«Mπορεί να είμαι λίγο τσαλακωμένος, αλλά δεν νιώθω τύψεις γιατί δεν υπήρχε εναλλακτική λύση» απάντησε σε ερώτηση για το αν αισθάνεται λιγότερο αριστερός, λόγω της εφαρμογής του τρίτου μνημονίου ενώ, σχολιάζοντας τις δηλώσεις ευρωπαίων αξιωματούχων σημείωσε ότι «όταν λένε ότι ήταν πιο εύκολα με εμάς, ήταν πως, αφού συμφωνήσαμε, τα κάναμε, δεν κάναμε κόλπα».
Μιλώντας στον Alpha ο Υπουργός Οικονομικών παραδέχθηκε ότι ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού παραμένει σε δύσκολη κατάσταση, αλλά πρόσθεσε – αναφερόμενος στα σημερινά στοιχεία , για ληξιπρόθεσμες οφειλές για 101 δισ. το τέλος του 2017 προς την εφορία – ότι αυτό δεν είναι η γενική εικόνα καθώς τα 85 δισ. τα χρωστούν 17.000 ΑΦΜ.
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος μίλησε για αρκετά καθαρή έξοδο από τα προγράμματα, χωρίς προληπτική γραμμή μετά τον Αύγουστο, μικρότερη επιτήρηση, ενώ για τους χειρισμούς του σχετικά με τα μνημόνια είπε: «μπορεί να είμαι λίγο τσαλακωμένος, αλλά δεν νιώθω τύψεις γιατί δεν υπήρχε εναλλακτική λύση».
Αναφερόμενος στην περίοδο μετά τα μνημόνια, υποστήριξε ότι η επιτήρηση της ελληνικής οικονομίας είναι ένα συνεχές πλαίσιο που θα χαλαρώσει. «Προσδοκούμε σε μια επιτήρηση με βαθμούς ελευθερίας», τόνισε ο Υπουργός Οικονομικών προσθέτοντας ότι αυτοί οι βαθμοί ελευθερίας θα επιτρέψουν στην κυβέρνηση να ασκήσει συγκεκριμένες πολιτικές.
Σε άλλο σημείο της συνέντευξής του ο Ευκλείδης Τσακαλώτος υποστήριξε ότι τώρα οι αγορές και τα κράτη μέλη πρέπει να εμπιστευθούν την Ελλάδα. «Οι αγορές θέλουν μία κανονικότητα στην Ελλάδα. Ο μόνος λόγος να είσαι σε ένα πρόγραμμα είναι για να βγεις κάποια στιγμή από αυτό. Ούτε η Πορτογαλία είχε γραμμή πίστωσης ούτε η Κύπρος και η Ιρλανδία», τόνισε χαρακτηριστικά.
Για «αυστηρό πλαίσιο εποπτείας» κάνει λόγο ο Κοστέλο
Πιο συγκρατημένοι στις αναλύσεις τους για την επόμενοι μέρα εμφανίζονται οι εκπρόσωποι των δανειστών. Μιλώντας την Τετάρτη σε ολλανδούς βουλευτές στη Χάγη, ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην τρόικα, Ντέκλαν Κοστέλο έκανε ξεκάθαρη τη θέση των δανειστών απέναντι στην Ελλάδα και υπογράμμισε ότι δεν υφίσταται καθαρή έξοδος από το μνημόνιο τον Αύγουστο του 2018, καθώς η χώρα θα βρίσκεται υπό αυστηρό πλαίσιο εποπτείας προκειμένου να διασφαλιστεί η διαρκής εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
Αναφερόμενος στην «μεταμνημονιακή» περίοδο υπογράμμισε πως στην περίπτωση των «βαθιών και καίριων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα χρειαστούν πέντε και σε ορισμένες περιπτώσεις δέκα χρόνια σταθερής εφαρμογής για να αποδώσουν, ενώ η τεχνική εφαρμογή των μέτρων για την αποτελεσματική απόδοση της φορολογικής πολιτικής θα χρειαστεί περίπου πέντε χρόνια για να υλοποιηθεί».
Ο Κοστέλο δήλωσε ότι «η Ελλάδα φαίνεται να βρίσκεται σε καλό δρόμο για να εξέλθει επιτυχώς του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018», αλλά αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση το τέλος των πολιτικών λιτότητας, καθώς οι δανειστές εντοπίζουν σοβαρά προβλήματα που δεν διασφαλίζουν την ανάπτυξη μακροπρόθεσμα.
«Η Ελλάδα φαίνεται να βρίσκεται σε καλό δρόμο για να εξέλθει επιτυχώς του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018. Υπάρχουν όμως πραγματικές προκλήσεις σχετικά με το αν θα καταφέρει η Ελλάδα να διασφαλίσει βιώσιμη ανάπτυξη μακροπρόθεσμα, υπάρχουν σοβαρά προβλήματα».
Σύμφωνα με τους δανειστές, η πραγματική πρόκληση δεν είναι η έξοδος από το τρίτο μνημόνιο αλλά η διαρκής εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων. Ζητούμενο λοιπόν είναι «να δημιουργηθεί ένα ισχυρό πλαίσιο μετά τη λήξη του προγράμματος που θα διασφαλίζει τη διαρκή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων».
Γραφείο Προϋπολογισμού: «Καθαρή έξοδος» δεν σημαίνει το τέλος της λιτότητας και της εποπτείας
Με πολιτικά μηνύματα, προβληματισμούς για την ακολουθούμενη οικονομική πολιτική, αλλά και παραδοχή για ενθαρρυντικές ενδείξεις για την οικονομία, η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής για το τέταρτο τρίμηνο του 2017 υπογραμμίζει πως οι δεσμεύσεις της χώρας δεν τελειώνουν τον ερχόμενο Αύγουστο με την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος.
Σημειώνεται επίσης πως οι συντάκτες της έκθεσης, της τελευταίας του επικεφαλής Παναγιώτη Λιαργκόβα στο τιμόνι του Γραφείου Προϋπολογισμού, συνοψίζουν σε πέντε τις προϋποθέσεις για την επίτευξη μακροχρόνιας και διατηρήσιμης ανάπτυξης. Συγκεκριμένα, τονίζουν πως θα πρέπει να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις, να συνεχιστεί η δημοσιονομική σταθερότητα αλλά με άλλο μίγμα πολιτικής, να υπάρξει γενναία ρύθμιση του χρέους μακροπρόθεσμα, να χαρτογραφηθεί ένα εθνικό αναπτυξιακό σχέδιο, καθώς και, να υπάρξει πολιτική συναίνεση και συνεννόηση.
«Οι περισσότερες ενδείξεις του τελευταίου τριμήνου του 2017 και του πρώτου μήνα του νέου έτους είναι ενθαρρυντικές» αναφέρει η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού για το τρίμηνο Οκτώβριος-Δεκέμβριος, παρά το γεγονός πως υπογραμμίζει σε αρκετά σημεία της πως τα αποτελέσματα αυτά έρχονται από την εφαρμογή πολιτικής υπερφορολόγησης.
Ακολούθως, η έκθεση προχωράει στις εξής παραδοχές:
α) οι τραπεζικές καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα, παρουσίασαν σημαντική αύξηση τον Δεκέμβριο του 2017 κατά 2,54 δις ευρώ
β) ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος, τον Δεκέμβριο ανέκαμψε εκ νέου πάνω από τις 100 μονάδες (101 μονάδες) και
γ) ο Γενικός Δείκτης Τιμών του Χρηματιστηρίου κατέγραψε σημαντική άνοδο έως το τέλος του 2017, κλείνοντας το έτος στις 802 μονάδες. Οι συντάκτες της έκθεσης χαιρετίζουν, επιπλέον, και τη νέα σημαντική υποχώρηση του δεκαετούς ομολόγου του ελληνικού δημοσίου κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2017 από το 5,56% τον Σεπτέμβριο, στο 4,44% τον Δεκέμβριο που αποτελεί «το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων ετών». Επιπλέον, επισημαίνεται ότι και τον Ιανουάριο του 2018 συνεχίστηκε η καθοδική πορεία και διαμορφώθηκε κάτω από το 4%.