Στην πολυσέλιδη γνωμοδότησή του, που δίνεται ως απάντηση τον όμιλο ΟΤΕ, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, αφού κάνει μία επισκόπηση των διατάξεων γύρω από τις υποθέσεις της άρσης απορρήτου, καταλλήγει στην (μη δεσμευτική νομικά) άποψη ότι, βάσει του νέου νόμου της κυβέρνησης Μητσοτάκη για τις παρακολουθήσεις, η ΑΔΑΕ, η Ανεξάρτητη Αρχή που θεωρητικά έχει τη συνταγματική αρμοδιότητα να ελέγχει την ΕΥΠ, είναι πλέον αναρμόδια για να ενημερώνει τους πολίτες αν παρακολουθούνταν.

Σημειώνεται ότι ο Ισίδωρος Ντογιάκος δεν έχει αρμοδιότητα για το ζήτημα, απλώς αποφάσισε να γνωμοδοτήσει απαντώντας σε σχετικό γραπτό αίτημα. Η γνωμοδότησή του όμως αναμένεται να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στην προσπάθεια της ΑΔΑΕ να πραγματοποιήσει νέους ελεγχους στους ιδιώτες παρόχους.

Ο Ισίδωρος Ντογιάκος φαίνεται ότι βασίζεται σε δύο διατάξεις που ψήφισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη:

    • Το να έχουν περάσει τρία χρόνια μέχρι να μπορεί να ενημερωθεί ο παρακολουθούμενος για την προγενέστερη άρση απορρήτου, διάταξη που είχε καταγγελθεί εκτενώς από την αντιπολίτευση, ως αυθαίρετη και ως απόδειξη συγκάλυψης.
    • Το ότι για να γνωστοποιηθεί η παρακολούθηση, πρέπει πρώτα να έχει δοθεί το πράσινο φως από μία τριμελή Επιτροπή, στην οποία συμμετέχουν οι δύο εισαγγελείς που υπογράφουν τα αιτήματα της ΕΥΠ και ο Πρόεδρος της ΑΔΑΕ.

Καταλήγει έτσι στην άποψη ότι ότι η ΑΔΑΕ δεν έχει πλέον την αρμοδιότητα για έλεγχο στους παρόχους ώστε να απαντήσει στον θιγόμενο ιδιώτη. Αυτή η αρμοδιότητα, αναφέρει, της έχει αφαιρεθεί και έχει μεταφερθεί στην τριμελή επιτροπή.

Το ζήτημα ωστόσο είναι, ότι εκ του συνταγματικού της ρόλου, η Ανεξάρτητη Αρχή, έχει το δικαίωμα να πραγματοποιεί ελέγχους και να διασφαλίζει την τήρηση του απορρήτου των επικοινωνιών.

Μάλιστα, ο ανώτατος εισαγγελέας της χώρας φτάνει στο σημείο να απειλεί ουσιαστικά μέλη της ΑΔΑΕ με ποινές φυλάκισης, λόγω του «ιδιαίτερα ευαίσθητου χαρακτήρα του θέματος» τη άρσεως του απορρήτου των επικοινωνιών.

«Οι προβλεπόμενες από το ήδη ισχύον νομοθετικό καθεστώς ποινικές κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασης των σχετικών διατάξεων τόσο εκ μέρους κάποιου μέλους της ΑΔΑΕ όσο και εκ μέρους άλλων προσώπων, τα οποία αναφέρονται σαφώς στο Νόμο, είναι ιδιαίτερα σοβαρές, με προβλεπόμενη ποινή, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ακόμα και πρόσκαιρης κάθειρξης» αναφέρει, σύμφωνα με πληροφορίες, στη γνωμοδότησή του.
Δείτε τον σχολιασμό στη σημερινή εκπομπή του TPP, «Φάρμα των Ζώων»

O Πρόεδρος της ΑΔΑΕ απαντά σε Ντογιάκο: Αντισυνταγματική, μη δεσμευτική η γνωμοδότησή του

«Η επίμαχη γνωμοδότηση του κ. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, πέρα από το γεγονός ότι νομικά δεν έχει παράγει καμία απολύτως δέσμευση (ως γνωστόν δέσμευση στην ελληνική έννομη τάξη παράγουν μόνο οι δικαιοδοτικές αποφάσεις των δικαστηρίων), παραβιάζει εξόφθαλμα την ευθέως εκ του Συντάγματος εκπορευόμενη ανεξαρτησία της ΑΔΑΕ, η οποία μέχρι σήμερα είχε πάντοτε γίνει σεβαστή. Αυτό τονίζει, σε μια ξεκάθαρη απάντηση σε ακόμα μία πρωτοφανή παρέμβαση του Ισίδωρου Ντογιάκου, ο Πρόεδρος της ΑΔΑΕ, Χρήστος Ράμμος.

Ολόκληρη η δήλωσή του Χρήστου Ράμμου:

Σύμφωνα με το Ελληνικό Σύνταγμα, όπως αναθεωρήθηκε το 2001, αλλά σύμφωνα και με τα ισχύοντα ευρύτερα στα κράτη του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού, στα οποία ανήκει η χώρα μας, ο θεσμός των ανεξαρτήτων αρχών προϋποθέτει την πραγματική και όχι απλώς στα χαρτιά ανεξαρτησία της λειτουργίας τους και δεν είναι συμβατός με την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών υπό κηδεμόνευση ή καθ’ υπαγόρευση.

Ειδικότερα, η ρητή, κατά το άρθρο 19, παρ. 2, του Συντάγματος, συνταγματική κατοχύρωση της ΑΔΑΕ ως ανεξάρτητης αρχής, διασφαλίζουσας μάλιστα το απολύτως απαραβίαστο δικαίωμα στο απόρρητο των επικοινωνιών, έχει την έννοια ότι κανένα κρατικό όργανο δεν μπορεί να ασκήσει επί της εν λόγω Αρχής οιαδήποτε μορφή προληπτικού ελέγχου ή προληπτικής εποπτείας (εντολή, κατευθυντήρια ερμηνευτική οδηγία κ.λ.π.).

Συνεπώς, και με δεδομένο ότι το Σύνταγμα φωτίζει την ερμηνεία των νόμων και όχι το αντίστροφο, το άρθρο 29 παρ. 2 του Ν.4938/2022, ερμηνευόμενο σύμφωνα με το άρθρο 19, παρ. 2, του Συντάγματος, έχει την έννοια ότι ο Εισαγγελεύς του Αρείου Πάγου δεν δύναται, επικαλούμενος τη γενική αρμοδιότητά του να γνωμοδοτεί επί «νομικών ζητημάτων γενικού ενδιαφέροντος», να διατυπώνει γνώμη επί της ερμηνείας και εφαρμογής διατάξεων που αφορούν τις συνταγματικές αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ, απευθύνοντας σε αυτήν κατευθυντήριες οδηγίες και απειλώντας μάλιστα με πρωτοφανή τρόπο τα μέλη της με βαρύτατες ποινικές κυρώσεις, αν ασκήσουν τις αρμοδιότητες τους με τρόπο διαφορετικό από τον από αυτόν υιοθετούμενο.

Η δε απαγόρευση έκδοσης τέτοιας αντισυνταγματικής γνωμοδότησης του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ισχύει a fortiori, εάν, όπως συμβαίνει εν προκειμένω, η ΑΔΑΕ έχει ήδη επιληφθεί αρμοδίως συναφών υποθέσεων και διενεργεί ήδη σχετικούς ελέγχους. Επομένως, η επίμαχη γνωμοδότηση του κ. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, πέρα από το γεγονός ότι νομικά δεν έχει παράγει καμία απολύτως δέσμευση (ως γνωστόν δέσμευση στην ελληνική έννομη τάξη παράγουν μόνο οι δικαιοδοτικές αποφάσεις των δικαστηρίων), παραβιάζει εξόφθαλμα την ευθέως εκ του Συντάγματος εκπορευόμενη ανεξαρτησία της ΑΔΑΕ, η οποία μέχρι σήμερα είχε πάντοτε γίνει σεβαστή.

Περαιτέρω, η -ούτως ή άλλως προβληματική ως προς τη συμβατότητά της με την ΕΣΔΑ και το εθνικό Σύνταγμα- ρύθμιση της παρ. 7 του άρθρου 4 του Ν. 5002/2022 σχετικά με το ειδικό ζήτημα της ενημέρωσης του παρακολουθούμενου για λόγους εθνικής ασφάλειας ουδόλως περιορίζει τις γενικές αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ που κατοχυρώνονται στο άρθρο 6 §1 του ειδικότερου, εκτελεστικού του άρθρου 19 §2 του Συντάγματος, νόμου 3115/2003. Πρόκειται για δύο νόμους με μη διασταυρούμενα κανονιστικά πεδία. Εκτός, δε του γεγονότος ότι ουδόλως προκύπτει πως ο νομοθέτης θέλησε έναν τέτοιο περιορισμό, δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι η αποτελεσματική άσκηση αυτών των γενικών αρμοδιοτήτων συνδέεται από την ημέρα που ιδρύθηκε η ΑΔΑΕ, κατά τρόπο άρρηκτο και πολυποίκιλο, με τον συστηματικό έλεγχο των παρόχων και όλων των δημοσίων φορέων, στον τομέα της διασφάλισης του απορρήτου των επικοινωνιών · έλεγχο, ο οποίος δεν έχει ως μόνο σκοπό την ενημέρωση που προβλέπεται στην παρ. 7 του άρθρου 4 του Ν. 5002/2022. Κάτι που επιμένει να παραγνωρίζει ο κ. Εισαγγελεύς στην γνωμοδότηση του.

Θα ακολουθήσει εντός των αμέσως προσεχών ημερών εκτενής ανακοίνωση της Ολομέλειας της ΑΔΑΕ επί των εν λόγω θεμάτων.

Χρήστος Ράμμος

Πρόεδρος της ΑΔΑΕ
Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας ε.τ.

Τσίπρας: Η γνωμοδότηση του κ. Ντογιάκου αποτελεί κατάφωρη παραβίαση του Συντάγματος

Δριμύτατη κριτική στο μπλόκο που επιχειρεί να βάλει ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ισιδωρος Ντογιάκος, στις έρευνες της ΑΔΑΕ για το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, ασκεί πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας. «Η γνωμοδότηση του κου Ντογιάκου αποτελεί κατάφωρη παραβίαση του Συντάγματος. Κανένας νόμος και καμία γνωμοδότηση δε μπορεί να ακυρώσει το Σύνταγμα και την εκεί οριζόμενη αποστολή της ΑΔΑΕ να ελέγχει και να διασφαλίζει το απόρρητο των επικοινωνιών. Το χειρότερο, όμως, όλων είναι ότι ο κος Εισαγγελέας δε στέκεται μόνο στη γνωμοδότηση, αλλά επιχειρεί και να εκφοβίσει τους λειτουργούς της Ανεξάρτητης Αρχής, διατυπώνοντας απειλές περί κάθειρξης όσων τολμήσουν να πράξουν το καθήκον τους και αντισταθούν στην εκτροπή αναζητώντας την αλήθεια» τονίζει.

«Στις 5 Δεκέμβρη του 2022 επισκέφτηκα τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, με αφορμή τα δημοσιεύματα για τη παρακολούθηση των Αρχηγών των ενόπλων δυνάμεων, αλλά και σειράς πολιτικών προσώπων από την ΕΥΠ. Του εξέθεσα τη βαθιά μου ανησυχία για την επιχειρούμενη δημοκρατική εκτροπή και του επισήμανα ότι τα αποδεικτικά στοιχεία υπάρχουν στους παρόχους. Του ζήτησα δε, να αναλάβει την ευθύνη που του αναλογεί και να αναζητήσει την αλήθεια απευθυνόμενος ο ίδιος στους παρόχους, ώστε να μη μείνει καμία βαριά σκιά στη δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος. Έναν μήνα μετά, όχι μόνο δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημά μου, αλλά με έκπληξη παρακολουθώ ότι σήμερα επιχειρεί με τρόπο πρωτόγνωρο να εμποδίσει την κατά το Σύνταγμα αρμόδια ανεξάρτητη Αρχή να ασκήσει τα καθήκοντά της και να αναζητήσει την αλήθεια» αναφέρει αρχικά και προσθέτει:

«Η γνωμοδότηση του κου Ντογιάκου αποτελεί κατάφωρη παραβίαση του Συντάγματος.Κανένας νόμος και καμία γνωμοδότηση δε μπορεί να ακυρώσει το Σύνταγμα και την εκεί οριζόμενη αποστολή της ΑΔΑΕ να ελέγχει και να διασφαλίζει το απόρρητο των επικοινωνιών. Το χειρότερο, όμως, όλων είναι ότι ο κος Εισαγγελέας δε στέκεται μόνο στη γνωμοδότηση, αλλά επιχειρεί και να εκφοβίσει τους λειτουργούς της Ανεξάρτητης Αρχής, διατυπώνοντας απειλές περί κάθειρξης όσων τολμήσουν να πράξουν το καθήκον τους και αντισταθούν στην εκτροπή αναζητώντας την αλήθεια. Οι απειλές αυτές είναι γνωστές και διατυπωμένες από τους ενόχους και όσους τρέμουν την αποκάλυψη των παρανομιών που διέπραξαν, εδώ και μήνες».

Μάλιστα, σημειώνει πως και ο ίδιος μπορεί να θεωρηθεί στόχος αυτών των απειλών, καθώς με επίσημο αίτημά του έχει αναζητήσει στοιχεία για τις παρακολουθήσεις.

«Ωστόσο μιας και τις επαναλαμβάνει ο κος εισαγγελέας, επισημαίνοντας μάλιστα ότι ουδείς άλλος πέραν του θιγόμενου έχει δικαίωμα να αναζητήσει στοιχεία, είναι προφανές ότι οι απειλές αυτές δεν αφορούν μόνο τα στελέχη της ΑΔΑΕ αλλά και εμένα προσωπικά. Αφού ως γνωστόν, έχω καταθέσει από τις 7 Δεκεμβρίου 2022, αίτημα ενώπιον της ΑΔΑΕ προκειμένου να αναζητηθούν στοιχεία σχετικά με την άρση του απορρήτου συγκεκριμένων προσώπων με κρίσιμο ρόλο στο δημόσιο βίο.

Αν αυτή η ενέργεια, σύμφωνα με τη γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, διώκεται ποινικά, του δηλώνω ότι παραιτούμαι της βουλευτικής μου ασυλίας και τον καλώ να προβεί στα νόμιμα σε βάρος μου.
Κύριε εισαγγελέα,
Πλατεία Ελευθερίας 1, είναι το γραφείο μου.
Σας περιμένω να με συλλάβετε.

Ας γνωρίζετε, όμως, τόσο εσείς όσο και όσοι απεργάζονται αυτές τις πρωτοφανείς και κατάφωρα αντισυνταγματικές ενέργειες πως ό,τι και να κάνετε, δεν θα εμποδίσετε την αλήθεια να λάμψει, ούτε θα καταφέρετε να φιμώσετε τη δημοκρατία.

Έχει βαθιές ρίζες σε αυτόν το τόπο»