της Δανάης Καρυδάκη
Έχει συνδεθεί με την πτώση της Χούντας, αν και θα ήταν πιο ιστορικά ακριβές να πει κανείς ότι το Πολυτεχνείο έριξε την ήδη τρεκλίζουσα Χούντα του Παπαδόπουλου, έφερε την πιο σκληροπυρηνική Χούντα του Ιωαννίδη, που με τη σειρά της (και σε συνεργασία καθώς φαίνεται με τις ΗΠΑ) προκάλεσε πραξικόπημα στην Κύπρο και ανατροπή του Μακαρίου τον Ιούλιο του 1974, που οδήγησε πάραυτα στην Τούρκικη εισβολή στο νησί με την συνταγματικά εκπορευόμενη δικαιολογία της «εγγυήτριας δύναμης» , η οποία και έριξε τελικά τη Χούντα των συνταγματαρχών, έφερε σαν εθνοσωτήριο, αλλά ουχί δημοκρατικά εκλεγμένο, ηγέτη τον Καραμανλή λίγες μέρες μετά, ο οποίος νομιμοποιήθηκε στις κάλπες στις 17 Νοεμβρίου του 1974, δηλαδή έναν χρόνο μετά την εξέγερση.
Έχει συνδεθεί επίσης με το ιστορικό αλλά και αισθητικό αποκορύφωμα της κρατικής βίας απέναντι σε άμαχους φοιτητές και εργάτες, συμπυκνωμένο συμβολικά στο βίντεο όπου το τανκς ισοπεδώνει την κύρια πύλη της Σχολής. Οι διάφοροι αρνητές των νεκρών του Πολυτεχνείου μπορούν να συνεχίσουν το παραμύθι τους, καθώς τα γεγονότα τους διαψεύδουν. Η αοριστία σε σχέση με τον αριθμό των θυμάτων και το αν σκοτώθηκαν στον προαύλιο χώρο του Πολυτεχνείου ή στους γύρω δρόμους από ελεύθερους σκοπευτές δεν είναι αρκετή για να καταρρίψει την ύπαρξη εκτεταμένης κρατικής βίας, αλλά μονάχα να θολώσει τις ιστορικές λεπτομέρειες της μορφής και του μεγέθους της.
Το Πολυτεχνείο είναι όμως και για έναν ακόμα λόγο τόσο δυνατό σύμβολο στην ιστορική μνήμη του τόπου. Ήταν μια εξέγερση αυθόρμητη, λαϊκή, συλλογική, μαζική, από κάτω. Ήταν μια εξέγερση και μια γιορτή γιατί, κόντρα στο γνωστό σύνθημα, το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Ακόμα σημαντικότερα ήταν μια εξέγερση χωρίς αρχηγούς, χωρίς πρώτα ονόματα, χωρίς επώνυμους μπροστάρηδες. Ήταν μια εξέγερση παιδιών, κοριτσιών και αγοριών, οι περισσότεροι από τους οποίους είχαν γεννηθεί μετά το τέλος του Εμφυλίου ή ήταν πολύ μικροί όταν συνέβαινε για να έχουν δικές τους μνήμες. Αντιστάθηκαν γενναία στην απολυταρχία χωρίς την ασπίδα ενός ηγέτη, ενός σωτήρα, ενός πατέρα που θα καπέλωνε εν τέλει την επαναστατικότητά τους. Αντιστάθηκαν αδερφικά, ισότιμα και αλληλέγγυα ο ένας προς τον άλλο και έγιναν οι ήρωες του εαυτού τους και της γενιάς τους χωρίς να περιμένουν λύσεις από πάνω, γιατί, ήταν ξεκάθαρο τότε, οι λύσεις δεν υπήρχαν ή είχαν αυτοεξοριστεί στο Παρίσι. Ο δικός μου ο πατέρας, όπως και πολλοί πατεράδες και μανάδες ανθρώπων της γενιάς μας, ήταν μέσα στο Πολυτεχνείο εκείνες τις μέρες. Ήταν εκεί σαν αδερφός, σαν φίλος, σαν αγωνιστής, αλλά όχι σαν πατέρας ή, αν το θέλετε, ήταν εκεί σαν πατέρας του εαυτού του. Και είναι, άλλωστε, μάλλον και αυτή η οριζόντια, η αδελφική ανάγνωση του Πολυτεχνείου που εκνευρίζει και τους εκπροσώπους της φιλελεύθερης δεξιάς σήμερα που εξυμνούν το άτομο πριν από το σύνολο.
Κι ύστερα το Πολυτεχνείο πέρασε από τη μνήμη στην καρδιά και οι πατεράδες εμφανίστηκαν ο ένας μετά τον άλλο να κεφαλοποιήσουν την εξέγερση, προδίδοντας, ο ένας μετά τον άλλο, τους φορείς και το νόημά της. Πρώτα ήρθε ο εθνάρχης Καραμανλής εκ δεξιών σαν μη δημοκρατικά εκλεγμένος εκπρόσωπος της Δημοκρατίας, υπό την πρωθυπουργία και τα στραβά μάτια του οποίου το ακροδεξιό παρακράτος είχε δολοφονήσει τον Γρηγόρη Λαμπράκη το 1963. Μετά ήρθε ο Αντρέας εκ του σοσιαλιστικού κέντρου να μας πει ότι «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά» και αντί της πολυαναμενόμενης Αλλαγής να μας βυθίσει σε ένα τριακονταετές Ελληνικό Όνειρο πελατειακής ψήφου, ταξικής νάρκωσης και μεταμφιεσμένου εθνικισμού. Κι ύστερα κι ύστερα τα χρόνια περάσαν και ήρθε ο Μεσσίας Αλέξης εξ αριστερών, κι έφερε την Ελπίδα και μετά από λίγους μήνες είπε «Ουπς, φέρτε την πίσω» και εφάρμοσε τη σκληρότερη νεοφιλελεύθερη πολιτική από αρχής γενέσεως του όρου. Με άλλα λόγια Δημοκρατία/Αλλαγή/Ελπίδα – ελληνικός λαός, σημειώσατε ένα και το μήνυμα του Πολυτεχνείου γίνεται χρόνο με τον χρόνο όλο και πιο απαξιωμένο, όλο και πιο γραφικό.
Αναρωτιέμαι, λοιπόν, μήπως το να τιμά κανείς τη μνήμη του Πολυτεχνείου σημαίνει να μην περιμένει από έναν πατέρα-ηγέτη να του φέρει τη δημοκρατία, την αλλαγή ή την ελπίδα αλλά να τα διεκδικεί μόνος του ή, μάλλον, μαζί με τα αδέρφια του, δηλαδή όποιον υφίσταται ανάλογη καταπίεση σε ταξικό, φυλετικό ή έμφυλο επίπεδο. Μήπως ήρθε η ώρα για την πολιτική μας ενηλικίωση, και το πέρασμα από την φαντασίωση ότι θα έρθει ένας καλός μπαμπάς ή μαμά να μας φροντίσουν ενώ θα πίνουμε αμέριμνοι το Milko μας στην πραγματικότητα της πολιτικής δράσης. Για να χρησιμοποιήσω και μια μεταφορά ιδιαίτερα προσφιλή στους θεωρητικούς της πολιτικής, ας μην ξεχνάμε ότι η Αντιγόνη, αυτό το οικουμενικό σχεδόν σύμβολο της αντίστασης στην κρατική-πατρική εξουσία, έκανε ό,τι έκανε για να τιμήσει τον αδερφό της