«Οι διαδοχικές κρίσεις -η πανδημία και ο πόλεμος στην Ουκρανία- επαναλαμβάνουν τη σημασία της ενίσχυσης των θεμελιωδών οικονομικών μεγεθών, της αύξησης της οικονομικής διαφοροποίησης και της διατήρησης δημοσιονομικών αποθεμάτων που θα μπορούσαν να στηρίξουν την ικανότητα της οικονομίας να αντιμετωπίσει απροσδόκητα οικονομικά σοκ», δήλωσε η Σπυριδούλα Τζίμα, βοηθός αντιπρόεδρος της DBRS Morningstar.

«Ο αντίκτυπος των δυσμενών γεωπολιτικών εξελίξεων και η αβεβαιότητα σχετικά με τη διάρκεια της σύγκρουσης στην οικονομική δραστηριότητα, την καταναλωτική και επιχειρηματική εμπιστοσύνη, τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων δημιουργούν ορισμένους πτωτικούς κινδύνους για τις οικονομικές προοπτικές βραχυπρόθεσμα, αλλά τα θεμελιώδη οικονομικά μεγέθη της Ελλάδας θα καθορίσουν τελικά αν το υψηλό βάρος του χρέους παραμένει βιώσιμο», πρόσθεσε .

Οι αναλυτές του οίκου θυμίζουν πως στο Πρόγραμμα Σταθερότητας η ελληνική κυβέρνηση ρίχνει τον πήχυ για την ανάπτυξη φέτος στο 3,1% από 4,5% και σημειώνουν πως η Ελλάδα παραμένει δεσμευμένη στην αποκατάσταση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας, με την επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023. Όπως σχολιάζει ο DBRS η πανδημία είχε βαρύ αντίκτυπο στο ελληνικό χρέος, που παραμένει με διαφορά το υψηλότερο στη ζώνη του ευρώ, εκτιμώντας ωστόσο πως αυτό θα είναι διαχειρίσιμο, αφού παράγοντες όπως η στήριξη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, μειώνουν τους κινδύνους από τη στροφή σε πιο αυστηρή νομισματική πολιτική και την επικείμενη αύξηση των επιτοκίων.

Ο DBRS Morningstar βλέπει θετικά τη δέσμευση της Ελλάδας για δημοσιονομική πειθαρχία, σημειώνοντας ωστόσο την αβεβαιότητα που περιβάλλει τις προβλέψεις. Προβλέπει ότι η μείωση του χρέους θα υποστηριχθεί από το χαμηλό κόστος δανεισμού, την ικανότητα της Ελλάδας να επιστρέψει και να διατηρήσει πρωτογενή πλεονάσματα και την επίτευξη σταθερών ονομαστικών ρυθμών ανάπτυξης. Ωστόσο, ο αντίκτυπος των δυσμενών γεωπολιτικών εξελίξεων και η αβεβαιότητα σχετικά με τη διάρκεια της σύγκρουσης δημιουργούν καθοδικούς κινδύνους για τις προοπτικές.