«Είναι ένα μελοποιημένο έργο. Θα μπορούσε να είναι ποίηση. Θα μπορούσε να είναι ένα δοκίμιο. Θα μπορούσε να είναι ένα θεατρικό μονόπρακτο. Πολλά πράγματα θα μπορούσε να είναι. Και μπορεί να γίνει επίσης κάτι απ’ αυτά». Οι ορισμοί και οι έννοιες που δίνει ο ίδιος ο Μιρθιδάτης στο 12λεπτο έργο του, στην «μουσική ταινία μικρούς μήκους» δεν επηρεάζονται από τον πολιτικό κρότο που προκάλεσε στη δημόσια συζήτηση, όπως η ματιά ενός καλλιτέχνη προτάσσει στην αντιμετώπιση των πραγμάτων. Η συνέντευξη δόθηκε ζωντανά, στο αέρα του ΜηνΌρε του TPP, στο ραδιόφωνο του ThePressProject, ήταν απολαυστική και εκείνος ασταμάτητος (Το ηχητικό της βρίσκεται στο τέλος του άρθρου).
Αυταρχισμός, συγκεντρωτισμός, αναξιοκρατία, νεποτισμός, έξαρση της εγκληματικότητας, πόλεμος αντικοινωνικών νομοσχεδίων, κατάργηση οκταώρου και αποδόμηση εργασιακών δικαιωμάτων, δόγμα νόμου και τάξης, αστυνομική ασυδοσία, πανεπιστημιακή αστυνομία, δαιμονοποίηση της νεολαίας, προσφυγικό και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, απευθείας αναθέσεις, τακτοποίηση ημετέρων, επέλαση της ακροδεξιάς ατζέντας, εκφασισμός των μαζών, διαφθορά, κυβερνητική προπαγάνδα, «δεξιοτίμονη» μονοφωνία στα μέσα ενημέρωσης, τρομολαγνεία, τηλεκπαίδευση, τηλεεργασία, εκμετάλλευση της πανδημίας, αποτυχημένη διαχείριση της πανδημίας, ενοχοποίηση των πολιτών για την κυβερνητική αποτυχία, αντιδημοκρατική «διαπαιδαγώγηση», ανεπάρκεια του συστήματος υγείας και μηδαμινή ενίσχυσή του, διχαστικός κυβερνητικός λόγος, λευκή επιταγή στην Εκκλησία και φυσικά, πλήρης απαξίωση του Πολιτισμού και των καλλιτεχνών.
Έτσι σχολιάσαμε τις πρώτες ώρες της δημοσιοποίησης της νέας δουλειάς του Μιθριδάτη, για μερικά μόνο από τα check points που επέλεξε ο ίδιος να βάλει αριστοτεχνικά στο έργο του, καταφέρνοντας χωρίς να ονοματίσει πρόσωπα και καταστάσεις να μιλήσει με καθαρά λόγια για την κατάσταση που βιώνει σήμερα ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας, με σαφή πολιτικό λόγο και με δίστιχα που στάζουν δηλητήριο για την συντριπτική πλειοψηφία των προσώπων και των ομάδων που απαρτίζουν τη δημόσια σφαίρα.
Το «Για να μη στα χρωστάω» έχει φτάσει σήμερα μία ανάσα από τις 2 εκατομμύρια θεάσεις και ακροάσεις μέσα σε ενάμιση μήνα, στην πιο δημοφιλή διαδικτυακή πλατφόρμα, αυτή του Youtube. Σε μια παλιότερη εποχή θα μιλούσαμε για τα στοιχεία του airplay των ραδιοφώνων. Εν έτει 2021 ωστόσο, και ειδικότερα εν καιρώ Μητσοτάκη και λίστας Πέτσα, ακόμα και τα λίγα λεπτά που έπαιξαν στην εκπομπή των Ράδιο Αρβύλα στο OPEN αποτέλεσαν έκπληξη, ακόμα και για τον ίδιο. Ευχάριστη φυσικά, αλλά σταγόνα στον ωκεανό στην απόλυτη σιωπή που του επιφύλαξε η συντριπτική πλειοψηφία τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών μέσων.
«Δεν πιστεύω ότι είναι επιτυχία το ξεβράκωμα της αποτυχίας μας. Δηλαδή είναι ένα ξεβράκωμα της αποτυχίας μας σαν χώρα και σαν λαός. Και σαν κυβέρνηση μιλώντας γι’ αυτή την κυβέρνηση τώρα τη συγκεκριμένη. Δεν ξέρω. Μου κάνει πολύ κόντρα ρε παιδί μου η επιτυχία μπροστά σ’ αυτό το πράγμα που είπα» θα σχολιάσει πάντως τα περί «επιτυχίας» της δουλειάς του, αποκαλύπτοντας για ακόμα μία φορά πως το αποτέλεσμα που ακούσαμε και είδαμε επί της οθόνης ήταν περισσότερο μία πολιτική δήλωση παρά οτιδήποτε άλλο.
Ο καθολικός και μετά μανίας αποκλεισμός της «άλλης άποψης», της οποιασδήποτε κριτικής στην κυβέρνηση δεν είναι κάτι που προέκυψε με το τραγούδι του Μιθριδάτη. Το κομμάτι όμως απέδειξε πως από την τακτική αυτή των συστημικών μέσων ενημέρωσης δεν γλιτώνει ούτε ένα έργο σαν αυτό, ακόμα και εάν αυτό έχει καταφέρει να συγκινήσει τα πλήθη και να προκαλέσει ορυμαγδό αντιδράσεων, θετικό ή αρνητικό. Άλλωστε, τα λέει και ο ίδιος στο έργο του, στην πράξη εκείνη που αφορά την «ενημέρωση»:
Ενημέρωση απ’ τα Μου Μου Ε κι αλίμονο, κι είναι όλα ανάποδα σαν σε δεξιοτίμονο
Της κοινής γνώμης η διαμόρφωση, σε κάτω του μετρίου αντίληψη και μόρφωση
Σωστή διατύπωση στην πρόταση με πόρωση, κάνει εντύπωση η αποστήθιση με βόθρωση
Εμπαιγμός, αποκλεισμός και αποσβόλωση, το φρύδι απ’ την ανόρθωση, παθαίνει υπερκόπωση
[…]
Σους, σιωπή και σώπαινε, η TV μιλάει τώρα, είναι το πολίτευμα που έχει πια η χώρα
Πλούσια τα δώρα, ρεπορτάζ σπεκουλαδόρα, βγαίνει στη φόρα, η παραπληροφόρα κάθε ώρα
Έντυπος και ηλεκτρονικός Τύπος, προσπαθώντας να… καθίσουν με τη νεολαία, δεν μπορούσαν παρά να ακολουθήσουν άλλο δρόμο, επιβεβαιώνοντας ουσιαστικά τις αιτίες που τηλεόραση και ραδιόφωνα αποφάσισαν να τον αγνοήσουν. Στο διαδίκτυο βέβαια, οι αντιδράσεις των μέσων ενημέρωσης μοιράστηκαν, αφού η μονοφωνία των κυρίαρχων ΜΜΕ είναι αδύνατον να επιβληθεί. Όμως ούτε αυτή η πραγματικότητα τον παρασύρει. Την ίδια ώρα, το Youtube τον κράτησε έξω από τις τάσεις, παρά την εντυπωσιακή απήχηση που είχε από τις πρώτες ώρες της πρεμιέρας του.
«Στο ίντερνετ ο καθένας έχει τη φουσκίτσα του. Ο καθένας επηρεάζεται από εκεί που έχει επιλέξει να επηρεαστεί, να ενημερωθεί. Οπότε, και εκεί μια συγκεκριμένη επιλογή είναι. Εγώ έχω μπει πολλές φορές σε φιλοκυβερνητικά sites και γίνεται το πανηγύρι ας πούμε. Αν λοιπόν ενημερώνεσαι από τα συγκεκριμένα sites, πάλι θα μάθεις μια αλήθεια όπως θέλεις εσύ να την ακούσεις. Από μία άλλη οπτική, από μία άλλη γωνία. Το να λέμε να αλλάξει, πάει να πει ότι ο στόχος μας είναι να επηρεάσουμε αυτόν που δεν έχει πολιτική συνείδηση ή να επηρεάσουμε αυτόν που δεν έχει κατασταλάξει ή αυτόν που δεν ξέρει τι θα κάνει, ή αυτόν που δεν γνωρίζει τι συμβαίνει. Αυτή είναι η μάχη. Γιατί αν είσαι πολιτικοποιημένος, αν ξέρεις πού βαδίζεις ιδεολογικά, τότε κάνεις και τις σωστές σου επιλογές»
[…]
«Γιατί αν είσαι συνειδητοποιημένος και κατασταλαγμένος πολιτικά, ξέρεις από που θα ενημερωθείς και θα ξέρεις γιατί θα ενημερωθείς από εκεί. Δεν μιλάμε λοιπόν γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Ακόμα και οι δεξιοί το ίδιο πράγμα. Είναι κατασταλαγμένοι. Ξέρουνε “εγώ θα ακούσω, θα διαβάσω την κυριούλα στα “Νέα”, που βρίζει τον Μιθριδάτη. Καλά του κάνει”» θα σχολιάσει για τον συστημικό Τύπο.
[…]
Ακόμα και να με δυσφημίσουνε. Ναι, δεν το κάνανε! Το θάψανε! Και αυτό που έγινε με το έργο μου ήταν πολιτικό γεγονός. Και δεν υπήρξε πουθενά, εκτός από τον Αντώνη Κανάκη που το έπαιξε στο Ράδιο Αρβύλα που μπράβο του που το έκανε. Εντυπωσιακό, βεβαίως, από εκεί και πέρα δεν παίχτηκε πουθενά, ούτε καν σαν νέο να πούνε “μα καλά τι άνθρωπος αυτός ο Μιθριδάτης δηλαδή… αν είναι δυνατόν!”. Έτσι; Γιατί θα μεταφέρανε την πληροφορία. Και θα μεταφέρανε την πληροφορία ακόμα και σε ανθρώπους που δεν είναι ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατίας. Κατάλαβες; Και η πληροφορία δεν έπρεπε να περάσει. Ενώ στα μέσα τους, στον τύπο και στα sites.. Πώς είναι δυνατόν όλα τα sites να το έχουν αναφέρει; Όλα τα δικά τους; Των καναλιών;»
Πράγματι, όχι μόνο στα Νέα, αλλά και στην Καθημερινή και στις άλλες κυβερνητικές ναυαρχίδες και στολίσκους, το δηλητήριο και οι επιθέσεις περίσσεψαν. Με στοχευμένα άρθρα αποδόμησης, επικαλούμενοι αρκετοί κάποια από τα πιο «ελαφριά» των Ημισκουμπρίων, προσπάθησαν να απαξιώσουν ολοκληρωτικά το μήνυμα που κόμισε στο «Για να μη στα χρωστάω». Κι ας έχουν βάλει πολλάκις στο στόχαστρό τους πλήθος συμπεριφορών και νοοτροπιών που μαστίζουν εδώ και δεκαετίες την κοινωνία, πάντα με όπλο τους τη σάτιρα.
«Τα Ημισκούμπρια πάντα λέγαμε πως κάνουν diss σε νοοτροπίες», πλέκοντας το χιούμορ και τον χαβαλέ με την κοινωνική κριτική και το φλεγματικό σχολιασμό, χωρίς ωστόσο να νιώθουν να περιορίζονται από το πως θα φτάσει το μήνυμα στους ακροατές και τις ακροάτριές τους.
«Γνωρίζαμε τι κάνουμε. Ξέραμε ότι δεν είναι πολύ εύκολα αυτά τα πράγματα που λέμε. Αλλά και το διασκεδάζαμε πάρα πολύ. Δηλαδή δεν θα μπαίναμε σε μία διαδικασία σοβαροφάνειας, σόνι και καλά, μπας και μας καταλάβουν. Ούτε θα κάναμε τους στίχους μας dump down, για να καταλάβουν. Δεν θα μπαίναμε σ’ αυτή τη διαδικασία.
[…]
Απλά εμείς τότε το διασκεδάζαμε πάρα πολύ. Καταλαβαίνεις. Δηλαδή αυτό θέλαμε να κάνουμε. Και το να περάσεις το μήνυμά σου μέσω της σάτιρας. Γιατί το πιο εύκολο πράγμα να κάνεις είναι να περάσεις ένα μήνυμα και να το δώσεις έτσι όπως το σκέφτεσαι απλοϊκά και να μου κάνεις και τον σοβαρό κιόλας, ενώ ουσιαστικά δεν είσαι. Το πιο σοβαρό είναι να μπορέσεις να περάσεις το μήνυμά σου και με το να καταφέρεις να κάνεις τον άλλον να γελάσει, να αισθανθεί καλά, ακούγοντας τα χάλια του και είτε θα το καταλάβει αυτό και θα πει “κοίτα τώρα τα άτομα, έχουν να πουν αυτό και αυτό με τον πιο δύσκολο τρόπο που μπορεί να γίνει”, ή θα μείνουν στο ότι “α τι πλάκα που έχουν βρε αδερφέ, μάλλον για κάποιον άλλον λέει».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το «Βουκολικό», από τις πρώτες τους δουλειές, και πρώτο video clip, που 25 χρόνια μετά την επιτυχία του, είδε «στο ‘να χέρι το σπαθί, στο άλλο το κινητό μου» να παίρνει σάρκα και οστά στα συλλαλητήρια για το Μακεδονικό πριν τρία χρόνια. Ο «Εληνάρας με ένα λου, αυτή η μάστιγα» που λέει και στο κομμάτι του.
«Αχ τι ωραίο εξώφυλλο που θα γινόταν γι’ αυτό το single. Το παλικάρι πάνω στο άλογο, με μπέρτα, Ελληνική σημαία και να σκρολάρει στο κινητό. Ήταν εξώφυλλο cd για το βουκολικό.
[…]
Μα τον Ελληνάρα..! Ο Ελληνάρας υπήρχε ανέκαθεν. Δηλαδή αυτό που είχαν τα Ημισκούμπρια, το βασικό χαρακτηριστικό τους ήταν ότι είχαν οξυδέρκεια, είχαν αντίληψη και μπορούσαν να μεταφράσουνε σωστά, αυτά που βλέπανε τότε. Κατάλαβες; Γι’ αυτό τα Ημισκούμπρια πέσανε μέσα σε πολλά απ’ αυτά που λέγανε στο παρελθόν. Τα είδαμε μετά μπροστά μας.
[…]
Εμείς παίρναμε μια εικόνα και την τεντώναμε. Βάζαμε την υπερβολή. Γίνεται η σάτιρα. Δηλαδή το κάνεις παρωδία. Ένα σκηνικό το κάνεις παρωδία. Αυτό αν δεν έχεις την αντίληψη να το δεις, το αφήνεις και γίνεται παρωδία μόνο του. Οπότε κάποια πράγματα ξαφνικά, που εμείς, “α τα Ημισκούμπρια το ξέρανε αυτό”, δεν ήμασταν τίποτα μάντες. Δεν ήμασταν προφήτες. Ασφαλώς και δεν ήμασταν, μπορούσαμε όμως να διαβάσουμε αυτό που βλέπαμε τότε. Αυτό που βλέπαμε τότε μπορούσαμε να το διαβάσουμε, να το ερμηνεύσουμε, να το τεντώσουμε, που αυτό το πράγμα βεβαίως βεβαίως με την πάροδο των χρόνων θα τεντωνόταν από μόνο του».
Ενδεικτικό της πολύπλευρης κριτικής που αρέσκεται να ασκεί μέσα από τη δουλειά του, το γεγονός πως το τελευταίο του έργο είχε επτά μέρη, επτά acts. Κάποια από αυτά, φωνάζουν από μακριά σε ποιον απευθύνονται, όπως το πρώτο για τον πρωθυπουργό της χώρας, το τρίτο για τα μέσα ενημέρωσης, ή το τελευταίο για τους ανθρώπους του Πολιτισμού, στο οποίο επέλεξε να εμφανιστεί δίχως να τραγουδάει. Εκτός όμως από τους εύκολους στόχους, έβαλε και κάποιους πιο δύσκολους μέσα από τους στίχους του, σε ένα πέμπτο μέρος που προκάλεσε πολυποίκιλα σχόλια σε όσους το άκουσαν.
«Είναι κάποια άτομα τα οποία ανήκουν -υποτίθεται- στον προοδευτικό χώρο, τα βλέπουμε συχνά στο διαδίκτυο, τα οποία ουσιαστικά είναι αυτό που λέω και μέσα στο κομμάτι. Ξέρανε καλύτερα απ’ όλους. Είναι υπεράνω των συνθηκών. Πάντα έχουν μία τρίτη άποψη. Βλέπουνε ας πούμε τα δύο πίτμπουλ να μαλώνουνε και λένε “δεν είναι σωστό να μαλώνουνε τα παιδιά. Δεν είναι καλό τώρα αυτό το πράγμα”. Είναι ο ψευτοδιανοουμενίσκος του διαδικτύου. Είναι αυτός που είναι τρομακτικά δικαιωματιστής αλλά ουσιαστικά ρε παιδί μου είναι πάρα πολύ υποκριτής. Είναι πάρα πολύ ψεύτης. Είναι οι άνθρωποι σου λέω που θεωρούν ότι πολιτικά δεν ανήκουνε κάπου, απλά δεν είναι δεξιοί. Είναι ας πούμε που αγαπάνε πάρα πολύ το political correct, τον τρόπο ομιλίας, δεν τους νοιάζει η ουσία, αλλά αρκεί τι λέξεις χρησιμοποιείς. Είναι οι άνθρωποι γενικά αυτοί. Είναι ο ψευτοκουλτουριάρης. Του διαδικτύου όλα αυτά. Γιατί κανένας δεν θα πάρει τον κώλο του απ’ αυτούς να κατεβεί κάτω να διαμαρτυρηθεί. Δεν θα κατέβει κανένας να διαδηλώσει, αλλά θα σου πει “ναι μωρέ, μπορεί η κυβέρνηση να μην τα έχει κάνει καλά, αλλά και εμείς πρέπει να προσέχουμε. Πρέπει να κάτσουμε σπίτια μας. Πρέπει να το βουλώσουμε”. Αυτοί είναι οι άνθρωποι που σχολιάζονται. Δεν είναι οι δεξιοί. Είναι αυτοί που είναι υποτίθεται προοδευτικοί. Είναι αυτοί οι άνθρωποι.
Είναι οι άνθρωποι που μπορούμε να πούμε ότι μπορεί να ανήκουν.. να έχουν ας πούμε και κάποιες ιδιαίτερες δραστηριότητες, ας πούμε, καλλιτεχνικές κιόλας, μπορεί να είναι συγγραφείς, μπορεί να είναι φωτογράφοι. Κατάλαβες; Δεν είναι τεχνοκράτες, δεν είναι ξέρω εγώ δημόσιοι υπάλληλοι. Είναι αυτοί και θα σου πούνε “εντάξει δεν είναι σωστό τώρα αυτό που κάνεις! Πρέπει να είσαι υπεύθυνος! Εντάξει, οκέι η κυβέρνηση μπορεί να τα έχει κάνει μάπα, αλλά και εσύ πρέπει να είσαι καλύτερος από την κυβέρνηση. Πρέπει να είσαι πιο υπεύθυνος από την κυβέρνηση. Εσύ ατομικά φίλε μου καλέ”.
Ή να μην πει καμία κουβέντα για την κυβέρνηση και να πει “μμμ… ξέρω εγώ, εντάξει μωρέ, αλλά και εσείς δεν μένετε και σπίτια σας”. Κατάλαβες; Είναι αυτοί που κάνουνε ας πούμε τους πολύ έξυπνους στο διαδίκτυο. Αλλά μέχρι εκεί πάνε. Δεν υπάρχει περίπτωση να αγωνιστούν αυτοί οι άνθρωποι. Δεν υπάρχει περίπτωση αυτοί να χύσουν κάποιον ιδρώτα για το καλό του λαού. Είναι αυτοί που κάθονται και έχουν μία θέση να χαζεύουνε τα πίτμπουλ να τρώγονται στην αρένα. “Εντάξει, δεν είναι σωστό τώρα αυτό παιδιά που κάνετε. Μαζευτείτε λίγο. Εντάξει, καθήστε σπίτια σας”. Αυτοί είναι στην ενότητα πέντε, αν χρειάζεται να το διευκρινίσω. Αυτοί οι άνθρωποι. Οι οποίοι είναι πιο ίσοι από τους ίσους. Ξέρουνε καλύτερα από εμάς. Έχουνε μια τρίτη θέση. Ανώτερη!»
Σε κάθε περίπτωση πάντως, παρά την άδικη και εξαιρετικά πολιτικά φορτισμένη κριτική που δέχθηκε από λιβελλογράφους και κυβερνητικές πένες, ο ίδιος δηλώνει έτοιμος να αντιμετωπίσει οποιονδήποτε σε μία συνέντευξη. Άλλωστε, στο παρελθόν δεν έχει διστάσει να αντιμετωπίσει ακόμα και τον Κωνσταντίνο Μπογδάνο, όταν ο τελευταίος έκανε το… αγροτικό του με μία σειρά ετερόκλιτων συνεντεύξεων. «Συνεντευξάρα» θα τη χαρακτηρίσει, ενώ για την εμφάνιση του σημερινού βουλευτή ως fan των Ημισκουμπρίων, θα αρκεστεί να σχολιάσει πως «η αλήθεια είναι ότι ένας άνθρωπος που ακούει Ημισκούμπρια είναι δύσκολο να γίνει Μπογδάνος».
«Δεν έχω κανένα πρόβλημα να αντιμετωπίσω τον οποιοδήποτε. Δεν έχω πρόβλημα. Και ή θα κερδίσω ή θα χάσω ή θα δούμε τι θα γίνει. Δεν έχω πρόβλημα. Και πολλοί επειδή είπαν ότι γύρισα πολύ τα μέσα τα αντιπολιτευτικά, να τους πω απλά κάτι. Δεν μου ζητήσανε από τα “Νέα” συνέντευξη. Δηλαδή τι να πω. Ούτε η “Καθημερινή” μου ζήτησε. Άμα μου ζητούσε, βεβαίως και θα έδινα. Με μεγάλη μου χαρά. Απλά να το ξέρουνε. Γιατί πήγα στην “Αυγή”; Γιατί πήγα στο “Documento”; Γιατί, θα πούνε, ήρθα σε εσάς; Ας με καλέσουνε και από τα “Παραπολιτικά”. Δεν έχω κανένα πρόβλημα, εκεί θα είμαι. Αλλά δεν με καλέσανε! Είπανε να πούνε την άπα τους χωρίς να είμαι εγώ μπροστά» θα πει για την κριτική που δέχθηκε για τα μέσα στα οποία βρέθηκε για να μιλήσει για τη δουλειά του.
Συνομιλώντας πάντως μαζί του καταλαβαίνει κανείς από τα πρώτα λεπτά πως τα μυαλά και η ματιά που τις προηγούμενες δεκαετίες αποτυπωνόταν στους δίσκους των Ημισκουμπρίων δεν έχει αλλάξει ιδιαίτερα, και ούτε και θα ήθελε. «Θέλω να πω ο άνθρωπος δεν αλλάζει. Πολλές φορές ρε παιδί μου πράγματα που συμβαίνουν στη ζωή μας, θεωρούμε ότι αυτές οι συνθήκες ή αυτά τα περιστατικά ή αυτά τα επεισόδια μας αλλάζουν σαν ανθρώπους ή προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο ή whatever. Δεν ισχύει πιστεύω αυτό το πράγμα. Πολύ απλά δεν ξέραμε εμείς πώς θα αντιδράσουμε σ’ αυτό. Πώς θα αντιδράσεις;» εξηγεί, και συμπληρώνει πως «Η μοναδική λοιπόν σύγκριση που μπορούμε να κάνουμε με τον εαυτό μας. Να δούμε δηλαδή στο παρελθόν πώς ήμασταν και να δούμε αν τελικά έχουμε εξέλιξη, αν έχουμε βελτιωθεί, αν έχουμε προχωρήσει. Αυτό πιστεύω είναι το task που πρέπει να έχουμε όλοι οι άνθρωποι».
«Όπως λέει και ο Eminem, είναι ένα είδος για τους τινέιτζερς. Οπότε πάντα βοηθάει αυτό, το οποίο βέβαια είναι κι ένα δίκοπο μαχαίρι. Και ανέκαθεν ήτανε. Γιατί ενώ στα πρώτα μας βήματα ή τα πρώτα χρόνια, πιο πολύ μας καταλαβαίνανε οι μεγαλύτεροι άνθρωποι στο ό,τι λέγαμε. Αλλά είχαμε ένα σκάλωμα με το είδος. Ήτανε και καινούριο το είδος. Πολύ για τα ελληνικά αυτιά. Οπότε είχαν ένα θέμα ν’ ακολουθήσουνε το συγκεκριμένο είδος μουσικής. Λόγω ηλικίας γι’ αυτούς. Κακώς για μένα, έτσι; Γιατί ας πούμε εγώ φαντάσου είμαι τώρα σ’ αυτή την ηλικία που ήτανε τότε αυτοί οι άνθρωποι και συνεχίζω ν’ ακούω αυτό το είδος. Δεν έχει αλλάξει κάτι για μένα.
[…]
Ο καλλιτέχνης πρέπει να αντέχει σε όλες τις συνθήκες. Και αυτό είναι πολύ δύσκολο task. Γιατί δεν θα είσαι πάντα νούμερο ένα, δεν θα πουλάς πάντα, δεν θα σ’ ακούει ο κόσμος που σ’ άκουγε πάντα… Μπορεί να σ’ ακούνε άλλοι. Μπορεί χίλια δυο να γίνουν. Μπορεί κάποια στιγμή να σού ‘ρθουν τα πράγματα πάρα πολύ εύκολα, άλλες φορές να σου είναι πάρα πολύ δύσκολα. Και όταν ασχολείσαι με την τέχνη, τις περισσότερες φορές είναι δύσκολα. Κακά τα ψέματα. Αλλά αυτό δεν πρέπει να σ’ αλλάζει. Κατάλαβες; Δεν πρέπει ν’ αλλάζει το δρόμο σου… το συμπεριφορισμό σου… Ν’ αλλάζει τους στόχους σου… Γιατί τότε έχεις πρόβλημα σαν καλλιτέχνης. Αυτό είναι το θέμα. Είναι πολύ ζόρικο. Είναι δύσκολο. Δεν είναι εύκολο πράγμα. Αλλά είναι επιλογές. Και καλό είναι να στεκόμαστε στις επιλογές.
Πράγματι, 25 χρόνια από τον πρώτο δίσκο των Ημισκουμπρίων, αρκετούς δίσκους αργότερα, προσωπικές δουλειές και έπειτα από κοσμογονικές αλλαγές της σύγχρονης πραγματικότητας, λίγα πράγματα μοιάζουν να έχουν αλλάξει, εάν εξαιρέσει κανείς πως τα Ημισκούμπρια δεν παίζουν μαζί από το 2016. Επιλογές, όπως λέει, όπως και άλλες, που όλες μαζί μοιάζουν να έχουν κοινές ρίζες στη συνέπεια, και στην ανθρώπινη ανάγκη επίτευξής της.
Ακούστε το και με τα αυτιά σας: