του Θάνου Καμήλαλη
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Νέα Δημοκρατία θα είναι πρώτο κόμμα στις εκλογές του Ιουνίου, με πρωτοφανή ή σχεδόν πρωτοφανή για τα τελευταία 60 χρόνια διαφορά από τον δεύτερο. Αυτό όμως, μολονότι έχει αλλάξει εντελώς τα δεδομένα σε σχέση με ό,τι συζητιόταν πριν από τις 21 Μαΐου, δεν σημαίνει ότι οι εκλογές του Ιουνίου είναι χαμένος χρόνος. Υπάρχουν πολύ σοβαρά ανοικτά θέματα, που θα παίξουν τον ρόλο τους τα χρόνια που έρχονται, σε άμεση συνάρτηση φυσικά με τις πολιτικές διεργασίες και την κινητοποίηση των πολιτών.
Το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής – Περισσότερα κόμματα εντός Βουλής, λιγότερες έδρες η ΝΔ
Καταρχάς, θα πρέπει να γνωρίζουμε με ποιο σύστημα ψηφίζουμε. Στις επόμενες εκλογές θα εφαρμοστεί, για πρώτη φορά, η ενισχυμένη αναλογική, που ψήφισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αλλά δεν βρήκε την απαραίτητη ενισχυμένη πλειοψηφία των 200 βουλευτών για να εφαρμόσει άμεσα. Ουσιαστικά, η ενισχυμένη αναλογική, αντί να δίνει ένα μπόνους 50 εδρών στο πρώτο κόμμα, ανεξαρτήτως ποσοστού, δίνει ένα κλιμακούμενο μπόνους βουλευτών, από το 25% και πάνω.
Το όριο που θα πρέπει να πιάσει το πρώτο κόμμα, για να πάρει την αυτοδυναμία, συνδέεται με το συνολικό ποσοστό των κομμάτων που μένουν εκτός Βουλής. Όσο μεγαλύτερο ποσοστό συγκεντρώνουν μαζί όλα τα κόμματα που δεν περνούν το όριο του 3%, τόσο χαμηλότερα μπαίνει ο πήχης που πρέπει να περάσει το πρώτο κόμμα. Αυτό είναι προφανώς άδικο, αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση.
Η «Καθημερινή» παρουσίασε σήμερα πολύ κατατοπιστικό γράφημα:
Στις εκλογές της 21ης Μαΐου, η Νέα Δημοκρατία έλαβε το 40,76 των ψήφων και τα κόμματα εκτός Βουλής συγκέντρωσαν το εξαιρετικά μεγάλο 16,01%. Τα δύο ποσοστά είναι τεράστια, γι’ αυτό, χωρίς κανένα μπόνους, η ΝΔ παραλίγο να πάρει την απόλυτη πλειοψηφία χωρίς κανένα μπόνους (έλαβε 146 έδρες).
Υπάρχουν όμως τρία κόμματα που βρίσκονται κοντά στο 3% και μπορούν, με την είσοδό τους στη Βουλή, να κόψουν έδρες από τη ΝΔ. Πρόκειται για το κόμμα «Νίκη» (2,92%), την Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου (2,89%) και το ΜέΡΑ25 (2,63%).
Φυσικά, επειδή η μαυρίλα δεν έχει τελειωμό, κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει ότι η είσοδος του «Νίκη» είναι ένα καλό ενδεχόμενο. Πρόκειται για ένα ακροδεξιό, θρησκόληπτο, αντιεμβολιαστικό, ομοφοβικό, κατά των αμβλώσεων κόμμα, που υποστηρίζεται, καταπώς φαίνεται, από παραθρησκευτικές οργανώσεις και κάνει τον Κυριάκο Βελόπουλο να μοιάζει «προοδευτικός». Δεν θα έχουμε ξαναδεί τέτοιο πράγμα στο Κοινοβούλιο, εξαιρούμενης φυσικά της εγκληματικής οργάνωσης νεοναζί, «Χρυσή Αυγή» και ο συνδυασμός αυτής της ΝΔ (που θα μοιάζει κεντρώα), της «Ελληνικής Λύσης» και του «Νίκη» στη Βουλή προκαλεί τρόμο.
Πιθανή είσοδος όμως της Ζωής Κωνσταντοπούλου και του ΜέΡΑ25 στην επόμενη Βουλή, δεδομένα θα λειτουργήσει ενάντια στην προσπάθεια της ΝΔ για ολοκληρωτικό έλεγχο της Βουλής και της πολιτικής κατάστασης. Μολονότι τίποτα δεν έχει τελειώσει, το αν θα τα καταφέρουν είναι ένα μεγάλο ερωτηματικό, ειδικά μέσα στις συνθήκες αδιαφορίας που αναμένεται να επικρατήσουν τον Ιούνιο. Στην περίπτωση της Πλεύσης Ελευθερίας, (όπως – δυστυχώς – και της «Νίκης») το μομέντουμ είναι με το μέρος της. Είθισται, τα κόμματα που ξαφνικά εμφανίζονται να βρίσκονται κοντά στη Βουλή στη μία κάλπη, να τα καταφέρνουν στην επόμενη, λόγω του ότι δεν θεωρούνται πια «χαμένη ψήφος». Συνέβη με την Ένωση Κεντρώων το 2015, συνέβη με το ΜέΡΑ25 το 2019.
Από την άλλη, για το ΜέΡΑ25 – Συμμαχία για τη Ρήξη τα πράγματα μοιάζουν πιο πολύπλοκα. Από τη μία, η τροχιά είναι αρνητική. Επίσης, βρίσκεται κάτω από την Πλεύση Ελευθερίας, γεγονός που ίσως στρέψει ψηφοφόρους προς τα εκεί. Από την άλλη, με δεδομένο ότι πρόκειται ξεκάθαρα για ένα κόμμα της Αριστεράς, δεν είναι σαφές σε ποιο βαθμό κάποιος κόσμος που θα ήθελε να το ψηφίσει, τελικά στράφηκε στον ΣΥΡΙΖΑ με τη λογική «να φύγει ο Μητσοτάκης» και τώρα θα θελήσει να διατηρήσει μια αριστερή φωνή στη Βουλή. Αδιαμφισβήτητα πρόκειται για ένα κόμμα που ενοχλεί, με αντισυστημική φωνή, γεγονός που φάνηκε και στην προεκλογική περίοδο με την προπαγάνδα περί «Δήμητρας», αλλά και στον αποκλεισμό του από τα ΜΜΕ του ομίλου Μαρινάκη.
Επιστρέφοντας στα ποσοστά, είναι πολύ πιθανό να χρειαστεί τελικά η ΝΔ ένα ποσοστό 37-38% για να πετύχει αυτοδυναμία. Δεν είναι δεδομένο ότι θα το πετύχει. Είναι πολύ πιθανό, αλλά όχι σίγουρο. Η διαφορά των 20 μονάδων, η πιθανή αποσυσπείρωση και η επιπλέον αποχή θα παίξουν τον ρόλο τους (υπέρ ή κατά).
Στο κατώφλι μιας πολύ μεγάλης πλειοψηφίας, είναι λογικό ότι τον επόμενο μήνα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και το κόμμα του θα προσπαθήσουν να εμφανίζονται μετριοπαθείς και φιλελεύθεροι, ώστε να μην τρομάξουν τους ψηφοφόρους με το σενάριο της απόλυτης κυριαρχίας τα επόμενα χρόνια. Οι πραγματικές διαθέσεις όμως, θα εμφανιστούν στα πρώτα νομοσχέδια.
Άλλο 151, άλλο 180 – Πώς αλλάζει ένα Σύνταγμα
Μπορεί να μοιάζει μάταιο σήμερα, αλλά το πόσες έδρες θα λάβει η πρώτη Νέα Δημοκρατία έχει σημασία. Είναι άλλο το 151 και κάτι, που πρακτικά σε κάνει να ψάχνεις συνεργασίες αριστερά σου και δεξιά σου και ενεργοποιεί πιθανές εφεδρείες που έχεις, άλλο το 160, άλλο το 170 και άλλο το 180. Η τετραετία διαρκεί πολύ. Στο τραπέζι τα επόμενα χρόνια, θα βρεθεί το συμμάζεμα των δημοσιονομικών, με τη λιτότητα που σημαίνει η επιστροφή της υποχρέωσης της χώρας για πλεονάσματα άνω του 2%, καθώς τα ανοιχτά ταμεία της πανδημίας τελειώνουν. Θα βρεθούν τα ελληνοτουρκικά, με το θέμα της συνεκμετάλλευσης στο Αιγαίο, αλλά και άλλες άκρως επικίνδυνες καταστάσεις στο εκρηκτικό πλέον, μετά τη ρωσική εισβολή, διεθνές επίπεδο. Το πόσο ισχυρή θα είναι η πλειοψηφία του Μητσοτάκη έχει σημασία.
Το βράδυ των εκλογών, ο Άδωνις Γεωργιάδης έκανε μια δήλωση που προκάλεσε αντιδράσεις:
«Ένας διακηρυγμένος στόχος της Νέας Δημοκρατίας είναι η αλλαγή του Συντάγματος. Να πούμε στον κόσμο ότι τώρα το στοίχημα στις δεύτερες εκλογές δεν είναι η Νέα Δημοκρατία να είναι κυβέρνηση αλλά να πάρουμε 180 έδρες μόνοι μας και να πάμε να αλλάξουμε το Σύνταγμα».
Η αναθεώρηση άρθρων του Συντάγματος συμβαίνει σε δύο διαφορετικές κοινοβουλευτικές περιόδους. Αν ένα αναθεωρημένο άρθρο πάρει αυξημένη πλειοψηφία 180 βουλευτών στην πρώτη Βουλή, στην επόμενη, μετά από εκλογές, χρειάζεται 151 ψήφους. Και το αντίστροφο.
Ο πρώτος στόχος, είναι η εμμονή της ΝΔ με την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, που θα σημαίνει περαιτέρω απαξίωση των δημοσίων ΑΕΙ, δηλαδή η αναθεώρηση του άρθρου 16. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Στη συνέντευξή του στους «Πρωταγωνιστές», ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε αναφέρει σχετικά:
«Πρόθεσή μου να εκκινήσουμε και πάλι τη διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης στην επόμενη Βουλή, η οποία θα είναι προτείνουσα Βουλή για να κάνουμε σημαντικές αλλαγές στο Σύνταγμα. Όπου δυστυχώς την τελευταία φορά δεν προφτάσαμε να κάνουμε, και σε αυτές προφανώς συμπεριλαμβάνεται και επιτέλους η αλλαγή του άρθρου 16 για τα πανεπιστήμιά μας, αλλά όχι μόνο. Υπάρχουν ζητήματα που αφορούν το ίδιο το πολιτικό σύστημα, και το πώς μπορούμε να παρέμβουμε ενδεχομένως και στον εκλογικό νόμο και στην διάρθρωση της εξουσίας».
Το ότι χρειάζονται δύο διαφορετικές Βουλές για να θεσμοθετηθούν οι αλλαγές στο Σύνταγμα μοιάζει κάπως καθησυχαστικό. Αλλά, όπως είχε γράψει η στήλη «Θεωρείο» της «Καθημερινής» τον Μάρτιο, υπήρχε μέχρι πριν λίγους μήνες ένα πιο φιλόδοξο πλάνο:
«Ο πρωθυπουργός εκμυστηρεύεται σε συνομιλητές του ένα τολμηρό σενάριο που έχει στο μυαλό του: η επόμενη Βουλή να είναι αναθεωρητική. Ο Μητσοτάκης έχει στο μυαλό του κυρίως το άρθρο 16 που δεν επιτρέπει τη λειτουργία μη κρατικών πανεπιστημίων και επίσης την αλλαγή των αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου της Επικρατείας. Το σχέδιό του προβλέπει όμως και κάτι ακόμη: μόλις ψηφιστεί η αναθεώρηση, να πάει σε εκλογές και πάλι ζητώντας εντολή για να αλλάξει τα συγκεκριμένα άρθρα. Το επιχείρημα θα είναι ισχυρό, καθώς θα υποστηρίζει πως θα απελευθερώσει τη χώρα από τα θεσμικά βαρίδια δεκαετιών και ταυτόχρονα θα «φωτίσει» τις μεγάλες διαφορές από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ολα αυτά βέβαια ήταν στο μυαλό του πριν από την τραγωδία στα Τέμπη».
Αυτά είναι προφανώς σενάρια. Το σίγουρο είναι, ότι μια πλειοψηφία 180 βουλευτών κάνει τη Νέα Δημοκρατία εντελώς ανεξέλεγκτη. Μπορεί να προτείνει για αναθεώρηση ένα εντελώς δικό της Σύνταγμα, χωρίς καμία συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ ή την «Ελληνική Λύση» και με καλές πιθανότητες να εγκρίνει αυτό το νέο Σύνταγμα πάλι μόνη της, αν η αντιπολίτευση καθυστερήσει να αναδιοργανωθεί.
Τι άλλο κάνεις στη Βουλή αν έχεις 180 βουλευτές; Διορίζεις μόνος σου, μέσω της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής, Προέδρους και μέλη των Ανεξάρτητων Αρχών.
Για να διοριστούν τα μέλη Ανεξάρτητων Αρχών, απαιτείται πλειοψηφία 3/5 στη Διάσκεψη των Προέδρων, όργανο 22 μελών που εκφράζει αναλογικά τους συσχετισμούς της Ολομέλειας. Οι Ανεξάρτητες Αρχές, όπως αποδείχθηκε με την Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών και την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, στο σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, μπορούν να αποτελέσουν θεσμικά αντίβαρα και να ασκήσουν έλεγχο σε κυβερνητικές πρακτικές. Ανεξάρτητη Αρχή είναι μεταξύ άλλων και ο Συνήγορος του Πολίτη.
Είναι γνωστό πλέον ότι ο Μητσοτακισμός δεν τα πάει καλά με τις Ανεξάρτητες Αρχές. Ο Πρόεδρος της ΑΔΑΕ, Χρήστος Ράμμος, συκοφαντήθηκε, παρεμποδίστηκε και απειλήθηκε, επειδή έκανε τη δουλειά του στο σκάνδαλο των υποκλοπών, ενώ οι συνήθης πρακτική είναι, όταν ένας θεσμικός φορέας ασκεί κριτική στην κυβέρνηση, να θεωρείται «εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ».
Επίσης, αν έχεις ή μπορείς να βρεις μέσω συμφωνίας 181 βουλευτές, η αντιπολίτευση δεν μπορεί να συστήσει Εξεταστική Επιτροπή. Αυτή η δυνατότητα έχει φυσικά περιορισμούς και ελέγχεται σχεδόν απόλυτα από την κυβέρνηση, όπως συνέβη με τις παρακολουθήσεις και τη λίστα Πέτσα. Αλλά και πάλι, έστω και μόνο για την ενημέρωση των πολιτών, βοηθάει στο να συντηρείται στην επικαιρότητα ένα θέμα, ενώ εκθέτει πρακτικές πιθανής συγκάλυψης.
Τέλος, αν έχεις, ή μπορείς βρεις, πλειοψηφία 200 βουλευτών, τότε ψηφίζεις μόνος σου νέο εκλογικό νόμο και τον εφαρμόζεις άμεσα, στην επόμενη καλπη.
Η δεύτερη θέση
Το ποιος θα είναι δεύτερος είναι σίγουρα πλέον πιο ανοικτό από το ποιος θα είναι πρώτος. Βλέποντας τα αποτελέσματα του Μαΐου και το μέγεθος της συντριβής του ΣΥΡΙΖΑ, στο ΠΑΣΟΚ μπορούν πλέον να ονειρεύονται την επαναφορά τους στην αξιωματική αντιπολίτευση. Ο ΣΥΡΙΖΑ, εγκλωβισμένος στην αποτυχία της μαύρης εκστρατείας του, πλέον οπισθοχωρεί στο «ψηφίστε με για να μην είναι ανεξέλεγκτος ο Μητσοτάκης», ίσως και στο «ψηφίστε με για να μην είναι αντιπολίτευση το ΠΑΣΟΚ».
Μολονότι η ΝΔ πλήττεται περισσότερο σε έδρες αν μπει κάποιο μικρό κόμμα, έχει σημασία ποιος θα είναι αξιωματική αντιπολίτευση. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ο βασικός αντίπαλος του κάθε Πρωθυπουργού στις συζητήσεις στη Βουλή. Για τον κεντρικό πολιτικό διάλογο δηλαδή, το αν ο Μητσοτάκης θα απαντάει κατά βάση στον Ανδρουλάκη ή στον ΣΥΡΙΖΑ μετράει. Ανάλογα βέβαια και του τι ΣΥΡΙΖΑ θα δούμε στην επόμενη Βουλή. Επίσης, ακόμα και σε αυτό το σχεδόν ολοκληρωτικό τοπίο στα ΜΜΕ, η αξιωματική αντιπολίτευση έχει μεγαλύτερη προβολή από το τρίτο κόμμα.
Από την άλλη, σημασία έχει και τι αντιπολίτευση κάνεις. Η αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν, κατά γενική ομολογία, αδύναμη, δέσμια σε μεγάλο βαθμό των όσων ψήφισε στο τρίτο μνημόνιο. Το ΠΑΣΟΚ δεν θα τα καταφέρει καλύτερα, σίγουρα. Αλλά η υπόσχεση του ΣΥΡΙΖΑ για «ισχυρή» αντιπολίτευση περιλαμβάνει δομικές αλλαγές εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Ξεκινώντας από ξεκάθαρες θέσεις και με άλλη ηγεσία.
Βήμα βήμα
Μπορεί όλα τα παραπάνω να μοιάζουν ψιλά γράμματα. Το καταλαβαίνω. Στο ερώτημα «τώρα τι κάνουμε» η μόνη απάντηση που έχω είναι «προχωράμε». Σε έναν μήνα από σήμερα, υπάρχει μία ευκαιρία να μπουν κάποιοι πρώτοι φραγμοί σε μία εξουσία που ήταν και θα είναι ανεξέλεγκτη και αχαλίνωτη. Τίποτα δεν θα αλλάξει σε μια μέρα. Αλλά, τουλάχιστον, ας ορίσουμε ένα καλύτερο σημείο επανεκκίνησης, πριν ξανακοιτάξουμε τον ουρανό.