Με την έναρξη της διαδικασίας η πρόεδρος του δικαστηρίου κάλεσε τους κατηγορούμενους να σηκωθούν προκειμένου να πει ο μάρτυρας αν αναγνωρίζει κάποιον από εκείνη τη νύχτα. Ο μάρτυρας αναγνώρισε τον Ρουπακιά, λέγοντας ότι είναι ο δολοφόνος.
Χαρακτηριστικές είναι και οι απαντήσεις του μάρτυρα σε ερωτήσεις της Πολιτικής Αγωγής:
Α. Τζέλης: Ποια ήταν η συμπεριφορά των ανθρώπων που χαρακτηρίσατε όχλο;
Ηλ. Κοντονικόλας: Περίμεναν να μαζευτούν και να κάνουν ό,τι είναι να κάνουν, ήταν σαν να ήταν οργανωμένο. Δεν θα μπορούσε να κάνει ο καθένας ό,τι να ναι. Ουρλιάζανε, φωνάζανε, βρίζανε.
Α. Τζέλης: Γιατί δεν τρέξατε εσείς;
Ηλ. Κοντονικόλας: Ήμουν φοβισμένος, παγωμένος και δεν ήταν ότι δεν έτρεξα, έτρεξα, αλλά μετά μου επιτέθηκαν και δεν μπορούσα να ξανασηκωθώ, να αντιδράσω όπως θα αντιδρούσε κάποιος, ήταν τόσοι πολλοί που έπεφταν πάνω μας.
«Ο Ρουπακιάς πήγε κατευθείαν στον Παύλο»
Στη συνέχεια ο μάρτυρας κατέθεσε ότι οι χρυσαυγίτες απασχολούσαν τον Παύλο μέχρι να φτάσει ο Ρουπακιάς και «να γίνει αυτό που ήταν να γίνει».
«Ο Ρουπακιάς δεν μίλησε με κανέναν, πήγε κατευθείαν στον Παύλο», είπε και πρόσθεσε ότι με το που έγινε η δολοφονία «ανοίξανε και φύγανε» περνώντας μπροστά από τους αστυνομικούς.
Η παρουσία των αστυνομικών δεν αποθάρρυνε καθόλου τους χρυσαυγίτες, σύμφωνα με τον μάρτυρα.
Παπαδοπούλου: Μάθατε αργότερα πώς μαζεύτηκαν τόσο γρήγορα οι χρυσαυγίτες;
Κοντονικόλας: Ναι, άκουσα ότι με μηνύματα μαζεύτηκαν και ότι ο Λαγός έδωσε την εντολή.
Παπαδάκης: Για το θέμα του όχλου η συμπεριφορά των ατόμων ήταν ανεξάρτητη του ενός από τον άλλο;
Κοντονικόλας: Όχι, ήταν συντονισμένοι, ήταν απέναντι 20 άτομα και απέναντι 9 να μας βαράνε, ήρθε το αμάξι και ανοίξανε, ήταν σαν βήμα βήμα ας πούμε.
Νέες προκλήσεις
Ακολούθησε μικρή ένταση, με τον συνήγορο Μιχαλόλια να παρεμβαίνει στις ερωτήσεις Παπαδάκη περί του συντονισμού της επίθεσης λέγοντας: «Αυτά να τα πεις στους Πυρήνες που πετούν μπουκάλια».
Την ίδια ώρα, από τις θέσεις του κοινού που κάθονται οι της Χρυσής Αυγής ακουγόταν: «Γαμώ τα σπίτια σας», «Άντε στον διάολο ρε», παράλληλα με φωνές που έλεγαν «κάτσε κάτω ρε νούμερο» απευθυνόμενες ή στον μάρτυρα ή στον συνήγορο.
Ο μάρτυρας είπε, μάλιστα, ότι τον τράβηξαν με το κινητό και δεν ήταν δημοσιογράφοι.