Σε ανακοίνωση τους δικαστικές ενώσεις ισχυρίζονται πως δεν ευσταθούν οι πληροφορίες που θέλουν τους δικαστικούς λειτουργούς να διεκδικούν τη φοροαπαλλαγή του 25% των δικών τους εισοδημάτων, αν και δεν παίρνουν θέση σχετικά με αγωγές που φέρονται να έχουν καταθέσει δικαστικοί λειτουργοί για το συγκεκριμένο ζήτημα.

Η ανακοίνωση τους: ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΕΝΩΣΕΩΝ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ

Σχετικά με πρόσφατα δημοσιεύματα στον Τύπο που αναφέρουν ότι οι δικαστικοί λειτουργοί διεκδικούν φοροαπαλλαγή 25% των εισοδημάτων τους, διευκρινίζουμε ότι δεν έχει ληφθεί καμία τέτοια απόφαση από τις Δικαστικές Ενώσεις.

ΟΙ ΠΡΟΕΔΡΟΙ ΤΩΝ ΕΝΩΣΕΩΝ

Χριστόφορος Σεβαστίδης, Εφέτης

Ευθύμιος Αντωνόπουλος, Σύμβουλος Επικρατείας

Αγγελική Λαϊνιώτη, Πρόεδρος Εφετών Δ.Δ.

Άννα Ζαΐρη, Αντεισαγγελέας Αρείου Πάγου

Ασημίνα Σαντοριναίου, Αντιπρόεδρος Ελεγκτικού Συνεδρίου

Εμμανουέλα Πανοπούλου, Πάρεδρος ΝΣΚ

Υπενθυμίζεται ότι με δύο ομαδικές αγωγές που κατατέθηκαν προ ημερών στο Μισθοδικείο, δικαστές της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης ζητούν να επανέλθει η φοροαπαλλαγή του 25% επί του ακαθάριστου ετήσιου εισοδήματός τους, η οποία καταργήθηκε το 2017 με το νόμο 4472, τόσο ως προς τους βουλευτές, όσο και ως προς τους δικαστές.

Συγκεκριμένα, κατατέθηκαν δύο ομαδικές αγωγές δικαστών της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, με τις οποίες ζητούν να επανέλθει η φοροαπαλλαγή του 25% επί του ακαθάριστου ετήσιου εισοδήματός τους, η οποία καταργήθηκε το 2017 με το νόμο 4472, τόσο ως προς τους βουλευτές, όσο και ως προς τους δικαστές.

Το ζήτημα φοροαπαλλαγής είχε κριθεί ενώπιον του Μισθοδικείου το 2013, όταν με αγωγές τους οι Δικαστικές Ενώσεις διεκδίκησαν την φοροαπαλλαγή που λάμβαναν και οι βουλευτές, με το Δικαστήριο να τους δικαιώνει με την υπ΄ αριθμ. 89/2013 απόφασή του.

Στο σκεπτικό αναφερόταν ότι το Σύνταγμα καθιερώνει ευθέως την αρχή της διακρίσεως των τριών λειτουργιών (νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής), τις οποίες θεωρεί ισοδύναμες και ισότιμες και επαναλάμβανε παλαιότερες αποφάσεις του, σύμφωνα με τις οποίες οι αποδοχές των τριών αυτών εξουσιών πρέπει να είναι στο ίδιο ύψος και να έχουν την ίδια φορολογική μεταχείριση, ανεξάρτητα εάν αυτή είναι ιδιαίτερη.

Μετά την κατάργηση της φοροαπαλλαγής το 2017, το βασικό επιχείρημα των δικαστών που προσέφυγαν ξανά στο Μισθοδικείο, είναι ότι η διατύπωση της νομοθετικής διάταξης για την κατάργηση της φοροαπαλλαγής αναφέρεται μόνο σε βουλευτές και όχι σε δικαστές, αφού αναφέρεται ότι «η φοροαπαλλαγή παρέχεται για την κάλυψη των δαπανών παραστάσεως, κινήσεως και επικοινωνιών των βουλευτών».