Ειδικότερα, η Ελλάδα δεν εξασφαλίζει ότι οι εν λόγω ιατροί δεν εργάζονται, κατά μέσο όρο, περισσότερες από 48 ώρες την εβδομάδα, συμπεριλαμβανομένων τυχόν υπερωριών.
 
Οι ιατροί που εργάζονται σε δημόσια νοσοκομεία και κέντρα υγείας στην Ελλάδα πρέπει, συχνά, να εργάζονται κατά μέσο όρο τουλάχιστον 64 ώρες την εβδομάδα και, σε ορισμένες περιπτώσεις, πάνω από 90 ώρες, χωρίς νόμιμο μέγιστο όριο. Δεν υπάρχει νόμιμο ανώτατο όριο ως προς το πόσες συνεχόμενες ώρες μπορεί να κληθούν να εργαστούν και συχνά είναι υποχρεωμένοι να εργάζονται χωρίς επαρκή διαλείμματα για ανάπαυση ή ύπνο.
 
Η Κομισιόν έλαβε γνώση της παράβασης μετά από πολυάριθμες καταγγελίες ιατρών και έχει ήδη ζητήσει εδώ και καιρό από την Ελλάδα να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση της εθνικής νομοθεσίας και της πρακτικής των δημόσιων Αρχών με τις διατάξεις της οδηγίας. 
 
Ωστόσο, ακόμη δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία απτή πρόοδος προς την κατεύθυνση της συμμόρφωσης.
 
Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη οδηγία, οι εργαζόμενοι έχουν το δικαίωμα καθορισμού ανώτατου ορίου όσον αφορά τον χρόνο εργασίας για λόγους υγείας και ασφάλειας. Το όριο αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 48 ώρες την εβδομάδα, κατά μέσο όρο, συμπεριλαμβανομένων τυχόν υπερωριών. 
 
Οι εργαζόμενοι δικαιούνται μία ελάχιστη περίοδο συνεχούς ανάπαυσης 11 ωρών ημερησίως, και επιπλέον μία ελάχιστη περίοδο συνεχούς ανάπαυσης 24 ωρών την εβδομάδα. Προβλέπεται κάποια ευελιξία όσον αφορά την αναβολή των ελάχιστων περιόδων ανάπαυσης για βάσιμους λόγους, αλλά μόνο με την προϋπόθεση ότι ο εργαζόμενος μπορεί να ανακτήσει λίγο αργότερα όλες τις ώρες ανάπαυσης που έχασε.
 
Οι μισθωτοί ιατροί καλύπτονταν, πάντα, από την οδηγία για τον χρόνο εργασίας. Ωστόσο, για τους ασκούμενους ιατρούς, το όριο του χρόνου εργασίας τέθηκε σε ισχύ σταδιακά, στη διάρκεια της περιόδου 2000 – 2009. Από την 1η Αυγούστου 2009, για τους ασκούμενους ιατρούς ισχύει το όριο των 48 ωρών (σε μικρό αριθμό κρατών μελών, στα οποία δεν περιλαμβάνεται η Ελλάδα, εξακολούθησε να εφαρμόζεται μεταβατικό όριο 52 ωρών έως τις 31 Ιουλίου 2011). 
 
Οι διατάξεις της οδηγίας σχετικά με τις ελάχιστες περιόδους ανάπαυσης εφαρμόζονται πλήρως για τους ασκούμενους ιατρούς σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ από την 1η Αυγούστου 2004.
 
Η αποκαλούμενη ρήτρα εξαίρεσης (opt – out), η οποία επιτρέπει την εργασία για περίοδο μεγαλύτερη από 48 ώρες, κατά μέσο όρο, με την οικειοθελή συναίνεση του εργαζομένου, δεν ισχύει στην περίπτωση αυτή, δεδομένου ότι η Ελλάδα δεν κάνει χρήση αυτής της διάταξης.
 
Σε κάθε περίπτωση, ο αριθμός των ωρών που εργάζονται αυτοί οι ιατροί είναι τόσο μεγάλος, ώστε να υπερβαίνει το επιτρεπόμενο όριο βάσει της ρήτρας εξαίρεσης. Εξάλλου, η οδηγία δεν επιτρέπει την εξαίρεση από τις ελάχιστες απαιτήσεις ανάπαυσης.
 
Η Επιτροπή θεωρεί αυτή την κατάσταση σοβαρή παράβαση της κοινοτικής οδηγίας για τον χρόνο εργασίας, η οποία θέτει σε κίνδυνο όχι μόνο την υγεία και την ασφάλεια των ιατρών, αλλά και τους ασθενείς τους, καθώς οι ιατροί που βρίσκονται σε κατάσταση υπερκόπωσης διατρέχουν τον κίνδυνο να κάνουν λάθη.