Το «σχέδιο Πισσαρίδη» για το «Σχέδιο Ανάπτυξης της Ελληνικής Οικονομίας», παρουσιάστηκε την Τρίτη σε τηλεδιάσκεψη στην οποία συμμετείχαν οι βιομήχανοι, ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Ιωάννης Παναγόπουλος, ο πρόεδρος ΓΣΕΒΕΕ Γεώργιος Καββαθάς, ο πρόεδρος του ΣΒΒΕ Θανάσης Σαββάκης, ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ Γιάννης Ρέτσος και ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Γιώργος Καρανίκας..
Η «επιτροπή Πισσαρίδη» προτάσσει «να δοθούν κίνητρα για συγχωνεύσεις και εξαγορές εταιρειών με στόχο τη μεγέθυνση της μέσης ελληνικής επιχείρησης, τις οικονομίες κλίμακος και την προώθηση της συνεργασίας». Σημείωσαν χαρακτηριστικά ότι «το μικρό μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων λειτουργεί ανασταλτικά στην παραγωγικότητα και στις εξαγωγές», δίνοντας ουσιαστικά το σήμα αφανισμού της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας υπέρ των πολυεθνικών εταιριών.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη», αποδίδεται ειδική βαρύτητα στην «εισαγωγή του κεφαλαιοποιητικού συστήματος στον δεύτερο πυλώνα κοινωνικής ασφάλισης», ανοίγοντας τον δρόμο της παράδοσης της επικουρικής ασφάλισης και σύνταξης στις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, όπως προβλεπόταν στο προεκλογικό πρόγραμμα της κυβέρνησης. Το κόστος δε της σχετικής μετάβασης σχεδιάζεται να καλυφθεί -μαζί με τα αποθεματικά της κοινωνικής ασφάλισης- από τα κονδύλια του λεγόμενου ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, οι βασικές «ιδέες» του «Πορίσματος» που συντάχθηκε για λογαριασμό του υπουργείου Εργασίας προβλέπουν:
Πρώτον: Οι επικουρικές συντάξεις των νέων ασφαλισμένων δεν θα είναι εγγυημένες, καθώς το ύψος τους θα εξαρτάται από το τζογάρισμα στις αγορές και γενικώς από την «απόδοση» του ρίσκου που αναλαμβάνει ο κάθε ασφαλισμένος ατομικά! Είναι χαρακτηριστικό ότι γίνεται λόγος για «επιλογή» ανάμεσα σε «τρία επενδυτικά πακέτα», «χαμηλού», «μεσαίου» και «υψηλού επενδυτικού κινδύνου»… Στην πρόταση ως εναλλακτικοί πάροχοι διαχείρισης υποδεικνύονται «οι ΑΕΔΑΚ, οι ΕΠΕΥ, τα Πιστωτικά Ιδρύματα και οι Ασφαλιστικές Επιχειρήσεις».
Δεύτερον: Όλοι οι νέοι ασφαλισμένοι που πρωτοασφαλίζονται μετά την 1/1/2021 υπάγονται υποχρεωτικά στο νέο ιδιωτικό ασφαλιστικό σύστημα και καταβάλλουν το 6,5% επί των αποδοχών τους. Με άλλα λόγια, το κράτος διευρύνει την πελατεία των επιχειρηματικών ομίλων που δραστηριοποιούνται στην Ασφάλιση, εντάσσοντας υποχρεωτικά στο νέο σύστημα ομάδες κλάδων και επαγγελμάτων που με το ισχύον σύστημα δεν διαθέτουν επικουρική Ασφάλιση. Τέτοιες μεγάλες κατηγορίες είναι οι ασφαλισμένοι στα πρώην ταμεία του ΟΑΕΕ και του ΟΓΑ.
Τρίτον: Στο πλαίσιο του σημερινού Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ) δημιουργείται ξεχωριστός νέος κλάδος ιδιωτικής επικουρικής Ασφάλισης και το Ταμείο θα είναι υπεύθυνο για την είσπραξη των εισφορών.
Τέταρτον: Παρά τις σκόπιμες ασάφειες για το «κόστος μετάβασης» στο νέο σύστημα, το «Πόρισμα» παραδέχεται ότι τουλάχιστον μετά τα πρώτα δέκα χρόνια, η διακοπή ροής εισφορών στο ΕΤΕΑΕΠ από τους νέους ασφαλισμένους θα προκαλέσει ελλείμματα, τα οποία με τη σειρά τους θα φορτωθούν σε παλιούς συνταξιούχους και ασφαλισμένους. Η κυβέρνηση επιχείρησε σε πρώτη φάση να κουκουλώσει τους κινδύνους που ελλοχεύουν από το κόστος μετάβασης στο κεφαλαιοποιητικό σύστημα.
Όμως, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις το κόστος αυτό, από το ένα σύστημα στο άλλο, υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσει τα 55 δισ. ευρώ! Φαίνεται ότι μέσα από το «Σχέδιο Ανάκαμψης» και τα κεφάλαια που θα κατευθυνθούν εκεί, η κυβέρνηση βρήκε τον τρόπο να κλείσει την οικονομική τρύπα της «μετάβασης» και με δημόσιο χρήμα να προχωρήσει την ιδιωτικοποίηση του δεύτερου πυλώνα Ασφάλισης, με τον τελικό λογαριασμό βέβαια να φορτώνεται στα λαϊκά στρώματα, μέσω της γενικής φορολογίας και των άλλων αντιλαϊκών επιβαρύνσεων.