του Κωσταντή Μιζάρα

Μπροστά σε ένα δίλημμα, μόνος ή μόνη, έχεις την καλλίτερη ευκαιρία να βρεις/επανεφεύρεις το θεό, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, κάποια οντότητα, σου θέτει αυτό το δίλημμα. Για κρατήσουμε τα πράγματα απλά, αποκλείουμε -χωρίς πολύ καθυστέρηση, αλλά όχι και χωρίς μια μικρή πικρία- την πιθανότητα η οντότητα να είναι ο εωσφόρος, και καταλήγουμε: Το δίλημμα που σου θέτει η οντότητα, την εξισώνει με σένα. Καθότι εσύ «αδιλημμάτιστος/η» βρίσκεσαι μπροστά σε «κάτι» που σου θέτει δίλημμα, άρα σου απευθύνεται, άρα σε χρειάζεται… έστω πιο πολύ απ’ ότι εσύ αυτή!

Στην τελική, η οντότητα ήταν, που σου έθεσε το δίλημμα!

Ένα στοιχείο της φύσης δεν μπορεί να σου θέσει δίλημμα (τί να αποτελεί φύση, πια; για μια ανθρωπότητα που όλα τα έχει φτιάξει κατ’ εικόνα και ομοίωση αυτής). Και δεν μπορεί να σου θέσει δίλημμα, διότι δεν διατηρείς καμία αμφίδρομη επικοινωνία ή διάλογο με τη «φύση».

Παρόλο που ακόμα δεν στοιχειοθετείται επαρκώς, το παραπάνω προέκυψε κάνοντας προσπάθεια να εξηγηθούν τα αμέτρητα, οριζόντια -και μερικές φορές βγαλμένα από επεισόδια των τηλεοπτικών σειρών: «Μόντι Πύθον» και «Τα παιδιά της Γειτονιάς»- μέτρα. Για ένα όλο και αυξανόμενο αριθμό ανθρώπων είναι σαφές: ότι όταν σου επιβάλλονται οριζόντια μέτρα, σου αρνούνται την ουσία της ανθρώπινής σου φύσης, ή έστω αυτή την ιδιότητα πάνω στην οποία βασίσαμε τόσο και τόσο… καπιταλισμό. Ερώτηση: Δεν είπαμε ότι η ιδιοκτησία, η ιδιωτικότητα και εντέλει η ιδιώτευση, αποτελούν πυρήνα του συστήματος διαχείρισης της ανθρώπινης συμβίωσης στην πολυκατοικία, στη γειτονιά, την πόλη, την περιφέρεια, τη χώρα, την ήπειρο και εντέλει ναι, στον πλανήτη γη;

Ε! Πώς γίνεται όλ@ μας να είμαστε τόσο μα τόσο διαφορετικ@ και τα μέτρα, οι κανόνες, όλα!!! να είναι ίδια: για όλους και όλες και σε όλες τις χώρες και τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη της μητέρας γης; Αλλά, ας μη παρεκτραπούμε… δεν έχουμε επιστρέψει στην κανονικότητα για να μιλήσουμε για την παρούσα κατάσταση… Ας λογαριαστούμε -και με αυτό- μετά!!!

Στα ταληράκια μας λοιπόν…

Ταληράκι ένα: η λογική, η πρόοδος και η λογική της προόδου

Από το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα έχουμε στιγματιστεί από την πεποίθηση ότι υπάρχει «λογική στην πρόοδο», η οποία μας υποσχέθηκε πρόσβαση σε γνώση απόλυτη και ικανή να κάνει τους ανθρώπους κυρίαρχους του πεπρωμένου τους. Αποδεχτήκαμε ότι: κάνοντας πολύ «καλή χρήση» της λογικής, αποκαλύψαμε τον ορθολογισμό που υπήρχε/υπάρχει/και θα υπάρχει στη λειτουργία της φύσης και του κόσμου. Ζήσαμε με την πεποίθηση ότι το ανθρώπινο είδος ήταν αντιμέτωπο με ένα σύμπαν δομημένο, που υπακούει σε νόμους συμβατικούς και εύκολους να κατανοηθούν αν όχι τώρα… σε λίγο. Η ιδέα ότι η πραγματικότητα ήτανε λογική και ότι η λογική ήταν πραγματική, τροφοδοτούσε τα όνειρα των ανθρώπων του κόσμου. Σύντομα, η ελπίδα αυτή καταβαραθρώθηκε και η καταβαράθρωσή της μεταμορφώθηκε σε φυτό που πήγε και ρίζωσε στις περισσότερες επιστημονικές αλλά και καλλιτεχνικές κοινότητες. Πώς έγινε αυτό; Με μία επίθεση στα αρχέτυπα, εισάγοντας την έννοια του απρόβλεπτου, η οποία -και εντελώς απρόβλεπτα επίσης-, ενσωματώθηκε με αντικρουόμενο τρόπο στην έρευνα, αλλά και την οικοδόμηση ενός άλλου «ορθολογισμού». Του τεχνολογικού!

Ταληράκι δύο… η τεχνολογία

Τώρα πια απαλλαγμένη από την ανάγκη να είναι μέρος κάποιου συνόλου που υπηρετεί τον άνθρωπο, η τεχνολογία: πρώτον μπλοκάρει τις αναλύσεις ως προς την ίδια και την πολυπλοκότητά της, δεύτερον λειτουργεί αποκομμένη από κάθε ιδέα προόδου και τρίτον είναι νομιμοποιημένη μόνο από την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα. Έχει γίνει αυτόνομη και αδιάφθορη από οποιαδήποτε ανάγκη νοήματος, αλλά και από κάθε πιθανότατα να υποταχθεί στο όνομα μιας κάποιας αρχής ή ενός ανώτερου σκοπού. Ωστόσο, συνεχίζει να λειτουργεί σαν ουσιαστικό μέρος της «κανονικότητας». Έτσι, ό,τι κάνει δυνατό η τεχνολογία, καθίσταται υποχρεωτικό, βραχυπρόθεσμα. Προφανώς είμαστε όλοι και όλες απολύτως ελεύθεροι και ελεύθερες να χρησιμοποιήσουμε ή όχι τα μηχανήματα ή τις εφαρμογές της, ωστόσο, όποιος ή όποια αρνηθεί να τα υιοθετήσει θα το πληρώσει με ατελείωτες καθημερινές επιπλοκές. Οι οποίες δεν θα αναφερθούν για χάριν συντομίας, αλλά και γιατί είναι εξατομικευμένες, σαν την ατομική ευθύνη.

Έτσι, η τεχνολογική δυνατότητα να παίζει το «τρανζίστορ ταμέρικάνικα» όλη μέρα, αφαίρεσε τη δυνατότητα από την ορχήστρα να κουραστεί και να «μην είναι λογικό να παίζει 24 ώρες το εικοσιτετράωρο!!!». Οι -αέναες- πλατφόρμες, ξεφτίλισαν την έννοια του ωραρίου εργασίας -εκτός όταν το σύστημα πέφτει, όποτε επιστρέφουμε στιγμιαία σε μη-τεχνολογικό επίπεδο. (πχ. άμα δεν έχει σύστημα, δεν μπορεί να σου τσεκάρει το QG code, δεν μπορεί -ακόμα- να σου πει ότι αυτό σημαίνει ότι δεν περνάς μέχρι να έρθει το σύστημα! Άρα περνάς χωρίς να σε τσεκάρει!!!). Το ίδιο και η εικοσιτετράωρη δυνατότητα ανεύρεσης έτοιμου φαγητού, το ίδιο και η επιθυμία να φας κάτι που δεν καλλιεργήθηκε κοντά στον τόπο που το τρως, το ίδιο και η αδιάφορη αποδοχή ότι αυτό που τρως και καλλιεργήθηκε χιλιόμετρα μακριά από εκεί που το τρως, μπορεί να έχει κάνει και το γύρο του κόσμου για να σε βρει (εσύ; πότε θα κάνεις το γύρω του κόσμου;). Και επειδή μπορεί να γίνει…γίνεται, και επαναλαμβάνεται, και μαρκετάρεται… και υπάρχει! Έτσι απλά. Για πάντα! Ή για όσο πει η αγορά ότι είναι αυτό το «για πάντα». Ή μήπως πια να πούμε, ότι: το οτιδήποτε υπάρχει, όσο πει ο αλγόριθμος ότι υπάρχει;

Ας το πούμε! Ναι, μια επιλογή είναι να πεις ότι τον κόσμο του σήμερα και του αύριο τον διαφεντεύουν και θα τον διαφεντεύουν «μία σειρά από εντολές που έχουν αρχή και τέλος, είναι σαφείς και έχουν ως σκοπό την επίλυση κάποιου προβλήματος» ή αλλιώς: ο αλγόριθμος! Και ερωτώ: Κι αν δεν υπάρχει και δεν υπήρξε ποτέ πρόβλημα προς επίλυση;;;

Ταληράκι τρία… ο αποπροσανατολισμός της γλώσσας

Μια άλλη επιλογή θα ήταν, να αντιταχθούμε στην κιμαδομηχανή με τρόπο πνευματικό. Η τάση να υιοθετούνται πνευματιστές θέσεις οι οποίες, «αντιβαίνουν τη λογική» όλο και αυξάνεται, αυτές οι θέσεις τείνουν να μιλάνε για λογαριασμό του «σώματος». Και, αν και δεν επιθυμώ καμία προσβολή στους μυστικιστές/μυστικίστριες- οποιοσδήποτε λόγος στο όνομα του σώματος ή των σωμάτων παραμένει μόνο μια αφήγηση. Η αφήγηση μπορεί να είναι μαγική, μέχρι και θεραπευτική, όμως τα όρια της ανθρώπινης πραγματικότητας είναι δεδομένα: μπορούμε να αρπαζόμαστε ή να χαλαρώνουμε όσο θέλουμε κάνοντας λακριντί για το τί είναι πραγματικό, όμως το πραγματικό δεν θα μας απαντήσει, και αν απαντήσει, σίγουρα δεν θα απαντήσει με λόγια. Η βιωμένη αφήγηση της μυθολογίας της Προμηθεϊκής επιθυμίας του ατόμου, όπως τη γνώρισε η Δύση, αντιστοιχεί στη συγκεκριμένη εμπειρία της αποτυχίας να ανεγερθεί ο άνθρωπος στη θέση του θεού. Το κάλεσμα για επανάσταση που είναι κρυμμένο μες τη μέση του μύθου μας προέτρεψε να πάρουμε τη θέση του θεού, όμως κάνοντας αυτό, μας υπέβαλε μια πραγματικότητα κατά την οποία δυνάμεθα να κατανοήσουμε αλλά και να τροποποιήσουμε τους νόμους της πραγματικότητας. Εδώ, πάμε στο θέμα της γλώσσας. «Πριν ζήσουμε σε μια πόλη, σε μια χώρα, σε μια πολιτεία, αποκτήσαμε το ζωτικό μας σπίτι στη γλώσσα». (Αγκάμπεν) «Μόνο αν είμαστε σε θέση να ερευνήσουμε και να κατανοήσουμε πώς αυτό το ζωτικό σπίτι έχει χειραγωγηθεί και μεταμορφωθεί, θα μπορέσουμε να καταλάβουμε τις μεταμορφώσεις που έχουν πραγματοποιηθεί πολιτικά και νομικά και υπαρξιακά»… και ηθικά και και και… «ο μετασχηματισμός της σχέσης με τη γλώσσα είναι η προϋπόθεση όλων των άλλων μετασχηματισμών της κοινωνίας. Και αν δεν το συνειδητοποιούμε, είναι επειδή η γλώσσα εξ ορισμού παραμένει κρυμμένη σε αυτό που ονοματίζει. Τί είναι αυτό που λέμε τώρα «επιστήμη», αν όχι μια πρακτική της γλώσσας που τείνει να εξαλείψει κάθε ηθική, ποιητική και φιλοσοφική εμπειρία της λέξης στον ομιλητή, προκειμένου να μετατρέψει τη γλώσσα σε ουδέτερο εργαλείο ανταλλαγής πληροφοριών;»

Τέταρτο ταληράκι… η πολιτικοποίηση

Τέλος, μια ακόμα τάση του σήμερα, απαιτεί μια εκ νέου πολιτικοποίηση της κοινωνίας, σε ένα ανανεωμένο ουμανισμό. Και αυτή η τάση βασίζεται στην ιδέα ότι ο σύγχρονος άνθρωπος -θαμπωμένος από τη δική του δύναμη-, πυροδότησε διαδικασίες που έχουν γίνει επιβλαβείς και οδηγούν στην ακυβερνησία. Αλλά αυτή η επιστροφή στην πολιτική έρχεται σε αντίθεση με το δικό της όριο: στοχεύει να ξαναβάλει στο τιμόνι το σύγχρονο υποκείμενο της δράσης, τον άνθρωπο, ενώ είναι ακριβώς η αποδόμηση αυτής της φιγούρας που είναι σε μεγάλο βαθμό η αιτία της ανικανότητάς μας. Αυτή η προφανής πολυπλοκότητα δεν μας επιτρέπει να δούμε ότι η πρόκληση δεν βρίσκεται στη χίμαιρα της επιστροφής σε έναν προ-τεχνολογικό κόσμο ή όποιο ενδιάμεσο. Μάλλον, έγκειται στην ανάγκη να εξερευνηθούν μορφές νέας δράσης ικανές να φανταστούν μια ετερότητα που θα συνόδευε, με αντικρουόμενο τρόπο, την ανάπτυξη των τεχνολογικών δυνατοτήτων.

Με τις πρόσφατες εξελίξεις -την πανδημία εννοώ- είναι πια σαφές ότι δεν τίθεται ζήτημα διλήμματος, αλλά ουσίας της ανθρώπινης υπόστασης και στάσης. Και η αναζήτηση συνεχίζεται…

Διαβάσματα: Benjamin Walter (Αποσπάσματα για τη γλώσσα), Miguel Benasayag, Bastien Cany (Le Retour de l’exil), Lewis Mumford (Ο μύθος της μηχανής, Ιστορία των ουτοπιών), Giorgio Agamben (Intervento al convegno degli studenti veneziani contro il greenpass l’11 novembre 2021 a Ca’ Sagredo)