του Θάνου Καμήλαλη

«Δεν είναι ο βασανισμός του Άρη, είναι ο βασανισμός του Άρη και του Όμηρου». Ο Άρης Παπαζαχαρουδάκης, που κατήγγειλε επώνυμα τον βασανισμό του από την Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία, επέλεξε να μιλήσει πολύ περισσότερο για τον αδερφικό του φίλο, τον Όμηρο Μ., κατά την τοποθέτησή του στη συνέντευξη Τύπου που οργανώθηκε στη Νομική, αμέσως μετά την κατάθεση της μήνυσης στην Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία.

«Ο Όμηρος, και λέω το όνομα του γιατί είναι και συμβολικό, απήχθη, την επόμενη μέρα της διαδήλωσης, στις 3:30 έξω από το σπίτι του. Δούλευε ντελίβερι και όταν γύρισε για να αφήσει φαγητό στη θεία του, εξαφανίστηκε. Το μόνο που βρέθηκε ήταν η μάσκα του, πατημένη κάτω, συμβολικά, για να τη δει η οικογένειά του. Ο Όμηρος αναγκάζεται να φορέσει τη κουκούλα του φούτερ του, μέχρι κάτω από τα μάτια, του βάζουν τα δάχτυλα στα αυτιά για να τον πονέσουν, τρώει ξύλο. Καταλήγει μόνος του σε ένα κελί του ημιορόφου ανάμεσα στον 12ο και τον 13ο όροφο, όπου ξεκινάει η Οδύσσεια του. Πέρασε εκεί μέσα 10 ώρες, όχι 8 όπως εγώ. Και τις πέρασε χωρίς να γνωρίζει ότι μετά από λίγη ώρα θα έρθει ο κολλητός του και θα το περνάνε μαζί. Του έδειξαν και κάποια φωτογραφία μου, με σαγιονάρα έξω από το σπίτι μου. Που Ιανουάριος του 2021 δεν ήτανε, επομένως ακόμα και το επίσημο της παρακολούθησής μας, ήταν προσχηματικό. Τον ρωτάνε αν με αναγνωρίζει και πώς είναι τα μαλλιά μου. Βλέπετε ότι έχω κοτσίδα. Ο Όμηρος τους είπε ότι είμαι καράφλας και αυτό το πλήρωσε ακριβά.

Εμένα το μεγαλύτερο μου στήριγμα και δεν είναι τιμή μου, είναι ντροπή μου, ήταν ότι δεν είμαι ο μόνος που το περνάει. Ο Όμηρος ήταν μόνος του και έχει πολύ μεγάλη σημασία. Κακοποιήθηκε, βασανίστηκε, παραλίγο να του σπάσουν το χέρι. Κάποια στιγμή ούρλιαζε και ήταν έτοιμος να παραδεχθεί ακόμα και απόπειρα ανθρωποκτονίας για να σταματήσουν. Τον έφτασαν στο σημέιο να φωνάζει “πείτε μου τι θέλετε να πω”. Δεν υπάρχουν ήρωες. Δεν υπάρχει γενναιότητα χωρίς την αλληλεγγύη, χωρίς τα στηρίγματά μας. Απειλήθηκε με βιασμό, όταν τον είδα το βράδυ ήταν γεμάτος σημάδια στο κεφάλι, μπορούσα να δω τα παπούτσια των αστυνομικών. Και τα λέω εγώ, γιατί αυτός δεν μπόρεσε πότε ακόμα να τα πει.»

Αναφέρθηκε στη συνέχεια ξανά στη δική του ιστορία, ενώ σημείωσε ότι «δεν θεωρώ ότι η κίνησή μας να μηνύσουμε, μας τιμά λιγότερο ή περισσότερο από ανθρώπους που αρνήθηκαν να το κάνουν. Ή η κίνησή μας να μιλήσουμε, μας τιμά λιγότερο ή περισσότερο από ανθρώπους που δεν μπόρεσαν να το κάνουν».

Υπενθυμίζεται ότι ο Άρης Παπαζαχαρουδάκης «συνελήφθη», καταγγέλλοντας όλη τη διαδικασία ως μία απαγωγή, μία ημέρα μετά τη διαδήλωση στη Νέα Σμύρνη, στις 9 Μαρτίου, ως ύποπτος για τον τραυματισμό του αστυνομικού. Αμέσως μετά την κράτησή του, κατήγγειλε τον βασανισμό του, πρώτα στην «Εφημερίδα των Συντακτών», προκαλώντας μία οργισμένη αντίδραση από το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, που έφτασε στο σημείο ακόμα και να απειλεί την εφημερίδα, ενώ μάλιστα έγραφε λανθασμένα ακόμα και το μικρό όνομα του καταγγέλλοντα (αναγραφόταν ως Δημήτρης). Ακολούθησαν ακόμα δύο συνεντεύξεις, στο ThePressProject και στο Omniatv και λίγο αργότερα, μαζί με την απάντηση της «Εφ.Συν» και εν μέσω της κατακραυγής, το Τμήμα Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ κάλεσε τον Α.Παπαζαχαρουδάκη για κατάθεση, διαψεύδοντας ουσιαστικά και εκκωφαντικά τον Μιχάλη Χρυσοχοϊδη.

Αυτό το τρίμηνο που έχει μεσολαβήσει, ο Παπαζαχαρουδάκης έχει δώσει στη δημοσιότητα φωτογραφίες από τα τραύματά του και την ιατρική γνωμάτευση, ενώ έχει κληθεί να καταθέσει δύο φορές στο Εσωτερικών Υποθέσεων. Ωστόσο, ήδη έχουν παρουσιαστεί σοβαρά εμπόδια με ευθύνη της ΕΛ.ΑΣ στην προσπάθεια να πέσει φως στην υπόθεση. Όπως αναφέρουν οι δικηγόροι του, στην δεύτερη κατάθεσή του, ο Άρης κλήθηκε να αναγνωρίσει πρόσωπα αστυνομικών με βάση αστυνομικές ταυτότητες, ενώ ο ίδιος καταγγέλλει επανειλημμένα ότι οι άνδρες της Αντιτρομοκρατικής φορούσαν κουκούλες, από την πρώτη στιγμή που τον απήγαγαν και τον οδήγησαν στη ΓΑΔΑ. Παράλληλα, η ΕΛ.ΑΣ δεν απάντησε ποτέ στο εξώδικο ώστε να γνωστοποιήσει τα ονόματα των αστυνομικών που υπηρετούσαν εκείνη τη μέρα στα γραφεία της Αντιτρομοκρατικής, αναγκάζοντας την πλευρά των καταγγελόντων να καταθέσει μήνυση κατ’αγνώστων. Ενώ δεν έχει γίνει καμία χρήση του υλικού από τις κάμερες στον 12ο και 13ο όροφο, που θα μπορούσε να δώσει μία πολύ καλή εικόνα του τι συνέβη. Όπως προέκυψε από επίσημα έγγραφα, το τηλέφωνο του Άρη παρακολουθούνταν από τον Ιανουάριο του 2021, με διάταξη του Εισαγγελέα Εφετών και επίκληση σε «λόγους εθνικής ασφάλειας», που παραμένουν απόρρητοι ακόμα και για τους δικηγόρους του.

Στη συνέντευξη Τύπου, που διοργάνωσε η συλλογικότητα «Μασόβκα» και μεταδόθηκε διαδικτυακά από το TPP, συμμετείχε επίσης η νομική ομάδα που έχει αναλάβει την υπόθεση (Α.Παπαρρούσου, Ι.Κούρτοβικ, Θ.Καμπαγιάννης, Κ.Παπαδάκης) ενώ παρεμβάσεις έγιναν από πολιτικές οργανώσεις, συλλογικότητες αλλά και άτομα που καταγγέλλουν ότι έχουν υποστεί βασανιστήρια στο παρελθόν από την ΕΛ.ΑΣ.

Τηλεφωνική παρέμβαση έκανε και ο Γιάννης Μάγγος, πατέρας του Βασίλη. Αυτές τις μέρες συμπληρώνεται ένας χρόνος από τον άγριο ξυλοδαρμό του Β.Μάγγου, πρώτα έξω από τα δικαστήρια του Βόλου, «μπροστά στα μάτια της Δικαιοσύνης» όπως είπε ο πατέρας του και στη συνέχεια μέσα στο Αστυνομικό Τμήμα. Έναν μήνα μετά, στις 14 Ιουλίου, ο Μάγος βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του. Το πόρισμα της ΕΔΕ για την υπόθεση παραμένει ακόμα άγνωστο.

«Ο αγώνας μας έχει το όνομα του Βασίλη» τόνισε ο Α.Παπαζαχαρουδάκης

Στις τοποθετήσεις τους, οι δικηγόροι αναφέρθηκαν στα μέχρι στιγμής στοιχεία για την υπόθεση, αλλά και την κωλυσιεργία των αρχών, τη σημασία της απόφασης να κατατεθεί μήνυση ενάντια στην Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία, αλλά και στο γενικότερο πλαίσιο της αστυνομικής αυθαιρεσίας και ατιμωρησίας, με αναφορές σε προηγούμενες υποθέσεις, καταδικαστικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου κατά της Ελλάδας, αλλά και στις αιτίες του δομικού και συστημικού προβλήματος.

Το εξώδικο που δεν απαντήθηκε ποτέ για το ποιοι υπηρετούσαν εκείνη τη μέρα

«Η περίπτωση του Άρη είναι προφανές ότι δεν είναι η πρώτη περίπτωση βασανισμού. Η κακοποίηση σε συνθήκες κράτησης με σκοπό την εκδίκηση, την τιμωρία, την οποία ο ίδιος ο αστυνομικός αναλαμβάνει να εκτελέσει, με αυτήν την πολύ συγκεκριμένη χρήση βίας, μεθόδων άσκησης βίας που έχουν σκοπό να συντρίψουν τον άνθρωπο, σωματικά και ψυχικά, είναι σαφές ότι στην Ελλάδα είναι περίπου μία κατάσταση» τόνισε η Άννυ Παπαρρούσου, που κατήγγειλε και την αδιαφορία των εισαγγελικών αρχών, όταν βλέπουν μπροστά τους συλληφθέντες με εμφανή σημάδια κακοποίησης:

«Εμείς οι συνήγοροι, αυτό το βλέπουμε πάρα πολύ συχνά. Άνθρωποι κακοποιημένοι, άνθρωποι σε κακά χάλια, κατηγορούμενοι που έρχονται στην Εισαγγελία, με αίματα, με μώλωπες, σέρνοντας τα πόδια τους, κρατώντας τα χέρια τους, με σπασμένα χέρια, ανοιγμένα κεφάλια… Αυτό, είναι μία κατάσταση, η οποία είναι και πολύ συνήθης. Ξέρετε έχω την αίσθηση ότι την κατάσταση αυτή τη βλέπουμε και την αντιμετωπίζουμε μονάχα οι δικηγόροι, οι φίλοι, η οικογένεια, οι μάρτυρες. Οι δικαστές στους οποίους οδηγούνται αυτοί οι άνθρωποι, σπάνια έχουν μάτια για τις πληγές που έχουν απέναντί τους. Σπάνια προσέχουν, ότι είναι χτυπημένοι, μολονότι οι δικαστικές αρχές θα έπρεπε να είχαν στις περιπτώσεις αυτές τον πρώτο λόγο, να ρωτήσουν τους ανθρώπους γιατί και πού κακοποιήθηκαν. Κι επειδή είναι ένα αδίκημα βαρύ, το οποίο είναι σαφές ποιος το έκανε, θα έπρεπε να προχωράνε αυτεπάγγελτα στη δίωξη των αστυνομικών δια της δικαστικής οδού, με μία διερεύνηση για να βρουνε ποιος το έκανε και με ποιον τρόπο. Εγώ αυτό το έχω συναντήσει μία φορά, έναν εισαγγελέα να ρωτάει τους κατηγορούμενους, οι οποίοι ήταν σε κακά χάλια, ποιος σας έκανε έτσι. Και τους συμβούλευσε μάλιστα να ασκήσουν και μήνυση.»

Αναφέρθηκε στις υποθέσεις του Β.Μάγγου και του Ζακ Κωστόπουλου, τονίζοντας ότι και στις δύο, δεν έχει ολοκληρωθεί η ΕΔΕ. «Στην περίπτωση του Ζακ Κωστόπουλου έχουνε περάσει δύο χρόνια, δεν έχουμε κανένα πόρισμα, προφανώς ούτε στην περίπτωση του Βασίλη Μάγγου. Αυτό είναι το σύστημα κι εδώ πέρα έχουμε ένα ζήτημα να αντιμετωπίσουμε και για τους λίγους και τους τολμηρούς, όπως είναι ο Άρης: Ποιοι είναι αυτοί οι αστυνομικοί; Πώς λέγονται; Κι εδώ συμβαίνει κάτι παράδοξο, όταν θες να κάνεις μήνυση, απευθύνεις ερώτημα στις αστυνομικές αρχές σχετικά με το ποιοι υπηρετούσαν εκείνο τον χρόνο, σε εκείνο τον τόπο, κατά τη σύλληψη του τάδε κλπ. Ποτέ δεν έχει υπάρξει απάντηση για το ζήτημα αυτό. Την ίδια τακτική ακολουθήσαμε και για λόγους σταδίων της πορείας μιας υπόθεσης, στην υπόθεση του Άρη, Αποστείλαμε ένα εξώδικο, στην Αστυνομία, για παροχή στοιχείων, που δεν απαντήθηκε ποτέ. Άρα λοιπόν η μήνυση που καταθέσαμε, είναι αναγκαστικά κατ’αγνώστων. Είναι απόλυτο ότι η Αστυνομία μπορεί να βρει ποιος έκανε ακριβώς τι, στον χρόνο τον οποίον προσδιορίζουμε. Και είναι δικό της έργο» εξήγησε η δικηγόρος και συνέχισε λέγοντας:

«Η περίπτωση του Άρη είναι λίγο ιδιαίτερη. Να σας θυμίσω ότι είχαμε συλλήψεις και την προηγούμενη μέρα, από τα γεγονότα της Νέας Σμύρνης. Άνθρωποι που συνελήφθησαν εκεί, επ’αυτοφόρω και τους αποδόθηκαν βαριές κατηγορίες. Σήμερα έχουμε δύο προσωρινά κρατούμενους από εκείνη τη νύχτα, με γελοία στοιχεία. Οι συλληφθέντες εκείνης της νύχτας και οδηγήθηκαν στη ΓΑΔΑ και κρατήθηκαν από την Κρατική Ασφάλεια. Υπήρξαν και εκεί καταγγελίες για βασανιστήρια και για άσκοπη, απάνθρωπη, αστυνομική βία η οποία ασκήθηκε πριν τη σύλληψη, κατά τη σύλληψη και μετά τη σύλληψη. Στις καταγγελίες αυτές οι οποίες είναι καταγεγραμμένες και σε βίντεο που κυκλοφόρησαν ευρέως, προχώρησε και μία νεαρή κοπέλα, η Έφη. Είναι εντυπωσιακό ότι καμία δικαστική αρχή δεν κινητοποιήθηκε για να διώξει τους δράστες. Η ΕΔΕ έκλεισε όπως όπως, υπό το πρόσχημα ότι η ίδια η κοπέλα δεν θέλει να κινήσει περαιτέρω διαδικασία και τελείωσε το ζήτημα εκεί. Τον Άρη και τον Ο.Μ τους συνέλαβε η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία. Ενδεικτικό είναι ότι η σύλληψη, από την αρχή δεν είναι σύλληψη όπως τη φανταζόμαστε. Ό,τι προέρχεται από αυτήν την Υπηρεσία δεν υπακούει σε κανόνες. Εδώ είχαμε μία απαγωγή, πανομοιότυπη και στον έναν και στον άλλο».

Κατήγγειλε μάλιστα ότι «στον 12ο όροφο υπάρχει μία ειδική εγκατάσταση ώστε να λαμβάνουν χώρα αυτές οι διαδικασίες» ενώ σημείωσε επίσης ότι «οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν και έτσι περιγράφονται στη μήνυση, είναι παλιές, γνωστές. Ακούγοντας την ιστορία του Άρη, θυμήθηκα περιγραφές από την περίοδο της χούντας. Μέθοδοι για να προκληθεί ακραίος σωματικός πόνος, χωρίς να υπάρχουν μεγάλα σημάδια, ή κατάγματα, βλάβες που θα είναι εμφανείς και ταυτόχρονα να προκαλούν τρόμο, ψυχικό πόνο και άλγος στους κατηγορούμενους».

Η Άννυ Παπαρρούσου έκανε και ιδιαίτερη αναφορά στη θεωρία του «εσωτερικού εχθρού», διαχρονική στην Ελλάδα. «Η εξήγηση που μπορώ να δώσω, όπως διαισθητικά προσεγγίζω το ζήτημα, έιναι ότι υπάρχει ένα μίσος και μία τιμωρητική διάθεση απέναντι στον εσωτερικό εχθρό. Γιατί μιλάμε για κρατούμενους που κυρίως προέρχονται από τον αναρχικό ή εν πάσει περιπτώσει αριστερό χώρο. Υπάρχει μία πολύ εγκατεστημένη στάση ψυχική, των αστυνομικών, απέναντι στους πολιτικούς τους αντιπάλους, αυτούς που θεωρούν πολιτικούς αντιπάλους και το μίσος με το οποίο τους μεταχειρίζονται αυτή η τιμωρία στην οποία οι ίδιοι προχωρούν, πράγμα το οποίο φυσικά δεν δικαιούνται, αυτο καταδεικνύει.Τα δεδομένα που υπάρχουν στη δικογραφία τους καθιστούν από την αρχή εσωτερικό εχθρό. Το τηλέφωνο και οι συνομιλίες του Άρη παρακολουθούνται ήδη από τον Ιανουάριο του 2021, χωρίς να έχιε διαπράξει κάποιοι αδίκημα, απλώς γιατί συμμετέχει σε μία πολιτική οργάνωση και αναπτύσσει πολιτική δραστηριότητα. Έτσι λοιπόν, με μία διάταξη του εισαγγελέα Εφετών, που επικαλείται λόγους εθνικής ασφάλειας, που για εμάς τους δικηγόρους είναι απόρρητη, παρακολουθούσαν το τηλέφωνό του. Με βάση λοιπόν μία τηλεφωνική συνομιλία που είχε με τον Ο.Μ, που θεωρήθηκε, αξιολογήθηκε ως “ομολογία” για τον τραυματισμό του αστυνομικού, συνελήφθη ο Ο.Μ ο οποίος με βάση αυτήν τη καταγραφή μίας αμφιλεγόμενης συνομιλίας και δικών του λεγομένων βρίσκεται τώρα κατηγορούμενος με απόπειρα ανθρωποκτονίας για τον τραυματισμό του αστυνομικού στη Νέα Σμύρνη».

Η «μαύρη τρύπα» της ΓΑΔΑ

«Δεν ξέρω αν το ακούσατε, αλλά γίνονται φοβερά βασανιστήρια στα κρατητήρια της Λευκορωσίας» τόνισε ξεκινώντας την τοποθέτησή του ο Θανάσης Καμπαγιάννης. «Το είπε και ο ΣΚΑΙ προχθές, έδειχνε και έναν άνθρωπο που είχε γίνει μπλαβί το πρόσωπό του στα κρατητήρια του Λουκασένκο. Σήμερα μιλάμε για βασανιστήρια που γίνονται στη ΓΑΔΑ, στην Αθήνα. Είναι βασανιστήρια που γίνονται στην Ελλάδα και είναι βασανιστήρια που γίνονται στη Δημοκρατία. Κι όταν ακούμε για τέτοια ζητήματα έχουμε εύκολη τη λέξη όλοι μας, “χούντα”, ενώ έρχεται η αντίδραση ότι “δεν είναι χούντα”. Δεν ζούμε σε χούντα. Είναι σωστό αυτό. Δεν είμαστε σε χούντα, μην μικραίνουμε την κατάσταση που έζησαν οι άνθρωποι, μερικοί βρίσκονται και σήμερα εδώ. Βασανιστήρια δεν γίνονται μόνο επί χούντας, γίνονται και επί Δημοκρατίας, επί κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και τα βασανιστήρια που καταγγέλλουμε, έγιναν επί κοινοβουλευτικής δημοκρατίας» πρόσθεσε.

Αναφέρθηκε επίσης στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία «όταν ένας άνθρωπος μπαίνει υγιής μέσα σε ένα αστυνομικό Τμήμα και βγαίνει, είτε έχοντας μία αμυχή, είτε νεκρός, το βάρος της απόδειξης είναι στο κράτος να αποδείξει τι έγινε, μέσα σε έναν χώρο του απόλυτου ελέγχου του, της απόλυτης εξουσίασής τους. Έτσι λοιπόν αυτοί έχουν το βάρος να μας πουν τι έγινε εκεί μέσα, παρότι ό,τι γράφουμε είναι αλήθεια και επίσης, να μας το ορίσουν κιόλας. Γιατί ξέρουμε ποια είναι πλέον η αντίδραση. Η αντίδραση είναι ότι γίνανε κάποια πράγματα αλλά “εντάξει ρε παιδιά τώρα, βασανιστήρια; Μήπως είναι βαριά η λέξη; Λίγο ξύλο ήταν, αυτό το σύνηθες”».

Ένα από τα αιτήματα και τους στόχους της μήνυσης στην Αντιτρομοκρατική, είναι, όπως σημείωσε ο δικηγόρος, «να μας πει η ελληνική Δημοκρατία: Τι είναι αυτό που έγινε εκείνο το βράδυ; Πού προβλέπεται; Εμείς είμαστε 4 δικηγόροι και η Κάτια η Τάτση πέντε, ψάχνουμε να βρούμε στους Κώδικες, στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, στον Κώδικα Αστυνομικών Υπαλλήλων, τι είναι αυτό; Το κουκούλωμα πού προβλέπεται; Οι 8 ώρες κλεισμένος σε ένα δωμάτιο, οι απειλές, το ξύλο; Και τι είναι βασανιστήριο για την ελληνική Δημοκρατία; Υπάρχει κάποιο μίνιμουμ το οποίο επιτρέπεται και πάνω από αυτό ήταν μία υπερβολή; Αυτά είναι τα ζητήματα που χρειάζεται να θέσουμε. Χρειάζεται να χρησιμοποιήσουμε το εργαλείο της μήνυσης χωρίς αυταπάτες. Δεν έχουμε την ψευδαίσθηση ότι θα υπάρξει στο τέλος μία συνολική δικαίωση απέναντι στο κράτος ή συνολικά στην Αντιτρομοκρατική. Ξέρουμε όμως ότι μπορούμε να τους δυσκολέψουμε. Και είναι μία καμπάνια που έχει στόχους. Ο στόχος είναι να τιμωρηθούνε, να διωχθούνε από το αστυνομικό Σώμα οι βασανιστές, ο στόχος είναι να πάψει να πάψει να υπάρχει αυτή η μαύρη τρύπα στη ΓΑΔΑ».

Ο Θ.Καμπαγιάννης αναφέρθηκε σε ένα φαινόμενο που έχει καταγγελθεί επανειλημμένα, σε υποθέσεις μαζικών συλλήψεων, κυρίως έπειτα από κινητοποιήσεις, κατά το οποίοι οι συλληφθέντες-είσες βρίσκονται σε ένα «κενό», μεταξύ προσαγωγής και σύλληψης, για πολλές ώρες μέσα σε Αστυνομικό Τμήμα, χωρίς να τους επιτρέπεται να μιλήσουν με δικηγόρο. Το παρομοίασε με μία «μαύρη τρύπα» δικαιωμάτων. «Μία μαύρη τρύπα που την έχετε ζήσει και αρκετοί και αρκετές από εσάς. Που μπαίνεις στη ΓΑΔΑ και είσαι στη φάση της προσαγωγής, δεν έχει υπογραφεί ακόμα η σύλληψη, δεν μπορείς να δεις δικηγόρο, γιατί μας σταματάνε κι εμάς που ερχόμαστε από κάτω και προσπαθούμε να ανέβουμε. Να κοπούν αυτά».

Ζήτησε, ολοκληρώνοντας, «να μην υπάρξει ποτέ άνθρωπος ο οποίος θα μείνει μόνος. Εμένα η σκέψη μου είναι πως μερικές φορές δεν είμαστε εκεί. Για τον άλλον, τον σύντροφό μας, ή για τον συναγωνιστή μας. Εκείνο το βράδυ τα παιδιά ήταν μόνα τους. Σε έναν όροφο που συνέβαινε αυτό το πράγμα, με τον τρόμο, ότι θα μπούνε μέσα, θα συνεχίσει το ξύλο κλπ. Δεν μπορούμε πια να το αλλάξουμε το γεγονός ότι βασανίστηκαν τα παιδιά, μπορούμε όμως να πούμε ότι θα είμαστε δίπλα τους, με τον κόσμο, στον αγώνα τον οποίον θα δώσουν. Δεν θα αφήσουμε κανέναν να είναι μόνος του απέναντι σε τέτοιου τύπου αγριότητες».

Οι πυλώνες τις ατιμωρησίας

Στις καταδίκες της Ελλάδας σε ευρωπαϊκούς και διεθνείς φορείς που ασχολούνται με βασανιστήρια και εξευτελιστική μεταχείριση, αναφέρθηκε η Ιωάννα Κούρτοβικ. «Είναι εξαιρετικό το πλαίσιο που δημιούργησε ο ευρωπαϊκός πολιτισμός, για να αντιμετωπίσει το ζήτημα των βασανιστηρίων. Ειδικά πρωτόκολλα,, διεθνείς συμβάσεις, η Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων, που έρχεται κάθε δύο χρόνια στη χώρα μας, ο Επίτροπος της Ε.Ε. για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αν κοιτάξουμε τη νομολογία της Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το όποιο βέβαια να πω ότι πέρα από τη νομιμότητα πολλές φορές έχει και μία σκοπιμότητα σε αποφάσεις, θα δούμε σωρεία αποφάσεων κατά κρατών για βασανιστήρια ή για απαξιωτική και εξευτελιστική συμπεριφορά. Η Ελλάδα έχει μία ιδιαίτερη θέση σε αυτό, έχει μία σειρά από αποφάσεις που τη βαραίνουν. Αποφάσεις υποθέσεων που έφτασαν εκεί, είτε γιατί, κατά κανόνα, δεν είχε γίνει καμία έρευνα για να εντοπιστούν οι ένοχοι των παραβατικών πράξεων, είτε γιατί οι ένοχοι είχαν απαλλαγεί, είτε είχαν περάσει αβρόχοις ποσοί τη διαδικασία. Διαβάζουμε στην τελευταία έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη, ότι αστυνομικοί κατηγορούμενοι για βασανιστήρια τιμωρήθηκαν με το τρομερό πρόστιμο των 30 ευρώ» τόνισε η δικηγόρος.

Αναφέρθηκε στη συνέχεια σε μία υπόθεση που χρειάστηκε να περάσουν 15 χρόνια ώστε να υπάρξει μία κάποια δικαίωση για τα θύματα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο. «Υπόθεση που αφορούσε βασανισμό Αφγανών προσφύγων, το 2004 παρακαλώ, στο Αστυνομικού Τμήμα του Αγίου Παντελεήμονα. Βασανισμούς που ήταν με εφαρμογή της φάλαγγας, με συνεχή ξυλοδαρμό,  εισβολές στους χώρους του ύπνου. Μία υπόθεση μαζικών βασανισμών, μία ακραία υπόθεση, η οποία στην Ελλάδα οδήγησε σε μία, αν θυμάμαι ποινή τριών μηνών στον έναν από τους δύο που παραπέμφθηκαν. Δεκαπέντε χρόνια μετά, στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αποφασίστηκε ότι η Ελλάδα πρέπει να πληρώσει στα θύματα, που δεν είναι πια στην Ελλάδα, αποζημιώσεις 16 με 24 χιλιάδων ευρώ».

Ως προς τους τρεις πυλώνες που επιτρέπουν τη συστηματική ατιμωρησία, η Ιωάννα Κούρτοβικ αναφέρθηκε στην πειθαρχική διαδικασία, με τις ΕΔΕ και τον «αυτοέλεγχο» της ΕΛ.ΑΣ, την στάση του δικαστικού σώματος απέναντι στους αστυνομικούς, αλλά και τη φανατική υπεράσπιση που απολαμβάνουν από το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Έκανε λόγο, όπως και ο Κώστας Παπαδάκης, για «κεκτημένη και ακλόνητη» ατιμωρησία, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι το δημόσιο αναλαμβάνει και την κάλυψη των εξόδων υπεράσπισης, αλλά και των εξόδων της πολιτικής αγωγής σε περιτπώσεις αντιμήνυσης. Χαρακτήρισε τέλος «καταδικασμένη» την προσπάθεια του Συνηγόρου του Πολίτη να παρέμβει αποτελεσματικα, παρά την αναδιαμόρφωση του πλαισίου από το 2016.

O Kώστας Παπαδάκης αναφέρθηκε στο νομικό πλαίσιο που ισχύει στην Ελλάδα για τα βασανιστήρια, από το 1983 και στις διαδοχικές τροποποιήσεις, τονίζοντας ότι λόγω του πλαισίου συγκάλυψης, βάσει των υπερεξουσιών που έχει συγκεντρώσει η Αστυνομία, ο νόμος αυτός έχει πέσει σε αχρησία. «Είναι αδιανόητο να γίνονται μηνύσεις εναντίον αστυνομικών και να διεξάγονται προανακρίσεις από την ίδια την Αστυνομία» τόνισε.

«Η μήνυση που κατατέθηκε χθες, θα έχει πολύ μεγάλη δυσκολία να οδηγήσει σε τιμωρία των υπευθύνων. Έχω την άποψη όμως ότι η σημερινή πρωτοβουλία έχει ένα ευρύτερο καθήκον. Να μην διατηρεί ιδιαίτερες αυταπάτες όσον αφορά τα όρια των δικαστικών διαδικασιών, αλλά να ορίσει το κυριάρχο ζητούμενο, που είναι η συλλογική ανάδειξη όλων των περιστατικών βασανισμού και κακοποίησης, έχοντας την ατυχία να συλληφθούν ώστε να δημιουργήσει ένα κίνημα ανάλογο του metoo για όσους έχουν υπάρξει θύματα βασανισμών και κακοποιήσεων σε αστυνομικά τμήματα και προσφυγικές δομές. Και ιδίως να υπερασπίσει αυτούς που είναι ανυπεράσπιστοι στα χέρια της ΕΛ.ΑΣ, όπως είναι οι αναρχικοί, οι αριστεροί, οι μετανάστες, οι κρατούμενοι, οι νεολαίοι. Όλους αυτούς στους οποίους η αστυνομία του Χρυσοχοϊδη και της Νέας Δημοκρατίας παριστάνει τα λιοντάρια, ενώ είναι κότες στο ποινικό έγκλημα». Συνέχισε λέγοντας για την ανάγκη συστράτευσης πολιτών, δικηγόρων, δημοσιογράφων και φορέων, ώστε να υπάρχει μία μαζική απάντηση και ένα τέλος σε αυτές τις πρακτικές.

«Τον Βασίλειο τον σκότωσαν με μία σφαίρα στην ψυχή»

Ακολούθησαν οι παρεμβάσεις ατόμων με τις δικές τους ιστορίες για βασανισμούς και αστυνμοική βία και αυθαιρεσία. Ο Ηλίας Λάμπρου μίλησε για την υπόθεση της αντιφασιστική μοτοπορείας, τον Σεπτέμβριο του 2012, εν μέσω της ανόδου της Χρυσής Αυγής. Μια υπόθεση που οδηγήθηκε σε δίκη, ωστόσο, επτά χρόνια μετά, τον Οκτώβριο του 2019, οι κατηγορούμενοι δεν αθωώθηκαν, αλά κρίθηκε ότι τα αδικήματα είχαν παραγραφεί. Έναν μήνα μετά το τέλος αυτής της υπόθεσης και με την αστυνομοκρατία να έχει ήδη αρχίσει να κυριαρχεί στην περιοχή των Εξαρχείων, ο Λάμπρος Γούλας, επίσης παρόν στην εκδήλωση, χτυπιέται βάναυσα από τους αστυνομικούς, οδηγείται σε ένα πάρκινγκ στην οδό Μπουμπουλίνας που δεν το πιάνουν οι κάμερες του υπουργείου Πολιτισμού και εν με΄σω ξύλου, απειλής βιασμού και απειλών, όπως κατήγγειλε, ακούει να του φωνάζουν ότι «στα Εξάρχεια έχουμε χούντα ρε, το κατάλαβες».

Το καλοκαίρι του 2020 φτάνουμε στην υπόθεση του Βασίλη Μάγγου. «Οι περιπτώσεις του Άρη και του Όμηρου και αυτή του Βασιλείου έχουν κοινά χαρακτηριστικά. Είναι αποτελέσματα στοχευμένης και άκρατης αστυνομικής αυθαιρεσίας, που ακολούθησαν μετά από δύο μεγάλες κινητοποιήσεις» τόνισε στην τηλεφωνική του παρέμβαση ο πατέρας του, Γιάννης.

«Πέρασε ένας χρόνος από τότε που ο Βασίλειος, μετέχοντας στον αγώνα κατά της καύσης σκουπιδιών από το τσιμεντάδικο της Lafarge, δέχθηκε σφοδρή επίθεση από τους αστυνομικούς  των ΜΑΤ και της ΟΠΚΕ, μπροστά στα δικαστήρια του Βόλου, μπροστά στα μάτια της Δικαιοσύνης. Εκεί, συμπαραστεκόμενος, σε έναν πολίτη, χτυπήθηκε άσχημα και η κακοποίηση του συνεχίστηκε μέσα στο αστυνομικό Τμήμα. Βασανίστηκε από κάτι θρασύδειλους τύπους, ειδικά από έναν ασφαλίτη, ο οποίος τον χτυπούσε επίτηδες στα τραυματισμένα του πλευρά, ενώ δύο της ΟΠΚΕ του κρατούσαν τα χέρια πίσω. Τέτοιοι γενναίοι τύποι, να τους ντρέπεται όλος ο κόσμος. Και δεν του δίναν λίγο νερό, όταν προσπάθησε να πιει δύο σταγόνες από έναν χαλασμένο καταψύκτη, γελούσαν. Και όλοι αυτοί που κόπτονται τώρα τελευταία για την “αλήθεια” και τις κάμερες των αστυνομικών, επιτέλους ας μας δείξουν μια φορά βιντεοληπτικό υλικό από τα κρατητήρια, για να φανεί η αλήθεια» ανέφερε, υπενθυμίζοντας την υπόθεση που είχε προκαλέσει σάλο και συνέχισε λέγοντας ότι «αφού τελείωσαν τα βασανιστήρια, αφού δεν ξέραν τι να κάνουν τον είχαν σακατέψει, τον πέταξαν στην κυριολεξία έξω από το Τμήμα. Αυτό ονομάζεται εγκατάλειψη θύματος. Σε άσχημη κατάσταση, πονούσε αφόρητα από τα σπασμένα πλευρά του και δεν μπορούσε να φύγει μόνος του. Τίποτα τελικά δεν αποδείχθηκε εις βάρος του».

Η οικογένεια του Βασίλη περιμένει ακόμα τα αποτελέσματα της ΕΔΕ που υποσχέθηκε ο Μιχάλης Χρυσοχοϊδης. Παρά τις διαρροές στον Τύπο από την ΕΛ.ΑΣ για την πορεία των ερευνών, δεν έχει καμία επίσημη ενημέρωση. «Ο γιος μας χτυπήθηκε άσχημα. Του έσπασαν επτά πλευρά, προπηλακίστηκε, βασανίστηκε, λοιδωρήθηκε. Υπέστη βαριές, σωματικές αλλά κυρίως ψυχικές βλάβες, του ισοπέδωσαν την προσωπικότητά του και στο τέλος οδηγήθηκε στον θάνατο. Ο Βασίλειος δεν σκοτώθηκε από μία σφαίρα στην καρδιά. Τον Βασίλειο τον σκότωσαν με μία σφαίρα στην ψυχή» τόνισε ο πατέρας του.

«Με το όνομά μας, με τις ιδιότητές μας, με την ιδια μας τη ζωή, βήμα το βήμα αλλάζουμε τον κόσμο»

Ακολούθησε σειρά παρεμβάσεων από οργανώσεις και συλλογικότητες, με πρώτη και σημαντικότερη αυτή του Συλλόγου Φυλακισθέντων και Εξορισθεντων Αντίστασης, μέσω του Άλκη Ρήγου. «Με κατοχυρωμένα τα συνταγματικά δικαιώματα και περνώντας για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού κράτους μία ομαλή περίοδο, χωρίς εκτροπές και πραξικοπήματα, μία τέτοια εκδήλωση θα έπρεπε να θεωρείτε αδιανόητη. Αδιανόητο να ξαναμιλάμε για καταστάσιες και προβλήματα που βιώθηκαν σε ένα συγκεκριμένο χθες, αδιανόητο να ξαναεμφανίζονται τέτοια ζητήματα σε ένα πιο σύνθετο πλαίσιο» σημείωσε ξεκινώντας την τοποθέτησή του. «Προφανώς δεν έχουμε χούντα» τόνισε, σημειώνοντας ωστόσο ότι «σήμερα τα πράγματα είναι πιο σύνθετα».

«Πρέπει να σταθούμε απέναντι απέναντι σε μία λογική που διαχέει φόβο και ανασφάλεια. Δύο σημαντικά στοιχεία του καπιταλισμού. Που σε απομονώνει από τη συλλογικόητα, σε οδηγεί σε ένα κλείσιμο ατομικό, μία εξατομίκευση». «Πολλά πράγματα γίνονται δυνατά όταν ξεπερνάμε την εξατομικευμένη αντίληψη του “εγώ να είμαι καλά” ή του “κάτσε στα αυγά σου”, μία αντίληψη που την είχαμε και τότε». Αναφέρθηκε επίσης στην ανάγκη «να ξεπεράσουμε τις διαφορετικές αριστερές και αναρχικές ταμπέλες, ώστε να σταθούμε ως ενεργοί πολίτες απέναντι σε κάθε μορφή αυθαιρεσίας», αλλά και στη Δημοκρατία, όχι ως «τυπική», με συμετοχή κάθε 4 χρόνια, αλλά ως ενεργή και ανοιχτή. «Από τη νεολαία ξεκινάει μία νέα πραγματικότητα» υποστήριξε, αναφερόμενος και στα πανεπιστήμια που παραμένουν κλειστά, αλλά και στη μανία για πανεπιστημιακή αστυνομία. «Έχουμε την ανάγκη μίας επώνυμης πολιτικής ανυπακοής».

«Με το όνομά μας, με τις ιδιότητές μας, με την ιδια μας τη ζωή, βήμα το βήμα αλλάζουμε τον κόσμο» τόνισε ο κ.Ρήγος, ενώ συνέχισε ως εξής:

«Τίποτα δεν πάει χαμένο, τίποτα. Όλα ξαναρχίζουν, παλεύουμε, ξαναπαλεύουμε, χάνουμε, κερδίζουμε… Αυτή είναι η ζωή. Αυτή είναι η ζωή, η αίσθηση του δημοκράτη πολίτη»