Φωτογραφίες από το χρηματοδοτούμενο από την Ουάσινγκτον Radio Free Europe/Radio Liberty
του Παναγιώτη Παπαδομανωλάκη
Ο Σεργκέι αναφέρει πως «το χωριό Γκρανίτνε, το οποίο ονομαζόταν Σταραγιάκαραν, κατοικείται κυρίως από Έλληνες. Το ίδιο το χωριό ιδρύθηκε στην περιοχή της Αζοφικής στα τέλη του 18ου αιώνα από Έλληνες εποίκους από την Κριμαία, οι οποίοι ανήκουν σε μια ιδιαίτερη εθνογλωσσική ομάδα Ελλήνων – τους Ελληνοτουρκόφωνους ή Ουρούμ. Σήμερα, ο οικισμός αυτός βρίσκεται στη δεξιά όχθη του ποταμού Κάλμιου, ο οποίος αποτελεί πλέον στην πραγματικότητα τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ των ελεγχόμενων και μη ελεγχόμενων τμημάτων της περιοχής του Ντονέτσκ. Η είσοδος στο Γκρανίτνε είναι δυνατή μόνο μέσω σημείων ελέγχου που ελέγχονται από τον ουκρανικό στρατό και πολιτοφυλακές, ενώ οι δρόμοι προς το χωριό είναι ναρκοθετημένοι».
«Οι κάτοικοι του χωριού είχαν πάντα αρνητική στάση απέναντι στο πραξικόπημα στο Κίεβο»
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι «από την αρχή της εμφύλιας αντιπαράθεσης στη νοτιοανατολική Ουκρανία, οι κάτοικοι του χωριού είχαν αρνητική στάση απέναντι στο πραξικόπημα στο Κίεβο, το οποίο οργανώθηκε από εθνικιστές με την υποστήριξη Ουκρανών ολιγαρχών και αρκετών δυτικών χωρών. Για παράδειγμα, στις 11 Μαΐου 2014, οι κάτοικοι του Γκρανίτνε ψήφισαν στο δημοψήφισμα υπέρ της αυτοδιάθεσης στο πλαίσιο της Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ και της απόσχισης από την Ουκρανία. Ωστόσο, αργότερα, ως αποτέλεσμα στρατιωτικών επιχειρήσεων, το χωριό καταλήφθηκε από τις ουκρανικές δυνάμεις ασφαλείας. Ως αποτέλεσμα των μαχών του Αυγούστου 2014 μεταξύ των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων και της Λαϊκής Πολιτοφυλακής του Ντονμπάς, το χωριό έπεσε στα χέρια της Ουκρανίας».
Ως αποτέλεσμα «αρκετές εκατοντάδες σπίτια στο χωριό υπέστησαν ζημιές ή καταστράφηκαν ως αποτέλεσμα των βομβαρδισμών του πυροβολικού κατά τη διάρκεια των σφοδρότερων εχθροπραξιών του 2014-2015. Τα κατεστραμμένα σπίτια βρίσκονται σχεδόν σε κάθε δρόμο εδώ. Ορισμένα σπίτια χτυπήθηκαν από οβίδες δύο φορές. Ο πρόεδρος του συμβουλίου του χωριού Λεονίντ Χαϊτούλοφ, ακτιβιστής του ελληνικού κινήματος, ξυλοκοπήθηκε σοβαρά από τον ουκρανικό στρατό επειδή προσπάθησε να αποτρέψει την ανατίναξη μιας γέφυρας πάνω από τον ποταμό Κάλμιο».
Εξηγεί πως «πριν από την έναρξη της ένοπλης σύγκρουσης, υπήρχαν περίπου 3.500 κάτοικοι στο Γρανίτινι. Τώρα ο αριθμός αυτός είναι πολύ μικρότερος. Πολλοί άνθρωποι εγκατέλειψαν τον οικισμό στην αρχή της σύγκρουσης και δεν επέστρεψαν ποτέ. Πριν από την ένοπλη σύγκρουση, στον οικισμό λειτουργούσαν αρκετές επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων το λατομείο γρανίτη Telmanovo, το οποίο ήταν ο κύριος τόπος εργασίας των κατοίκων της περιοχής. Λόγω της σύγκρουσης, το λατομείο σταμάτησε να λειτουργεί».
«Υπερβολικά πολιτικά ορθή η συμφιλιωτική αντίδραση της Ομοσπονδίας Ελληνικών Σωματείων Ουκρανίας»
Ο Σεργκέι κρατάει αποστάσεις τη «συμφιλιωτική αντίδραση της Ομοσπονδίας Ελληνικών Σωματείων Ουκρανίας, η οποία σε ανακοίνωσή της θεωρεί ότι ‘η σύγκρουση που έλαβε χώρα τη νύχτα στο τοπικό καφενείο δεν είχε καμία σχέση ούτε με επιδείνωση της κατάστασης στη γραμμή επαφής ούτε με κάποιου είδους στρατιωτική δίωξη του τοπικού πληθυσμού, πράγματα που επινόησαν κάποιοι Έλληνες μπλόγκερ. Όλοι οι δράστες έχουν συλληφθεί και η έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη’. Ωστόσο, αυτή η εκτίμηση είναι υπερβολικά πολιτικά ορθή σε σχέση με την κατάσταση, η οποία καταδεικνύει ξεκάθαρα το χαμηλό ηθικό και ψυχολογικό επίπεδο των Ουκρανών στρατιωτικών που χρησιμοποιούν τη βία στην επίλυση στοιχειωδών καθημερινών καταστάσεων».
Ερωτηματικά για τη δολοφονία με θύμα τον ομογενή στην Ουκρανία
Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι «δεν είναι η πρώτη φορά που ο ελληνικός πληθυσμός στο Ντονμπάς πέφτει θύμα στρατιωτικών και εθελοντικών μονάδων των Ουκρανών εθνικιστών. Να θυμίσουμε τον βομβαρδισμό του ελληνικού χωριού Σαρτάνα, τις καταστροφές στα ελληνικά χωριά Ραζντολνόγιε (πρώην Μπολσάγια Καρακούμπα) και Στύλα, όπου έλαβαν χώρα σφοδρές μάχες το 2014-2015, τις ενέργειες των ουκρανικών τιμωρητικών δυνάμεων στο ελληνικό χωριό Σταρομπεσέβε, όπου άνθρωποι διώκονταν με την παραμικρή υποψία συμπάθειας προς την πολιτοφυλακή, ξυλοκοπούνταν άγρια και μεταφέρονταν σε στρατόπεδα όπου εδρεύουν μονάδες του ουκρανικού στρατού και υποβάλλονταν σε βασανιστήρια και εξευτελισμούς. Τότε, σε ένα κύμα ουκρανικού εθνικισμού, ο Τύπος του Κιέβου έγραφε ακόμη και ότι ολόκληρος ο ‘νεοφερμένος’ μη ουκρανικός πληθυσμός του Ντονμπάς, συμπεριλαμβανομένων των Ελλήνων, ‘θα έπρεπε να είχε εκδιωχθεί από την Ουκρανία εδώ και πολύ καιρό’».
«Σήμερα όλη αυτή η αναταραχή έχει υποχωρήσει σε κάποιο βαθμό, αλλά η ζωή για τους ανθρώπους στη ζώνη του μετώπου παραμένει ασταθής και, από πολλές απόψεις, επικίνδυνη, όπως δείχνει ξεκάθαρα το περιστατικό στο Γκρανίτνε. Ο άμαχος πληθυσμός της Νοτιοανατολικής Ουκρανίας, διχασμένος από την αντιπαράθεση, επιθυμεί εδώ και καιρό την ειρήνη και τη σταθερότητα. Μόνο η πλήρης εφαρμογή των συμφωνιών του Μινσκ μέσω του άμεσου διαλόγου μεταξύ Κιέβου και Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ θα επιτρέψει στην περιοχή αυτή να επιστρέψει σε μια ειρηνική ζωή», καταλήγει.
Ο «εξουκρανισμός» κατά των ελληνικών πληθυσμών
O Σεργκέι τονίζει «ότι το περιστατικό με το θάνατο δύο Ελλήνων στο Γκρανίτνε δεν σχετίζεται με την κατάσταση που αφορά τα πολιτικά δικαιώματα και τις ελευθερίες των Ελλήνων της Αζοφικής. Ωστόσο, από αυτή την άποψη, υπάρχουν ορισμένες αποχρώσεις που σχετίζονται με την τάση των αρχών του Κιέβου να ουκρανοποιήσουν όλους τους τομείς της ζωής των λαών που κατοικούν στην Ουκρανία και έτσι να τους αφομοιώσουν. Πίσω στο 2014, η Ομοσπονδία Ελληνικών Σωματείων της Ουκρανίας έλαβε μια επιστολή από την Παγκόσμια Ένωση Επαγγελματιών Εκπαιδευτικών της Ουκρανίας. Στην επιστολή, οι ‘επαγγελματίες’ εκπαιδευτικοί συμβούλευαν τους Έλληνες της Αζοφικής να εγκαταλείψουν τη ρωσική γλώσσα: ‘Οι Έλληνες που είναι πολίτες της Ουκρανίας είναι υποχρεωμένοι (από αλληλεγγύη προς τον ουκρανικό λαό) να ξεχάσουν τη γλώσσα του Πούτιν και να γίνουν μέρος της ουκρανικής κοινωνίας των πολιτών, μιλώντας μόνο ελληνικά και την κρατική γλώσσα, εμπλουτίζοντας τον πολιτισμό της Ουκρανίας με τον ελληνικό αυθεντικό πολιτισμό’».
Εξηγεί πως «ο νόμος για τον ολικό εξουκρανισμό ψηφίστηκε τις τελευταίες εβδομάδες της προεδρίας του πρώην προέδρου Ποροσένκο και υπογράφηκε από τον ίδιο λίγες ημέρες πριν από την ορκωμοσία του Ζελένσκι. Ήδη ο νέος πρόεδρος της Ουκρανίας, Βλαντιμίρ Ζελένσκι, το 2021, κατέθεσε στο Κοινοβούλιο της Ουκρανίας σχέδιο νόμου ‘Για τους αυτόχθονες λαούς της Ουκρανίας’ (αριθ. 5506), ως ‘κατεπείγον’, που σημαίναι πως απαιτεί επείγουσα εξέταση. Ο νόμος αυτός χώριζε το σύνολο του πληθυσμού της χώρας σε τρεις ομάδες: το επίτιμο έθνος, το οποίο έχει όλα τα δικαιώματα, τους αυτόχθονες λαούς, με την ύπαρξη των οποίων το επίτιμο έθνος αναγκάζεται να συμβιβαστεί λόγω μιας σειράς περιστάσεων. Και η τρίτη, ίσως η πολυπληθέστερη, η οποία περιλαμβάνει όλους τους άλλους – Ρώσους, Λευκορώσους, Πολωνούς, Εβραίους, Ούγγρους, Έλληνες και ούτω καθεξής, στην πραγματικότητα, εκπροσώπους περισσότερων από εκατό εθνοτήτων, τα δικαιώματα των οποίων δεν εγγυάται κανείς».
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο «οι αυτόχθονες πληθυσμοί της Ουκρανίας έχουν το δικαίωμα να διδάσκουν τα παιδιά τους στη μητρική τους γλώσσα, να δημιουργούν τα δικά τους εκπαιδευτικά ιδρύματα και τα δικά τους μέσα ενημέρωσης, και το κράτος τους υπόσχεται προστασία από την παρενόχληση. Οι αυτόχθονες λαοί θα λάβουν και άλλα δικαιώματα: τη δημιουργία της δικής τους πολιτιστικής αυτονομίας, της δικής τους αυτοδιοίκησης, θα επιλέγουν τα δικά τους εθνικά σύμβολα. Το Κίεβο απέδωσε στους αυτόχθονες λαούς της Ουκρανίας τους λαούς που σχηματίστηκαν στο έδαφος της Κριμαίας – τους Τατάρους της Κριμαίας, τους Καραϊμέδες και τους Κριμτσάκους. Κανείς δεν θυμήθηκε για τους Έλληνες Ουρούμ και τους Έλληνες Ρωμιούς. Αν και δεν είναι σαφές κατά πόσο είναι χειρότεροι από τους Τατάρους της Κριμαίας. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι από ιστορική άποψη, οι Έλληνες είναι ο παλαιότερος λαός που ζει στο έδαφος της Ουκρανίας. Οι Έλληνες της Αζοφικής χαρακτήρισαν την αδικία από την πλευρά του Κιέβου προσβολή και απαίτησαν να παραχωρηθεί το ίδιο καθεστώς στους Έλληνες της Αζοφικής. ‘Υπάρχουν λοιπόν Καραϊμέδες σε αυτόν τον νόμο, αλλά εμείς, οι Έλληνες μετανάστες από την Κριμαία, δεν είμαστε εκεί! Αυτό είναι άδικο’, δήλωσε η επικεφαλής της Ομοσπονδίας Ελληνικών Σωματείων, Αλεξάνδρα Προτσένκο-Πιτσάντζι, σε συνάντηση με βουλευτές της Βερκόβνα Ράντα (ουκρανική βουλή) που έφτασαν στη Μαριούπολη τον Μάιο του 2021».
Πιέσεις από τους Ουκρανούς εθνικιστές
Ο ίδιος αναφέρει πως «δημοσίευμα του φιλοκυβερνητικού πρακτορείου ειδήσεων Ukrinform κάνει λόγο και για την πραγματική στάση των αρχών του Κιέβου απέναντι στους Έλληνες της Ουκρανίας. Επικρίνει σκληρά τις προσπάθειες των Ελλήνων να χαρακτηρίσουν τα ιστορικά χαρακτηριστικά του αποικισμού της περιοχής του Αζόφ, απορρίπτει κάθε προσπάθεια να μιλήσουν για την αυθεντική, ελληνική ιστορία της πόλης της Μαριούπολης. Αν και για μεγάλο χρονικό διάστημα, από το 1807, οι Έλληνες της Μαριούπολης είχαν τη δική τους ανεξάρτητη ελληνική περιφέρεια, τη δική τους δικαιοδοσία και αυτοδιοίκηση. Το 1859, η αυτονομία της ελληνικής περιφέρειας καταργήθηκε, επετράπη η εγκατάσταση Ουκρανών και Ρώσων. Σήμερα είναι προτιμότερο να μην αναφέρουμε αυτό το κομμάτι της ιστορίας των Ελλήνων της Μαριούπολης. ‘Η Μαριούπολη είναι ουκρανική. Και αυτό είναι το ζητούμενο – έτσι γράφει ο συγγραφέας του δημοσιεύματος στο Ukrainform.
«Οι ελληνικές οργανώσεις και οι ηγέτες τους δέχονται εμφανείς πιέσεις από τους Ουκρανούς εθνικιστές και αναγκάζονται να αλλάξουν τη δημόσια ρητορική τους για να αποφύγουν πιθανά αντίποινα και κατηγορίες για προδοσία. Έτσι, η οργάνωση του Κιέβου ‘Ένωση Ελλήνων της Ουκρανίας’ και ο Σύλλογος της πόλης του Κιέβου με το όνομα του Κωνσταντίνου Υψηλάντη δημοσίευσαν ανακοίνωση στην οποία αρνούνται να συζητήσουν ‘την εγκατάσταση, ίδρυση ή δημιουργία ολόκληρων πολιτειών από Έλληνες στην επικράτεια της σύγχρονης Ουκρανίας’. Στη δήλωση αυτή υπάρχει μια περίεργη παράγραφος που ακούγεται αστεία σε όποιον γνωρίζει την ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας: ‘Τα ουκρανικά εδάφη και οι άνθρωποι που ζούσαν σε αυτά, το ουκρανικό πνεύμα για ελευθερία έδωσαν ώθηση στις διαδικασίες που ξεκίνησαν στην Ελλάδα το 1821 και κατέληξαν στην ανεξαρτησία’», σημειώνει.
Ο Σεργκέι καταλήγει πως «όλος ο παραλογισμός αυτής της κατάστασης έγκειται στο γεγονός ότι κανένα εθνικό κράτος με την ονομασία Ουκρανία δεν υπήρχε πριν από το 1918 και, κατά συνέπεια, οι Ουκρανοί δεν μπορούσαν να δώσουν καμία ώθηση στους Έλληνες για να αποκτήσουν ανεξαρτησία. Για να είμαστε ακριβείς, η δραστηριότητα της ‘Φιλικής Εταιρείας’, η οποία ιδρύθηκε πραγματικά στην Οδησσό, δεν έλαβε χώρα στο έδαφος της Ουκρανίας και δεν είχε καμία σχέση με τους Ουκρανούς, αλλά με τη νότια επαρχία της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, η οποία τότε ονομαζόταν Νοβοροσία!».