Απορρίπτοντας κάθε ενδεχόμενο συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα και για τα εθνικά ζητήματα, ο Ευάγγελος Βενιζέλος κάλεσε σε στρατηγική ήττα του κόμματος της κυβέρνησης και συσπείρωση γύρω από την πρόταση συγκλίσεων του Αντώνη Σαμαρά, μιλώντας σε συνέντευξή του στο capital.gr, προτάσσοντας τη συνεργασία με τη Δεξιά ως τη μόνη ελπίδα για να μην καταποντιστεί το Κίνημα Αλλαγής.
Πάντως, την ώρα που δυναμώνουν οι φωνές εντός του Κινήματος Αλλαγής για εκπαραθύρωση του Ευ. Βενιζέλου, ο ίδιος αγνοεί επιδεικτικά την πρόσφατη σύσταση του νέου φορέα στον οποίο «δεν μετέχω στις οργανωστικές διαδικασίες», επικεντρώνοντας το βάρος του στη Δημοκρατική Συμπαράταξη, την οποία θεωρεί πως θα πρέπει να γίνει το όχημα για μετεκλογικές συνεργασίες
Με εμφανή την αγωνία του για την υπόθεση της Novartis, ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ συνέδεσε ακόμα μία φορά τη διερεύνησή της με τη διάκριση των εξουσιών, την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και την προστασία του Συντάγματος, καλώντας παράλληλα τους οπαδούς του «Ναι» στον δημοψήφισμα να συντάξουν μέτωπο, απέναντι σε αυτούς που «επαμφοτερίζουν και παίζουν και το χαρτί του ριζοσπαστισμού και του αντισυστημισμού».
Κατά τον Ευ. Βενιζέλο, η κυβέρνηση Σαμαρά ακολούθησε «τη δική μας γραμμή. Το δικό μας πλαίσιο. Και γι’ αυτό είχαμε την πολιτική πρωτοβουλία. Αυτό έχει παρά πολύ μεγάλη σημασία και για τώρα», συντασσόμενος με «αυτούς που έχουν μια καθαρή ευρωπαϊκή προοπτική» για τις επερχόμενες εκλογές. Μάλιστα, δεν διστάζει να προειδοποιήσει πως αυτές δεν θα είναι «παιδική εκδρομή», κάνοντας προβλέψεις που θέλουν τον ΣΥΡΙΖΑ είτε να ριζοσπαστικοποιείται εκ νέου αναφορικά με την Ευρώπη, είτε να προχωράει σε ένα δημοψήφισμα με αφορμή το Σύνταγμα.
Αξίζει να σημειωθεί πως, σε ερώτηση αναφορικά με τα σενάρια που τον θέλουν να προαλείφεται για Πρόεδρος της Δημοκρατίας κατά την εκλογή του 2020 και με τη στήριξη της Νέας Δημοκρατίας, ο ίδιος προσδίδει στο πολιτικό του μέλλον εθνικό και στρατηγικό χαρακτήρα, καθώς αρκείται να απαντήσει πως «πάντως οι δικές μου επιδιώξεις, είναι επιδιώξεις που έχουν εθνικό και στρατηγικό χαρακτήρα και πιστεύω ότι αυτό είναι το μόνο που εκφράζει την συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων της δημοκρατικής παράταξης. Η βάση της δημοκρατικής παράταξης αυτό θέλει».
Αναφορικά με τα εθνικά ζητήματα κρατά χαμηλούς τόνους για τα ελληνοτουρκικά, υπογραμμίζοντας τον δικής του έμπνευσης όρο, όπως σπεύδει να τονίσει, της «στρατηγικής ψυχραιμίας», καλώντας παράλληλα σε αναθεώρηση της εθνικής στάσης των τελευταίων δεκαετιών, καθώς η Τουρκία έχει μετατοπιστεί από τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Ακόμη, σημειώνει πως χρειάζεται στρατηγική και όχι εθνικολαϊκισμός.
Για το ζήτημα της ΠΓΔΜ, ο ίδιος βλέπει δύσκολη μία σοβαρή ολοκληρωμένη λύση, υποστηρίζοντας ωστόσο πως εάν επιτευχθεί μία τέτοια «είμαστε υποχρεωμένοι να τοποθετηθούμε θετικά, με εθνικά κριτήρια».
Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών απορρίπτει επίσης τα περί καθαρής εξόδου της κυβέρνησης, υποστηρίζοντας πως μετά το τρίτο μνημόνιο έπεται το τέταρτο που έχει ήδη συμφωνήσει η κυβέρνηση με δημοσιονομικούς στόχους για τις επόμενες δεκαετίες. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί πως υπογραμμίζει με νόημα ότι «καθαρή έξοδος ως προοπτική δεν ενδιαφέρει το εκλογικό κοινό του ΣΥΡΙΖΑ. Ενδιαφέρει το εκλογικό κοινό των ευρωπαϊκών κομμάτων που ενδιαφέρονται για ανάπτυξη, επενδύσεις, απασχόληση, ανταγωνιστικότητα και προοπτική της χώρας».