του Θάνου Καμήλαλη
Το παραπάνω αξίωμα είναι βασικός νόμος της πολιτικής σε μία δημοκρατία. Σε μια κανονική δημοκρατία, ότι σε ένα καχέχτυπο, σε μια διασωληνωμένη Πολιτεία όπου ισχύει μόνο ό,τι βολεύει την εξουσία και καταστέλλεται ή λοιδωρείται ό,τι ενοχλεί. Η κυβέρνηση έχει κάθε δικαίωμα να φέρει ένα νομοσχέδιο, οι πολίτες έχουν κάθε δικαίωμα να αντιδράσουν. Παράλληλα, βασικός κανόνας στη φυσική, συγκεκριμένα ο τρίτος Νόμος του Νεύτωνα, είναι η δράση και η αντίδραση. Το απλό, ρητορικό φυσικά, ερώτημα είναι: Τι προηγείται;
Η κοινή λογική και η επιστήμη λένε ότι προηγείται η δράση, δηλαδή η οι πολιτικές αποφάσεις, όπως η κατάθεση του νομοσχεδίου και η προκλητική και φωτογραφική απαγόρευση κατά των ήδη εκφρασμένων εδώ και μήνες αντιδράσεων. Αυτό το νομοσχέδιο προκαλεί την «τεχνητή όξυνση», όπως έθεσε το ζήτημα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Χρήστος Ταραντίλης, στρεφόμενος προς τους διαδηλωτές. «Τεχνητή όξυνση» της κατάστασης προκαλείται όταν φέρνεις ένα νομοσχέδιο που προβλέπει: Μείωση εισακτέων στα ΑΕΙ, Τράπεζα Θεμάτων, διαγραφές φοιτητών που δεν κοστίζουν τίποτα στο κράτος, «πειθαρχικά συμβούλια φοιτητών», ή αλλιώς «φοιτητοδικεία» και πανεπιστημιακή αστυνομία, που θα χρηματοδοτείται με εκατομμύρια και μεταξύ άλλων, από τον Ειδικό Λογαριασμό των ΑΕΙ για την έρευνα.
Αν σε «ανησυχεί» η αντίδραση δηλαδή οι μαζικές κινητοποιήσεις εν μέσω πανδημίας, τότε μπορείς να μην επιχειρείς να περάσεις ένα τέτοιο τερατούργημα για την Παιδεία, που αφορά κυρίως τα Πανεπιστημία αλλά και την τρίτη Λυκείου (μάλιστα αφορά τον τρόπο εισαγωγής από φέτος), μέσα στην πανδημία. Όταν επιλέγεις τον δρόμο της σύγκρουσης, τότε είσαι εσύ, η κυβέρνηση, που δεν σε νοιάζει η πανδημία, αλλά τη χρησιμοποιείς για την ατζέντα σου. Είναι πάρα πολύ απλό.
Η «ανησυχία» για τις κινητοποιήσεις και την έξαρση των κρουσμάτων είναι προκλητική κοροϊδία μες στα μούτρα μας. Εκτός αν κανείς πιστεύει ότι οι φοιτητές βγήκαν σήμερα, απλώς για να κάνουν μία «βόλτα» στέλνοντας όλοι μαζί κωδικό «6», έτσι, για να βρεθούνε παρέα. Άλλωστε, παρά τη γραφική προσπάθεια μερικών ΜΜΕ και στελεχών της ΝΔ, η μεγαλειώδης συγκέντρωση στο Εφετείο δεν φαίνεται να προκάλεσε αύξηση κρουσμάτων. Εκτός αν το Εφετείο πέφτει κάπου στη Θεσσαλονίκη και δεν το είχαμε καταλάβει. Παράλληλα, όπως έστω περιορισμένα έχει εξηγηθεί, το μεγαλύτερο ποσοστό των μολύνσεων πραγματοποιείται σε κλειστούς χώρους.
Αν αυτό μοιάζει απλά «μετακύλιση της ευθύνης», από τους «ανεύθυνους φοιτητές» στην υπέυθυνη κυβέρνησή μας, τότε υπάρχει μία σειρά από ζητήματα που πρέπει να εξηγηθούν:
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ζητάει μονίμως τη «συναίνεση» των πολιτών σε αυτές τις όντως πολύ δύσκολες και πρωτοφανείς συνθήκες. Έχει επιβάλλει μία σειρά απαγορεύσεων που δεν θα μπορούσε να φανταστεί κανένας μέχρι το τέλος του 2019, έχει ζητήσει ξανά και ξανά την «ατομική ευθύνη» και έχει συναντήσει την εξαιρετική πειθαρχία και κατανόηση από τους πολίτες. Οι μόνες περιπτώσεις όπου προκλητικά και καταχρηστικά πολίτες χαρακτηρίζονται «απείθαρχοι» είναι όταν πραγματοποιούν δραστηριότητες που η κυβέρνηση και οι επιστήμονες τους έχουν επιτρέψει να κάνουν. Όταν κάνουν τη βόλτα που δικαιούνται, όταν πηγαίνουν στα ανοιχτά μαγαζιά ή στις δουλειές τους που δεν έκλεισαν εν μέσω lockdown. Όλα αυτά γίνονται για την κοινή «εθνική μας προσπάθεια» όπως επαναλαμβάνει ξανά και ξανά στις ενημερώσεις ο Νίκος Χαρδαλιάς ή το «κοινό μέτωπο» στον «υγειονομικό πόλεμο» όπως αναφέρεται όταν η πανδημία παρουσιάζεται ως μία εμπόλεμη κατάσταση.
Mέσα σε αυτήν όμως τη συνθήκη και πέρα από τις ανύπαρκτες πρωτοβουλίες για ενίσχυση του συστήματος Υγείας, μαζικά τεστ κ.α, τη δική της υγειονομική ευθύνη δηλαδή, η κυβέρνηση επιλέγει το διάστημα της πανδημίας για να περάσει το αντιεκπαιδευτικό νομοσχέδιο Κεραμέως – Χρυσοχοϊδη. Ένα νομοσχέδιο που δεν καλύπτει καμία ανάγκη σχετική με την πανδημία, αλλά μόνο επωφελείται από αυτήν, ώστε να επιβάλει, μεταξύ πολλών ακόμα, την Πανεπιστημιακή Αστυνομία. Ενώ οι σχολές είναι κλειστές και ενώ φαίνεται όλο και περισσότερο ότι όλοι οι αρμόδιοι φορείς, πέραν από τους οπαδούς – χειροκροτητές του Κυριάκου Μητσοτάκη, είναι εναντίον της.
Δύσκολα θα φανταζόμασταν ποτέ ότι ο πρώην βουλευτής της ΝΔ και πρώην Πρυτανης του ΕΚΠΑ, Φορτσάκης, ο ευρωβουλευτής Γιώργος Κύρτσος, η Ομοσπονδία των Αστυνομικών (ΠΟΑΣΥ), εκατοντάδες ακαδημαϊκοι σε εσωτερικό και εξωτερικό, Πρυτάνεις και πολλές χιλιάδες φοιτητές θα έβρισκαν (παρά τις διαφωνίες περί της φύλαξης και της «ασφάλειας») ένα συγκεκριμένο κοινό σημείο συμφωνίας: Την εναντίωσή τους στην Πανεπιστημιακή Αστυνομία. Η κυβέρνηση όμως, εμμονικά, δεν ακούει κανέναν, γιατί πουλάει το δόγμα του «νόμου και της τάξης» ως εύκολη λύση στους ψηφοφόρους της. Κάποιοι δεξιοί όμως με γνώση της κατάστασης της λένε ότι «είναι επικοινωνιακού τύπου λύση», οι αστυνομικοί ότι «θα δημιουργήσει περισσότερες εντάσεις», η πανεπιστημιακή κοινότητα βάσιμα φωνάζει για τις ακαδημαϊκές ελευθερίες και για κλιμάκωση της καταστολής και της αστυνομοκρατίας.
Αλλά Κεραμέως και Χρυσοχοϊδης συνεχίζουν τη δράση τους. Όχι μόνο αυτό, αλλά εκδίδεται και ακόμα μία αντιδημοκρατική και ατεκμηρίωτη απαγόρευση συναθροίσεων άνω των 100 ατόμων, για μία εβδομάδα, ενόψει των κινητοποιήσεων, δηλαδή της αντίδρασης. Που προκαλεί, έυλογα και ευτυχώς, ακόμα μεγαλύτερη αντίδραση. Συνέβη στην Πολωνία με την απόφαση για τον περιορισμό στις αμβλώσεις, συνέβη στη Γαλλία με το νόμο Μακρόν για τη βιντεοσκόπηση αστυνομικών, συνέβη στις ΗΠΑ με το κίνημα Black Lives Matter.
Ποιος είναι εδώ ο ανεύθυνος, ο «αντικοινωνικός» και ποιος όχι; Ποιος τορπιλίζει οποιαδήποτε συναίνεση και εξαρχής δείχνει ότι χρησιμοποιεί την πανδημία ως όπλο; Τι σχέση έχει η Πανεπιστημιακή Αστυνομία και τα φοιτητοδικεία με τον «κοινό μας αγώνα» εδώ και 10 μήνες απέναντι στην πανδημία; Και τι πρέπει να κάνει ένας φοιτητής, ένας πολίτης όταν δέχεται μία τέτοια επίθεση από την εξουσία, την ώρα που τα αιτήματά του, για ανοιχτές σχολές με μέτρα προστασίας, για χρήματα για την Παιδεία, σε υποδομές, καθηγητές, έρευνα και όχι στην αστυνομία, δεν εισακούγονται; Την ώρα μάλιστα που εδώ και έναν σχεδόν χρόνο, δεν «είναι φοιτητής», παρακολουθεί μαθήματα και συμμετέχει σε εξεταστικές σχεδόν μόνο ηλεκτρονικά; Σε ποιο πολίτευμα η απάντηση σε όλα αυτά είναι «να σκάσουν και να τα αποδεχθούν όλα;»
Λύσεις υπάρχουν και είναι μία και απλή: Απόσυρση του νομοσχεδίου. Αν είσαι κυβέρνηση και σε ανησυχούν οι μεγάλες κινητοποιήσεις μέσα σε πανδημία, μπορεις να μη φέρνεις άσχετα νομοσχέδια που προκαλούν κινητοποιήσεις, δυναμιτίζουν την όποια «συναίνεση» και φέρνουν όλους τους εμπλεκόμενους φορείς εναντίον σου, μέσα στην πανδημία. Αν είσαι ανήσυχος πολίτης ως προς τον συνωστισμό, μπορείς να ζητήσεις από την κυβέρνηση να μην φέρνει άσχετα νομοσχέδια που προκαλούν κινητοποιήσεις, δυναμιτίζουν την όποια «συναίνεση» και φέρνουν όλους τους εμπλεκόμενους φορείς εναντίον της, μέσα στην πανδημία.
Όλα τα υπόλοιπα είναι από αποπροσανατολισμός, επιλεκτική ευαισθησία, έως και θράσος, ή προπαγάνδα. Πρώτα έρχεται η δράση, από μία κυβέρνηση που επιθυμεί να κάνει ό,τι θέλει, ψηφίζοντας και απαγορεύοντας χωρίς να ακούει κανέναν, με σύμμαχο έναν ιό. Μετά έρχεται η αντίδραση, που στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν και πάρα πολύ όμορφη, δίκαιη και ξεκάθαρη. Έτσι λειτουργούν, πέρα από τη φυσική, συχνά, ευτυχώς και η πολιτική και η κοινωνία.