του Ιάσονα τριανταφυλλιδη
Κατά καιρούς έχω ακούσει διάφορες βλακείες, που μιλάνε για “τους σπουδαίους έλληνες παλιούς ηθοποιούς”, “την εποχή της αθωότητας”, “τη νοσταλγία για μία Αθήνα και μια Ελλάδα που δεν υπάρχει πια” κλπ κλπ.
Στην ουσία, δεν ισχύει τίποτε από όλα αυτά, γιατί τι νοσταλγία να έχει νοιώσει ένα μικρό παιδί, που τα βλέπει σήμερα και του αρέσουν πχ. Η αλήθεια είναι πως εκείνες οι ταινίες, είτε ήταν κωμωδίες είτε ήταν δράματα, είχαν ένα πολύ μεγάλο ατού, που το έχουν όλα τα μεγάλα δημιουργήματα της Τέχνης – ή της Ψυχαγωγίας αν θέλετε- που έχουν διασωθεί μέσα στο χρόνο και διατηρούν πάντα την αγάπη του κοινού. Έχουν καταγράψει, σε ενεστώτα χρόνο, μοναδικά την εποχή τους. Και μόνο αν καταγράψεις σωστά την εποχή σου μπορείς να γίνεις και ουσιαστικά διαχρονικός.
Η αλήθεια είναι πως ο λεγόμενος Νέος Ελληνικός Κινηματογράφος, αλλά και ο σύγχρονος ελληνικός κινηματογράφος ελάχιστα το έχουν πετύχει αυτό, όμως να μια ελληνική ταινία που και ελληνική είναι και ταινία είναι και καταγραφει την εποχή της, την εποχή που ζούμε, μοναδικά και διαθέτει πολιτική θέση και μάλιστα ισχυρά προοδευτική, εξαιρετικά τολμηρή χωρίς να κραυγάζει.
Η ταινία “Ένας άλλος κόσμος” του Χριστόφορου Παπακαλιάτη μιλάει από τη μια για την αγάπη, που όλοι έχουμε ανάγκη, με διάφορους τρόπους, σε μια εποχή σαν τη δική μας, όπου κυριαρχεί η μισαλλοδοξία, ο ρατσισμός, ο φασισμός, η ξενοφοβία κλπ κλπ. Πολύ έξυπνα, ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης δεν αναφέρει το όνομα του κόμματος που εκπροσωπεί στη βουλή σήμερα αυτές τις επικίνδυνες θέσεις. Αν το κατονόμαζε, η ταινία θα γινόταν επικαιρική και μετά από 30 χρόνια δεν ξέρει κανείς πως θα την αντιμετώπιζε μια γενιά που δεν έχει ζήσει το σήμερα. Άλλωστε αν θυμάμαι καλά, ο πρώτος στίχος του Γκάτσου στο υπέροχο τραγούδι του “Μάγδα”, από τα “Παράλογα” του Χατζιδάκι, έλεγε “Κόκκινοι Χμερ με σιγουριά σπάσαν την πόρτα τη βαριά” και δεν ξέρω αν ήταν ο Χατζιδάκις ή ο ίδιος ο Γκάτσος που το έκανε τελικά “Επαναστάτες με σφυριά σπάσαν την πόρτα τη βαριά”. Το 1975 οπότε και γράφτηκαν αυτοί οι στίχοι, οι Κόκκινοι Χμερ ήταν γνωστοί στα πέρατα του κόσμου, σήμερα δεν τους ξέρει κανείς παρά μόνον οι ιστορικοί και οι κάπως ηλικιωμένοι.
Χωρίς να αναφερθεί λοιπόν το όνομα του κόμματος, αλλά με εξαιρετικά πλάνα με μαυροφόρους, που επιτίθενται με όπλα κάθε είδους σε παζάρια ή καταυλισμούς αλλοδαπών στην Αθήνα και την Ελλάδα, βλέπουμε μια αναδημιουργία της πιο φρικτής πραγματικότητας που έχει ζήσει αυτή η χώρα τα τελευταία δέκα χρόνια. Και είναι σημαντικό πρώτον, το γεγονός πως αυτές οι σκηνές και αυτές οι θέσεις προβάλλονται από μια καλή ταινία και όχι από μια μέτρια ή κακή ταινία, οπότε θα ήταν δώρον άδωρον, αλλά και από το γεγονός ότι αυτές τις θέσεις τις προβάλλει ένα πρόσωπο- είδωλο της νεολαίας – καλώς ή κακώς, τέτοια πρόσωπα, σαν τον Παπακαλιάτη, έχουν το μερίδιό τους στην επιβολή ή όχι της κατεστημένης ιδεολογίας. Τουλάχιστον ο Παπακαλιάτης αποδείχθηκε ανοικτόμυαλος και με αυτή την ταινία “χρήσιμος” στον πόλεμο κατά αυτών των επικίνδυνων δοξασιών που έχουν καταλάβει, εκτός από την υπόλοιπη Ευρώπη, και την Ελλάδα.
Δεν γράφω αυτή τη στιγμή κριτική κινηματογράφου, γι' αυτό και δε θα κάνω κριτική αποτίμηση της ταινίας “Ένας Άλλος κόσμος”, ούτε θα μιλήσω για τους συντελεστές της.
Γράφω γιατί έμεινα κατάπληκτος για το πως αυτή η ταινία του Χριστόφορου Παπακαλιάτη καθρεφτίζει τόσο έντονα αυτήν εδώ την εποχή της, και το πως βάζει πραγματικά το μαχαίρι στο κόκκαλο, για πολλά θέματα που απασχολούν την επικαιρότητα και τους έλληνες σήμερα. Και δεν είναι μόνο η εγκληματική οργάνωση που διακινεί την ξενοφοβία και το φασισμό, είναι και το δεύτερο σκετς όπου η ίδια η τρόικα – ή οι… θεσμοί, αν θέλετε – καθρεφτίζονται στο γοητευτικό πρόσωπο της πρωταγωνίστριας, όπως και η οικονομική κατάσταση αυτής της χώρας, ο τρόπος που επιβάλλεται από ξένους αναδιοργανωτές μας η “σωτηρία” μας και πως εισπράττονται από το μέσο έλληνα που δεινοπαθεί όλα αυτά, κανείς δεν το έχει καταγράψει καλύτερα.
Ελπίζω αυτή η ταινία, που είναι μια πολύ καλή ταινία, μια πάρα πολύ καλή ταινία, να κόψει πολλά εισιτήρια. Δεν ξέρω καν αν ο κόσμος έχει το κουράγιο να δει το τι ζει κατάματα. Τους πιο παλιούς καιρούς, το είχε. Τώρα δεν ξέρω. Πάντως η συγκεκριμένη ταινία είναι σπουδαία ακριβώς σαν αυτές του “παλιού καλού καιρού” του ελληνικού σινεμά, ακόμη και γι' αυτό το λόγο. Ταινία με πολιτική θέση και καθαρή ματιά, όσο λίγες των τελευταίων 40 ετών, και από τις καλύτερες, από το 1950 και το Μεθύστακα και μετά. Ακόμη και αν κάποιοι χαμογελάσουν, με τη θέση του Παπακαλιάτη, ότι η αγάπη είναι το πιο σημαντικό πράγμα σε αυτή τη ζωή, όταν τριγύρω γκρεμίζονται τα πάντα, τελικά, ας σκεφτούν μήπως στην πραγματικότητα και σε αυτό ο Παπακαλιάτης έχει δίκηο.