του Παναγιώτη Παπαδομανωλάκη

Στην προηγούμενη δικάσιμο, η εισαγγελέας αποδόμησε το κατηγορητήριο, που βασίστηκε στις καταθέσεις του μάρτυρα αστυνομικού, κάνοντας λόγο για αντιφάσεις και ψέμματα και προτείνοντας την απαλλαγή των κατηγορουμένων από τις κατηγορίες, πλην ενός για απλή οπλοκατοχή.

Η συνεδρίαση ξεκινάει με ενός λεπτού σιγή μετά από πρόταση της εισαγγελίας για ενός λεπτού σιγή για τα θύματα της τραγωδίας στα Τέμπη. Η εισαγγελέας επαναλαμβάνει πως κάνει δέκτες τις εφέσεις των κατηγορουμένων και ότι η απαλλαγή από την τρομοκρατική οργάνωση αφορά όλους τους κατηγορούμενους, συμπεριλαμβανομένου και του Σενάν Οκτάι, για τον οποίο η εισαγγελική έδρα προτείνει την καταδίκη για απλή οπλοκατοχή.

«Μένος κατά των κατηγορουμένων από την αντιτρομοκρατική» – Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει ήδη καταδικάσει την Ελλάδα για προηγούμενη απαγωγή Τούρκου πρόσφυγα

Η συνήγορος Κούρτοβικ καταθέτει έγγραφα για τον Σενάν, ενώ ζητάει να επιστραφούν τα αντικείμενα δύο Τούρκων, οι οποίοι δεν βρίσκονται ανάμεσα στους κατηγορούμενους. Επαναλαμβάνει ότι οι συνήγοροι υπεράσπισης συντάσσονται με την πρόταση της εισαγγελίας. Επισημαίνει πως η έδρα κλήθηκε να δικάσει σε ένα σενάριο, που ενορχηστρώθηκε από την αντιτρομοκρατική υπηρεσία, το οποίο ξεκίνησε υποτίθεται από ένα ανώνυμο τηλεφώνημα, που αποδείχθηκε αναξιόπιστο. Διακοπή, ώστε να βρεθεί συνήγορος για άλλη υπόθεση.

Η έδρα επανέρχεται με την κα. Κούρτοβικ να απαριθμεί τα ψέματα της αντιτρομοκρατικής, τα οποία καταρρίφθηκαν, παρά το γεγονός ότι οι Τούρκοι πολιτικοί πρόσφυγες παρακολουθούνται και διώκονται από το αρμόδιο τμήμα στη χώρα μας εδώ και δεκαετίες. Αναρωτιέται για πιο λόγο στήθηκε το κατηγορητήριο και αν εξυπηρετούσε τις απαιτήσεις του Ερντογάν ή το γεγονός πως ενοχλούσε η πολιτική δραστηριότητα των κατηγορουμένων στο πλευρό του ελληνικού λαού. Επισημαίνει πως για μια τέτοια υπόθεση, η αντιτρομοκρατική έστειλε ένα μόνο μάρτυρα, κατά τη συνήθη πρακτική της, τονίζοντας πως δεν μπορεί η αστυνομική εξουσία να παρεμβαίνει στις δικαστικές αρχές. Επεσήμανε τις αντιφάσεις στην κατάθεση του μάρτυρα αστυνομικού, κάνοντας λόγο για μένος κατά των κατηγορουμένων, το οποίο ξεφεύγει από την αμερόληπτη στάση που θα απαιτούταν.

Τονίζει ότι η ιδεολογική συμπάθεια σε επαναστατικά κινήματα δεν συνιστά ένταξη σε τρομοκρατική οργάνωση. Αναφέρεται στις προϋποθέσεις του τρομοκρατικού εγκλήματος, που θεμελιώνει ο 187Α. Υπενθυμίζει ότι τα δικαστήρια έχουν σταθερά αρνηθεί να επιβεβαιώσουν τα σενάρια καταδίκης για τρομοκρατική δράση, βασισμένα στην ιδεολογία των κατηγορουμένων. Σε κάθε περίπτωση, αναφέρει πως στην παρούσα υπόθεση δεν προσκομίζεται κανένα στοιχείο για τρομοκρατική δραστηριότητα. Επισημαίνει πως ο κατάλογος της ΕΕ για τις τρομοκρατικές οργανώσεις είναι αυθαίρετος και περιλαμβάνει οργανώσεις και άτομα που στη συνέχεια αναγκάστηκε να αφαιρέσει. Φέρνει ως παράδειγμα την καταχώρηση ομάδων όπως η Χαμάς και η Χεζμπολάχ, οι οποίες συμμετέχουν στα πολιτικά συστήματα των χωρών τους, καθώς και μέχρι πρόσφατα του κουρδικού ενόπλου κινήματος, που τώρα ανακάλυψαν οι ΗΠΑ για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας.

Αναφέρει πως είναι αδιανόητο να ανοιχτεί ένα τέτοιου μεγέθους τούνελ για οπλισμό, που χωρούσε σε μια τσάντα. Έτσι δεν αποδείχθηκε κανένας συσχετισμός του τούνελ με τα όπλα. Προσθέτει πως οι φωνές και η άρνηση των κατηγορουμένων να χειροπεδιθούν ως αντίσταση κατά της αρχής ερμηνεύτηκαν ως αντίσταση κατά της αρχής. Κάνει αναφορά στην πρόταση της εισαγγελίας πως το τούνελ είναι πιθανότερο να δημιουργήθηκε για να προστατευτούν από τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες, καθώς είχε προηγηθεί απαγωγή Τούρκου πρόσφυγα. Αναφέρει πως για την υπόθεση της απαγωγής προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το οποίο πρόσφατα καταδίκασε την Ελλάδα. Αναρωτιέται με ποια λογική οι κόκκινες σημαίες ή η φωτογραφία του αγωνιστή κατά της δικτατορίας Καρατάς θα μπορούσε να σταθεί ως στοιχείο για ένταξη τρομοκρατικής οργάνωσης.

Σχετικά με την κατηγορία για ηγεσία τρομοκρατικής οργάνωσης, που αποδόθηκε στον Σενάν Οκτάι, αναφέρει πως δεν προσκομίστηκε κανένα στοιχείο. Αντίθετα, η κατηγορία της ηγεσίας τρομοκρατικής οργάνωσης έρχεται σε αντίθεση με το προφίλ του Σενάν, ως ενός ανθρώπου που κουβαλούσε τα σκουπίδια, μαγείρευε κα. Αναφέρει πως, όπως επεσήμανε η εισαγγελέας, δεν στοιχειοθετείται η κακουργηματική κατηγορία για εισαγωγή και συναρμολόγηση οπλισμού, παρά μόνο η απλή οπλοκατοχή. Επίσης δεν στοιχειοθετήθηκε η κατηγορία για πλαστογραφία. Αναφέρει πως οι ίδιοι οι συνήγοροι γνωρίζουν τους κατηγορούμενους, ως ταπεινούς ανθρώπους και συμπαραστάτες των εργαζομένων στη χώρα μας.

Αναφέρει ότι η αλληλεγγύη που χαρακτηρίζει τον Σενάν Οκτάι τον οδήγησε να είναι κατηγορούμενος, ενώ ο μάρτυρας αστυνομικός στοχοποίησε τον Χαλίλ Ντεμίρ, γιατί είναι ένας άνθρωπος, που διεκδικεί φωναχτά τα δικαιώματά του. Η διαμαρτυρία κατά τη διαδικασία προσαγωγής δεν είναι αντίσταση κατά της αρχής, καθώς δεν υπάρχει δυνατότητα ματαίωσης της διαδικασίας, ενώ αποτελεί μια λογική αντίδραση απέναντι στη βίαιη εισβολή της αστυνομίας, που περιλάμβανε παράνομη χειροπεδιση. Καταλήγει πως το καθεστώς στην Τουρκία μπορεί να μην είναι φασιστικό, όπως το αποκαλούν οι κατηγορούμενοι, αλλά είναι το πιο αυταρχικό που γνώρισε η Ευρώπη τις τελευταίες δεκαετίες.

«Σκοπιμότητα της σύλληψης, που έγινε λίγες μόνο ημέρες μετά το ανεξέλεγκτο άνοιγμα των συνόρων από την Τουρκία στον Έβρο»

Η συνήγορος Αλέκα Ζορμπαλά κάνει λόγο για σκοπιμότητα της σύλληψης, που έγινε λίγες μόνο ημέρες μετά το ανεξέλεγκτο άνοιγμα των συνόρων από την Τουρκία στον Έβρο. Πολύ βολικά ακολούθησε το ανώνυμο τηλεφώνημα για την υποτιθέμενη ύπαρξη του DHKP-C, που υποτίθεται πως έκρυβε οπλισμό, πράγμα που επίσης αποδείχθηκε πως δεν ισχύει, τουλάχιστον κατά την περίοδο της καταγγελίας. Μάλιστα, ακολούθησαν μέρες αδράνειας από την αστυνομία, που δεν προχώρησε καν σε άρση τηλεφωνικού απορρήτου, ενώ η διάρκεια της διαδικασίας παρακολούθησης ήταν αστεία και μόνο κατά τις απογευματινές ώρες. Κάνει λόγο για εισβολή της αστυνομίας στη βάση εικασιών. Μάλιστα, ενώ παρακολουθούσαν τον Σενάν Οκτάι δεν τον σταμάτησαν επί τόπου για να ελέγξουν τι μετέφερε στο σακίδιο, αλλά περίμεναν να φτάσει στο σπίτι όπου βρίσκονταν οι υπόλοιποι. Αναρωτιέται αν η αντιτρομοκρατική προεξοφλούσε ότι το δικαστήριο θα αποδεχόταν απλώς τα λεγόμενα ενός αστυνομικού μάρτυρα κατηγορίας, καθώς και αν πρόκειται για απλό ερασιτεχνισμό ή αν υπάκουσαν σε εντολές που εξυπηρετούσαν πολιτική σκοπιμότητα.

Κάνει επίσης λόγο για καθεστώς διώξεων στην Τουρκία, επισημαίνοντας πως τα δικαστήρια έχουν αρνηθεί μέχρι τώρα να εκδώσουν Τούρκους πρόσφυγες. Αναρωτιέται αν τελικά η σύλληψη τους ήταν μια προσπάθεια εκτόνωσης της κρίσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, επισημαίνοντας πως η ίδια θεωρεί πως θα μπορούσε να αποτελεί ένα αντάλλαγμα προς την Τουρκία ώστε να αποσύρει τους πρόσφυγες στον Έβρο χωρίς να φανεί με άτακτη υποχώρηση. Η κα. Ζορμπαλά καταλήγει ότι δεν ξέρουμε ποιοι ενορχήστρωσαν αυτή τη σύλληψη, αλλά ξέρουμε ποιοι την υλοποίησαν, εξυπηρετώντας πολιτικές σκοπιμότητες. Μάλιστα, ενώ θα αρκούσε η κατηγορία της ένταξης σε τρομοκρατική οργάνωση, απέδωσαν τη κατηγορία της συγκρότησης τρομοκρατικής οργάνωσης, μπροστά στο μένος τους να εξυπηρετήσουν τις παρακάνω σκοπιμότητες, χωρίς καν να κάνουν επιμερισμό των κατηγοριών και ακολουθώντας τη λογική της συλλογικής ευθύνης.

Στη συνέχεια, αναφέρεται στο ήθος των κατηγορουμένων, αναφέροντας πως αυτό έχει γίνει σαφές και στο δικαστήριο. Δηλώνει το θαυμασμό της για τους αγώνες τους στην πατρίδα τους και στο πλευρό του ελληνικού λαού, επισημαίνοντας πως δεν έχουν χρησιμοποιήσει ποτέ τη χώρα μας στην αντιπαράθεση τους με το τουρκικό καθεστώς. Επισημαίνει πως για αυτό το λόγο η ίδια τους έχει υπερασπιστεί πολλές φορές στο παρελθόν και θα το κάνει και στο μέλλον αν χρειαστεί, παρότι το απευχεται. Επισημαίνει πως το DHKP-C είναι καταχωρημένο στη λίστα οργανώσεων της ΕΕ, έχει μαρξιστικό – λενινιστικό προσανατολισμό και πράγματι η δράση του περιέχει την ένοπλη βία, η οποία όμως περιορίζεται στα όρια της Τουρκίας. Επίσης, δεν προκύπτει καμία σχέση των κατηγορουμένων με το DHKP-C, με το κατηγορητήριο να αναφέρει σαν υποτιθέμενη περίοδο ένταξης το χρονικό διάστημα, που κάποιοι από αυτούς ήταν φυλακισμένοι διάσπαρτα σε όλη την ελληνική επικράτεια. Η κατηγορία αυτή δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί από τη φωτογραφία του Καρατάς και τις κόκκινες σημαίες, πόσο μάλλον από τη στιγμή που δεν κατηγορήθηκαν όλοι οι διαμένοντες στο σπίτι. Οι δε κάμερες, στις οποίες στάθηκε επίμονα η πρωτόδικη διαδικασία, είναι φανερό πως δεν σχετίζονται με τρομοκρατική δράση, ενώ ήταν προγραμματισμένες όχι μόνο να μεταδίδουν ζωντανά αλλά και να αποθηκεύουν υλικό.

Αναφέρει πως η άσχημη κατάσταση της υγείας του Σενάν Οκτάι αποκλείει τη συμμετοχή του στη διάνοιξη του τούνελ, το οποίο σε κάθε περίπτωση δεν σχετίζεται με τα όπλα και την υποτιθέμενη ένταξη σε τρομοκρατική οργάνωση. Αναφέρει πως ο μόνος λόγος που ο Σενάν ενημέρωσε εκ των υστέρων τον Χαλίλ Ντεμίρ για την ύπαρξη του τούνελ, είναι η σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ τους και η πρόθεση κάποιος να γνωρίζει την ύπαρξη του σε περίπτωση που συμβεί το μοιραίο. Αναφέρει πως ο λόγος που ο Σενάν Οκτάι δεν ρώτησε για τον προορισμό του οπλισμού είναι η πεποίθηση του πως αυτός δεν θα χρησιμοποιούταν στη χώρα μας και σε ευτελείς δραστηριότητες. Επαναλαμβάνει πως η διαρρύθμιση στο σπίτι είναι τέτοια, ώστε οι συγκάτοικοι του δεν γνώριζαν τίποτα για τον οπλισμό. Ο Σενάν δεν θα μπορούσε να έχει διευθυντικά καθήκοντα στην Ελλάδα, όπου δεν δραστηριοποιείται το DHKP-C, ούτε στην Τουρκία, όπου η είσοδος του στη χώρα θα σήμαινε στη σύλληψη του, αλλά ούτε και στην Ευρώπη, που η οργάνωση επίσης δεν δραστηριοποιείται, ενώ ο ίδιος έχει επισκεφτεί στη ζωή του μόνο μια φορά την Ολλανδία.

Καταλήγει πως οι κατηγορούμενοι είναι κομμουνιστές, μαρξιστές-λενινιστές, που παλεύουν για το δικαίωμα τους να είναι ελεύθεροι στην πατρίδα τους και ελπίζουν στην έδρα για μια δίκαιη απόφαση, την οποία δεν έλαβαν κατά την πρωτόδικη διαδικασία. Επισημάνει πως από την τελική απόφαση θα κριθεί αν θα παραμείνουμε στην δημοκρατική νομιμότητα, η οποία προβλέπει μεταξύ άλλων την εξατομίκευση και όχι τη συλλογική ευθύνη.

«Οι άνθρωποι αυτοί θα μπορούσαν να συμβάλουν σε μια δημοκρατική Τουρκία και στην ειρήνη μεταξύ των χωρών μας»

Ο συνήγορος Σαραφιανός αναφέρει πως οι κατηγορούμενοι κατηγορούνται για σύσταση τρομοκρατικής οργάνωσης σε βάρος της χώρας μας, παρότι αποδεικνύεται η οργάνωση δεν δραστηριοποιείται στην Ελλάδα. Αντίθετα, οι κατηγορούμενοι βρίσκονται στη χώρα μας, αναζητώντας μια βασική δημοκρατική νομιμότητα. Αναφέρει πως ο Οζπολάτ ζει από θαύμα, αφού επιβίωσε από σφαγή της τουρκικής αστυνομίας στις τουρκικές φυλακές. Η μόνη σχέση που έχει με την υπόθεση είναι ότι βρισκόταν στο σπίτι για δύο ώρες, για να κάνει εκπομπή κατά των ναρκωτικών. Συνελήφθη καθώς ήταν στοχοποιημενος από την προηγούμενη δίκη. Ο αστυνομικός αναγκαστηκε να παραδεχτεί πως δεν τον είδε να μπαίνει στο σπίτι με τον Σενάν Οκτάι, όπως αποδεικνύουν άλλωστε οι κάμερες, με αποτέλεσμα η σκευωρία να καταρρεύσει. Επίσης αναφέρει πως καταδικάστηκε πρωτόδικα για τα μαχαίρια, παρά το γεγονός ότι κατατέθηκε η πραγματογνωμοσύνη πως δεν επρόκειτο για όπλα.

Ο Ισμαήλ Ζαντ διώχθηκε στη Τουρκία για τη συνδικαλιστική του ιδιότητα, αφού μετά την απόλυση του προχώρησε σε απεργία πείνας, με αποτέλεσμα να φυλακιστεί και να βασανιστεί. Στο σπίτι πήγε ως ελαιοχρωματιστής και επειδή είναι κάποιας ηλικίας κοιμήθηκε εκεί, με αποτέλεσμα να συλληφθεί. Σχετικά με το τούνελ, επισημαίνει πως έχει έξοδο, οπότε δεν πρόκειται για κρύπτη. Μάλιστα, ο αστυνομικός παραδέχθηκε πως δεν υπάρχει κανένα στοιχείο για συναρμολόγηση οπλισμού.

Ο Ερτζάν Γκόκουγλου είναι εκδότης περιοδικού, που ήρθε στην Ελλάδα ως διωκόμενος. Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο ενοχής του για κανένα από τα αδικήματα. Ο αστυνομικός είπε ότι τον είδε να πετάει μια κορνίζα κατά τη σύλληψή του, παρότι στη συνέχεια παραδέχθηκε πως δεν ήταν μπροστά στη δέσμευση των ανδρών. Επισημαίνει πως το γεγονός είναι πως οι αυτοί οι άνθρωποι είναι στο στόχαστρο των τουρκικών αρχών. Μάλιστα, η Τουρκία προσπαθεί να παρουσιάσει πως η χώρα μας υποθάλπει τρομοκρατες, με θύματα τους κατηγορούμενους, κάτι το οποίο δεν πρέπει να επικυρωθεί από το δικαστήριο. Καταλήγει πως η χώρα μας έχει περάσει από δικτατορίες και αυταρχικά καθεστώτα, που έπεσαν χάρη στους ανθρώπους που αγωνίστηκαν εναντίον τους. Οι άνθρωποι αυτοί θα μπορούσαν να είναι συμβάλουν σε μια δημοκρατική Τουρκία και στην ειρήνη μεταξύ των χωρών μας.

«Το παρόν δικαστήριο καλείται να άρει την προηγούμενη κακοδικία»

Ο συνήγορος Καμπαγιάννης τονίζει πως οι κατηγορούμενοι δεν συνιστούν κίνδυνο για την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό. Αν είχαν οποιαδήποτε διάθεση να εκδηλώσουν τρομοκρατική ή παραβατική συμπεριφορά θα την είχαν εκδήλωση στα τόσα χρόνια, που ζουν στη χώρα μας. Ακόμα και ο μάρτυρας κατηγορίας παραδέχθηκε ότι η οργάνωση που υποτίθεται δικάζεται εδώ δεν δραστηριοποιείται στη χώρα μας. Κάνει λόγο για την ύπαρξη δυνάμεων που θέλουν να παρουσιάσουν ότι στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται τρομοκρατικές οργανώσεις για γεωπολιτικούς σκοπούς. Ευχαριστεί την έδρα για την αναστολή της πρωτόδικης απόφασης μετά την απεργία πείνας των κατηγορουμένων. Η απόφαση αυτή δικαιώθηκε αφού οι κατηγορούμενοι δεν έλειψαν ούτε μια φορά, αφού θέλουν να δικαιωθούν απέναντι στην κατηγορία ότι είναι τρομοκράτες.

Επισημαίνει πως το παρόν δικαστήριο καλείται να άρει μια κακοδικία, η οποία δεν οφείλεται απλώς σε μια κακή σύνθεση της έδρας στην πρωτόδικη διαδικασία, αλλά σε ένα πολύ κακό άρθρο του ποινικού κώδικα, το 187Α. Για αυτό το λόγο, συντάσσεται όχι μόνο με την πρόταση, αλλά με τη μεθοδολογία της εισαγγελικής πρότασης, που βασίζεται σε προσεκτική πραγμάτευση του αντιτρομοκρατικού νόμου, που έχει επιβληθεί νομοθετικά. Παραπέμπει στην αναφορά του Χαλίλ Ντεμίρ πως ο αγώνας κατά του φασισμού δεν είναι τρομοκρατία, τονίζοντας πως μονο μια χώρα που δίνει βασικές δημοκρατίες εγγυήσεις μπορεί να δικάσει για τρομοκρατία και υπενθυμίζοντας πως στην Αθήνα έχουμε το άγαλμα του Παναγούλη. Επισημαίνει πως στη Τουρκία δεν λειτουργεί το κράτος δικαίου, αναφέροντας για παράδειγμα την υπόθεση της συμπερίληψης του δικηγόρου Γκιουνάι Νταγκ, ο οποίος είναι παρόν στο κοινό της δικής, στη λίστα τρομοκρατών της Τουρκίας.

Σε σχέση με τη κατηγορία της οπλοκατοχής αναφέρει πως αυτή προϋποθέτει σχέσεις φυσικής εξουσίασης επί των όπλων, ενώ οι κατηγορούμενοι απλά βρέθηκαν στον ίδιο χώρο με τα οπλα για λίγες ώρες. Καταλήγει πως επειδή η αντιτρομοκρατική δεν μπόρεσε να στοιχειοθετήσει τα παραπάνω, έστειλε τους κατηγορουμένους σε δίκη απλά επειδή τους βρήκε μέσα. Επαναλαμβάνει τα περί πολιτικής σκοπιμότητας του κατηγορητηρίου, το οποίο επιχείρησε να μετατρέψει μια υπάρχουσα παράνομη πράξη σε κακοδικία. Τόνισε την ανάγκη να υπάρχουν δικαστές που θα δικάζουν με νηφαλιότητα.

«Η αντιτρομοκρατική ήθελε να πάρει τη ρεβάνς» – «Η έδρα καλείται να κρίνει με τρόπο νηφάλιο ως έναν ελάχιστο τρόπο αποκατάστασης των κατηγορουμένων»

Ο συνήγορος Πατρίκιος Πατρικουνάκος επανέλαβε πως η Χάρικα ήρθε στη χώρα μας αφού διώχθηκε στην Τουρκία για συμμετοχή σε φοιτητικές κινητοποιήσεις και συναυλίες, οι οποίες ονομάζουν «σοσιαλοτράγουδα», θυμίζοντας τα δικά μας «λιανοτράγουδα» κατά την περίοδο της δικτατορίας. Ήρθε σε επαφή με την επιτροπή αλληλεγγύης για να τη βοηθήσει να αποκτήσει νόμιμα έγγραφα και να μάθει ελληνικά. Όταν ήρθε η Χαζάντ Σέκελ από τη Τουρκία και συνελήφθη πέντε μέρες μετά, ανέπτυξαν φιλικές σχέσεις. Τα κορίτσια έμειναν στον κάτω όροφο της διπλοκατοικίας στην Αυλώνος, σε αυτόνομο χώρο. Η Χαζάντ ήρθε στη χώρα μας ως διωκόμενη γιατί συμμετείχε στις κινητοποιήσεις για τη δολοφονία του εφήβου Μπερκίν Ελβάν από την αστυνομία. Το γεγονός ότι είχε συλληφθεί λίγες μέρες αφού ήρθε στη χώρα μας χρησιμοποιήθηκε στην πρωτόδικη διαδικασία, παρά την προηγούμενη αθώωσή της.

Ο Σαγιάρ Αμίρ είναι κάτοικος Ολλανδίας και ήρθε στη χώρα μας για διακοπές. Αναφέρει τις αντιφάσεις του αστυνομικού μάρτυρα κατηγορίας. Ο αστυνομικός φαίνεται να ήταν πανταχού παρών και να έκανε τα πάντα, αλλά δεν ήταν σε θέση να παρουσιάσει καμία φωτογραφία. Αναφέρει πως το βίντεο που υπάρχει στη δικογραφία, έρχεται σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του μάρτυρα αστυνομικού. Ο Μπουράκ Αγαρμίς έμεινε στο σπίτι μόνο μια βδομάδα και κατέληξε να καταδικάζεται για τρομοκρατική οργάνωση, με μόνα κριτήρια ότι έμειναν όλοι μαζί, την υποτιθέμενη κρύπτη και ότι είχαν ξανακατηγορηθεί, αν και αθωώθηκαν, λες η αντιτρομοκρατική ήθελε να πάρει τη ρεβάνς. Επικαλείται τους μάρτυρες υπεράσπισης πως ο δημόσιος βίος των κατηγορουμένων δεν συνάδει με τις αρχές της συνωμοτικότητας, καλώντας την έδρα να κρίνει με τρόπο νηφάλιο ως έναν ελάχιστο τρόπο αποκατάστασης των κατηγορουμένων.

«Η πρωτόδικη απόφαση και το κατηγορητήριο διέπονται από μια περίεργη λογική και αγριότητα»

Η συνήγορος Βούλα Γιαννακοπούλου κάνει λόγο για μια περίεργη λογική και αγριότητα, που διέπει το κατηγορητήριο. Δεν ξέρουμε καν από που προήλθε η ανώνυμη πληροφορία, αν ήταν πολίτης ή εγκάθετος. Αναρωτιέται με πιο στοιχείο συνδέθηκαν τα όπλα με την κατάλυση θεσμών της Ελλάδας και μάλιστα πως η υπερχρηματοδοτούμενη αντιτρομοκρατική βασίστηκε απλά σε έναν μάρτυρα κατηγορίας, χωρίς να προσκομίσει κανένα στοιχείο, πόσο μάλλον σε μια πρωτοφανή υπόθεση που υποτίθεται ότι αφορά διακρατική τρομοκρατία.

Καταγγέλλει ότι αυτό που έφερε κατηγορούμενους του Τούρκους αγωνιστές είναι η ίδια η ιδιότητα τους ως πολιτικοί πρόσφυγες, επισημαίνοντας πως προκαλεί έκπληξη πως το προσφυγικό προφίλ που τους αναγνώρισε η χώρα μας, χρησιμοποιείται στη συνέχεια εναντίον τους. Επισημαίνει πως αν οι κατηγορούμενοι ήξεραν την ύπαρξη του τούνελ, θα είχαν επιχειρήσει να διαφύγουν από εκεί κατά την αστυνομική έφοδο. Τέλος, καταλήγει ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι μια παραφωνία στην δημοκρατική νομιμότητα, που χαρακτηρίζεται από αγριότητα, ενώ δεν πάνε πολλά χρόνια, που η χώρα μας βρίσκεται σε ανάλογη θέση, επισημαίνοντας πως αυτά θα τα δούμε μπροστά μας στο μέλλον.

Η δίκη θα συνεχιστεί τη Δευτέρα 13 Μαρτίου, στις 11.30, για την ανακοίνωση της τελικής απόφασης, αφού συσκεφθεί η έδρα.