Επιπλέον, με δελτίο Τύπου του Αρείου Πάγου αναφέρεται ότι «κατά τη σημερινή της συνεδρίαση η Διοικητική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, μετά από σχετική συζήτηση και ανταλλαγή απόψεων για το θέμα του από 7 η Φεβρουαρίου 2024 ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και αφού εκτίμησε ότι είναι δυνατό να εγκατασταθεί στους πολίτες και στα κοινοτικά όργανα η εντύπωση ότι το Κράτος Δικαίου στην Ελλάδα υποχωρεί εξ αιτίας της διαφθοράς, που διακατέχει το σύνολο των κρατικών αξιωματούχων, συμπεριλαμβανομένου και του δικαστικού σώματος.
Αποφάσισε κατά πλειοψηφία (49-13) τα ακόλουθα:
-Διαβεβαιώνει ότι οι Έλληνες δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί υπηρετούν το κράτος δικαίου και τις αρχές της διάκρισης των λειτουργιών , της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης, της δίκαιης δίκης και της προστασίας του τεκμηρίου αθωότητας του κάθε πολίτη και εκτελούν τα καθήκοντά τους υπακούοντας μόνον στο Σύνταγμα ,στους νόμους και στη συνείδηση τους.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης με τις απόψεις της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας θα δημοσιευθεί τις προσεχείς ημέρες».
Υπενθυμίζεται πως το ψήφισμα 28 σημείων του Ευρωκοινοβουλίου, που εγκρίθηκε με 330 ψήφους υπέρ, 254 κατά και 26 αποχές, εξέφρασε σοβαρές ανησυχίες για πολύ σοβαρές απειλές για τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου και τα θεμελιώδη δικαιώματα στην Ελλάδα. Από την πρώτη στιγμή, η κυβέρνηση επιχείρησε να απαξιώσει το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου, με τον ίδιο τον Μητσοτάκη να κάνει λόγο για «προεκλογικού χαρακτήρα ψήφισμα».
Στη συνέχεια, η Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Ιωάννα Κλάπα, προχώρησε στη πρωτοφανή κίνηση, να συγκαλέσει Διοικητική Ολομέλεια, θέτοντας -μεταξύ άλλων- το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου. Υπενθυμίζεται πως συνταγματολόγοι, όπως η καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου στο ΑΠΘ, Ιφιγένεια Καμτσίδου, έχουν τονίσει πως ότι ο Άρειος Πάγος δεν έχει αρμοδιότητα να αξιολογήσει το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου για τις πολύ σοβαρές απειλές κατά της Δημοκρατίας, του κράτους Δικαίου και των δικαιωμάτων στην Ελλάδα.