«Αυξάνεται η πίεση στην ελληνική κυβέρνηση από τις κατηγορίες περί παρακολουθήσεων με spyware» είναι ο τίτλος του τηλεοπτικού ρεπορτάζ, που ξεκινά με την εμφατική καταδίκη από το Ευρωκοινοβούλιο των παρακολουθήσεων πολιτικών και δημοσιογράφων. Το ρεπορτάζ κάνει αναφορά στην κατάθεση του Θανάση Κουκάκη στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ισίδωρο Ντογιάκο την περασμένη Τρίτη, φιλοξενώντας μεγάλο μέρος των δηλώσεων που έκανε αμέσως μετά.

Επίσης, αναφέρεται στο πώς αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο, μετά τις καταγγελίες του Νίκου Ανδρουλάκη για την απόπειρα παγίδευσης του κινητού του τηλεφώνου με το Predator και τις παραιτήσεις του διευθυντή της ΕΥΠ, Παναγιώτη Κοντολέοντα και του γενικού γραμματέα του πρωθυπουργού Γρηγόρη Δημητριάδη που ακολούθησαν. Μάλιστα, περιλαμβάνει και απόσπασμα από το πρόσφατο διάγγελμα Μητσοτάκη, στο οποίο ισχυριζόταν: «Αυτό που έγινε μπορεί να ήταν σύμφωνο με το γράμμα του νόμου, ήταν όμως λάθος. Δεν το γνώριζα και προφανώς δεν θα το επέτρεπα ποτέ».

Στο BBC μιλά ο Ρον Ντίμπριτζ, διευθυντής του Citizen Lab, του εργαστηρίου στο Πανεπιστήμιο του Καναδά που εντόπισε το Predator στο κινητό του Θανάση Κουκάκη και τώρα συνεργάζεται με την τεχνική υπηρεσία του Ευρωκοινοβουλίου.

«Το τελευταίο σκάνδαλο στην Ελλάδα είναι ένα από πολλά που έχουμε δει στην Ευρώπη τον τελευταίο χρόνο» τονίζει, ενώ σημειώνει ότι οι εταιρείες που κατασκευάζουν κακόβουλα λογισμικά τέτοιου είδους «τείνουν να τα πουλούν μόνο σε κυβερνήσεις».

«Συνήθως μετά τις έρευνές μας έχουμε ένα είδος mea culpa» συνεχίζει με νόημα ο διευθυντής του Citizen Lab, αναφερόμενος στο διάγγελμα Μητσοτάκη. «Αυτό είναι ένα γνώριμο μοτίβο από την Ισπανία, την Πολωνία, την Ουγγαρία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες που είχαν ανάλογα σκάνδαλα» συμπληρώνει.

Τέλος, τονίζει ότι είναι πολύ δύσκολο κάποιος να προστατευτεί από κακόβουλα λογισμικά παρακολούθησης όπως το Predator, χαρακτηρίζοντάς μάλιστα κάτι αντίστοιχο των πυρηνικών για τη βιομηχανία των όπλων.