του Κωνσταντίνου Πουλή
Να εξηγηθώ: όταν σου λένε πως αυτό που υποστηρίζεις το υποστηρίζει και ο Φάρατζ ή Φαράζ (δείτε εδώ για την προφορά) και γι’ αυτό είσαι ακροδεξιός, λένε ανοησίες. (Αντιστοίχως, για να πούμε του στραβού το δίκιο, θα πρέπει εξίσου και εμείς να αποδεχτούμε ότι το γεγονός ότι υποστηρίζει το Bremain ο Μπλερ και ο Σόρος δεν σημαίνει ότι όποιος συμφωνεί μαζί του ακολουθεί και όλα τα επιχειρήματά του). Η περιστασιακή συμφωνία με την ακροδεξιά στα συμπεράσματα δεν σημαίνει τίποτα. Παραδοσιακά, π.χ., και ο φασίστας και ο κομμουνιστής θεωρούν εχθρό τους τον φιλελεύθερο.
Όμως αν προκύπτει από την ποιοτική ανάλυση των χαρακτηριστικών της ψήφου ότι κυριάρχησαν τα επιχειρήματα κατά των μεταναστών, αυτό δεν συνιστά περιστασιακή συμφωνία με τα συμπεράσματα των δεξιών, συνιστά σαρωτική επικράτηση στο πεδίο του πολιτικού διαλόγου.
Αν αυτό ισχύει θα πρέπει να περιμένουμε να το δούμε καθαρότερα στις έρευνες που θα ακολουθήσουν (βλ. ενδεικτικά εδώ υπέρ της άποψης ότι κυριαρχεί ο αντιμεταναστευτικός λόγος, εδώ το μεταναστευτικό εμφανίζεται δεύτερο σημαντικότερο κριτήριο σε όλες τις κατηγορίες ψηφοφόρων του Brexit, μετά το γεγονός ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται εκτός ΗΒ). Ωστόσο ο τρόπος με τον οποίον έγινε ο διάλογος και διαμορφώθηκαν οι βασικές συμμαχίες δεν αφήνει σημαντικά περιθώρια αισιοδοξίας ως προς τα κριτήρια της ψήφου.
Οι ψηφοφόροι υπέρ της εξόδου, από την άλλη, ήταν συντριπτικά χαμηλότερων στρωμάτων και μόρφωσης (βλ. εδώ, με σχολιασμό εδώ, και εδώ για το μορφωτικό/ταξικό κριτήριο). Ως προς αυτό, υπάρχει κάτι που δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο. Όταν ο αγαπητός Τζον Όλιβερ ειρωνεύεται την άποψη ότι οι Άγγλοι δεν ενδιαφέρονται να ακούσουν τι τους λέει το ΔΝΤ, η Τράπεζα της Αγγλίας και ο ΟΟΣΑ, και λένε «αρκετά με τους ειδικούς», δεν αρκεί να πεις ότι είναι ηλίθιοι, γιατί πολύ απλά μία βασική συνιστώσα της ψήφου αυτή τη φορά ήταν ότι ψηφοφόροι χωρίς πανεπιστημιακή μόρφωση είπαν στο ΔΝΤ και τους φίλους του να πάνε να… αει στο καλό, όπως θα έλεγε και ο Γιώργος Παπανδρέου. Αυτό οφείλεται στο ότι μπορεί οι αναλυτές αυτοί να είναι απείρως πιο συγκροτημένοι και ενημερωμένοι, αλλά να μην έχουν τα ίδια συμφέροντα. Όλη η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία είναι πιο ενήμερη από την αφεντιά μου για όσα με αφορούν. Όποιος νομίζει ότι εκεί τελειώνει η κουβέντα απατάται. Ιδίως όταν ένα σημαντικό κομμάτι των ψηφοφόρων αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι η πολιτική είναι πολυπλοκότερη υπόθεση από το ποιος έχει καλύτερο πτυχίο.
Ποιο είναι το συμπέρασμα; Αν εμείς απεχθανόμαστε την Ευρωπαϊκή Ένωση ως νεοφιλελεύθερο μπαμπούλα, η αποδέσμευση από τον οποίο συνιστά αναγκαία προϋπόθεση για μια αλλαγή πολιτικής ρότας, δεν έχουμε κανέναν λόγο να χαρούμε εκεί που χαίρεται η ακροδεξιά. Όχι επειδή επικράτησε το συμπέρασμά της, αλλά επειδή επικράτησε (στο βαθμό που επικράτησε) η συνθηματολογία της. Ξαναλέω, ας το δούμε πιο ψύχραιμα όσο θα εμφανίζονται συστηματικότερες ποιοτικές αναλύσεις των κριτηρίων των ψηφοφόρων, αλλά θα πρότεινα αρχικά να μην υποτιμούμε αυτή τη διάσταση.
Εννοώ ότι αν προσπαθούσε να ερμηνεύσει προς όφελός της τα αποτελέσματα η Λε Πεν, αλλά προέκυπτε ότι σημαντικό μέρος των ψηφοφόρων ψήφισε με κριτήριο τον πολιτικό προσανατολισμό της ΕΕ, θα αφήναμε να πέσουν στο κενό οι πανηγυρισμοί της. Αν όμως έχει καταφέρει η δεξιά να στρέψει την κουβέντα στο ότι η ΕΕ είναι υπερβολικά ανοιχτή στους μετανάστες, τότε όντως της ανήκει το δικαίωμα στους πανηγυρισμούς.
Τι μένει σε μας; Να μπορέσουμε να στρέψουμε τη συζήτηση σε αυτά που προκύπτουν από τη δική μας πολιτική ατζέντα, σε σχέση με τη λιτότητα και τη μετανάστευση. Να μην εκμεταλλευτούν το αποτέλεσμα οι ρατσιστές, όπως είπε η καμπάνια της αριστερής εξόδου από την ΕΕ, είναι ο μόνος άξιος στόχος. Ασκείται τώρα κριτική στον Κόρμπιν ότι έχασε μια ευκαιρία να δοθεί αυτή η λαϊκή μάχη εναντίον των ελίτ με αριστερό πρόσημο, αντί να την καρπωθούν άνθρωποι σαν τον Τζόνσον και τον Φάρατζ. Αυτό δεν είναι λεπτομέρεια. Είναι όλη η ουσία του ζητήματος. Η πίστη ότι μπορεί να υπάρξει μια αριστερή κριτική στην ΕΕ και αλλαγή εκ των έσω δεν πείθει, και καλώς δεν πείθει γιατί είναι ανεδαφική.
Η Ευρώπη και η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι το ίδιο πράγμα. Όσο Τζον Ντον και να τυπώσει στο μπλουζάκι του ο Τζέιμς Μποντ-Ντάνιελ Κρεγκ, για να μας πει ότι «Κανένας άνθρωπος δεν είναι νησί» και ότι «ο θάνατος του κάθε ανθρώπου με λιγοστεύει, γιατί ανήκω στην Ανθρωπότητα», η αλήθεια είναι ότι η ΕΕ έχει πολιτική ατζέντα, και μάλιστα απωθητική, οδυνηρή και εντελώς άκαρδη απέναντι στον συνάνθρωπο. Ας ακούσουμε αυτόν τον στίχο και ας τον πάρουμε τοις μετρητοίς: πεθαίνεις όταν πεθαίνουν; Ο άνθρωπος δεν είναι νησί; Είναι, και μάλιστα άγριο και αφιλόξενο. Αν το συμφέρον απαιτεί να πνίγονται ή να στοιβάζονται μετανάστες ή πρόσφυγες, ή να στέλνονται στην ασφαλή Τουρκία, η ΕΕ θα το κάνει ανερυθρίαστα. Συνεπώς η ΕΕ ως ανάχωμα στον εθνικισμό και τον ρατσισμό δεν είναι καθόλου πειστική απάντηση. Αυτός δεν είναι λόγος για να κλείσουμε τα μάτια μας μπροστά στο ότι με τη στάση που κράτησαν οι εργατικοί, η συζήτηση φαίνεται να κυριαρχήθηκε κοινωνικά από τη δεξιά ανάγνωση της κατάστασης.
Σύμμαχός μας σε αυτή τη διαμάχη θα είναι όχι ο εχθρός του εχθρού μας, αλλά όποιος συμμερίζεται τον αγώνα εναντίον της λιτότητας και του ρατσισμού. Διαφορετικά, νομίζω ότι στριμώχνουμε την πραγματικότητα στα σχήματα των επιθυμιών μας. Ο εχθρός του εχθρού μου μπορεί να είναι εντελώς ακατάλληλος για φίλος, ή ακόμη και για πολιτικός σύμμαχος.