Το φως της δημοσιότητας είδε η Ετήσια Έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας 2020-21, που αφορά στην κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον κόσμο. Η παγκόσμια πανδημία COVID-19 αποκάλυψε την κληρονομιά καταστροφικών πολιτικών, που διαιωνίζουν τις ανισότητες, τις διακρίσεις, την καταπίεση, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η Διεθνής Αμνηστία.  Σχετικά με την Ελλάδα, περιγράφεται, μεταξύ άλλων, η ελλιπής πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, η υπερβολική βία της αστυνομίας και παραβιάσεις στα δικαιώματα κρατουμένων και προσφύγων.

Οι εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας, οι γυναίκες, οι ηλικιωμένοι, οι μετανάστες/ριες εργαζόμενοι/ες και πολλοί στην πρώτη γραμμή της πανδημίας προδόθηκαν από τα παραμελημένα συστήματα υγείας, τη διάβρωση των δημόσιων υπηρεσιών και την ανεπαρκή οικονομική και κοινωνική υποστήριξη, όπως αναφέρει η έκθεση, η οποία καλύπτει 149 χώρες και παρέχει μια ολοκληρωμένη ανάλυση των τάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων παγκοσμίως για το 2020. Σε πολλές χώρες, ηγέτες εκμεταλλεύτηκαν την κρίση και με πρόσχημα την πανδημία ξεκίνησαν νέες επιθέσεις κατά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως υπερβολική χρήση βίας και περιορισμό της κριτικής εναντίον των κυβερνήσεων, προσθέτει η οργάνωση, επισημαίνοντας την αποτυχία των παγκόσμιων ηγετών να διαχειριστούν την υγειονομική κρίση.

Η Έκθεση εστιάζει και στη σημαντική αύξηση της έμφυλης αλλά και ενδοοικογενειακής βίας, με πολλές γυναίκες και ΛΟΑΤΙ άτομα να αντιμετωπίζουν αυξημένα εμπόδια στην προστασία και υποστήριξη λόγω περιορισμών στην ελεύθερη κυκλοφορία, έλλειψη εμπιστευτικών μηχανισμών για τα θύματα ώστε να αναφέρουν τη βία ενώ παρέμεναν απομονωμένοι/ες με τους κακοποιούς τους και με περιορισμένες δυνατότητες ή σε αναστολή υπηρεσιών.

«Λανθασμένα μέτρα λιτότητας και οι επιλογές από ηγέτες να μην ενισχύσουν τις καταρρέουσες δημόσιες υποδομές, έχουν επιτρέψει σε αυτόν τον ιό να βρει πάρα πολλά εύκολα θύματα», υπογραμμίζει στην έκθεση η Agnès Callamard, νέα γενική γραμματέας της Διεθνούς Αμνηστίας. «Το 2020, υπό τη μοναδική πίεση μιας πανδημίας, τα συστήματα υγείας τέθηκαν σε απόλυτη δοκιμασία και οι άνθρωποι βρέθηκαν οικονομικά σε ελεύθερη πτώση. Οι ήρωες του 2020 ήταν οι εργαζόμενοι/ες στον τομέα της υγείας που σώζουν ζωές και εκείνοι που συγκεντρώθηκαν στο κάτω μέρος της εισοδηματικής κλίμακας, οι οποίοι εργάστηκαν για να στηρίξουν τις οικογένειές τους και να κρατήσουν τις απαραίτητες υπηρεσίες μας σε λειτουργία. Δυστυχώς, όσοι/ες έδωσαν τα περισσότερα, προστατεύονταν λιγότερο», εξηγεί η κα. Callamard.

Η έκθεση διαπιστώνει, ότι το εθνικό συμφέρον έχει υπερβεί τη διεθνή συνεργασία για την αντιμετώπιση της COVID. Έτσι, οι ηγέτες των πλούσιων χωρών αγόρασαν το μεγαλύτερο μέρος της προσφοράς εμβολίων στον κόσμο, αφήνοντας ελάχιστα έως καθόλου σε άλλες χώρες. Αυτές οι πλούσιες χώρες απέτυχαν επίσης να ωθήσουν τις φαρμακευτικές εταιρείες να μοιραστούν τις γνώσεις και την τεχνολογία τους για να επεκτείνουν την προσφορά παγκόσμιων εμβολίων COVID-19. Το δίπολο υγεία-οικονομία έβαλαν στο ζύγισμα οι μεγάλοι ηγέτες, κάνοντας τα πάντα να κρατήσουν ζωντανή τη δεύτερη.

«Οι πλουσιότερες χώρες έχουν δημιουργήσει σχεδόν μονοπώλιο ως προς την προμήθεια εμβολίων στον κόσμο, αφήνοντας τις χώρες με τους λιγότερους πόρους αντιμέτωπες με τις χειρότερες συνέπειες όσον αφορά την υγεία και τα ανθρώπινα δικαιώματα, κατά συνέπεια με τις πιο μακρές οικονομικές και κοινωνικές διασπάσεις», προσθέτει. Η Αμνηστία καλεί να «καταβληθεί άμεσα προσπάθεια να επιταχυνθούν» τόσο «η παραγωγή» όσο και «η διανομή εμβολίων για όλους»: «αυτή είναι η πιο θεμελιώδης δοκιμασία (…) της δυνατότητας του κόσμου να συνεργαστεί», υπογραμμίζει.

Όπως καταγράφεται οι μισές από τις περίπου 680 εκατ. δόσεις εμβολίων που έχουν χορηγηθεί στον κόσμο έχουν γίνει σε χώρες με «υψηλό εισόδημα» κατά τους υπολογισμούς της Παγκόσμιας Τράπεζας (16% του παγκόσμιου πληθυσμού), ενώ στις χώρες με «χαμηλό εισόδημα» (το 9% της ανθρωπότητας) δεν έχει χορηγηθεί παρά μόλις το 0,1% των δόσεων, με βάση την καταμέτρηση που έκανε χθες το Γαλλικό Πρακτορείο, βασιζόμενο σε επίσημα δεδομένα. Η Διεθνής Αμνηστία τάσσεται υπέρ πρωτοβουλιών όπως η πλατφόρμα C-TAP που δημιούργησε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προκειμένου ο κόσμος να μοιράζεται τεχνογνωσία, πνευματική ιδιοκτησία και δεδομένα.

Από την άλλη, η πανδημία με τις κοινωνικές επεκτάσεις που έλαβε και τους περιορισμούς, οδήγησε σε κινητοποιήσεις πολλών ανθρώπων να συμμετάσχουν σε μακροχρόνιους αγώνες και τα κινήματα διαμαρτυρίας σε όλο τον κόσμο έχουν ορθώσει το ανάστημά τους. «Αυτοί είναι οι άνθρωποι στην πρώτη γραμμή του αγώνα για έναν καλύτερο, ασφαλέστερο και πιο ίσο κόσμο», υποστηρίζει η κα. Callamard. «Η ηγεσία το 2020 δεν προήλθε από την εξουσία, τα προνόμια ή την κερδοσκοπία. Προήλθε από τους αμέτρητους ανθρώπους που βαδίζουν για να απαιτήσουν αλλαγή. Είδαμε μια έκρηξη υποστήριξης για το #End SARS, το Black Lives Matter, καθώς και δημόσιες διαμαρτυρίες ενάντια στην καταστολή και την ανισότητα σε μέρη σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Πολωνίας, του Χονγκ Κονγκ, του Ιράκ και της Χιλής» προσθέτει.

Η Έκθεση για την Ελλάδα

Τα μέτρα λιτότητας, που υιοθετήθηκαν κατά την τελευταία δεκαετία «συνέχισαν να υπονομεύουν την πρόσβαση και την οικονομική δυνατότητα για υγειονομική περίθαλψη», αναφέρει η έκθεση για την Ελλάδα, επισημαίνοντας πως «συνεχίστηκαν οι καταγγελίες για βασανιστήρια και άλλη κακομεταχείριση, καθώς και για υπερβολική χρήση βίας από την αστυνομία. Αναφέρθηκαν αυξημένες επαναπροωθήσεις προσφύγων και μεταναστών σε ξηρά και θάλασσα».

Όπως τόνιζε ήδη από το 2020 η Διεθνής Αμνηστία με κείμενο που φέρει τον τίτλο «ΕΛΛΑΔΑ: ΥΨΩΣΤΕ ΤΗ ΦΩΝΗ ΣΑΣ ΚΑΙ ΖΗΤΗΣΤΕ ΤΟΝ ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΒΙΑΣ ΚΑΙ ΑΤΙΜΩΡΗΣΙΑΣ», «Τον τελευταίο καιρό, έχουμε γίνει μάρτυρες μιας αύξησης των καταγγελιών για υπερβολική χρήση βίας ή/και άσκηση παράνομης βίας από αξιωματούχους επιβολής του νόμου στην Ελλάδα. Η Διεθνής Αμνηστία έχει τεκμηριώσει πολλά τέτοια περιστατικά, συμπεριλαμβανομένων κακομεταχειρίσεων κατά ατόμων κατά τη σύλληψη ή/και την κράτηση, αλλά και υπερβολικής χρήσης βίας, κατάχρησης χημικών ερεθιστικών/δακρυγόνων και κακομεταχείρισης διαδηλωτών/ριών και ανθρώπων που συγκεντρώνονταν σε πλατείες σε μια περίοδο που χαλάρωναν οι περιορισμοί λόγω του κορονοϊού. Αυτά τα περιστατικά δεν είναι «μεμονωμένα», όπως ισχυρίζονται οι ελληνικές αρχές, αλλά μάλλον συστηματικά, και αντανακλούν μια συνεχιζόμενη κουλτούρα ατιμωρησίας».

«Σχετικά με την ελευθερία του συνέρχεσθαι, τον Ιούλιο, ΜΚΟ, συνδικάτα και πολιτικά κόμματα εξέφρασαν σοβαρές ανησυχίες για ένα αμφιλεγόμενο νομοσχέδιο που ρυθμίζει τις δημόσιες συναθροίσεις. Το νομοσχέδιο έγινε νόμος στις 11 Ιουλίου και περιλαμβάνει μια διάταξη που καθιερώνει ευθύνη για τους διοργανωτές μιας συγκέντρωσης. Συνεχίστηκαν οι σοβαρές παραβιάσεις των δικαιωμάτων των αντιρρησιών συνείδησης, με επανειλημμένες διώξεις, πρόστιμα και δίκες σε στρατιωτικά δικαστήρια» προσθέτει η αναφορά της Έκθεσης της Διεθνούς Αμνηστίας.

Σε έκθεση που δημοσιεύθηκε στις 9 Απριλίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων υπογράμμισε τα συστημικά λάθη και στις φυλακές της Ελλάδας. Την ίδια ημέρα, μια γυναίκα κρατούμενη απεβίωσε στις φυλακές του Ελαιώνα, ενώ οι συγκρατούμενές της ανέφεραν, ότι δεν είχε λάβει επαρκή ιατρική φροντίδα, επισημαίνεται στην έκθεση, ενώ αναφορά γίνεται επίσης, για καταπάτηση του δικαιώματος στην εκπαίδευση των κρατουμένων, με παράδειγμα την απεργία πείνας του Βασίλη Δημάκη με αίτημα τη συνέχιση των σπουδών του. Οι κρατούμενοι σε όλη τη χώρα δήλωσαν στην Πρωτοβουλία για τα Δικαιώματα των Κρατουμένων, ότι δεν τους παρέχονται μέσα ατομικής προστασίας από την COVID-19.

Σχετικά με τους πρόσφυγες, η έκθεση αναφέρει ότι «από τον Ιούνιο χιλιάδες δικαιούχοι διεθνούς προστασίας υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τις εγκαταστάσεις υποδοχής ανά την Ελλάδα, μετά από νομοθετική τροποποίηση, η οποία μείωσε την υποστήριξη στέγασης. ΜΜΕ και ΜΚΟ κατέγραψαν ότι πολλοί αντιμετώπισαν δυσκολίες στην πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες στην ηπειρωτική χώρα και κοιμούνταν πρόχειρα στο δρόμο στην Αθήνα».

Επίσης, αναφέρει ότι για να αντιμετωπίσει την COVID-19, η Ελλάδα περιόρισε τις μετακινήσεις των αιτούντων άσυλο εντός και εκτός των καταυλισμών. Σε πολλές δομές τα μέτρα αυτά παρατάθηκαν επανειλημμένα και μεροληπτικά σε όλη τη διάρκεια του έτους. Οι ακατάλληλες συνθήκες διαβίωσης εμπόδισαν την εφαρμογή καραντίνας με πλήρη σεβασμό βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι τροποποιήσεις των νόμων επέτειναν τη χρήση της κράτησης στις διαδικασίες ασύλου και επιστροφής και προέβλεπαν τη δημιουργία νέων εγκαταστάσεων, με ελεγχόμενο σύστημα εισόδου/εξόδου, με σκοπό την αντικατάσταση των ανοικτών δομών, τονίζει η έκθεση, καταλήγοντας πως «οι αιτούντες άσυλο συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες πρόσβασης στο δημόσιο σύστημα υγείας»