Στη μεταναστευτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στις επικείμενες αποφάσεις για την αντιμετώπισης της προσφυγικής κρίσης αναφέρθηκε ο Επίτροπος Μετανάστευσης, Εσωτερικών Υποθέσεων και Ιθαγένειας της ΕΕ, Δημήτρης Αβραμόπουλος, σε συνέντευξη του στην γερμανική εφημερίδα Αugsburger Allgemeine.
 
Συγκεκριμένα, αναφορικά με την πολιτική ανοικτών συνόρων της Γερμανίας, η οποία θεσπίστηκε το 2015, ο Δ. Αβραμόπουλος τόνισε ότι είναι «άδικο» να λέμε ότι η Άνγκελα Μέρκελ έκανε λάθος εφαρμόζοντας μία τέτοια πολιτική, ενώ στη συνέχεια υποστήριξε πως «όλοι θυμόμαστε πόσoι πρόσφυγες κατευθύνονταν προς την Ευρώπη. Η καγκελάριος έκανε στη συγκεκριμένη περίπτωση ακριβώς αυτό που χρειαζόμαστε. Επέδειξε αλληλεγγύη, αντέδρασε σύμφωνα με τις ισχύουσες συνθήκες περί αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης και της προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Επίσης, πολλοί Γερμανοί πολίτες βοήθησαν τους νεοαφιχθέντες».
 
Σχετικά με τις ενδοκυβερνητικές πιέσεις που δέχεται η Καγκελάριος, τόνισε ότι «λόγω της πίεσης που ασκούν ευρωσκεπτικιστές και λαϊκιστές, απειλούμαστε από τον κίνδυνο της οπισθοδρόμησης όχι μόνο στο Μεταναστευτικό. Απειλείται συνολικά το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Αυτό πρέπει να αποφευχθεί».
 
Για τα μέτρα αντιμετώπισης των μεταναστευτικών ροών ο Επίτροπος σημείωσε ότι «έχουμε συνάψει συμφωνίες με την Τουρκία για να φροντίσουμε τους πρόσφυγες στην περιοχή. Και αυτό λειτουργεί. Έχουμε δημιουργήσει μια κοινή ακτοφυλακή και συνοριοφυλακή».
 
«Τώρα θέλουμε να ενισχύσουμε τη συνεργασία με άλλες χώρες, όπως με την Τουρκία, από την οποία λαμβάνουμε θετικά μηνύματα. Το πρόγραμμα κατανομής προσφύγων στην Ελλάδα και την Ιταλία έχει λειτουργήσει. Όλα αυτά τα μέτρα συνολικά δείχνουν ότι η ΕΕ δεν ήταν αδρανής, έστω κι αν πρέπει να γίνουν πολλά ακόμη. Αλλά και αυτό θα το επιτύχουμε» ανέφερε.
 
Ο Δ. Αβραμόπουλος μίλησε και για το σωστικό πλοίο Lifeline το οποίο μετέφερε περισσότερους από 200 πρόσφυγες στη Μεσόγειο, τονίζοντας ότι «δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι εδώ μιλάμε για ανθρώπινες ζωές. Είμαι συγκλονισμένος. Είναι συνταρακτικό. Έχουμε διαδικασίες, έχουμε συμφωνίες, ο καθένας πρέπει να τηρεί τους κανόνες αυτούς, και οι ανθρωπιστικές οργανώσεις. Αυτή είναι η στιγμή κατά την οποία όλοι πρέπει να σεβαστούν τις αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διότι πρωταρχικό μας καθήκον ήταν να σώσουμε ανθρώπους που η ζωή τους βρίσκεται σε κίνδυνο στη θάλασσα. Αυτό το κάναμε. Περισσότεροι από 630.000 άνθρωποι έχουν σωθεί με τη βοήθεια της Ένωσης. Φυσικά, θα πρέπει σε δεύτερη φάση να εξεταστεί ποιος έχει δικαίωμα ασύλου και ποιος πρέπει να γυρίσει πίσω».
 

«Δεν πρόκειται για φυλακές, όπως το Γκουαντάναμο»

 
Για το σχέδιο της Ευρώπης να δημιουργήσει κέντρα διέλευσης, ή υποδοχής, σε τρίτες χώρες στη βόρεια Αφρική ή στα Βαλκάνια, υποστήριξε ότι «δεν πρόκειται για φυλακές, όπως το Γκουαντάναμο. Αυτό απαγορεύεται από την ιστορία και τον πολιτισμό μας. Αυτό που συζητείται επί του παρόντος είναι η δυνατότητα να μεταφέρονται οι διασωθέντες -στη θάλασσα- πρόσφυγες και σε χώρες εκτός ΕΕ. Αυτοί που χρειάζονται προστασία θα μπορούσαν κατόπιν να μεταφερθούν απευθείας στην Ευρώπη. Όσοι δεν χρειάζονται προστασία, θα επιστρέφουν στις χώρες προέλευσής τους».
 
«Δεν πρέπει ποτέ να επιτρέψουμε στην Ευρώπη να γίνει φρούριο, διότι αυτό θα μας απομόνωνε. Η αλληλεγγύη και η υπευθυνότητα δεν είναι μόνο ωραία λόγια. Είναι οι αρχές πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε η ΕΕ και οι οποίες συνθέτουν αυτήν την κοινότητα» τόνισε και πρόσθετε πως ο στόχος πρέπει να είναι η μείωση της παράτυπης μετανάστευσης και η αναχαίτιση των διακινητών.
 
Ο Έλληνας Επίτροπος αναφέρθηκε και στον Κανονισμό του Δουβλίνου ο οποίος καθορίζει το κράτος μέλος της ΕΕ που είναι αρμόδιο για την εξέταση της αίτησης για τους αιτούντες άσυλο που αναζητούν διεθνή προστασία, υπογραμμίζοντας ότι «το Δουβλίνο δεν λειτουργεί πλέον. Χρειαζόμαστε έναν νέο ευρωπαϊκό νόμο για το άσυλο. Πρέπει να είναι έντιμος και δεν επιτρέπεται να μετατοπίζει την ευθύνη μόνο στα παράκτια κράτη. Μια ενισχυμένη Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο θα πρέπει να αναλάβει τα καθήκοντα μιας πραγματικής αρχής ασύλου. Επιπλέον, μια λειτουργούσα συνοριοφυλακή και ακτοφυλακή».
 
«Υπάρχουν εν τω μεταξύ πολλά μέσα για να φροντίσουμε την ασφάλεια: η Europol έχει αναβαθμιστεί. Υπάρχουν πολλές μορφές συνεργασίας μεταξύ των αρχών ασφαλείας και των αστυνομικών αρχών. Η ανταλλαγή πληροφοριών ενισχύθηκε», κατέληξε.