Η Τετάρτη ήταν μία ημέρα ιστορικής σημασίας για τον Πολιτισμό, με την ομόφωνη ανακοίνωση παραίτησης των ανθρώπων που δίδασκαν στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Την Πέμπτη, το ίδιο έπραξαν οι διδάσκουσες/διδάσκοντες του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, ενώ η Διοίκηση του Εθνικού Θεάτρου τάχθηκε στο πλευρό των δασκάλων και των σπουδαστών/στριών της.

Με το σύνθημα «σε εσάς που μας ακούτε» να δονεί τους δρόμους, τους καλλιτεχνικούς χώρους και μερίδα του δημοσίου διαλόγου, το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να ακούσουμε. Η «Φάρμα των Ζώων» στο TPP την Πέμπτη ήταν μονοθεματική. Στο στούντιο βρέθηκαν ο Θωμάς και η Ειρήνη, από τον Συντονισμός Σπουδαστών Δραματικών Σχολών, ενώ στη συνέχεια, στον λόγο πήρε τηλεφωνικά η Ρηνιώ Κυριαζή, μία εκ των σχεδόν 40 καθηγητών/τριών του Εθνικού Θεάτρου που παραιτήθηκαν.

«Εγώ είμαι ηθοποιός και διδάσκω πολλά χρόνια σε ιδιωτικές σχολές στην σχολή της Νέλλης Καρρά, την «ΑΡΧΗ», στο Ωδείο Αθηνών και τώρα στο Εθνικό Θέατρο, μέχρι τώρα μάλλον. Επίσης έχω διδάξει στο Πανεπιστήμιο, στο τμήμα Θεάτρου της σχολής Καλών Τεχνών στη Θεσσαλονίκη. Κατά κάποιο τρόπο έχω αφιερώσει τη ζωή μου στο θέμα της διδασκαλίας, γιατί ακολούθησα μια σπουδή πάνω στο θέμα της φωνής και θεωρώ ότι όλη αυτή η διαδικασία είναι πολύτιμη» ανέφερε η κ.Κυριαζή ξεκινώντας και συνεχισε:

«Ο χώρος των δραματικών σχολών είναι ένας τόπος όπου πράγματα πολύ ουσιαστικά και σπάνια μπορεί να έχουν χώρο να ακουστούνε. Το επίπεδο των σπουδών, κάποιων από τις ιδιωτικές σχολές και των κρατικών σχολών είναι πού υψηλό, πολύ απαιτητικό. Είναι πρακτικό κατά βάση, αλλά και θεωρητικό, δηλαδή έχει προγράμματα σπουδών Θεωρίας του Θεάτρου, Θεωρίας της Τέχνης, Λογοτεχνίας, Ιστορίας, Ερευνητικά προγράμματα, δυνατότητες να επεκτείνεται η σπουδή του θεάτρου σε άλλα πεδία. Το λέω αυτό γιατί υπάρχει μια τεράστια παρεξήγηση. Ο ηθοποιός δεν είναι μόνο αυτός που θα βγει να παίξει στο θέατρο στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο. Σαφώς αυτό είναι το βασικό κομμάτι. Από την άλλη όμως η σπουδή του ηθοποιού είναι απαραίτητη και σε άλλα κομμάτια πολύ σημαντικά. Όπως της εκπαίδευσης, σε θεραπευτικά προγράμματα μέσω της τέχνης, ενώ υπάρχει και η ερευνητική διάσταση.

Το Υπουργείο Πολιτισμού δίνει τα πτυχία, δεν τα δίνουν οι σχολές. Δικιά τους είναι η σφραγίδα. Εμείς εποπτευόμαστε από το Υπουργείο, είμαστε και μακάρι να υποπτευόμασταν περισσότερο. Είναι αίτημά μας χρόνια. Μακάρι να είχαμε καλύτερη και στενότερη συνεργασία. Όχι μόνο τη φοβόμαστε. Τη ζητάμε. Ξέρουμε πολύ καλά ποιο είναι το επίπεδο. Ξέρουμε πολύ καλά τις 10-12 ώρες καθημερινά, τα σαββατοκύριακα, δεν υπάρχει αργία για τον ηθοποιό. Δεν υπάρχει αργία ούτε για τον σπουδαστή ας πούμε της Τέχνης, του Θεάτρου, και όχι μόνο, γενικότερα της Τέχνης. Μη μιλήσουμε για τους χορευτές ή τους μουσικούς πόσα χρόνια απαιτητικών σπουδών χρειάζονται για να σταθούνε. Επομένως καλούμε το Υπουργείο Πολιτισμού και κάθε Υπουργείο και το Παιδείας και οποιαδήποτε επιτροπή εν πάση περιπτώσει, να μας αξιολογήσει. Μακάρι να το έκανε πιο συστηματικά και πιο σοβαρά. Πάντως τα παιδιά δίνουν εισαγωγικές εξετάσεις, και δίνουν και τελικές εξετάσεις, από τις οποίες κόβονται κιόλας καμιά φορά, άλλοτε δικαίως, άλλοτε αδίκως, και η εποπτεία τέλος πάντων όπως σας είπα μακάρι να ήτανε και πιο ουσιαστική.  Και πιο αυστηρή και πιο ουσιαστική. Κάτι  που ζητάμε να αναβαθμίσουμε το πρόγραμμα σπουδών. Κάθε στιγμή και με κάθε τρόπο».

Η απάντηση στη συκοφαντία για «παραίτηση εκ του ασφαλούς»

Αμέσως μετά την ανακοίνωση της παραίτησης των καθηγητών/τριών, κυκλοφόρησε μία συκοφαντία, σε φιλοκυβερνητικά μέσα, που έμοιαζε με non paper του Υπουργείου Πολιτισμού, περί «παραίτησης εκ του ασφαλούς». Η κ.Κυριαζή απάντησε:

«Δεν είναι έτσι όπως καταλαβαίνετε, το ξέρετε πολύ καλά. Πρώτα απ’ όλα υπήρχαν συμβάσεις ανθρώπων ενεργές, μέχρι τον Μάϊο. Η δικιά μου προσωπικά δεν ήταν ενεργή, αλλά αυτό τι σημαίνει: Ήτανε βέβαιη η ανανέωσή της. Το Πρόγραμμα Σπουδών  της χρονιάς είχε οριστεί από την Διευθύντρια Σπουδών. Το μάθημα αυτό που διδάσκω είναι ένα μάθημα που διδάσκω εγώ προσωπικά με τον τρόπο τον συγκεκριμένο και γι’ αυτό είχα επιλεγεί να ανήκω ας πούμε στο διδακτικό προσωπικό του Εθνικού Θεάτρου. Βεβαίως δεν είμαστε μόνιμοι. Ποτέ δεν ήμασταν. Και είμαστε και περήφανοι γι’ αυτό να σας πω την αλήθεια. Δηλαδή από τη μία κοστίζει πάρα πολύ στην προσωπική και την καλλιτεχνική μας ζωή, αλλά η δουλεία μας είναι συνεχώς υπό διαπραγμάτευση και,, πώς να το πώ, φανερή. Κρινόμαστε καθημερινά. Δεν ξέρω ποιος επαγγελματίας θα άντεχε κάθε τρεις μήνες ή κάθε έξι μήνες να είναι άνεργος. Θεωρώ δηλαδή ότι αυτό δεν το έχει αντιληφθεί η κοινωνία. Είναι πολύ σκληρό πράγμα. Κτα παράπονά μας είναι πολύ ουσιαστικά».

Η τραγική ειρωνεία σε αυτήν τη συκοφατία είναι, όπως είπε, ότι «δεν υπήρχε ποτέ καμία ασφάλεια. Δηλαδή η μεγαλύτερη ασφάλεια που μπορεί να είχαμε να δουλέψουμε ας πούμε 3 μήνες ή 6 μήνες κάπου για να πάρουμε έστω ελάχιστα χρήματα. Που είναι αβέβαιο για το αν θα κάλυπταν τα έξοδά μας ή όχι. Το ότι απολυόμαστε δυστυχώς το καλοκαίρι και ζούμε τα καλοκαίρια με το ταμείο ανεργίας, αν δεν δουλεύουμε στο θέατρο, είναι κάτι το οποίο είναι πάρα πολύ σκληρό. Ακόμα δηλαδή και στην Κρατική Σχολή της χώρας, στο Εθνικό Θέατρο ή στο Κρατικό Βόρειου Ελλάδος ή αλλού, πέραν από τις ιδιωτικές σχολές, δεν έχουμε μόνιμες συμβάσεις. Και αυτό είναι ένα τεράστιο θέμα».

«Η απαξίωση, η οποία δεν αφορά μόνο τα παιδιά» – «Η παραίτηση ήταν μονόδρομος»

«Αυτό που εμένα μου κοστίζει πάρα πολύ» συνέχισε η κ.Κυριαζή, μιλώντας για αιτήματα που έχουν οι διδάσκουσες/οντες στην Τέχνη, «είναι ότι θα ήθελα να έχω τη δυνατότητα να έχω μία ερευνητική άδεια, να έχω κάποια στιγμή το περιθώριο να ξαναταξιδέψω στο εξωτερικό, να δω καινούρια πράγματα τα οποία θα μεταφέρω στους φοιτητές μου, να μπορώ να γράψω ένα βιβλίο, να έχω ένα σύγγραμμα. Που το κάνω με το περίσσευμα, ας πούμε από τη δουλειά μου από τις 4 η ώρα το πρωί μέχρι τις 6. Αυτά είναι τα μεγάλα μας παράπονα. Να μπορώ να βρίσκομαι στη σχολή του Εθνικού Θεάτρου συνεχώς. Καθημερινά. Και να είμαι εκεί στις απαιτήσεις της Υποκριτικής, της Κίνησης, του Χορού, κτλ. Δηλαδή μοιραζόμαστε και εμείς ανάμεσα σε σχολές για να συμπληρώσουμε ένα εισόδημα 200 ευρώ από την κάθε μία, γινόμαστε χίλια κομμάτια, κάποτε παίζουμε στο θέατρο, κάποτε δεν παίζουμε, κάποτε κάνουμε πρόβες, κάποτε δεν κάνουμε. Ούτε από εκεί πληρωνόμαστε»

«Εν πάσει περιπτώσει, το θέμα δεν είναι οι αμοιβές μας εδώ, το θέμα είναι η απαξίωση, η οποία δεν αφορά μόνο τα παιδιά, γι’ αυτό και εμείς κινηθήκαμε και αποφασίσαμε τελικά αυτήν την ακραία πράξη. Αλλά ήταν μονόδρομος. Δεν νομίζω ότι έχει προηγούμενο, απ’ όσο γνωρίζω» τόνισε και εστίασε αμέσως μετά στο ότι «καμία σπουδή δεν μπορεί να θεωρείται ως μη γενόμενη»

«Το φοβερό είναι ότι μια σπουδή δεν μπορεί να θεωρείται ως μη γενόμενη. Και μάλιστα μια τόσο απαιτητική σπουδή. Ειδικά για τις εξετάσεις τις εισαγωγικές του Εθνικού Θεάτρου, ξέρετε ότι δίνουν 1000 άτομα και περνάνε τα 15. Αυτά τα παιδιά δηλαδή που επιλέχτηκαν να σπουδάσουν στη σχολή του Εθνικού Θεάτρου, έδωσαν πάρα πολύ απαιτητικές εξετάσεις σε πάρα πολλά και πολύπλευρα πεδία. Είναι πολύ σκληρή επιλογή. Σαφώς η σχολή του Εθνικού Θεάτρου έχει πάρα πολύ μεγάλη ζήτηση γιατί είναι η κρατική σχολή, είναι δωρεάν η φοίτηση, αλλά και οι υπόλοιπες σχολές. Εξαρτάται και από εκεί και πέρα για ποια σχολή μιλάμε.

Πάντως να το ξέρει και αυτό και ο κόσμος, οι εξετάσεις είναι πάρα πολύ σκληρές και οι απαιτήσεις είναι αδιανόητες. Λοιπόν, αυτή η σπουδή δεν μπορεί να θεωρείται ως μη γενόμενη. Και εδώ μπαίνει το ηθικό δικό μας ζήτημα. Πώς είναι δυνατόν να διδάσκουμε σε μία τέτοια σχολή, να απαιτούμε από τα παιδιά όλα αυτά που απαιτούμε, να απαιτείται από εμάς και καλώς από τους διευθυντές η εργασία μας και η πρόοδός μας, καθημερινά, στο αντικείμενό μας, την τέχνη μας και τελικά αυτό το πτυχίο να είναι “για τα σκουπίδια”; Δηλαδή εμείς τι ρόλο βαράμε, να το πω απλά;»

«Το προσωπικό μου ανέκδοτο είναι ότι δίδασκα στο Τμήμα Θεάτρου της Θεσσαλονίκης, ως νηπιαγωγός»

Μοιράστηκε μάλιστα, δύο «προσωπικά ανέκδοτα», όπως τα χαρακτήρισε, από τη δική της εμπειρία με τα μη αναγνωρισμένα καλλιτεχνικά πτυχία:

«Όλοι εμείς που είμαστε ταγμένοι σε αυτό, ψάχνουμε να βρούμε τα παραθυράκια μίας άλλης σπουδής, για να μπορέσουμε τελικά να κάνουμε ένα μεταπτυχιακό, ένα διδακτορικό σε άλλο πεδίο. Το προσωπικό μου ανέκδοτο είναι ότι δίδασκα στο Τμήμα Θεάτρου της Θεσσαλονίκης, ως νηπιαγωγός. Κι ας πούμε ότι είναι σχετικό με την έννοια της παιδαγωγικής κατάρτισης, που σέβομαι και εκτιμώ, αλλά θα μπορούσα να είμαι λογιστής, θα μπορούσα να είμαι ηλεκτρολογος μηχανικός. Στον φάκελό μου κατέθεσα το πτυχίο της Σχολής του Εθνικού Θεάτρου, αν και μου είπανε ότι είτε το βάλετε κ.Κυριαζή είτε όχι, είναι το ίδιο.

Επίσης μία άλλη ιστορία ανέκδοτο, όταν είχα πάει κάποτε, πολύ μικρή ήμουν και δεν ήξερα τόσα πράγματα. Γι αυτό έχω και μία βαθιά στεναχώρια για το ότι ίσως κανείς δεν μας μίλησε για κάποια πράγμτα παλιότερα, όταν είμασταν ακόμη πιο νέοι και είχαμε μεγαλύτερη δύναμη ενδεχομένως. Όχι ότι τώρα δεν έχουμε, έχουμε και τώρα. Σε ένα πανεπιστήμιο ρώτησα για ένα μεταπτυχιακό που είχε τίτλο «Θέατρο κι εκπαίδευση». Και λέω, “γεια σας, έχω τελειώσει τη Σχολή του Εθνικου Θεάτρου και το Τμημα Εκπαίδευση και Αγωγής στην Προσχολικη Ηλικία”, όπως λέεται το Τμήμα Νηπιαγωγών, εξαιρετικό τμήμα. Και η απάντηση ήτανε ότι “δεσποινίς μου, οι σπουδές σας δεν έχουν καμία σχέση με το αντικείμενο”. Και λέω ότι “μάλλον δεν άκουσα καλά, ο τίτλος του μεταπτυχιακού είναι Θέατρο κι εκπαίδευση”. Απογοητεύτηκα τόσο πολύ, θύμωσα τόσο πολύ και δεν είχα δυστυχώς κανέναν τότε να με συμβουλεύσει, να μου πει να το συνεχίσω “κι ας λένε ό,τι θέλουνε”.

Θίγονται κάποια πολύ βαθιά ζητήματα. Τώρα λοιπόν, είναι μία ευκαιρία να τα ξαναδούμε όλα αυτά. Αυτήν την πολύ σκληρή πραγματικότητα, να τη δούμε θετικά και να προχωρήσουμε διαφορετικά».

«Μία δήλωση στήριξης δεν θα ήταν αρκετή»

Η πράξη των καθηγητών, σε Εθνικό και ΚΘΒΕ, είναι πολλά παραπάνω από μία απλή δήλωση στήριξης του αγώνα των σπουδαστών/στριών. Θα μπορούσαν να είνα μείνει σε μία λεκτική υποστήριξη, αλλά επέλεξαν την πράξη τους. Η Ρηνιώ Κυριαζή απάντησε στο γιατί δεν θα αρκούσε μία απλή δήλωση:

«Νομίζω ότι κάθε καλλιτέχνης γνωρίζει ότι αυτό, δεν αφορά μόνο τους σπουδαστές, αφορά τον καθένα μας και ότι μία δήλωση στήριξης δεν θα ήταν αρκετή, ζώντας σε μία χώρα όπου μας πετάνε από το ένα Υπουργείο στο άλλο. Και να διευκρινίσω αυτό ότι δεν είναι τωρινή η κατάσταση, δεν είναι θέμα της τωρινής κυβερνησης. Είναι μία κατασταση χρόνων. Πολλές διαφορετικές κυβερνήσεις δεν το έχουν πράξει. Κι εδώ έρχεται αυτό το Προεδρικό Διάταγμα και βάζει μία σφραγίδα και “κλειδώνει”, ένα αίτημα χρόνων, προς τη λάθος κατεύθυνση. Χωρίς καμία συνεννόηση, οι φορείς υπάρχουν, οι Επιτροπές μπορούν να συσταθούν, είμαστε ανοικτοί σε καθε συζήτηση. Έχουν πολλές φορές δημιουργηθεί κάποιες Επιτροπές, για διάφορους, ανεξήγητους λόγους δεν έχουν προχωρήσει. Για την Ακαδημία Τεχνών, για το Πανεπιστήμιο Τεχνών εν πάσει περιπτώσει, υπήρχαν αναγνωρισμένοι σκηνοθέτες, θεωρητικοί, πρακτικοί του Θεάτρου, που δούλευαν χρόνια. Κι όλα αυτά, ξαφνικά δεν γίνονται, ξαφνικά δεν μπορούν να γίνουν και κανείς δεν εξηγεί το γιατί. Ποιος είναι ο λόγος;. Έχουμε το Παράδειγμα της Καλών Τεχνών, υπάρχει το πρότυπο…

Δεν μπορούσαμε να σιωπήσουμε και δεν μπορούσαμε να πούμε “εντάξει μώρε τώρα, πάντα έτσι είναι και πάντα έτσι θα είναι”. Ε, εντάξει. Ας κάνουμε μία κίνηση ώστε να μην είναι έτσι. Την κάνουμε βεβαίως καθημερινά με την πράξη και ο καθένας κρίνεται, κάθε στιγμή στη ζωή του. Έπρεπε να είναι κάτι ηχηρό»

«Είμαστε πάρα πολύ στεναχωρημένοι που δεν είμαστε σήμερα στο μάθημά μας»

Αφού εξήγησε το γιατί, μία κινηση της τελευταίες στιγμής από τον Υφυπουργό Πολιτισμό, Νικόλα Γιατρωμανωλάκη, δεν κρίθηκε αρκετή για να αλλάξουν οι καθηγητές/τριες τη στάση τους, η κ.Κυριαζή τόνισε πως είμαστε πάρα πολύ στεναχωρημένοι που δεν είμαστε σήμερα στο μάθημά μας. Και δεν συμφωνούμε όλοι, συνολικά, ούτε με τις καταλήψεις στη Σχολή ούτε με τις καταλήψεις στο Τσίλλερ και στο Ρεξ. Εμείς αυτό που θα θέλαμε είναι να κάνουμε μάθημα, αλλά να κάνουμε μάθημα με κάποιους όρους σεβασμού. Και απέναντι στους εαυτούς μας και απέναντι στα παιδιά. Ήταν μία πάρα πολύ δύσκολη απόφαση. Δεν ήταν εύκολη απόφαση. Αντιλαμβανόμαστε όλοι την ευθύνη που φέρουμε και για την απώλεια του έτους, που ούτως ή άλλως θα χανότανε, τα παιδιά είναι στα κάγκελα. Θα πρέπει να αναλογιστούν τις ευθύνες τους και τα αρμόδια Υπουργεία»

«Σέβομαι πάρα πολυ΄τον καλλιτέχη που παλεύει ενάντια σε όλα, για τον ίδιο και τους γύρω του. Έχω γνωρίσει στον χώρο του Θεάτρου εξαιρετικούς ανθρώπους και προσωπικότητες οι οποίοι και μένα μ έχουν εμπνεύσει. Τα θέματά μας είναι ουσιαστικά, είναι υπαρξιακά και δεν έχουν να κάνουν μόνο με τον μικρόκοσμό μας, αυτό είναι το σημαντικό που θέλω να πώ» τόνισε, κλείνοντας.