στην αναπλήρωση θα δημιουργήσει συντάξεις δύο ταχυτήτων.
Ως εκ τούτου, ζητάμε την αντικατάσταση της τελευταίας πρότασης του εδαφίου α της παρ. 2 ως εξής: «Στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης με τις προϋποθέσεις των διατάξεων του τετάρτου εδαφίου της περίπτωσης α` της παραγράφου 1 των άρθρων 1 και 26 του π.δ. 169/2007, είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές, όπως ισχύουν κάθε φορά, καθώς και για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του ν. 612/77 είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύουν κάθε φορά, είτε με βάση τις διατάξεις του ν.2084/1992, ως συντάξιμες αποδοχές επί των οποίων θα υπολογιστεί το ποσοστό αναπλήρωσης των 35 ετών λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τη διάρκεια της ασφάλισής του.»