Μια χώρα που βρίσκεται διαρκώς, επί δεκαετίες, στις ειδήσεις, με τρόπο που όμως γίνεται όλο και πιο ακατανόητη για τον δυτικό άνθρωπο, που την βλέπει μέσα από τις δικές του θέσεις και κατασκευές.
Μια χώρα – κι ίσως δεν υπάρχει τίποτε πιο ενδεικτικό της άγνοιάς μας απ’ αυτό – που έζησε την τελευταία της επίσημη και κανονική απογραφή του 1971. Όλοι οι αριθμοί που λέμε, όλοι ανεξαιρέτως, είναι προβολές. Το 1971 στην απογραφή μετρήθηκαν 11 εκατομμύρια κάτοικοι – για να μη χαθεί μέρος της βοήθειας προς τη χώρα, από τον ΟΗΕ, το Αφγανιστάν δήλωσε ότι έχει κάνει λάθος και πρόκειται για 16 εκατομμύρια, τελικά. Από κει και ύστερα, το χάος. Στη χώρα δεν υπάρχει καταγραφή γεννήσεων και θανάτων, δεν υπάρχουν πιστοποιητικά – δεν υπάρχουν καν επίθετα, με τον τρόπο που τα γνωρίζουμε εμείς. Οι περισσότεροι «έχοντες» επίθετα, φαινόμενο σχετικά πρόσφατο, υιοθετούν κάποιο για τις επαφές τους με τη Δύση – συνήθως ανήκουν σε ανώτερες τάξεις δηλαδή. Ακόμη και τότε, το επίθετο συνήθως δείχνει καταγωγή: Ο Χαμίντ Καρζάι μας λέει με το επίθετό του ότι είναι ο Χαμίντ από την Καρζ της Κανταχάρ. Και, για το ιδιαίτερο του πράγματος, χωρίς επίθετα σημαίνει ότι οι γυναίκες δεν παίρνουν το επίθετο του πατρός τους, του ανδρός τους κλπ..
Επιστροφή στην απογραφή. Έτσι κάπως, αν οι Παστούν είναι 45% του πληθυσμού του Αφγανιστάν, όπως λένε οι Δυτικοί, ή 55% όπως λένε οι ίδιοι, είναι κάτι που δεν μπορεί να διαπιστωθεί. Εξ αρχής επιλέγεις ποιόν θα πιστέψεις – συνήθως μια απλή πρόσθεση και διαίρεση δια δύο είναι η μέση λύση, αλλά και πάλι η γνώση δεν υφίσταται. Και η επιλογή σου καθορίζει και την πολιτική, πολλές φορές: αν οι Παστούν είναι 55%, με βάση τις αρχές της δυτικής δημοκρατίας έχουν τον πρώτο και αποφασιστικό λόγο.
Οι Παστούν είναι, πάντως, οι περισσότεροι και η κυρίαρχη κουλτούρα – η ταυτότητα Παστούν, ας σημειωθεί, δεν είναι θρησκευτική, καθώς υπάρχουν και κοινότητες Παστούν σιιτικές και σε ακόμη μικρότερο ποσοστό ινδουϊστικές. Οι περισσότεροι είναι ωστόσο σουνίτες. Ακολουθούν οι Τατζίκοι, επίσης κυρίως σουνίτες, που θεωρούμε ότι αποτελούν το 30% του πληθυσμού και από τους οποίους αποτελείται ένα μεγάλο μέρος της τάξεως των εμπόρων και των κληρικών. Ένα περίπου 10% υπολογίζεται ότι είναι οι τουρκογενείς (ουζμπέκοι, τουρκμένοι κλπ), οι οποίοι κατοικούν στα βόρεια της χώρας και η ισχύ τους είναι πολύ μεγαλύτερη του ποσοστού, καθώς έχουν δύο σημαντικά πράγματα στα χέρια τους: την κατασκευή και εμπορία των θρυλικών χαλιών μπουχάρα (που φτιάχνονται στο Αφγανιστάν κι είναι το βασικό νόμιμο εξαγώγιμο προϊόν της χώρας) και κράτη ομογενών τους να τους στηρίζουν πολλαπλώς, παρά τις σημαντικές διαφορές – διαφορές που όμως παίζουν μεγάλο ρόλο στην διαμόρφωση των πολιτικών των διαφόρων κοινοτήτων του Αφγανιστάν.
Κι εδώ οφείλουμε να ανοίξουμε μια παρένθεση, γι’ αυτές ακριβώς τις διαφορές. Οι Ουζμπέκοι, Τουρκμένοι κλπ που ζουν στα κράτη τους, στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, έχουν πολύ διαφορετική κουλτούρα και ζωή από τους ίδιους λαούς στο Αφγανιστάν. Οι των κρατικών οντοτήτων θεωρούν τους Αφγανούς πατριώτες τους ως κατσικοκλέφτες και πρωτόγονους, υποδεέστερους. Αντιστοίχως, οι Αφγανοί τουρκογενείς θεωρούν τους κατοίκους αυτών των κρατών δειλούς και κατώτερους, αφού παραδόθηκαν και επέτρεψαν να τους νικήσουν οι σοβιετικοί (κάτι που οι Αφγανοί δεν επέτρεψαν).
Για τους Παστούν, οι οποίοι αποτελούν μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού του Πακιστάν (γύρω στο 20%), ανάλογο ρόλο θα μπορούσε να παίξει το Πακιστάν. Ωστόσο, είναι ιδιαίτερο και πρέπει να καταγραφεί, ότι όλοι οι Αφγανοί, όπου και αν ανήκουν, ούτε επιθυμούν ούτε έδειξαν ποτέ να επιθυμούν είτε να δημιουργήσουν εθνικά κράτη είτε να ενταχθούν σε εθνικά κράτη. Η έννοια του εθνικού κράτους τους είναι αποτρόπαια και ξένη. Γι’ αυτούς το βασικότερο και το ενωτικό είναι το Ισλάμ. Το Αφγανιστάν είναι ένα Ισλαμικό Κράτος και οι Αφγανοί, όλοι, από όπου κι αν προέρχονται, θεωρούν ότι γεννιούνται καλοί μουσουλμάνοι – με τον τρόπο που οι χριστιανοί του Βυζαντίου θεωρούσαν ότι γεννιούνται καλοί, ορθόδοξοι χριστιανοί, θα τολμήσω την αναλογία.
Το ίδιο ισχύει και για το σιιτικό στοιχείο στο Αφγανιστάν, τους πολύπαθους Χαζάρα, που θεωρούνται απόγονοι των Μογγόλων και αποτελούν το περίπου 15% του πληθυσμού, σύμφωνα με τις ίδιες προβολές. Η θρησκευτική τους διαφορά αποτελεί και το λόγο όσων έχουν υποστεί από τους λοιπούς, τους σουνίτες, δια μέσου των αιώνων – ήταν οι διωκόμενοι κι οι σκλάβοι πάντα. Και, βεβαίως, είναι οι πιο γνωστοί εχθροί των ταλεμπάν.
Πέρα από όλες αυτές τις μεγάλες κοινότητες, υπάρχουν ακόμη 12 μικρότερες. Στο Αφγανιστάν μιλούνται τουλάχιστον 20 γλώσσες. Η χώρα ήταν και παραμένει – πέρα από την ελίτ του και το μικρόκοσμό της στην Καμπούλ- μια προνεωτερική κοινωνία.
Οι λαοί αυτοί, Παστούν, τουρκογενείς, Χαζάρα και όλοι οι άλλοι, δεν είναι εθνότητες και δε λειτουργούν ως εθνότητες εντός της χώρας. Υπάρχει διακριτκή ταυτότητα αλλά δεν υπάρχει εθνική ενότητα, ας το πούμε – οι όροι με τους οποίους διαχειριζόμαστε το Αφγανιστάν είναι ήδη λάθος… Ας μείνουμε στο σημαντικό: δεν υπάρχει κεντρική πολιτική για καμμία από αυτές τις κοινότητες και οι σχέσεις και οι αποφάσεις λαμβάνονται σε φυλετικό επίπεδο, ανά περιοχές, με βάση συγκεκριμένα ζητήματα και προβλήματα που προκύπτουν. Αυτά τα ίδια τα ζητήματα και προβλήματα, και οι λύσεις που επιλέγονται, αλλάζουν κάθε στιγμή τους συσχετισμούς. Είναι πολύ συχνό δύο χωριά λχ Παστούν να μισούνται μεταξύ τους και γι αυτό να εντάσσονται σε αντίθετα στρατόπεδα. Αλλά, σε κάποιο ζήτημα – όπως, λχ, η αντίσταση κατά της κατοχής – μπορεί να συνεργαστούν και να συνεργήσουν.
Η λέξη για την κατανόηση των κοινωνικών αυτών σχέσεων είναι το Καούμ (λατινιστί قوم, quwm). Στις εγκυκλοπαίδειες μεταφράζεται ως «η βασική κοινωνική ομάδα του Αφγανιστάν που βασίζεται στη συγγένεια, τον τόπο κατοικίας ή στο επάγγελμα.. Πολλές φορές μεταφράζεται ως φυλή αλλά η σχέση που περιγράφει η λέξη Καούμ περνάει τις γραμμές φυλών ή και εθνών… η λέξη χρησιμοποιείται στο Αφγανιστάν για να καταδείξει μορφές αλληλεγγύης. Οι αφγανοί αυτο-ορίζονται από το καούμ κι όχι από την φυλή ή την εθνότητα.. Η ταυτότητα Καούμ προσέθεσε στην δυσκολία της δημιουργίας εθνικής ταυτότητας στο Αφγανιστάν».
Με πιο απλά λόγια, το Καούμ σημαίνει «εμείς» – εμείς απέναντι στους όποιους «άλλους». Το «εμείς» όμως αυτό σε πολλές περιπτώσεις είναι ρευστό και μπορεί να αλλάζει βάσει των όσων προβάλλει και αναγκάζει η κάθε συγκυρία. Το «εμείς» αυτό καθορίζεται από το ερώτημα που βάζει είτε το άτομο είτε η Ιστορία. Και η εκάστοτε – βραχύχρονη ή μακρόχρονη – κοινωνική συμφωνία σε αυτό το Καούμ είναι που καθορίζει τις σχέσεις και τις θέσεις. Κι αυτό σημαίνει ότι το Καούμ δεν αφορά σε δεσμούς αίματος ή ακόμη και θρησκευτικής πίστης, αφορά τον τρόπο που η κάθε κοινωνία εντός του Αφγανιστάν αυτο-ορίζεται και βλέπει, ερμηνεύει και δρα στην παρούσα στιγμή. Είναι πολύ ευρύτερο το Καούμ σε περιόδους κατοχής, λχ, από το Καούμ σε περιόδους ησυχίας και ειρήνης (που γίνονται όλο και πιο σπάνιες). Οι ίδιες κοινότητες που ενώθηκαν για να διώξουν τους σοβιετικούς ή τους αμερικάνους, αμέσως μετά θα αυτοσυρικνώσουν το Καούμ, που ως εκείνη την ώρα περιελάμβανε και εκείνους που τώρα γίνονται «οι άλλοι».
Καταλήγοντας, ο τρόπος που οι νεωτερικές και μετανεωτερικές κοινωνίες βλέπουν τον κόσμο, το έθνος, το κράτος, την θρησκευτική πίστη, δεν είναι ο τρόπος που βλεπουν τον κόσμο και την ταυτότητά τους οι ίδιοι οι Αφγανοί. Δεν θα συνταχθούν πίσω από κανένα αφήγημα «εθνικής ανεξαρτησίας» – το εθνική και το ανεξαρτησία είναι πολύ χωριστά πράγματα για κείνους και το πρώτο δεν το έχουν στην κουλτούρα τους. Δεν θα συνταχθούν πίσω από το αφήγημα κανενός «εθνικού κράτους» – θεωρούν τα εθνικά κράτη, και των ομοίων τους, κατώτερα του Αφγανικού μουσουλμανικού πολύμορφου κόσμου, που όμως δεν πρόδωσε ποτέ τον Προφήτη. Δεν υπάρχει κανείς που να επιζητεί αποκοπή εδαφών, εθνική ομοιομορφία, βαλκανοποίηση ας το πω – όλα αυτά, αν εμφανιστούν ως σύντομα ανέκδοτα, είναι προϊόντα της δυτικής επιβολής. Κι επειδή για τους Αφγανούς η πολιτική είναι ένας συσχετισμός του τώρα και μόνον αυτού, και το κοινοτικό κύτταρο παραμένει η οικογένεια και το Καούμ, «η πολιτική χαράσσεται σαν προξενιό ή σαν να βρίσκονται σε ένα διαρκές παιγνίδι πόκερ» οι φυλές και οι κοινότητες, όπως έχει πει ο εθνολόγος και μελετητής του Αφγανιστάν Τόμας Μπάρφιλντ (πολλά στοιχεία αυτού του άρθρου είναι από τις έρευνές του, ας αναφερθεί).
Προξενιό σημαίνει, τώρα θα ζήσουμε μαζί, όσο αντέξουμε, διότι έτσι τα έφερε η μοίρα. Και πόκερ σημαίνει ότι παίζουμε το χαρτί που μας μοιράστηκε τώρα, αλλά περιμένουμε κι άλλο φύλλο και εκεί θα τα ξαναδούμε όλα. Είναι ο πραγματισμός μιας προνεωτερικής κοινωνίας, που τίποτε μοντέρνο δεν την έχει αγγίξει έξω από την Καμπούλ, που δεν γνωρίζει εθνικισμούς και που ενώνεται ή χωρίζεται, κατά το δοκούν, με κυρίαρχη την θρησκευτική της ταυτότητα.
Η θρησκευτική ταυτότητα και ο τρόπος που τους καθορίζει, με υποχρεώνουν να καταφύγω ξανά στο παράδειγμα του Βυζαντίου. Ο Μπάρφιλντ, που έζησε με τις φυλές του Αφγανιστάν τη δεκαετία του ’70, σημειώνει πως «η πίστη, η θρησκεία δεν είναι κάτι άλλο, χωριστό» για τον αφγανό. Ο διαχωρισμός κράτους και εκκλησίας, ας το πούμε, δεν τους περνάει κάν από το νου. Στην αναφορά του Αφγανιστάν ως Ισλαμικού Εμιράτου δεν αντέδρασε η συντριπτική πλειοψηφία των αφγανών, ακριβώς γιατί θεωρούν ότι η χώρα τους είναι Ισλαμικό Εμιράτο – όχι με την έννοια της από πάνω επιβολής της Σαρίας, αλλά με την έννοια της συνολικής λαϊκής πίστης. Όπως ακριβως για τον ρωμηό η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ήταν η αυτοκρατορία της Ορθοδοξίας. Δεν υπάρχει, δηλαδή, αναλογία εδώ με την Ισλαμική επανάσταση στο Ιράν – άλλωστε, το Ιράν είναι μια χώρα του πρώτου κόσμου, παρά τις παράνομες και σκληρές και πολυετείς κυρώσεις που έχει υποστεί. Στο Ιράν η επιστροφή στο Ισλάμ ήταν η θεραπεία που επέλεξε μια αρχαία κοινωνία για να θεραπεύσει το βάρβαρο δυτικό τραύμα του μοντέρνου κόσμου, που της επιβλήθηκε απο τα πάνω. Στο Αφγανιστάν το Ισλάμ δεν υπέστη αυτό το βίαιο τραύμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Αφγανοί κοιτούν μάλλον αφ΄υψηλού το Πακιστάν, γιατί «είναι μόνο 500 χρόνια μουσουλμάνοι, οι καϋμένοι, ενώ εμείς ακολουθήσαμε τον Προφήτη»…
Κι εδώ μπαίνει ένας ακόμη πολύ ενδιαφέρον «βυζαντινός» παράγοντας – η βεβαιότητα ότι οι νίκες κατά των εκάστοτε απίστων οφείλονται ακριβώς στην πίστη και στον τρόπο που πιστευουν οι Αφγανοί, σημαίνει ότι οι αφγανοί είναι βέβαιοι για την ορθοδοξία της ισλαμικής τους πίστης και κανείς δε μπορεί να τους κάνει μαθήματα επί του Ισλάμ: γεννιούνται στο σωστό Ισλάμ κι απόδειξη είναι η νίκη τους. Και εδώ αποδίδεται το γεγονός ότι οι σαλαφιστές και η Αλ-Κάιντα τα βρήκαν πολύ δύσκολα στο Αφγανιστάν – εδώ, και στην ιδιαίτερη παρουσία των Σούφι, που στο Αφγανιστάν δεν αγγίζει κανείς, καθώς αποτελούν το υπόγειο ενωτικό ρεύμα των Καούμ.
Χαρισματικό μυστικιστικό ρεύμα, γεννημένο μετά την εξορία των νεστοριανών ρωμιών στην Περσία, οι Σούφι αποτελούν το γέννημα αυτής της μαγικής σύμμιξης της μυστικής ρωμέικης παράδοσης με τον περσικό κόσμο και το Ισλάμ. Μπορεί σήμερα να γνωρίζουμε τους απογόνους τους δερβίσηδες, από την εργαλειοποίηση των Οθωμανών, και μπορεί πολλοί να τους θεωρούν χαμένους ή ελάχιστους, να καταγράφονται οι διωγμοί και οι καταστροφές των ιερών τους λχ στη Σαουδική Αραβία, όμως είναι παρόντες σε όλο τον μουσουλμανικό κόσμο και το Αφγανιστάν αποτελεί ένα από τα προπύργιά τους. Κυρίως γιατί οι Σούφι δεν αποτελούν χωριστό κομμάτι της κοινωνίας αλλά εντάσσονται στην Καούμ και έχουν, μάλιστα, έναν πολύ ιδιαίτερο ρόλο: αυτό του διαμεσολαβητή. Όταν το πολιτικό πόκερ φτάσει στον καυγά, όταν το πολιτικό προξενιό κινδυνεύει με διαζύγιο, οι ίδιες οι κοινότητες ζητούν την επέμβαση των σούφι. Και πάλι ο Μπάρφιλντ αναφέρει ότι σε παλαιότερη επίσκεψή του στην Κανταχάρ είδε άνδρες των Ταλεμπάν να προβαίνουν σε σουφιστικές τελετουργίες. Το αόρατο δίκτυο διασύνδεσης κι αλληλεπικάλυψης των Καούμ και η ιστορία αιώνων έχει δώσει στους Σούφι αυτή την εξαιρετική και πολύ βαθιά σχέση στην κοινωνία του Αφγανιστάν. Και εδώ, και συνολικά, οι σχέσεις που καθορίζουν την πολιτική, το δίκαιο, την καθημερινότητα είναι σχέσεις πνευματικές, που στηρίζονται στην παράδοση και το Καούμ.