Σε εμπιστευτική συμφωνία με την φαρμακευτική εταιρεία AstraZeneca που κατασκευάζει ένα από τα πλέον αξιόπιστα εμβόλια κατά του κορονοϊού, φαίνεταιπως έφτασε η ΕΕ. Οι όροι αυτής της συμφωνίας, όπως αναφέρει Ευρωπαίος αξιωματούχος που μίλησε στο πρακτορείο «Reuters», περιλαμβάνουν τη διάθεση του εμβολίου σε χαμηλό κόστος από την εταιρεία και την ανάληψη κάλυψης νομικών εξόδων και τυχόν αποζημιώσεων από την ΕΕ σε περίπτωση παρενεργειών.

«Εάν μια εταιρεία ζητήσει υψηλότερη τιμή, δεν θα συμφωνήσουμε με τους ίδιους όρους», δήλωσε ο αξιωματούχος, ο οποίος συμμετείχε στις συνομιλίες, αλλά αρνήθηκε να κατονομαστεί. Παρά το γεγονός ότι η ύπαρξη παρενεργειών μετά την έγκριση είναι σπάνιες, όπως αναφέρει το δημοσίευμα, η ταχύτητα με την οποία αναπτύσσεται το εμβόλιο που ολόκληρη η ανθρωπότητα αναμένει, αυξάνει τον κίνδυνο ύπαρξης τέτοιων παρενεργειών.

Επομένως η φαρμακευτική εταιρεία, γνωρίζοντας αυτή την πιθανότητα, έσπευσε να προστατευθεί από τυχόν κάλυψη του ύψους των αποζημιώσεων αλλά και από τα νομικά έξοδα, με τις χώρες της ΕΕ να καλούνται να αναλάβουν το σύνολο του κόστους των αποζημιώσεων και το μεγαλύτερο μέρος των νομικών εξόδων, το οποίο και θα είναι υψηλότερο από την αρχική συμφωνία μεταξύ ΕΕ και AstraZeneca. Ωστόσο εξαιτίας της εμπιστευτικότητας της συμφωνίας δεν έχει γίνει γνωστό το πως θα κατανεμηθεί το κόστος στην εκάστοτε χώρα.

Παρ’ όλα αυτά εκείνο που έχει ξεκαθαριστεί είναι ότι οι αξιώσεις και το νομικό κόστος θα καλυφθούν από την ΕΕ μόνο σε περίπτωση που οι παρενέργειες είναι απροσδόκητες, με τις εταιρείες να διατηρούν την υποχρέωση να δώσουν στην κυκλοφορία ένα αξιόπιστο και ασφαλές εμβόλιο.

Οι όροι της συγκεκριμένης συμφωνίας διαφοροποιούνται από εκείνη για παράδειγμα που έχει συνάψει η Ένωση με την εταιρεία Sanofi, η οποία διατηρεί τις ποινικές της ευθύνες, διαθέτοντας το εμβόλιο σε μεγαλύτερη τιμή. Με αυτόν τον τρόπο, αντικατοπτρίζονται οι διαφορετικές στρατηγικές που ακολουθεί η ΕΕ, για την προστασία δύο εκ των κορυφαίων φαρμακευτικών εταιρειών του κόσμου.

Η AstraZeneca έχει συμφωνήσει με τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να καταβάλουν 2,5 ευρώ ανά δόση, ενώ η Sanofi διαπραγματεύτηκε μια τιμή περίπου στα 10 ευρώ, όπως δήλωσε ο αξιωματούχος.