του Θάνου Καμήλαλη

«Με την παρούσα επιστολή θα θέλαμε να επαναφέρουμε τα αιτήματά μας, που σχετίζονται με την παράταση της προθεσμίας υποβολής και την τροποποίηση των Τελικών Παραδοτέων των διδακτορικών διατριβών μας και επιπλέον, να θέσουμε εκ νέου υπόψη σας τα καίρια ζητήματα που αντιμετωπίζουμε λόγω των έκτακτων συνθηκών που διαμόρφωσε η πανδημία του COVID-19 στη χώρα μας. Αιτούμαστε την άμεση χορήγηση επιπλέον οριζόντιας χρονικής παράτασης, τον επανορισμό του Τελικού Παραδοτέου, καθώς και τη μέριμνα για χορήγηση νέας πηγής χρηματοδότησης. Επιπλέον, αιτούμαστε την έγκαιρη απόκρισή σας προς ενημέρωση των Υποτρόφων του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (εφεξής ΙΚΥ) σχετικά με τα αιτήματα, καθώς και την πραγματοποίηση των απαραίτητων ενεργειών από πλευράς του ΙΚΥ αναφορικά με τα θέματα που χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης και επηρεάζουν καταλυτικά το έργο των Υποψήφιων Διδακτορισσών/ων από την έναρξη της πανδημίας τον Μάρτιο του 2020».

Τα παραπάνω αναφέρουν σε ανοιχτή τους επιστολή, προς τα Υπουργεία Παιδείας και Ανάπτυξης, αλλά και προς το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών, 181 υπότροφοι του ΙΚΥ που συνυπογράφουν το κείμενο. Οι υποτροφοί έχουν βρεθεί σε ιδιαίτερα δυσμενή κατάσταση:

  • Η προθεσμία για την υποβολή των διατριβών τους είναι σε λιγότερο από έξι μήνες, τον Δεκέμβριο του 2022, με τις παρατάσεις που έχουν δοθεί να είναι μικρότερες από τη διάρκεια των περιοριστικών μέτρων, λόγω της πανδημίας
  • Αν δεν παραδώσουν έως τον Δεκέμβριο, κινδυνεύουν να κληθούν να επιστρέψουν τα τροφεία τους, « δηλαδή, 27.060€ για όσες/ους έλαβαν 36μηνη υποτροφία και έχουν ήδη καταβληθεί τροφεία για 33 μήνες (820€/μήνα) και 17.220€ για όσες/ους έλαβαν 24μηνη υποτροφία και έχουν ήδη καταβληθεί τροφεία για 21 μήνες (820€/μήνα)» και ενώ οι υποτροφίες απευθύνονται σε άτομα χαμηλού εισοδήματος
  • Οι όποιες παρατάσεις έχουν δοθεί δεν συνοδεύονται από επιλέον κονδύλι για την ολοκλήρωση του ερευνητικού έργου, ενώ «για τις/τους ερευνήτριες/ές ΥΔ Υποτρόφους του ΙΚΥ δεν υπήρξε καμία οικονομική ενίσχυση κατά τη διάρκεια της πανδημίας, σε αντίθεση με άλλους επαγγελματικούς κλάδους της χώρας, αλλά και με συναδέλφισσες/ους ερευνήτριες/ές σε άλλες χώρες της ΕΕ, οι οποίες/οι λαμβάνουν χρηματοδοτούμενες παρατάσεις των ερευνών τους»
  • Παράλληλα, όπως σημειώνουν στην επιστολή τους, όλο αυτό το διάστημα έχει παρατηρηθεί ένα «επικοινωνιακό χάσμα μεταξύ Υποτρόφων και ΙΚΥ» με «αγωνιώδη αλλά μη επιτυχημένη προσπάθεια των Υποτρόφων να το γεφυρώσουν».

Ζητούν, αιτιολογώντας αναλυτικά τα αιτήματά τους:

  • Παράταση καταβολής των Τελικών Παραδοτέων που να αντιστοιχεί, κατά το ελάχιστο, στη συνολική διάρκεια των περιοριστικών μέτρων.
  • Κατάργηση της υποχρέωσης επιστροφής τροφείων, από όλες τις συμβάσεις που εμπίπτουν στο σχετικό ΕΣΠΑ και όλες τις μελλοντικές προκηρύξεις και συμβάσεις διδακτορικών υποτροφιών.
  • Μέριμνα όλων των αρμόδιων φορέων για μια οικονομική ενίσχυση (κονδύλι), που θα καλύπτει την ανάγκη για οικονομική στήριξη των ΥΔ Υποτρόφων του ΙΚΥ

«Αξιώνουμε» αναφέρουν, «από το ΙΚΥ και τα αρμόδια Υπουργεία να λάβουν υπόψη τους τα δίκαια αιτήματά μας και να λάβουν άμεσα μέτρα προς επίλυση αυτής της εξαιρετικά ψυχοφθόρας κατάστασης, προκειμένου επιτέλους να ολοκληρώσουμε τις διδακτορικές διατριβές μας με την απαιτούμενη ηρεμία. Όπως αντιλαμβάνεστε, αν και εργαζόμαστε υπό πρωτοφανώς δυσμενείς συνθήκες, δεν επιθυμούμε τίποτα περισσότερο από το να ολοκληρώσουμε με επιτυχία το ερευνητικό μας έργο, με τις αξιώσεις που θα έπρεπε να απαιτεί μια υποτροφία δοσμένη μετά από αξιολόγηση των ερευνητικών προτάσεων από το ΙΚΥ της χώρας, ώστε να συμβάλλουμε θετικά στο αντίστοιχο επιστημονικό μας πεδίο».

Σε επικοινωνία του TPP με το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών, δόθηκε η απάντηση πως έχει επιληφθεί του θέματος ο Πρόεδρος του ΙΚΥ, κ.Κουτσιλιέρης, ο οποίος και θα απαντήσει στην επιστολή των Υποτρόφων. Δεν διευκρινίστηκε ωστόσο αν η απάντηση θα είναι θετική ή αρνητική.

Τα αιτήματα των Υπουρόφων υποστηρίζονται από συνελεύσεις μελών ΔΕΠ σε διάφορα Τμήματα, όπως στο Τμήμα Επικοινωνίας Μέσων και Πολιτισμού Παντείου, στο τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας Παντείου και στο Τμήμα Κοινωνιολογίας Κρήτης, ενώ αναμένονται και άλλες ανακοινώσεις υποστήριξεις. Το θέμα έχει ήδη πάει στη Βουλή, με αναφορά που κατατέθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ και με Κοινοβουλευτική Ερώτηση από το ΚΚΕ προς την Υπουργό Παιδείας.

Aξίζει να σημειωθεί, ότι αυτή η υπόθεση είναι ενδεικτική των πολυ σοβαρών και συστηματικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι/ες στην Έρευνα και την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Όπως είχε αναδείξει το TPP σε αναλυτικό ρεπορτάζ, πρόκειται για έναν τομέα που διαφεντεύεται από τα εξοντωτικά ωράρια, την εργασιακή επισφάλεια, την κάλυψη επιπλέον αναγκών που προκύπτουν στα ΑΕΙ λόγω της υποχρηματοδότησης, την έντονη κινητικότητα,  καθυστερήσεις μηνών στη μισθοδοσία και την εξάρτηση από την προκήρυξη νέων προγραμμάτων.

Πιο αναλυτικά, οι 181 υπότροφοι που συνυπογράφουν την ανοιχτή επιστολή, εξηγούν πως:

«Μεταξύ των εμποδίων που αντιμετωπίσαμε στο πλαίσιο της πανδημίας περιλαμβάνονται οι κλειστές βιβλιοθήκες, το κλείσιμο και ο περιορισμός της χρήσης εργαστηρίων και ερευνητικών μονάδων (λόγω ασθενείας του προσωπικού, ή λόγω επιβολής ορίου ατόμων), η πρωτοφανής καθυστέρηση παράδοσης/έλλειψη αναλωσίμων, πρώτων υλών και ανταλλακτικών επιστημονικών μηχανημάτων, η αναβολή και ο χρονοβόρος επαναπρογραμματισμός επιτόπιων ερευνών ή ερευνών που πραγματοποιούνται παράλληλα σε χώρες του εξωτερικού, η καθυστέρηση στη δημοσίευση τμημάτων των ερευνών μας σε διεθνή περιοδικά –γεγονός το οποίο αποτελεί προαπαιτούμενο για τη χορήγηση διδακτορικού τίτλου σε πολλά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα–, η αναβολή συνεδρίων κ.ά. Επιπρόσθετα, οι υποψήφιες/οι διδακτόρισσες/ες που ασκούν κλινικό έργο χρειάστηκε να καλύψουν ανάγκες που προέκυψαν κατά την πανδημία με άσκηση καθηκόντων, εκτός του άμεσου αντικειμένου της διατριβής τους και να ελιχθούν σε σχέση με το γεγονός ότι πολλές μονάδες σε νοσοκομεία και Ιδρύματα άλλαξαν χρήση, με στόχο να αξιοποιηθούν στο πλαίσιο της αντιμετώπισης του COVID-19.

Σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας, πολλές και πολλοί ασθενήσαμε και ασθενούμε ακόμη από τον COVID-19, αρκετές/οί από εμάς όχι μόνο μία φορά, ενώ παρακολουθούμε ένα νέο κύμα κορωνοϊού να καλπάζει. Εδώ και πάνω από δύο πλέον έτη, προσπαθήσαμε να εργαστούμε σε συνθήκες που το «σπίτι-καραντίνα» μετατράπηκε σε «γραφείο/βιβλιοθήκη/χώρο εργασίας», στριμωχτήκαμε σε δωμάτια που μοιραστήκαμε αναπόφευκτα με άλλα πρόσωπα, φροντίσαμε συγγενείς μας και εξαρτημένα μέλη των οικογενειών μας, πενθήσαμε τον χαμό δικών μας ανθρώπων. Μάλιστα, για αρκετά άτομα από εμάς, τα οποία είναι τα ίδια ευάλωτα ή φροντίζουν/διαμένουν στο ίδιο σπίτι με άλλα ευάλωτα άτομα, η συγγραφή σε άλλους χώρους με συνωστισμό χαρακτηρίζεται απαγορευτική, ιδιαίτερα με την άρση των μέτρων, με αποτέλεσμα οι συνθήκες που περιγράφουμε να διαιωνίζονται ενόψει και των αναπόφευκτα επερχόμενων «κυμάτων» της COVID-19. Τα όσα βιώσαμε και εξακολουθούμε να βιώνουμε δεν περιγράφονται σε μια επιστολή. Είναι παρ’ όλα αυτά σαφές, ότι σε καμία περίπτωση δεν καταφέραμε να επιστρέψουμε στην πλήρη κανονικότητα και να εργαστούμε σε ρυθμούς με τους οποίους απαιτούνταν κατά τα διαστήματα που τα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα επαναλειτούργησαν στη διάρκεια της πανδημίας. Ο χαμένος χρόνος, το υλικό κόστος και οι ψυχικές επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης δεν δύνανται να αντισταθμιστούν με την υφιστάμενη παράταση (Δεκέμβριος του 2022), η οποία μάλιστα δόθηκε έπειτα από τις δικές μας επίμονες και επίπονες προσπάθειες»

Χαρακτηρίζουν επίσης την προσέγγιση του ΙΚΥ στο θέμα των παρατάσεων ως «ανελαστική, μη διαλλακτική», υποστηρίζοντας πως αυτή τη κατάσταση «μας ωθεί, επομένως, να ασκούμε πιέσεις στις Επιτροπές μας και τα διοικητικά όργανα των Σχολών μας για να παραδώσουμε ένα ερευνητικό έργο ημιτελές ή ελλιπές, ώστε να μην έρθουμε αντιμέτωπες/οι με την επιστροφή του συνόλου των τροφείων, παρότι δεν ευθυνόμαστε οι ίδιες/οι για τις σοβαρές καθυστερήσεις που έχουν προκύψει. Το γεγονός αυτό υπονομεύει την υπόληψή μας, την υπόληψη των Σχολών και των Τμημάτων μας, αλλά και του ίδιου του ΙΚΥ. Πολλά από τα παραπάνω προβλήματα υφίστανται έως σήμερα και δεν δύνανται να αντιμετωπιστούν στο πλαίσιο της σύντομης παράτασης που μας έχει παραχωρηθεί».

Ως προς τον κίνδυνο να κληθούν να επιστρέψουν χιλιάδες ευρώ, οι Υπότροφοι εξηγούν:

«Θα θέλαμε να δώσουμε έμφαση στο γεγονός ότι υπό τις παρούσες συνθήκες, εάν δεν παραδοθούν τα Τελικά Παραδοτέα έως το Δεκέμβριο του 2022, καλούμαστε να επιστρέψουμε το σύνολο των τροφείων που έχουμε ήδη λάβει, δηλαδή, 27.060€ για όσες/ους έλαβαν 36μηνη υποτροφία και έχουν ήδη καταβληθεί τροφεία για 33 μήνες (820€/μήνα) και 17.220€ για όσες/ους έλαβαν 24μηνη υποτροφία και έχουν ήδη καταβληθεί τροφεία για 21 μήνες (820€/μήνα). Υπενθυμίζουμε ότι οι προκηρύξεις του 1ου και του 2ου κύκλου προϋπέθεταν τα εισοδήματα των επιλέξιμων ΥΔ, κατά μέσο όρο των τελευταίων 3 ετών, να μην υπερβαίνουν το όριο των 10.000 και 14.000 ευρώ αντίστοιχα, συνεπώς και απευθύνονταν σε άτομα χαμηλού εισοδήματο». Προσθέτουν πως «τα τροφεία που ενδέχεται να μας ζητηθεί να επιστρέψουμε αποτελούν δεδουλευμένα με βάση τα ενδιάμεσα παραδοτέα. Επίσης, να υπενθυμίσουμε σε αυτό το σημείο πως κατά τη διάρκεια αυτών των ετών, αρκετές/οι από εμάς συμμετείχαμε σε εθνικά και διεθνή συνέδρια και προβήκαμε σε δημοσιεύσεις της έρευνάς μας σε έγκριτα επιστημονικά περιοδικά».

Επιπλέον, όπως καταγγέλλουν, «ας μην παραλειφθεί ότι για τις/τους Υποτρόφους του 1ου κύκλου έχουν περάσει τουλάχιστον 30 μήνες από τότε που έλαβαν τα τελευταία τροφεία από το ΙΚΥ, και τουλάχιστον 15 μήνες από την καταβολή των τελευταίων τροφείων για τις/τους Υποτρόφους του 2ου κύκλου. Τα παραπάνω μαρτυρούν τη συνθήκη ακραίας επισφάλειας, στην οποία βρισκόμαστε οι ερευνήτριες/ές από την κρίση χρέους και έπειτα, καθώς και την κανονικοποίηση της σύναψης συμβάσεων σε επαχθή εργασιακά καθεστώτα». Ενώ χαρακτηρίζουν το καθεστώς υπό το οποίο καλούνται να πραγματοποιήσουν την έρευνά τους ως σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, με υποχρεώσεις αλλά χωρίς δικαιώματα και με «επαχθείς όρους».

«Στην πραγματικότητα, η Υποτροφία του ΙΚΥ φέρει χαρακτηριστικά σύμβασης εξαρτημένης εργασίας, με όλες τις συνεπαγόμενες υποχρεώσεις, χωρίς, ωστόσο, τα αντίστοιχα δικαιώματα (ασφάλιση κ.λπ.). Η πανδημία συνεχίζεται, ο πληθωρισμός μειώνει περαιτέρω τα πενιχρά μας εισοδήματα και οι περισσότερες/οι από εμάς έχουμε αναγκαστεί να αναζητήσουμε εργασία προκειμένου να επιβιώσουμε. Οι υφιστάμενες συνθήκες σε συνδυασμό με τις αυστηρές απαιτήσεις του Ιδρύματος δημιουργούν καταστάσεις, τις οποίες αδυνατούμε να αντιμετωπίσουμε. Η πανδημία και η ραγδαία μείωση των εισοδημάτων μας, πέρα από τον σχεδιασμό των διατριβών μας, άλλαξε ριζικά και τους όρους διαβίωσής μας. Επομένως, θεωρούμε πως οφείλουμε να σταθούμε κριτικά και διεκδικητικά απέναντι στους επαχθείς όρους των συμβάσεών μας, και να σας εξηγήσουμε διεξοδικά γιατί δεν είναι βιώσιμοι, με βάση την εμπειρία που αποκτήσαμε όσες/οι είμαστε συμβεβλημένες/οι στις συμβάσεις αυτές. Απώτερος σκοπός μας είναι η συνδιαμόρφωση ενός πλαισίου χορήγησης υποτροφιών με όρους που θα υποστηρίζουν ουσιαστικά τις ερευνήτριες και τους ερευνητές στο δύσκολο έργο τους»

Καταλήγοντας, στην πολυσέλιδη επιστολή τους, οι Υπότροφοι σημειώνουν ότι δεν επιθυμούν να απαξιώσουν τη λειτουργία του ΙΚΥ, αλλά και τη μεγάλη πρόσπάθεια που πραγματοποιούν οι εργαζόμενοι του Ιδρύματος. Ζητούν ισότιμη αντιμετώπιση, υπενθυμίζοντας πως «είμαστε Ερευνήτριες και Ερευνητές, επαγγελματίες, που για να επιβιώσουμε επιβάλλεται να κινούμαστε διαρκώς σε διαφορετικά εργασιακά περιβάλλοντα και καθεστώτα, άτομα με υποχρεώσεις απέναντι σε προστατευόμενα ή/και ευάλωτα μέλη, που στη συντριπτική μας πλειονότητα είμαστε οικονομικά και εργασιακά επισφαλείς, και εργαζόμαστε σε δυστοπικές συνθήκες». Αλλά και άμεση ενημέρωση και επίλυση των ζητημάτων που τους ταλανίζουν, καθώς, συν τοις άλλοις «πολλές και πολλοί από εμάς αντιμετωπίζουμε σοβαρά ζητήματα υγείας λόγω του άγχους, το οποίο εντείνεται από τον φόβο απέναντι στη βέβαιη αδυναμία μας να επιστρέψουμε τα δεδουλευμένα τροφεία μας. Η σωματική και ψυχική υγεία των Υποτρόφων, όπως καταπονείται όλο αυτό το διάστημα μέσα από τις ψυχοφθόρες διαδικασίες που σκιαγραφούνται στην επιστολή που έχετε λάβει, είναι ένα ζήτημα που παραγνωρίζεται συστηματικά».

Oλόκληρη η επιστολή: