Ρεπορτάζ της Ηλιάνας Ζερβού 

«Πρώτη φορά έρχεται μάρτυρας υπεράσπισης πριν τελειώσουν οι μάρτυρες κατηγορίας. Εγώ ξέρω τα πρακτικά, αυτά είναι συγκεκριμένα» τόνισε ο κ. Απατσίδης, καταγγέλλοντας ουσιαστικά παρέκκλιση και μεροληψία από την πλευρά της προέδρου. Μάλιστα, η εξήγηση που έδωσε η πρόεδρος για την απόφασή της να εξετάσει πολύ νωρίτερα τη μητέρα του κατηγορούμενου, ήταν πως είχαν ολοκληρωθεί οι καταθέσεις των στενών οικογενειακών προσώπων του θύματος. «Έχουμε καταλάβει ότι γίνεται εξομοίωση του θύματος με τον θύτη, για ακόμα μια φορά το επιβεβαιώνετε» είπε σε έντονο τόνο ο κ. Απατσίδης. Μάλιστα, έθεσε και το ζήτημα του αιφνιδιασμού των συνηγόρων.

Το ψυχιατρικό προφίλ του δράστη από τα λόγια της μητέρας του

Να υπενθυμίσουμε πως αυτό που διακυβεύεται νομικά στην συγκεκριμένη υπόθεση είναι η αναγνώριση ή όχι του «ακαταλόγιστου», δηλαδή της έλλειψης ικανότητας ενός ατόμου να φέρει νομική ευθύνη για τις πράξεις του λόγω σοβαρής ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής τη στιγμή που διέπραξε το αδίκημα, και για αυτό το ψυχιατρικό προφίλ του κατηγορουμένου επανέρχεται διαρκώς στη συζήτηση. Η κατάθεση της μητέρας του, λοιπόν, θεωρείται ιδιαίτερα κρίσιμη για το ζήτημα αυτό.

Παρατήρησα πως μιλούσε δυνατά, με άνεση και ταχύτητα, χωρίς κομπιάσματα, χωρίς να ξεχνάει η να μπερδεύει τα λόγια της, φάνηκε καλά προετοιμασμένη. Ξεκίνησε την κατάθεση της περιγράφοντας τον τρόπο που πληροφορήθηκε για το έγκλημα του γιού της, μέσα από την τηλεόραση. Έπειτα πήγε στο ΑΤ Αγίων Αναργύρων, όπου και επιβεβαίωσε τις υποψίες της πως δράστης ήταν ο γιος της. Ο αστυνομικός της πρότεινε να καλέσει στη ΓΑΔΑ για να μάθει σε τι κατάσταση είναι ο γιος της, «αυτό που με νοιάζει είναι ότι σκότωσε το κορίτσι» είπε πως του απάντησε.

Σχετικά με το ψυχιατρικό προφίλ του γιού της, ξεκίνησε αναφέροντας: «Πήγε 20 χρόνων στρατό και στο διάστημα του στρατού ήταν αλλαγμένη η συμπεριφορά του. Εγώ αντιλήφθηκα ότι στην ηλικία των 23 χρόνων είχε απομακρυνθεί από τους φίλους του, δεν έβγαινε και κοιμόταν συνέχεια. Τότε κατάλαβα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά».

Μετά κατάλαβε ότι ο γιος της έκανε χρήση ηρωίνης και μία σειρά από επισκέψεις και νοσηλείες του σε κέντρα απεξάρτησης ξεκίνησε, από ιδιωτική κλινική στην Κύπρο, μέχρι το ΚΕΘΕΑ και τα 12 βήματα στη Θεσσαλονίκη, σύμφωνα με τη μητέρα. Συνέχισε, λέγοντας ότι μετά την απόπειρα αυτοχειρίας του γιού της, ο ψυχίατρος που τον εξέτασε διαπίστωσε ότι το πρόβλημα δεν είναι η τοξικοεξάρτηση, αλλά η διπολική διαταραχή και η μανιοκατάθλιψη. «Τον τελευταίο χρόνο είχε μανία καταδίωξης, νόμιζε ότι ακόμα κι εγώ κι η Κυριακή συνωμοτούμε εναντίον του. Μετά ο ψυχίατρος μου είπε ότι ο Θανάσης είναι στο φάσμα της σχιζοφρένειας» υποστήριξε και συμπλήρωσε ότι εκείνος δεν ήθελε να νοσηλευτεί και ζήτησε χάπια.

«Ο γιος μου ήθελε να βάλει τέλος στη ζωή του γιατί δεν άντεχε που του λέγαμε ότι δεν ισχύουν αυτά που άκουγε στο κεφάλι του» είπε.

Καταλαβαίνουμε πως η μητέρα του, λοιπόν, υποστηρίζει πως ο γιος της έχει πράγματι ένα πολύ επιβαρυμένο ψυχιατρικό υπόβαθρο, σε σημείο να παρουσιάζει εμμονές, να έχει παραισθήσεις και να βλέπει εχθρούς εκεί που δεν υπάρχουν. Παρόλα αυτά, σε γεγονότα που εξιστόρησε στη συνέχεια, μετέφερε ουσιαστικά τα λόγια του, δημιουργώντας ερωτήματα για την πίστη της ή όχι, τελικά, σε όσα λέει ο Κουρέλης.

Κ. Απατσίδης: «Η μάρτυς τελεί το αδίκημα της ψευδορκίας»

Η μητέρα του κατηγορούμενου παρουσίασε μία εντελώς διαφορετική εικόνα για το θύμα με την πρόεδρο να επιτρέπει την προσβολή της μνήμης του σε διάφορα σημεία. Ειδικότερα, μίλησε για μία σχέση αμοιβαίας τοξικότητας που επιβάρυνε ταυτόχρονα και τον γιο της, χωρίς να αναγνωρίζει κακοποιητική συμπεριφορά από τον γυναικοκτόνο.

Είπε πως η Κυριακή δεν ήταν η κατάλληλη για εκείνον, καθώς δεν μπορούσε να του συμπαρασταθεί σε όλα αυτά που περνούσε, επιθυμώντας ενδεχομένως μια καλύτερη «φροντίστρια». Ακόμα, υποστήριξε ότι η Κυριακή δεν κακοποιούνταν από τον δράστη, αλλά αυτοτραυματιζόταν και, συγκεκριμένα, χαρακωνόταν, καθώς, όπως συμπλήρωσε, «είχε δικά της θέματα», εννοώντας προβλήματα με την οικογένεια της. Μάλιστα, ισχυρίστηκε ότι και το θύμα «ξέφευγε» ορισμένες φορές με το αλκοόλ, λες και εξετάζονται τυχόν εθισμοί του θύματος.

Ακολούθησαν δύο δηλώσεις, οι οποίες ένιωσα πως προσέβαλαν ιδιαίτερα το θύμα. Η μία σχετικά με τον βιασμό της Κυριακής, τον οποίο σχολίασε με την βαθιά προβληματική φράση: «Ο Θανάσης πήγε να τη βιάσει; Ήταν 3 χρόνια μαζί». Έστω ότι αποδεχόμαστε πως πρόκειται για μία γυναίκα που δεν έχει ακούσει ποτέ για τον βιασμό εντός δεσμού ή γάμου, δεν σταμάτησε καν εκεί. Είπε ότι η Κυριακή σκαρφίστηκε τον βιασμό της για να δικαιολογήσει γιατί ήταν έξω μετά την απαγόρευση κυκλοφορίας την περίοδο της καραντίνας. Πως, δηλαδή, τύχαινε τότε να πηγαίνουμε για τσίπουρα σε κανένα πάρκο της γειτονιάς, κι αν μας έβλεπε αστυνομικός του λέγαμε «πηγαίνω φάρμακα στην άρρωστη γιαγιά μου».. κάπως έτσι ωθήθηκε και η Κυριακή να καταθέσει τον βιασμό της.

Η επόμενη δήλωση αφορά τον ισχυρισμό της για «απιστίες» της Κυριακής, επίσης 3 χρόνια πριν. «Ο Θανάσης την είδε να πηγαίνει με κάποιον σε ξενοδοχείο δύο φορές» είπε, συμπληρώνοντας πως αυτό του «στοίχισε» πολύ. Στο σημείο αυτό, η οικογένεια της Κυριακής δεν άντεξε άλλο και ξέσπασε, κατηγορώντας την για ασύστολα ψέματα και κάλυψη του δράστη. Είδα ξεκάθαρα τη μητέρα του να γελάει, χωρίς να μπορώ να κρίνω αν ήταν από αμηχανία η προκλητικότητα. Όταν ρωτήθηκε πώς το γνωρίζει απάντησε από τον γιο της, που, σύμφωνα με την ίδια, έχει σύνδρομο καταδίωξης και βλέπει εχθρούς.

«Είναι κακοποίηση θύματος όταν λέγεται ότι πήγαινε στα ξενοδοχεία και τον απατούσε. Είναι σα να λέει ότι αν τον απατούσε, έπρεπε να τη σκοτώσει» εξεγέρθηκε ο κ. Απατσίδης, τονίζοντας ότι «η μάρτυς τελεί το αδίκημα της ψευδορκίας». Στη συνέχεια, ολόκληρη η ομάδα εκπροσώπησης της οικογένειας της Κυριακής κατηγόρησε την μητέρα του κατηγορουμένου για ψευδορκία. «Μεταφέρει τα λεγόμενα του ηθικου αυτουργού. Είναι άκρως επικίνδυνη και χυδαία η συμπεριφορά της» υπογράμμισε ο κ. Απατσίδης .

Εισαγγελέας στη μητέρα του Κουρέλη: «Γιατί τη μαχαίρωσε όταν τον χώρισε;»

Στην τελευταία δικάσιμο, η εισαγγελέας έκανε πράγματι πολύ χρήσιμες ερωτήσεις, και μία μάλιστα θεωρώ ιδιαίτερα εστιασμένη στο έμφυλο κίνητρο. «Γιατί την μαχαίρωσε την πρώτη του Απρίλη; Γιατί δεν τη μαχαίρωσε 3 χρόνια πριν που την είδε να πηγαίνει με τον εραστή της πχ; Γιατί τη σκότωσε αφού τον χώρισε;;» ρώτησε. Αυτή η ερώτηση συμπυκνώνει το νόημα αυτής της δίκης, ακαταλόγιστος η μη, με βαριά ψυχιατρικά προβλήματα ή όχι, υπό επήρεια ναρκωτικών ή όχι, την σκότωσε όταν εκείνη έφυγε. Η μητέρα του κατηγορουμένου πρώτη φορά κόμπιασε, έκανε «εεε» και ακολούθησε ο εξής διάλογος:

Μητέρα Κατηγορουμένου: «Ήταν σε κατάσταση μέθης»

Εισαγγελέας: «Άλλο η μέθη, άλλο η σχιζοφρένεια».

ΜΚ: «Μόνο όταν ήταν στην κατάσταση της μέθης και μανίας, τότε δημιουργούσε και κάποια επεισόδια».

Ε: «Αυτό που κατάλαβα μετά την κατάθεση σας είναι ότι ο γιος σας ήταν μια χαρά και η Κυριακή είχε παρεκκλίνουσα συμπεριφορά».

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε μία άλλη νέα ερώτηση που έγινε από την έδρα προς τη μητέρα του δράστη σχετικά με το ψυχιατρικό ιστορικό της οικογένειας του γυναικοκτόνου, τονίζοντας ότι τόσο βαριές ψυχιατρικές ασθένειες, όπως η σχιζοφρένεια ενέχουν σε μεγάλο βαθμό το στοιχείο της κληρονομικότητας. Η μητέρα του κατηγορούμενου απάντησε πως κανείς στην οικογένεια του δεν έχει τέτοιο ιστορικό.

Πριν από την μητέρα του κατηγορούμενου κατέθεσαν ο πατριός και η αδερφή της Κυριακής περιγράφοντας το περιβάλλον εκφοβισμού, απομόνωσης και συστηματικής σωματικής και συναισθηματικής βίας που ζούσε από τον δράστη πριν εκείνος τη σκοτώσει. Ο πατριός της περιέγραψε τον κατηγορούμενο ως έναν άνθρωπο που την απομάκρυνε από τους αγαπημένους της και όσα πράγματα απολάμβανε, όπως η ζωγραφική και η σχέση με τα παιδιά. Πριν τη σχέση τους η Κυριακή πήγαινε σε σχολή ζωγραφικής και δούλευε σε παιδότοπους, μια δουλειά που ευχαριστιόταν. Μετά τη σχέση σταμάτησε να αποφασίζει εκείνη για τη ζωή της.

Η αδερφή της, Αλεξάνδρα Γρίβα, κατέθεσε πως πάντα ήταν σα φίλες με την Κυριακή, αλλά όταν μπήκε στη ζωή της ο Κουρέλης, εκείνος άρχισε να σηκώνει το τηλέφωνο της και να μη την αφήνει να βγει. Την έβριζε άσχημα και την χτυπούσε. Μία φορά η Αλεξάνδρα Γρίβα, βρέθηκε πίσω από την κλειστή πόρτα του ζευγαριού, είχε πάει να πάρει την αδερφή της, τον άκουσε να της φωνάζει «μη φύγεις, θα σε σκοτώσω».

Αύριο 10 Ιουλίου συνεχίζεται η δίκη με την εξέταση της μητέρας του κατηγορουμένου από τους συνηγόρους των δύο πλευρών.