Μείζονες και διαχρονικές αντιπαραθέσεις βρίσκονται στο επίκεντρο του Αλσατού Ζαν Ματέρν, στο σύντομο αλλά τόσο πυκνό μυθιστόρημα Από Μέλι και Γάλα, που κυκλοφορεί από τις υπέροχες εκδόσεις της Εστίας, σε μια εναργή μετάφραση της Εύας Καραϊτίδη. Από την Εστία έχουν προηγηθεί και Τα Λουτρά του Κιράλυ, το περίφημο πρώτο γραπτό τού υπεύθυνου για την ξένη λογοτεχνία στον Gallimard Ματέρν, που έχει μεταφραστεί σε επτά γλώσσες.
Ο Ζαν Ματερν έλκει την καταγωγή του από την επαρχία του ήρωά του, το Μπανάτ της σημερινής Ρουμανίας, διαφιλονικούμενης στο παρελθόν ανάμεσα σε Ρουμανία, Σερβία και Ουγγαρία. Ο ήρωάς του καταλήγει πρόσφυγας στην Καμπανία, μια γαλλική επαρχία, που υπήρξε θέατρο σφοδρών μαχών στον Α’ Παγκόσμιο και μια επαμφοτερίζουσα εδαφική οντότητα –μαζί με τη γειτονική της Αλσατία- μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας. Στη μνήμη μας έρχονται ξαφνικά η νομπελίστρια, Χέρτα Μύλερ, εξόριστη κι αυτή ενός δυναστικού καθεστώτος, ορμώμενη από το Νίτσκιντορφ, ένα γερμανόφωνο χωριό της Ρουμανίας, ο Ουκρανός/ Αυστριακός/ Γάλλος/ Εβραίος/ Καθολικός συγγραφέας με πολλαπλές ταυτότητες Γιόζεφ Ροτ και ο σημαντικότατος σύγχρονός μας Τσέχος/ Γάλλος άρα παραδειγματικά Κεντροευρωπαίος, Μίλαν Κούντερα, ένα είδος πρόσφυγα/εξόριστου/ εντέλει ανθρώπου χωρίς ταυτότητα.
Τίτλος: Από Μέλι και Γάλα
Κατηγορία: Μυθιστρόημα
Εκδόσεις: Βιβλιοπωλείο
της Εστίας
Μετάφραση: Εύα Καραϊτίδη
Ημ. Κυκλοφορίας:05/04/2103
Σελίδες: 128
Τιμή: 12,00€
Θαρρώ πως αποκάλυψα ήδη τον καμβά πάνω στον οποίο ο Ζαν Ματέρν υφαίνει την προσωπική του, καθώς και τη συλλογική Ιστορία της Κεντρικής Ευρώπης των δύο μεγάλων πολεμικών συρράξεων. Ο αφηγητής, μαζί με τον αγαπημένο του φίλο Στέφαν, διαφεύγουν από τη γενέθλια γή, καθώς τα σοβιετικά στρατεύματα εκδιώκουν τα γερμανικά προς τις τελευταίες ημέρες του 2ου πολέμου. Οι δρόμοι τους θα χωρίσουν δραματικά σ’ ένα σιδηροδρομικό σταθμό της Βουδαπέστης, καθώς ο πρώτος επιλέγει να πορευτεί προς τη Βιέννη, ακολουθώντας τη διαφαινόμενη ροή των εξελίξεων, με τον καλλιτέχνη του βιολοντσέλου Στέφαν να κατευθύνεται προς τη Γερμανία, φρονώντας μάταια στην αντιστροφή των πραγμάτων και την επικράτηση του Γ’ Ράιχ.
Ο ήρωάς μας μόλις διαφεύγει το θάνατο από τύφο σ’ ένα πρόχειρο στρατόπεδο προσφύγων στην αυστριακή πρωτεύουσα, για να καταλήξει στη μεταπολεμική γαλλική Καμπανία. Η μνήμη όμως συνεχίζει να τον σημαδεύει παρά τη φαινομενικά στρωτή ζωή στη νέα του πατρίδα. Για τούτο τον βρίσκουμε λίγα χρόνια μετά στην πρωτεύουσα της Ουγγαρίας, όπου και θα γνωρίσει τον έρωτα της ζωής του, την επίσης πρόσφυγα της κομμουνιστικής επιβολής του ’57 Ζουζάννα, που μετονομάζεται σε Σουζάν. Μαζί θα προσπαθήσουν να χτίσουν ένα κοινό μέλλον ‘’από μέλι και γάλα’’, που θα διαταραχθεί εκ νέου από τον αδόκητο θάνατο της κόρης τους. Στη δύση της πολυκύμαντης προσωπικής του ιστορίας, ο ήρωάς μας, αποφασίζει να χτίσει γέφυρες του παρελθόντος με το μέλλον, διηγούμενος το συναρπαστικό και τραγικό βίο του στο γιό του, τον Γκαμπριέλ –πρωταγωνιστή με τη σειρά του στα Λουτρά του Κιράλυ αλλά και στο τρίτο μέρος της άτυπης τριλογίας του Ματέρν Simon Weber.
«…Η λησμονιά μας συντροφεύει τόσο παράξενα στη διάρκεια της ζωής μας. Κάποτε ο καιρός μας την στερεί, αρνούμενος στη μνήμη μας τη σχόλη. Κολλημένοι μες στην οδύνη μας προχωρούμε κατάφορτοι, σαν ακινητοποιημένοι στον χρόνο. Άλλοτε πάλι, κι ενώ θα θέλαμε τόσο πολύ να διατηρήσουμε εντός μας μια εικόνα, ένα άρωμα, μια κουβέντα, η λησμονιά μας τα υφαρπάζει ανεπαισθήτως. Υπάρχουν θησαυροί που χάνονται έτσι διά παντός κι έχουμε άδικο να ισχυριζόμαστε ότι ‘’ποτέ δεν θα ξεχάσω’’. Ποιος το γνωρίζει αυτό;…»
Σταθερά και επαναλαμβανόμενα δίπολα, διπλή εξορία, ο αφηγητής που δεν μας αποκαλύπτει ποτέ το όνομά του και η Ζουζάννα, ο αφηγητής και ο Στέφαν, η Ζουζάννα και η Σουζάν, ο συγγραφέας και το alter ego του, ο αφηγητής. Τέμεσβαρ- Τιμισοάρα, Αλσατία- Μπανάτ, ένα ρουμανικό χωριό κατοικούμενο από πρόσφυγες μιας ακόμη ανταλλαγής πληθυσμών στη σπαρασσόμενη Αυστρο-ουγγρική αυτοκρατορία, διχασμένο στη σφοδρή στρατιωτική αντιπαράθεση, το μισό με τους Ρώσους, το υπόλοιπο με τους Γερμανούς, Βιέννη –Βουδαπέστη, Άνοιξη της Πράγας- Γαλλικός Μάης. Λήθη- μνήμη, έρωτας- φιλία, Ιστορία- πολιτική, εξορία –προσφυγιά, απώλεια της πατρίδας- απώλεια της κόρης, κεντρομόλος (μνήμη) –φυγόκεντρος (διαφυγή από το πεδίο των μαχών), τέχνη- άνθρωπος , νόστος- ενοχές, εθνικό –υπερεθνικό, εσωτερικές αναζητήσεις και ρεαλιστικές επιλογές.
Η νουβέλα του Ζαν Ματέρν είναι αφιερωμένη στη μνήμη του πατέρα του. Με τη σειρά του, ο πρωτοπρόσωπος πρωταγωνιστής διηγείται την ιστορία της ζωής του στο γιό του. Η μνήμη, όσο βασανιστική κι αν προβάλλει, μεταλαμπαδεύεται κατ’ αυτόν τον τρόπο, γιατί η άρνησή της, η λήθη αποδείχνεται άνισα συνταρακτική για τα ανθρώπινα μέτρα στην ιστορική προοπτική. Ο αφηγητής αποκαθιστά φαινομενικά μιαν κανονική ζωή, οικογένεια και καριέρα ευημερούν, αλλά το βαθύ τραύμα της εξορίας και οι κλυδωνισμοί της Ιστορίας, που δείχνει και πάλι στους καιρούς μας τα «δόντια» της, ανασύρει στο προσκήνιο το βαθύ διχασμό του ψυχισμού του. Συγκλονίζεται στους αέναους κύκλους πολέμων, που γεννούν στρατιές προσφύγων. Η αγάπη και η στοργή, με την οποία περιέβαλε σ΄όλη του τη ζωή την εξόριστη σύζυγό του είναι μια μορφή εξιλέωσης στον τραυματικό αποχωρισμό του αδερφικού φίλου του, του Στέφαν. Η ίδια η συγγραφή του Από μέλι και γάλα μοιάζει με φόρο τιμής του Αλσατού με ρουμανική καταγωγή Ματέρν στον ‘’αιωνίως ανανεούμενο κύκλο της εξορίας’’ της ανθρωπότητας στα γρανάζια της Ιστορίας.
«Ως συγγραφέα με ενδιαφέρει πώς συμπλέκεται το ιδιωτικό με την Ιστορία. Πώς μεταφράζονται τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων; Μερικές φορές, διαβάζοντας ιστορικές μελέτες έχουμε την εντύπωση ότι ο ιδιωτικός βίος σταματά όταν συμβαίνουν μεγάλες συλλογικές αναταραχές, πόλεμοι ή επαναστάσεις. Όμως, οι άνθρωποι εξακολουθούν να ερωτεύονται, να είναι πιστοί ή άπιστοι, να είναι αυτό που είναι ενώ κραδασμοί σείουν την κοινωνία γύρω τους. Αυτό ακριβώς προσπαθώ να συλλάβω όταν γράφω: το άτομο που μπλέκει στα δίχτυα της μεγάλης Ιστορίας».
Ο Ματέρν σκιαγραφεί μια ευσύνοπτη ‘’Ανθρώπινη Κωμωδία’’, γεμάτη ευαισθησία και ερωτηματικά πάνω σε ζητήματα, όπως οι σχέσεις με τους προγόνους μας, η φιλία και η εξορία, μα και τις επιπτώσεις που μπορεί να συνεπάγεται η ιστορική συγκυρία, πάνω στο πεπρωμένο απλών ανθρώπων. Μας χαρίζει μια πανδαισία συναισθημάτων, που απλώνονται από την άφατη θλίψη και τη σεμνότητα, φτάνοντας έως τη νοσταλγία και την έκρηξη της αγάπης, δοσμένα με γοητεία και μια γραφή δίκαιη και μετρημένη. Για το λόγο αυτό συντασσόμαστε με την οπτική του, όταν λέει: «Είμαι αχόρταγος αναγνώστης από τα νεανικά μου χρόνια και ένα είναι βέβαιο: ότι χάρη σε όλα αυτά τα αναγνώσματα έγινα ο άνθρωπος που είμαι – και ο συγγραφέας που είμαι».