Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, κατέθεσε πως κατά τη διάρκεια της ερωτικής πράξης ο κατηγορούμενος την ακινητοποίησε και άρχισε να τη χτυπάει στο πρόσωπο παρά τη θέλησή της. Αφού του ζήτησε ρητά και επαναλαμβανόμενα να σταματήσει και να φύγει, εκείνος δεν το έκανε συνεχίζοντας να τη χτυπά, χωρίς να ολοκληρώσει. Ο άνδρας έμεινε στο σπίτι της γυναίκας μέχρι το επόμενο πρωί. Όπως λέει στην κατάθεσή της, φοβήθηκε να τον διώξει. Μάλιστα, φεύγοντας από το σπίτι της, αναφερόμενος στους μώλωπες του ματιού της, ο άνδρας της είπε: «Θα σου μαυρίσω και το άλλο για να είναι ασορτί».
Την επομένη, η κοπέλα πήγε στο αστυνομικό τμήμα για να καταθέσει, ενώ εξετάστηκε από ιατροδικαστή ο οποίος στην έκθεσή του κατέγραψε τους μώλωπες στο αριστερό της μάτι και το άνω χείλος της. Αφού έγιναν οι απαραίτητες εξετάσεις DNA και επιβεβαιώθηκε από τα δείγματα πως πράγματι οι δύο αυτοί άνθρωποι είχαν έρθει σε σεξουαλική επαφή την προηγούμενη ημέρα, την υπόθεση ανέλαβε εισαγγελέας και αφού μελέτησε τα στοιχεία εισηγήθηκε την παραπομπή του κατηγορούμενου σε δίκη για βιασμό και σωματική βλάβη. Στο σκεπτικό της αναφέρει πως παρά το γεγονός ότι η συνουσία ξεκίνησε συναινετικά, όταν η γυναίκα ζήτησε επαναλαμβανόμενα να σταματήσει γιατί δεχόταν χτυπήματα, ο κατηγορούμενος όχι μόνο δεν σταμάτησε αλλά την ακινητοποίησε χτυπώντας την ακόμη περισσότερο και θέτοντας σε κίνδυνο τη ζωή της.
Ο κατηγορούμενος, από την πλευρά του, όταν κλήθηκε να απολογηθεί, αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες, υποστηρίζοντας πως όσα έγιναν μεταξύ τους ήταν συναινετικά.
Η εισαγγελική πρόταση πήγε στο συμβούλιο πλημμελειοδικών, μαζί με όλα τα στοιχεία της δικογραφίας. Οι δικαστές του συμβουλίου όμως απέρριψαν την εισαγγελική πρόταση, εκτιμώντας πως δεν συντρέχει λόγος κατηγορίας για τον άνδρα, επιβάλλοντας μάλιστα την κάλυψη των δικαστικών εξόδων από την καταγγέλλουσα. Οι δικαστές έκριναν πως στη δικογραφία συμπεριλαμβάνονταν φωτογραφίες-selfie που έβγαλε η καταγγέλλουσα και στην οποία φαινόταν μεν το μαυρισμένο μάτι της, ωστόσο ήταν το δεξί και όχι το αριστερό, όπως ανέφερε η ιατροδικαστική έκθεση. Παρά το γεγονός ότι το φαινόμενο του αντικατοπτρισμού της εικόνας γίνεται αυτόματα από τις selfie κάμερες των κινητών τηλεφώνων, με αποτέλεσμα να αποτυπώνουν το είδωλο σαν να κοιτάζεται σε καθρέφτη, οι δικαστές έκριναν πως η φωτογραφία δεν αποδεικνύει το χτύπημα. Επίσης, βάσισαν το σκεπτικό τους στο σημείο της συναίνεσης. Οι δικαστές αποφαίνονται πως από τη στιγμή που η ερωτική πράξη ξεκίνησε με συναίνεση και των δύο, δεν μπορεί να εξελίχθηκε σε βιασμό. Συγκεκριμένα, στο βούλευμα τους αναφέρουν: «Aντιβαίνει κάθε λογικής κατά τη διάρκεια της ήδη συναινετικής συνεύρεσης τους, ο κατηγορούμενος να την ακινητοποίησε, να τη γύρισε μπρούμυτα και να την χτύπησε δυνατά στο πρόσωπο προκειμένου να συνεχίσει την ήδη εν εξελίξει κατά φύσει και συναινετική ερωτική συνεύρεσή τους, την οποία μάλιστα είχαν επαναλάβει τόσο την ίδια ημέρα όσο και προηγούμενες, με σχετικές προσκλήσεις και της ίδιας της παθούσας».