του Ιάσονα Τριανταφυλλίδη
Όπου εκεί αποκαλύφθηκε το μέγεθος της αταλαντοσύνης της, κι από ένα δημοσίευμα το κατάλαβε κι εκείνη. Πέρα από την προσωπική τρέλα, όμως, της συγκεκριμένης γυναίκας – που εδώ που τα λέμε δεν έκανε και κακό σε κανέναν, παρά μόνο ίσως στα αυτιά αυτών που την ακούγανε- η ίδια φαίνεται πως ήταν αρκετά γαλαντόμα, που λένε, απέναντι σε ταλαντούχους ανθρώπους, που είχαν σχέση με τη μουσική, ακόμη και στον ίδιο το Μέγα Αρτούρο Τοσκανίνι. Για την ιστορία να πούμε πως εκτός όλων των άλλων, από την ταινία μαθαίνουμε πως ο μοναδικός δίσκος που τραγούδησε, με απίστευτα φάλτσα, έχει φτάσει να ειναι το ίδιο απίστευτα δημοφιλής, ενώ το πρόγραμμα από τη συναυλία της στο Κάρνεγκι Χωλ είναι αυτό που ζητάνε περισσότερο οι συλλέκτες.
Εκείνη την παλιά εποχή, πρέπει να ξέρετε, ότι υπήρχε και μια Ελληνίδα ανάλογη της Φλόρενς Φόστερ Τζένκινς, που λεγόταν Μαρίκα Παλαίστη. Πίστευε και αυτή πως ήταν μεγάλη τραγουδίστρια της Οπερας, χωρίς να καταλαβαίνει πως όλοι την παίρνουν στο ψιλό και την κορόιδευαν. Βέβαια, στην περίπτωση Παλαίστη, ακόμη και ο Τσαρούχης της έφτιαχνε κοστούμια για τα “ρεσιτάλ” της. Η Παλαίστη έφτασε στο σημείο να γράψει και την αυτοβιογραφία της, κι όχι μόνο. Όπως και να έχει, η Μαρίκα Παλαίστη ήταν μία από τις γραφικές χαριτωμένες φιγούρες της παλιάς Αθήνας που τότε τις κορόιδευαν, σήμερα θα είχαν εκπομπή στην τηλεόραση, μπορεί και δικό τους κανάλι ή ακόμη και κόμμα στη βουλή…
Στην Ελλάδα δε σκέφτηκε κανείς ποτέ, από τους Έλληνες σκηνοθέτες, να ασχοληθεί με την Παλαίστη, αλλά οι Αμερικάνοι όχι απλώς γύρισαν ταινία για την Φλόρενς Φόστερ Τζένκινς, αλλά και με σκηνοθέτη το Στήβεν Φρήαρς και με τη Νο1 ηθοποιό του παγκόσμιου σινεμά, τη Μέρυλ Στρηπ, στο συγκεκριμένο ρόλο.
Είναι πραγματικά εξαιρετικός ο τρόπος που αντιμετωπίζει την ιστορία και βέβαια την προσωπικότητα της Φλόρενς Φόστερ Τζένκινς ο Φρίαρς. Από τη μια φτιάχνει μια εξαιρετική ταινία εποχής, με υψηλή αισθητική εκεί που πρέπει και με αποθέωση του κιτς εκεί που πρέπει επίσης. Συγχρόνως όμως φτάνει βαθιά στα συναισθήματα και την ψυχολογία των ηρώων του, και καταφέρνει με τη βοήθεια του σεναρίου, που βασίζεται σε ένα θεατρικό έργο που έχει μεγάλη επιτυχία στις ΗΠΑ, από τη μια, και τους εξαιρετικούς ηθοποιούς του από την άλλη, να δώσει μια νότα ποίησης στη συγκεκριμένη προσωπικότητα, να την κάνει να φαίνεται σε μας ως μια μορφή που αγωνίζεται για τα όνειρά της ακόμη κι όταν δεν έχει τις δυνατότητες για αυτά, κι από την άλλη με τον τρόπο που αντιμετωπίζει τον μουσικοκριτικό της Νιου Γιορκ Ποστ, δίνει κι ένα μάθημα σε αυτούς που συνηθίζουν χωρίς συγκεκριμένο λόγο να κάνουν τους έξυπνους, να ξυπνάνε τους άλλους από τα όνειρά τους.
Η αναπαράσταση εποχής, τα σκηνικά και τα κοστούμια, τα εξαιρετικό μακιγιάζ που έχει γεράσει πριν την ώρα τους τη Μερυλ Στρηπ και το Χιου Γκραντ, η σπουδαία μουσική του ελληνικής καταγωγής Αλεξάντρ Ντεσπλά, είναι σε πολύ υψηλά επίπεδα. Εκτός της Στρηπ, όλοι δίνουν σπουδαίες ερμηνείες, ειδικά ο Χιου Γκραντ με τη γεμάτη κατανόηση και αγάπη ερμηνεία του συζύγου της Φλόρενς Φόστερ Τζένκινς, αλλά και ο Σάιμον Χέρμπεργκ στο ρόλο του πιανίστα της, φαίνεται καθαρά ότι θα βάλει σοβαρή υποψηφιότητα για το Όσκαρ β’ ανδρικού ρόλου, του χρόνου.
Η ταινία βέβαια έχει το όνομα “Φλόρενς Φόστερ Τζένκινς” – στην Ελλάδα θα αρχίσει να προβάλλεται από 16 Ιουνίου, με τον τίτλο “FLORENCE- ΦΑΛΤΣΟ ΣΟΠΡΑΝΟ” – κι όταν μια ταινία έχει για τίτλο ένα όνομα πρέπει να διαθέτει έναν ηθοποιό που παίζει αυτό το ρόλο, με πολύ δυνατούς ώμους για να σηκώσει την ταινία στην πλάτη του. Με το που βλέπει κανείς την αφίσα της ταινίας, πριν μπει ακόμα στο σινεμά, καταλαβαίνει πως για άλλη μια φορά η φοβερή και τρομερή Μέρυλ Στρηπ έχει κερδίσει το παιγνίδι. Η ματιά της, το στήσιμό της, το ύφος της, είναι ακριβώς ότι θα είχε και μία γυναίκα “εκτός πραγματικότητας”. Στην ταινία δεν είναι απλώς ότι ερμηνεύει με μοναδικό τρόπο αυτό το ρόλο, ενσαρκώνοντας μια γυναίκα με μυαλά “εκτός πραγματικότητας”, όσον αφορά το κλασσικό τραγούδι, αλλά και που από την άλλη ξέρει τι της γίνεται στα υπόλοιπα και μπορεί να τα διαχειριστεί σωστά ως ένα σημείο.
Της δίνει μια ποιητική διάσταση, και την κάνει πραγματικά συγκινητική. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι την κάνει πρότυπο για όλους τους ανθρώπους, για όλους μας. Για όλους μας που μπορεί να έχουμε ακόμη και μια ψευδαίσθηση και επιμένουμε σε αυτήν ακόμη κι αν ο κόσμος γύρω γελάει με αυτό που βλέπει. Πέρα όμως από την απίστευτη ηθοποιία, που περιμένει κανείς από τη Μέρυλ Στρηπ, το ακόμη πιο απίστευτο είναι πως η με πολύ καλλιεργημένη φωνή Στρηπ τραγουδάει η ίδια σχεδόν γρατσουνίζοντας τις φωνητικές της χορδές, τελείως φάλτσα, καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας, και στο φινάλε τραγουδάει, επίσης η ίδια, με σχεδόν λυρική φωνή, σαν αηδόνι, το ίδιο το τραγούδι το οποίο πριν λίγο τραγουδούσε φάλτσα, όταν ακούμε την Φλόρενς Φόστερ Τζένκινς όπως πιστεύει ότι η ίδια τραγουδάει.
Για όσους πηγαίνουν στο σινεμά, και για να σκεφτούν λίγο, και για να τους διηγηθεί κάποιος μια ωραία ιστορία, που στην περίπτωση αυτή είναι και αληθινή, για να απολαύσουν μια σπουδαία ηθοποιό, η FLORENCE- ΦΑΛΤΣΟ ΣΟΠΡΑΝΟ είναι σπουδαία ταινία. Είναι κάτι παραπάνω από ωραία ταινία και κάτι παραπάνω από ψυχαγωγική ταινία. Είναι μια ταινία που σε παίρνει από το χέρι και, έστω και μόνο από την ερμηνεία της Στρηπ, που δεν είναι μόνο από αυτό τελικά, σε οδηγεί στην απόλυτη μαγεία και ουσία του σινεμά.