Με οριακή πλειοψηφία (8 υπέρ και 7 κατά) τα μέλη του ΚΑΣ γνωμοδότησαν υπέρ της αυτοψίας στην περιοχή για να γίνουν κατανοητές όχι μόνο η σημασία των αρχαιοτήτων που εντοπίστηκαν κατά την «υποδειγματική», όπως χαρακτηρίστηκε, σωστική ανασκαφή της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους, αλλά και η γενικότερη αρχαιολογική «τοπογραφία», καθώς στη γύρω περιοχή υπάρχουν και άλλοι αρχαιολογικοί χώροι.

Σημειώνεται ότι τόσο η διεύθυνση Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, όσο και η αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων είχαν προτείνει την απόσπαση και μεταφορά των εν λόγω καταλοίπων της αρχαίας μεταλλουργίας από το ανοικτό όρυγμα στη θέση Κόνιαρη, όπου έχουν αποκαλυφθεί αρχαία του 6ου αι. μ.Χ., μεταξύ των οποίων και αψιδωτό κτήριο (πιθανόν χώρος εστίασης), τα οποία φαίνεται να είχαν σχέση με τη μεταλλουργία.

Στη συνεδρίαση, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, έγινε αναφορά στο ιστορικό της υπόθεσης (τελευταίος «σταθμός», πριν τη γνωμοδότηση, ήταν η αναβολή στο ΚΑΣ τον Δεκέμβριο του 2015 του θέματος της διατήρησης ή μη των αρχαιοτήτων, επειδή εκκρεμούσε απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία συνδεόταν με τη συνέχιση της λειτουργίας της εταιρείας).

Στη συνέχεια, ο αρχαιολόγος Κώστας Παπαστάθης από την αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων, που είχε διενεργήσει την έρευνα, παρουσίασε -όπως είχε κάνει και στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου- με ιδιαίτερα κατατοπιστικό και λεπτομερή τρόπο τα αποτελέσματά της.

Κτήριο, λιθόστρωτο και «θησαυρός»

Μεταξύ των ευρημάτων, που πιστοποιούν το διαχρονικό μεταλλουργικό ενδιαφέρον στην περιοχή από τον 2ο αι. π.Χ., ήταν τα κατάλοιπα κτηρίου, μικρό λιθόστρωτο, λάκκοι και πασσαλότρυπες, καθώς και αρκετά κινητά ευρήματα, όπως ακροφύσια φυσερών, τα οποία διοχέτευαν οξυγόνο στον κλίβανο, τμήματα από οινοχόες με ωραία σχέδια κεφαλών και ένας «θησαυρός» 12 νομισμάτων. Η ανασκαφή, που κατά γενική ομολογία τεκμηρίωσε με εξαιρετικό τρόπο τις αρχαιότητες, συνοδεύτηκε από τρισδιάστατη αποτύπωση με laser scanning.

Στη συνεδρίαση παραβρέθηκαν εκπρόσωποι της εταιρείας και των εργαζομένων, που έκαναν λόγο για αναίτια καθυστέρηση του έργου («δεν είναι ούτε η Ακρόπολη ούτε το Σούνιο ούτε η Αφαία», είπε χαρακτηριστικά ο συνήγορος των δύο πλευρών, αναφερόμενος στις αρχαιότητες που αποκαλύφθηκαν στην περιοχή), ενώ μέλη των σωματείων μίλησαν για κλίμα αβεβαιότητας που έχει αναπτυχθεί λόγω αυτής της καθυστέρησης. «Η περιοχή έχει ανάγκη από δουλειά» τονίστηκε από εκπρόσωπο σωματείου εργαζομένων.


Αναβολή ζήτησαν ο δήμαρχος και κάτοικοι

Στη συνεδρίαση παραβρέθηκαν επίσης ο δήμαρχος του Δήμου Αριστοτέλη, Γεώργιος Ζουμπάς, μέλη της τοπικής κοινωνίας και εκπρόσωποι του Πολιτιστικού Συλλόγου Μεγαλοπαναγιωτών Θεσσαλονίκης, καθώς και η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κατερίνα Ιγγλέζη, που ζήτησαν αναβολή της υπόθεσης. Ο δήμαρχος έκανε λόγο για τη βαριά περιβαλλοντική «κληρονομιά» των εξορύξεων στην περιοχή, ενώ αναφέρθηκε και σε έρευνα του ΑΠΘ που τόνιζε ότι η μεταλλουργική δραστηριότητα ξεφεύγει από τη φέρουσα ικανότητα της περιοχής.

Αναφορά έγινε και στην τεχνική μελέτη που υπέβαλε η εταιρεία και η οποία επεστράφη από το αρμόδιο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας με σχόλια και υποδείξεις, με προθεσμία απάντησης από πλευράς της εταιρείας την 5η Σεπτεμβρίου. Η εταιρεία, που ρωτήθηκε, πάντως διευκρίνισε ότι το θέμα είναι καθαρά τεχνικό και δεν έχει καμία σχέση με την ανάκληση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης.

Διάσπαρτα μνημεία

Στη συνεδρίαση παραβρέθηκαν και η πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων Όλγα Σακαλή, καθώς και το μέλος του ΔΣ, Γεωργία Στρατούλη, που μίλησαν για τις εν λόγω αρχαιότητες, καθώς και για τα διάσπαρτα μνημεία που διατηρούν την ιστορική φυσιογνωμία της περιοχής και τα οποία χρήζουν προστασίας σε ένα ενιαίο σύνολο που, όπως τονίστηκε, θα εξασφαλιστεί μόνο με μια ήπια οικοτουριστική παρέμβαση.

Ενδιαφέρον, τέλος, είχε και η παρέμβαση του Δημήτρη Αθανασούλη, προϊσταμένου της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων και μέλους του ΚΑΣ, που ανέφερε ότι οι αρχαιότητες δεν μπορούν να αναδειχθούν και ότι το θέμα βρίσκεται αλλού, στην «οχλούσα δραστηριότητα στην περιοχή», κάνοντας λόγο για μια τετελεσμένη κατάσταση.

Από τη μεριά της, ωστόσο, η γγ του ΥΠΠΟΑ, Μαρία Βλαζάκη, επεσήμανε ότι στις παρούσες συνθήκες «μόνο μια αυτοψία θα μπορούσε να απαντήσει ακόμα πιο υπεύθυνα στην κοινωνία, που βρίσκεται σε αναστάτωση».