Ο Αντώνης Ρέλλας έκανε μια ανάρτηση τη Δευτέρα, καταγράφοντας τις ελλείψεις που παρουσιάζουν τα μέτρα για τον «Μεγάλο Περίπατο της Αθήνας». Ανάμεσα σε αυτές, είναι η απουσία προσβασιμότητας στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, το ζήτημα με τις θέσεις παρκινγκ για αναπηρικά αυτοκίνητα, αλλά και αυτό των ανεμπόδιστων διαδρομών, με αποκορύφωμα την πρωτοφανή, από το 2004 έλλειψη αναβατορίου για την Ακρόπολη, που είναι «στον αέρα» για το φετινό καλοκαίρι.
«Η εφαρμογή είναι πιλοτική, σε αρχικό στάδιο», θα πουν πολλοί, ωστόσο, ακριβώς γι αυτό είναι κρίσιμο να γίνουν οι απαραίτητες προβλέψεις προσβασιμότητας, τώρα που γίνεται η προσπάθεια για αναδιαμόρφωση του κέντρου της Αθήνας.
Μιλώντας στο ραδιόφωνο του TPP, ο κ.Ρέλλας ξεκίνησε αναφέροντας μια φράση του ηθοποιού, Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη, σε συνέντευξή του στο «Βήμα», που μάλιστα μπήκε στον τίτλο του δημοσιεύματος. «Είμαστε σαν ανάπηροι, δε μπορούμε να εργαστούμε» είπε ο Μαρκουλάκης και έβαλε τίτλο η εφημερίδα, αναπαράγοντας, σύμφωνα με τον ακτιβιστή τη «μισαναπηρική λογική περί εξιδανίκευσης κανονικότητας που υπάρχει. Και δεν υπάρχει μόνο τώρα, τους τελευταίους μήνες διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, υπάρχει γενικότερα για μας τα ανάπηρα άτομα. Οδηγούν και στη λογική του μεγάλου περιπάτου για όλους, που στην πραγματικότητα δεν είναι για όλους, αλλά είναι για εκείνες και εκείνους που έχουν καλά σώματα.
Τα προβλήματα που παρατηρεί, όπως τονίζει «δεν αφορούν μόνο τα ανάπηρα άτομα, αφορούν συνολικά οποιονδήποτε ξεφεύγει από τη νόρμα της κανονικότητας, με πολλά εισαγωγικά η “κανονικότητα”. Θα μπορούσε να είναι κάποιο ΛΟΑΤΚΙ άτομο, θα μπορούσε να είναι ένας πρόσφυγας και ένας μετανάστης, θα μπορούσε να είναι ένας άνθρωπος ευτραφής, χοντρός που λέμε λαϊκά. Θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε ξεφεύγει απ’ αυτό που έχουνε βαθιά σφηνωμένο στο κεφάλι τους, ότι αποτελεί τον κανονικό άνθρωπο.
Εδώ λοιπόν έχουμε μια κλασική περίπτωση, ένα case study, όπου παρουσιάζουν ένα πράμα, το οποίο μόνο περίπατος δεν είναι. Όπου μέσα σ’ αυτό τον περίπατο βέβαια, φτάνουμε να έχουμε και το τραγικό γεγονός, ότι είναι το πρώτο καλοκαίρι μετά το 2004, που η χώρα μας δεν θα είχε αναβατόριο για την Ακρόπολη. Έτσι λοιπόν, αν θέλετε ν’ ανεβείτε στον βράχο με κάποιον φίλο σας, με κάποια φίλη σας, με κάποιον από το εξωτερικό, που ενδεχομένως να έχει μια κινητική δυσκολία, δε μιλώ μόνο για τα ανάπηρα άτομα, μιλώ και για τα εμποδιζόμενα, όπως ένα ηλικιωμένο πρόσωπο, η απάντηση για φέτος είναι “τσου”, δε μπορείτε ν’ ανεβείτε».
Συνεχίζοντας, αναφέρεται ειδικότερα στο θέμα της στάθμευσης αναπηρικών οχημάτων, όπου «δυστυχώς ή ευτυχώς, για κάποιους από εμάς είναι απαραίτητη η συνθήκη μετακίνησης με το αυτοκίνητο. Και μάλιστα ζούμε σε μια χώρα, όπου υποτίθεται με τον Ν.4067 του 2012 στο άρθρο 26, το 5%, προσέξτε λίγο, το 5% των θέσεων στάθμευσης θα έπρεπε να είναι παραχωρημένα με οριζόντια και κάθετη σήμανση, αναπηρικών αυτοκινήτων. Αυτό δεν έχει συμβεί ποτέ. Δεν έχουμε 5%. Δεν έχουμε ούτε 1%. Άρα λοιπόν αντιλαμβανόμαστε ότι ξαφνικά το κέντρο γίνεται απόρθητο κάστρο για κάποιους. Δεν ξέρω αν είναι εύκολο ν’ αντιληφθεί τι σημαίνει καταπίεση σε σχέση με το σώμα, κάποιος. Αλλά πραγματικά είναι μια ολόκληρη αποστολή, να πρέπει να ξεκινήσεις, να πρέπει να σταθμεύσεις, να πρέπει να μετακινηθείς σε υποτιθέμενους δρόμους που γίνονται πεζόδρομοι, οι οποίοι έχουνε κυβόλιθους.»
Προσθέτει ότι όποιος μπει να διαβάσει τους σχετικούς κανονισμούς του 2012 «θα πει “πω πω ζούμε σε μια εξαιρετική χώρα”. . Τι γίνεται με την πρακτική εφαρμογή τους; Και αν δε θεωρούμαστε, αν εμείς οι ανάπηροι και ανάπηρες δεν είμαστε άνθρωποι και είμαστε μία ειδική ομάδα πληθυσμού, να μας το πουν να το ξέρουμε. Να μας το πουν να το γνωρίζουμε. Ότι τελείωσε. Αυτό ήταν. Κάτσε σπίτι σου.»
Τα πράγματα έχουν δυσκολέψει ήδη, λόγω του Covid – 19 και των μέτρων για τα τραπεζοκαθίσματα, που εφαρμόζονται ώστε, στα χαρτιά συνήθως, να τηρούνται οι αποστάσεις στην εστίαση:
«Ο χώρος για τραπεζάκια έξω, τώρα με όλη αυτή την ιστορία έδωσαν περισσότερο χώρο. Ξέρετε στην πραγματικότητα τι συμβαίνει; Έχω άπειρες φωτογραφίες από φίλους που μου στέλνουν κατά διαστήματα τον τελευταίο καιρό, γιατί εγώ δεν κυκλοφορώ έξω ακόμα, όπου τα τραπεζάκια και τα καθίσματα είναι πάνω σε οδεύσεις τυφλών, πάνω σε ράμπες αναπήρων, πάνω σε μια διαδρομή που ενδεχομένως χρειάζεσαι εκείνα τα 70-90 εκατοστά για να περάσεις με το αμαξίδιο, έχουν στρωθεί τραπεζάκια. Άρα λοιπόν έχουμε ένα εχθρικό περιβάλλον και με αφορμή τον COVID-19 για όλα τα εμποδιζόμενα και τα ανάπηρα άτομα στην Αθήνα και γενικότερα στη χώρα μας».
«Χρειάζονται διάδρομοι ανεμπόδιστης κύλισης»
Ολοκληρώνοντας την παρέμβαση του, ο Αντώνης Ρέλλας καταλήγει στο ότι «οι λύσεις σε όλα αυτά προϋπάρχουν. Δεν είναι κάτι το οποίο θα κάτσουμε να εφεύρουμε από την αρχή» εξηγώντας στη συνέχεια τι θα μπορούσε, και μπορεί, να γίνει άμεσα:
«Προφανώς χρειάζεται να δημιουργήσουν θέσεις στάθμευσης, ελεγχόμενης στάθμευσης για αναπηρικά αυτοκίνητα και μάλιστα δωρεάν. Ασφαλώς θα χρειαζόταν να δημιουργήσουν διαδρόμους ανεμπόδιστης κύλισης, και αυτό προβλέπεται και μπορεί να γίνει, όπως το έχουμε πράξει στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Όλη η διαδρομή εκείνη, κάτω στις κινηματογραφικές αίθουσες, μπήκε ένας διάδρομος ανεμπόδιστης κύλισης. Πλέον όποιος επισκεφτεί το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, θα παρατηρήσει ότι όλοι κινούνται πάνω σ’ αυτές. Κανείς δεν κινείται στους κυβόλιθους. Γιατί προφανώς είναι πιο βολικό. Και για γυναίκες με τακούνια και για ανάπηρους με αμαξίδια και για ηλικιωμένους και για ανθρώπους εν πάσει περιπτώσει που μπορούν να περπατήσουν και να μην κοιτάνε το πάτωμα όταν περπατάνε. Θα μπορούσαν να γίνουν τέτοιου είδους παρεμβάσεις.
Θα πρέπει να μπούνε οπωσδήποτε παγκάκια. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι χρειάζονται ανά λίγα μέτρα να ξαποστάσουν. Δεν έχουν δύναμη. Δηλαδή ένας άνθρωπος που έχει κάνει χημειοθεραπεία, και έχει κάθε δικαίωμα να βγει βόλτα, ένας άνθρωπος που έχει κάνει μεταγγίσεις αίματος, για οποιονδήποτε λόγο, δεν χρειάζεται τώρα να αναφέρω τους ιατρικούς λόγους, θα πρέπει να μπορεί να ξαποστάσει. Έχουμε παγκάκια; Αλήθεια; Δηλαδή δεν θεωρώ ότι είναι μόνο το πρόβλημα ότι δεν λαμβάνουν υπόψη τους τους χρήστες αμαξιδίου. Λαμβάνουν υπόψη τους μόνο αυτό που λέω στην αρχή του κειμένου μου, το άρτιο σώμα. Μόνο τους δυνατούς. Ε δεν είναι έτσι τα πράγματα».