του Θάνου Καμήλαλη
Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα τραπεζάκι στο Σύνταγμα το 2011, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος καλούσε τον λαό να «χτυπήσει τι χρηματαγορές», εκφωνώντας πύρινους λόγους κατά των δανειστών, της θυσίας των πολιτών και της Ε.Ε. Λίγα χρόνια μετά, ο ίδιος άνθρωπος «χτύπησε», με κάποιον τρόπο αυτές τις αγορές. Σε τελετή στο αμερικανικό χρηματιστήριο στη Wall Street, ο Τσακαλώτος χτύπησε το καμπανάκι για τη λήξη της συνεδρίασης. Σε ένα πρόσωπο, σε μία κίνηση, σε μία στιγμή, ο υπουργός Οικονομικών συμβόλισε με πολύ πειστικά την ολοκληρωτική «μετάλλαξη» του ίδιου και του κόμματος του. Λίγες μέρες μετά, ο Αλέξης Τσίπρας στη συνέντευξη του στην ΕΡΤ3 υπερηφανεύτηκε για τις πρωτοφανείς «μεταρρυθμίσεις» που έκανε η χώρα την περίοδο της κρίσης. Σε μη οργουελιανή γλώσσα, «μεταρρυθμίσεις» είναι τα μέτρα λιτότητας.
Στην Ελλάδα λοιπόν του «τέλους των μνημονίων», του υπουργού που «χτυπάει τις αγορές» και της «κυβέρνησης της Αριστεράς», τα νούμερα της οικονομίας είναι πραγματικά εντυπωσιακά, η μάλλον, ιλιγγιώδη. Καταρχάς, (μια που πρόσφατα πραγματοποιήθηκε και η φορολοταρία του υπουργείου Οικονομικών) η ελληνική οικονομία γιορτάζει απανωτά… τζακπότ. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα την Τρίτη η ΑΑΔΕ, συνολικά 1 εκατ. φορολογούμενοι έχουν υποστεί κάποιου είδους κατάσχεση της κινητής ή ακίνητης περιουσίας τους. Ο αριθμός αυτός ανεβαίνει κατά περισσότερες από 22.000 κατασχέσεις το μήνα, δηλαδή περίπου 1000 κάθε εργάσιμη. Υπό την απειλή της κατάσχεσης βρίσκεται ακόμα 1,7 εκατ. άνθρωποι. Όλοι αυτοί είναι μόνο το 70% των 4,2 εκατ. που χρωστούν στην εφορία.
Την ίδια μέρα, η ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία, Eurostat, ανέφερε ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της για το 2016, το 32% των Ελλήνων στερείται βασικών υλικών αλλά και κοινωνικών αγαθών. Αυτό σημαίνει ότι ένας στους τρεις δεν μπορεί να κάνει πέντε από τα παρακάτω:
- Να αντιμετωπίσει έκτακτα έξοδα
- Να κάνει μία εβδομάδα διακοπές
- Να μην καθυστερεί την πληρωμή υποθηκών, ενοικίων, λογαριασμούς κοινής ωφέλειας ή δόσεις από αγορά καταναλωτικών προϊόντων
- Να έχει ένα γεύμα με κρέας, κοτόπουλο, ψάρι ή λαχανικά κάθε δεύτερη μέρα
- Να έχει θέρμανση στο σπίτι
- Να διατηρεί αυτοκίνητο ή βαν για προσωπική τους χρήση
- Να αντικαταστήσει έπιπλα στο σπίτι τους αν έχουν φθαρεί
- Να ανανεώσει τα φθαρμένα ρούχα τους
- Να έχει δύο ζευγάρια παπούτσια που ταιριάζουν τέλεια στα πόδια τους
- Να ξοδεύει λίγα χρήματα για τον εαυτό τους κάθε εβδομάδα
- Να έχει τακτικές δραστηριότητες αναψυχής
- Να βγαίνει μια φορά το μήνα με την οικογένεια ή με φίλους για ποτό ή φαγητό
- Να έχει σύνδεση στο διαδίκτυο
Εδώ κανείς θα μπορούσε να απαντήσει ότι όλα αυτά είναι αποτέλεσμα της «καταστροφική πολιτικής των προηγούμενων κυβερνήσεων», πριν συνεχίσει με το επιχείρημα της εξόδου από τα μνημόνια, που θα σημάνει την «επιστροφή στην κανονικότητα». Το πρώτο σκέλος αυτού του επιχειρήματος αποδυναμώνεται μέρα με τη μέρα και πλέον έχει καταντήσει άνευ σημασίας, καθώς η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ υλοποιεί αδιαμαρτύρητα πλέον την ίδια ακριβώς πολιτική που θεμελίωσαν οι προηγούμενες. Όσο για την ελπίδα της «εξόδου», θα πρέπει να αναλογιστεί κανείς τι θα ορίζεται πλέον ως «κανονικότητα».
Κανονικότητα λοιπόν, θα είναι η διατήρηση όλων των μνημονιακών νόμων και πρακτικών που έχει εγκρίνει κάθε ελληνική κυβέρνηση από το 2010 μέχρι σήμερα. Κανονικότητα θα είναι όχι μόνο η θεσμοθέτηση της λιτότητας ως modus operandi, αλλά και η ένταση της. Αυτό δεν είναι απλώς μια απαισιόδοξη πρόβλεψη. Προκύπτει ξεκάθαρα από τα όσα έχει δεσμευτεί να εφαρμόσει η ελληνική κυβέρνηση τα επόμενα χρόνια. Στο νέο, αναθεωρημένο μνημόνιο, η Ελλάδα επαναλαμβάνει τη δέσμευση της να πετύχει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% για τα επόμενα 5 χρόνια, από το 2018 μέχρι και το 2022. Ήδη, ο προϋπολογισμός προβλέπει αύξηση 950 εκατ. σε άμεσους και έμμεσους φόρους, με ταυτόχρονες περικοπές σε επιδόματα όπως το ΕΚΑΣ και το επίδομα θέρμανσης.
Η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί επίσης για περικοπή συντάξεων και αφορολογήτου τη διετία 2019-2020, με πιθανότερο σενάριο, όπως αναμενόταν, αυτά να συμβούν με το «καλημέρα» του 2019. Κανονικότητα είναι ήδη οι κατασχέσεις, στις οποίες θα προστεθούν και οι χιλιάδες πλειστηριασμοί, για χρέη ακόμα και 500 ευρώ στο Δημόσιο, όταν ο Τσακαλώτος υπογράψει τη σχετική υπουργική απόφαση (δίνοντας ένα ακόμα πιο ειρωνικό νόημα στην εμφάνιση του με το σφυρί).
Βγαίνουμε λοιπόν από το μνημόνιο; Τυπικά, είναι πιθανό. Είναι πιθανό δηλαδή η Ελλάδα, από τον Αύγουστο του 2018, να μην χρειαστεί ένα νέα δάνειο από τον «μηχανισμό διάσωσης» ώστε να εξυπηρετεί τις υποχρεώσεις της. Πρακτικά όμως, όχι. Το μνημόνιο δεν φυσικά είναι μόνο η δανειακή σύμβαση (κάποτε μάλιστα ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε αυτόν το διαχωρισμό). Είναι οι χιλιάδες εφαρμοστικοί νόμοι, οι υποχρεώσεις για υψηλά πλεονάσματα, η εποπτεία και τα μέτρα αν οι υποχρεώσεις αυτές δεν υλοποιηθούν.
Η κυβέρνηση εδώ, αφού το επιχείρημα της «διαπραγμάτευσης» αποδείχτηκε μία πραγματική αυταπάτη, υποστηρίζει πλέον ότι «θα πάρουμε πίσω τα κλειδιά της χώρας», υποσχόμενη ότι θα μπορεί να ασκήσει πλέον, ανεπηρέαστη, τη δική της πολιτική. Αυτό δεν είναι απλά ψέμα, που διαψεύδεται από κάθε επίσημο κείμενο που έχει υπογράψει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Είναι προσβολή στη νοημοσύνη. Προσβολή που επαναλαμβάνεται κάθε φορά που κυβερνητικό στέλεχος επαναλαμβάνει το αφήγημα της «εξόδου από την κρίση», κάθε φορά που φιλικό ΜΜΕ μιλάει για τον «τελευταίο μνημονιακό προϋπολογισμό», κάθε φορά που οι εσωτερικοί διαφωνούντες (βλ. 53+) καταγγέλλουν πόσο πολύ διαφωνούν με όσα ψήφισαν ή ετοιμάζονται να ψηφίσουν.
«Ναι, αλλά οι προηγούμενοι…» θα συνεχίσει να λέει ο φίλος μας. Η απάντηση πλέον είναι, τι σημασία έχει; Κάθε συζήτηση στη Βουλή καταλήγει σε εκατέρωθεν επιθέσεις και διαγωνισμό ατάκας. Έπειτα η συζήτηση θυμίζει ποδοσφαιρικό ντέρμπι: «Τους τάπωσε ο Τσίπρας», «τους ρεζίλεψε ο Μητσοτάκης» γράφουν οι οπαδοί στη συνέχεια. Στη μέση του μικροπολιτικού αγώνα, ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας παρακολουθεί αποσβολωμένο, κουρασμένο, λιπόθυμο, όχι μόνο από το άγος της μόνιμης πλέον λιτότητας, αλλά και την κατασπατάληση κάθε πρόθεσης ριζοσπαστισμού και αμφισβήτησης της ασκούμενης πολιτικής, με ορίζοντα ένα καλύτερο μέλλον.
Κι αυτή μάλλον, μαζί με την κανονικοποίηση της λιτότητας, είναι η μεγαλύτερη υπηρεσία που προσέφεραν ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ στην τρόικα (που τους «επέλεξε», σύμφωνα με τον Βούτση): Η απορρόφηση των κραδασμών. Η μέρα μετά το μνημόνιο, θα είναι όπως ακριβώς και η προηγούμενη. Μέρος μιας σαθρής κανονικότητας, ενός μνημονίου διαρκείας, μιας άνευ όρων υποταγής σε μια πολιτική που έχει αποδειχθεί εγκληματική, ταξική (υπέρ των ισχυρών) και «λάθος», ακόμα και σύμφωνα με ανθρώπους που την υπηρέτησαν με μεγάλη επιτυχία.
Υπό αυτήν την έννοια, αξίζουν «συγχαρητήρια» στην κυβέρνηση για την υλοποίηση ,την πιθανή ολοκλήρωση του τρίτου μνημονίου και τη δέσμευση να κάνει την κρίση κανονικότητα. Καμία προηγούμενη δεν είχε διανοηθεί καν ότι θα τα καταφέρει όπως αυτή.