«Σας καλούμε να μην συνεχίσετε ή ανανεώσετε ή παρατείνετε την επίταξη των υπηρεσιών μας. Σας δηλώνουμε ότι θα ασκήσουμε όλα τα νόμιμα δικαιώματά μας στην αναζήτηση διοικητικών και ποινικών ευθυνών, όπως επίσης και για την κάλυψη κάθε αστικής ζημίας που έχουμε μέχρι σήμερα υποστεί εκ της καταστροφικής πολιτικής σας επιλογής να επιταχθούμε εγκαταλείποντας τους ασθενείς μας, κινδυνεύοντας να απωλέσουμε τις σταθερές εργασίες σε φορείς υγείας κλπ» αναφέρουν μεταξύ άλλων οι 206 ιδιώτες γιατροί, συμβεβλημένοι με τον ΕΟΠΥΥ, που επιτάχθηκαν πριν από σχεδόν έναν μήνα από το υπουργείο Υγείας, στην προσπάθειά του να αφήσει εκτός κάδρου συνολικά το ιδιωτικό σύστημα υγείας.

Όπως τονίζουν οι επιταγμένοι γιατροί, μετά την έκδοση της σχετικής υπουργικής απόφασης «άπαντες εμείς, κατόπιν της επιδόσεως του φύλου επιτάξεως, παρουσιαστήκαμε στα δημόσια νοσοκομεία της 1ης και 2ης Υγειονομικής Περιφέρειας, προκειμένου να αναλάβουμε καθήκοντα και να παρέχουμε υπηρεσίες, με μοναδικό μας στόχο, την προστασία της δημόσιας υγείας, με αφοσίωση στην ανθρώπινη ζωή και ορόσημο την εκπλήρωση του ιατρικού μας λειτουργήματος. Πλην όμως, η εν θέματι επίταξη υπηρεσιών μας, παρουσιάζει πλήθος πλημμελειών και νομικών αστοχιών, πλήττει σε ολοκληρωτικό βαθμό θεμελιώδη και στοιχειώδη ατομικά μας δικαιώματα, και άδει σε πλήρη κατάλυση των αναφαίρετων δικαιωμάτων μας στην εργασία, στην ελεύθερη οικονομική ανάπτυξη, αλλά και στην υγεία μας».

Τονίζουν ακόμα πως «καθίσταται σαφές και ευνόητο, ότι η έλλειψη σύνταξης μελέτης στην οποία να αποτυπώνονται με ακρίβεια και να καταγράφονται με σαφήνεια οι υπηρεσιακές ανάγκες ανά νοσοκομειακή μονάδα, από τις οποίες να προκύπτει η ανάγκη επίταξης προσωπικών υπηρεσιών μόνο 206 ιατρών, εντείνει και καταδεικνύει τη νομικά πλημμελή και πρόχειρη διαδικασία επίταξης».

Στο εξώδικό τους, οι γιατροί προαναγγέλλουν την προσφυγή τους στη Δικαιοσύνη, για τη διερεύνηση ποινικών ευθυνών ως προς τα κριτήρια με τα οποία επιλέχθηκαν οι συγκεκριμένοι 206 γιατροί, παρότι όπως έχει ήδη παραδεχτεί ο υπουργός Υγείας, Βασίλης Κικίλιας, «οι ιδιώτες ιατροί στις ειδικότητες αυτές στην Αθήνα είναι συνολικά 2.140: 1.331 παθολόγοι, 469 πνευμονολόγοι και 340 γενικοί ιατροί. «Είναι απορίας άξιο λοιπόν για ποιο λόγο δεν επιτάχθηκαν οι υπηρεσίες του συνόλου των ιατρών που ενέπιπταν στις συγκεκριμένες ως άνω κατηγορίες, με τα απαριθμούμενα χαρακτηριστικά, ενώ επιπλέον, ποια διαδικασία και με την εφαρμογή ποιων κριτηρίων επιλεγήκαμε εμείς μόνο προς επίταξη των υπηρεσιών μας» αναρωτιούνται οι γιατροί.

Επίσης, προσφυγή στη Δικαιοσύνη προαναγγέλλουν ακόμα για την αιτία του αποκλεισμού των υπόλοιπων συναδέλφων τους, αλλά και για την επιμονή στην επιλογή τους. «Η εν λόγω στοχοποίηση μας ενεργοποιεί αστική και ποινική ευθύνη των εμπλεκομένων δημοσίων υπηρεσιών, που μας οδήγησαν στην αγχόνη της επαγγελματικής μας καταστροφής. Περαιτέρω, είναι αυτονόητο ότι θα αιτηθούμε τη διερεύνηση ποινικών ευθυνών για την ενδεχόμενη βλάβη της υγείας των ασθενών που παραμελούμε λόγω της επίταξης των υπηρεσιών μας, αλλά και των ασθενών στους οποίους καλούμαστε να παρέχουμε υπηρεσία, μολονότι δεν διαθέτουμε νοσοκομειακή εμπειρία έχουμε. Οι εισαγγελικές αρχές, στις οποίες θα καταφύγουμε, θα διερευνήσουν σχετικώς» υπογραμμίζουν.

Σκιαγραφώντας ακόμα πιο λεπτομερώς τα προβλήματα που προκαλεί και εγκυμονεί η επίταξή τους, τονίζουν πως παρότι η πανδημική κρίση αποτελεί μία αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα όπως και οι εκτεταμένες ανάγκες του δημόσιου υγειονομικού μας συστήματος, «η επιλογή μας ως υποκείμενα επίταξης είναι ατελέσφορη, δυσανάλογη, ενώ επιπλέον εγκυμονεί σοβαρούς και βάσιμους κινδύνους για τη δημόσια υγεία», καθώς περιγράφουν πως άπαντες δεν διαθέτουν ούτε την εμπειρία, ούτε το αντικείμενό τους είναι συναφές με τις ζητούμενες υπηρεσίες.

«Ειδικά, άπαντες εμείς, αποτελούμε ιατρούς, οι οποίοι όμως, δεν διαθέτουμε νοσοκομειακή εμπειρία, καθώς οι ίδιοι έχουμε ολοκληρώσει την ειδίκευσή μας έτη πλέον (άνω των δέκα πέντε και πλέον ετών), ενώ όλα αυτά τα έτη εντρυφήσαμε και προσφέραμε μέσω των ιδιωτικών μας ιατρείων στην πρωτοβάθμια υγεία. Αποτελούμε τους οικογενειακούς ιατρούς, τους ιατρούς της “γειτονιάς”» υπογραμμίζουν, ενώ τονίζουν πως «ουδείς από εμάς, δεν ήταν εξοικειωμένος, πολλώ δε μάλλον προσαρμοσμένος, στις υγειονομικές απαιτήσεις ενός δημόσιου νοσοκομείου. Η νοσοκομειακή μας εμπειρία είναι ανύπαρκτη, τόσο σε επίπεδο νοσηλείας, εφημερίας και εν γένει λειτουργικών αναγκών των δημοσίων νοσοκομείων».

Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να υπογραμμίσουμε οι παραπάνω γιατροί αποτελούν την πρώτη γραμμή άμυνας της κατακρεουργημένης Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, αφού στον καθένα τους αντιστοιχούν κατά μέσο όρο 1.000 έως 2.250 πολίτες, ενώ συνολικά, περί τους 200.000 πολίτες έχουν ανάγκη τις υπηρεσίες τους, αφού αποτελούν ουσιαστικά τον «οικογενειακό τους γιατρό». Μάλιστα, όπως εξηγεί στην ανακοίνωσή της η Ένωση Ιατρών του ΕΟΠΥΥ, «επιτάχθηκαν ιατροί πολύτεκνοι, ιατροί με μονογονεϊκή οικογένεια, άνθρωποι με προβλήματα υγείας, ιατροί με σύμβαση έργου σε ασφαλιστικά ταμεία ή κλειστές δομές».

Στο εξώδικό τους, οι γιατροί κάνουν ακόμα ειδική αναφορά τοσο στις εξαντλητικές ώρες εργασίας, όσο και στο γεγονός πως δεν προωθήθηκαν προστατευτικές ρυθμίσεις για τη διασφάλιση μη αναγωγής ευθυνών από τα δημόσια νοσοκομεία σε αυτούς.

«Καταλήγουμε δε, σε εργασία που ξεπερνά τις 12-13 ώρες ημερησίως, με εκτεταμένες συνέπειες τόσο στην οικογενειακή μας ζωή, η οποία έχει διαρρηχθεί βίαια και ολοκληρωτικά, όσο και με δραματική απότοκο στην υγεία μας, καθώς αρκετοί από εμάς, έχουν ήδη εμφανίσει συμπτώματα σωματικής εξάντλησης μέχρι θανάτου» υπογραμμίζουν οι γιατροί, διαπιστώνοντας ακόμα και δραματικές ελλείψεις στις προβλέψεις της νομοθεσίας.

Την ίδια ώρα τονίζουν πως «καμία προστατευτική ρύθμιση δεν υπήρξε αναφορικά με το δικαίωμα αναγωγής των δημοσίων νοσοκομείων έναντι μας. Ειδικά, κατά τις διατάξεις των άρθρων 105 – 106 ΕισΝΑΚ, σε περίπτωση εξωσυμβατικής ευθύνης από όργανα του δημόσιου νοσοκομείου, ευθύνεται το τελευταίο έναντι των πολιτών, καθώς έχει θεσπιστεί το ανεύθυνο των υπαλλήλων. Ωστόσο, σε περίπτωση δόλου ή βαριάς αμέλειας, το ΝΠΔΔ διαθέτει δικαίωμα αναγωγής κατά του οργάνου του. Ουσιαστικά δηλαδή, καμίας προστατευτικής διασφάλισης δεν τύχαμε, ενώ παράλληλα διατρέχουμε σοβαρό κίνδυνο αναγωγής και ποινικής ευθύνης» ξεκαθαρίζουν.

Καταληκτικά, υπό το βάρος των πληροφοριών για παράταση της επίταξής, οι γιατροί προειδοποιούν για την προσφυγή τους στη Δικαιοσύνη.

Διαβάστε αναλυτικά το εξώδικο:

Στο πλευρό τους ΟΕΝΓΕ και Ένωση Ιατρών του ΕΟΠΥΥ

«Η ΟΕΝΓΕ είχε εκφράσει τη διαφωνία της στην επιστράτευση («επίταξη») συναδέλφων ιδιωτών αυτοαπασχολούμενων γιατρών. Είχαμε αναδείξει ότι ήταν ένα επικοινωνιακό τέχνασμα της κυβέρνησης χωρίς πρακτικό αντίκρισμα» υπογραμμίζει σε ανακίνωσή της η Ομοσπονδία Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος, καλώντας την κυβέρνηση να μην προχωρήσει στην απαράδεκτη παράταση της επίταξης των ιδιωτών γιατρών, υπογραμμίζοντας πως αυτή δεν αντιμετωπίζει τα ουσιαστικά προβλήματα, και ζητώντας αντ’ αυτού, να προχωρήσει η κυβέρνηση στον άμεσο διορισμό του συνόλου των γιατρών που έχουν θέσει υποψηφιότητα για τις θέσεις επιμελητών που έχουν προκηρυχθεί, καθώς βέβαια και την άμεση επίταξη, χωρίς αποζημίωση, των ιδιωτικών θεραπευτηρίων για να προστεθούν κρίσιμες υποδομές και έμπειρο προσωπικό για την αντιμετώπιση των Covid και non-Covid περιστατικών. Ακόμα, ζητούν την ένταξη των ιδιωτών αυτοαπασχολούμενων γιατρών στο κρατικό σχέδιο για την αντιμετώπιση των ασθενών στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. 

«Με την επιστράτευση δεν αντιμετωπίζονται τα χιλιάδες κενά σε μόνιμους ειδικευμένους γιατρούς, τα οποία πρέπει να καλυφθούν άμεσα με προσλήψεις μόνιμων επιμελητών. Είναι μέγιστη υποκρισία να επιστρατεύονται ιδιώτες αυτοαπασχολούμενοι και να στερούνται τις υπηρεσίες τους οι ασθενείς στην Π.Φ.Υ., την ώρα που εκατοντάδες συνάδελφοι μας, που είναι υποψήφιοι για τις λιγοστές θέσεις μόνιμων επιμελητών που έχουν προκηρυχθεί, περιμένουν στην ουρά. Είναι μέγιστη υποκρισία να επιστρατεύονται ιδιώτες αυτοαπασχολούμενοι γιατροί και ταυτόχρονα να απολύονται επικουρικοί γιατροί. Η κυβέρνηση δείχνει την «πυγμή» της στο γιατρό της γειτονιάς αλλά παρέχει ασυλία στα ιδιωτικά μεγαθήρια της υγείας, που κρατάνε ερμητικά κλειστές τις πόρτες τους στους ασθενείς με κορονοϊό και αποζημιώνονται αδρά για όσους ασθενείς δεχτούν να νοσηλεύσουν. Με την επιστράτευση των ιδιωτών δεν αντιμετωπίζονται οι ελλείψεις σε κρεβάτια ΜΕΘ με αποτέλεσμα διασωληνωμένοι ασθενείς να νοσηλεύονται σε κοινούς θαλάμους, δεν αντιμετωπίζονται οι ασθενείς με άλλα προβλήματα υγείας που παραμένουν αποκλεισμένοι ένα χρόνο τώρα από το δημόσιο σύστημα υγείας εξαιτίας της αναστολής πρακτικά της τακτικής του λειτουργίας» εξηγεί η Ομοσπονδία.
Την ίδια ώρα, η Ένωση Ιατρών του ΕΟΠΥΥ χαρακτηρίζει «υγειονομικά και ηθικά απαράδεκτη την επιστράτευση ιατρών», στηλιτεύοντας την ολιγωρία να ενισχυθεί το Εθνικό Σύστημα Υγείας με νέες προσλήψεις προσωπικού, αλλά και εθελοντικά από τους ιδιώτες που προσφέρθηκαν. Παράλληλα, παραθέτουν σειρά ερωτημάτων αναφορικά με την «πολιτική απόφαση για μεροληπτική επιλογή οικογενειακών ιατρών του ΕΟΠΥΥ με πληθυσμό ευθύνης και συμβεβλημένων ιατρών της γειτονιάς», τα οποία είναι εκκωφαντικά και χρήζουν άμεσων απαντήσεων. Αναλυτικά:
  1. Η επιστράτευση δεν είναι λειτουργική καθώς οι γιατροί της ΠΦΥ έχουν άλλο αντικείμενο άσκησης της ιατρικής, που απέχει μακράν από τη δευτεροβάθμια περίθαλψη. Η ιατρική πράξη πρέπει να παρέχεται στους ασθενείς από ιατρούς ευδιάθετους, ψύχραιμους, αξιόμαχους μακριά από στρεσογόνους παράγοντες που ενδεχομένως μπορούν να θολώσουν την κρίση τους. Η επίταξη υπηρεσιών υγείας γιατρών με αμέτρητες υποχρεώσεις στα ιατρεία τους είναι ατελέσφορη και αδικαιολόγητη.
  2. Δημιούργησε σημαντικά κενά στη λειτουργία του ιατρείου της γειτονιάς, για τη διαχείριση των χρόνιων πασχόντων μη COVID-19 περιστατικών που έχουν δυσκολία πρόσβασης στα κέντρα υγείας ή Νοσοκομεία.
  3. Άφησε στην τύχη τους περιστατικά COVID-19 που παραμένουν στα σπίτια τους σε καραντίνα, χωρίς την κατάλληλη ιατρική εποπτεία από ειδικούς πνευμονολόγους και οικογενειακούς ιατρούς.
  4. Σε κάθε οικογενειακό ιατρό αντιστοιχούν κατά μέσο όρο 1000-2250 πολίτες, πληθυσμό ευθύνης. Περίπου 200.000 πολίτες έχουν αυτή τη στιγμή, ελλιπή πρόσβαση σε δωρεάν παροχή ΠΦΥ. Επιτάχθηκαν ιατροί πολύτεκνοι, ιατροί με μονογονεϊκή οικογένεια, άνθρωποι με προβλήματα υγείας, ιατροί με σύμβαση έργου σε ασφαλιστικά ταμεία ή κλειστές δομές. Οι συνάδελφοι υπερέβαλλαν εαυτούς σε εξοντωτικά ωράρια, εφημερίες και απερίγραπτες καταστάσεις σωματικής και ψυχικής εξάντλησης και τώρα έφτασε η ώρα να αποδεσμευθούν. Κατέβαλαν αξιοσημείωτη προσπάθεια να καλύψουν τις βασικές ανάγκες ιατρικής φροντίδας, συνταγογράφησης και οδηγιών στους ασθενείς αυτούς, η οποία πρέπει να επανέλθει στη φυσιολογική της κατάσταση, προς χάρη της υγείας των ασθενών.
  5. Σε ένα μήνα έπρεπε να έχουν δρομολογηθεί προσλήψεις από τις εφεδρείες του ΕΣΥ λόγω των έκτακτων συνθηκών. Η συνέχιση της επιστράτευσης αποτελεί κακή εφαρμογή του νόμου περί επιστράτευσης, πρέπει να διακοπεί και να σταματήσει η στοχοποίηση των συμβεβλημένων ιατρών. Οι συμβεβλημένοι ιατροί ΔΕΝ είναι δημόσιοι υπάλληλοι, ασκούν βιοπορισμό μέσω της ιατρικής πράξης, έχουν οικογενειακές υποχρεώσεις και υπόκεινται σε απώλεια εισοδήματος.
  6. Το νομικό πλαίσιο έχει διαμορφωθεί για να υποστηριχθεί η εθελοντική συμμέτοχη ιδιωτών στο ΕΣΥ, χωρίς να καταστρέφεται η επαγγελματική επιβίωση του ιατρικού δυναμικού, επομένως η συνέχιση αυτών των λύσεων επιστράτευσης δεν είναι πλέον ούτε δικαιολογημένη ούτε αποδεκτή.
  7. Το αρνητικό αυτό παράδειγμα αποτελεί αντικίνητρο για νέες συμβάσεις οικογενειακών ιατρών με τον ΕΟΠΥΥ και μπορεί να αποτελέσει αφορμή για μαζικές παραιτήσεις από τη σύμβαση.

«Η επικοινωνιακή διαχείριση της επιστράτευσης δεν μπορεί να κρύψει την αμέλεια στην ενίσχυση του δικτύου των συμβεβλημένων ιατρών του ΕΟΠΥΥ κατά 800-1000 νέων συμβάσεων και στην ενίσχυση του ΕΣΥ με μόνιμες προσλήψεις, για την αντιμετώπιση της πανδημίας» αναφέρει ακόμα η Ένωση, καταλήγοντας στην προειδοποίηση για την προσφυγή τους στη Δικαιοσύνη.

«Η στοχοποίηση των ιατρείων της γειτονιάς του δημόσιου πυλώνα της ΠΦΥ που υπηρετεί με συνέπεια την κοινωνία πάνω από 9 χρόνια μόνο δυσφορία και αγανάκτηση μπορεί να προκαλέσει σε γιατρούς, ασφαλισμένους και χρόνιους πάσχοντες. Οι επιστρατευμένοι ιατροί επιφυλάσσονται κάθε νόμιμου δικαιώματος» αναφέρουν.