Yπενθυμίζεται ότι τη βαθιά ανησυχία της εξέφρασε πριν λίγες μέρες και η Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. Υπενθυμίζεται ότι πριν λίγες μέρες, 8 οργανώσεις σε κοινή τους ανακοίνωση τόνισαν ότι «δεν είναι δυνατό να επιτραπεί να μείνουν άστεγοι και χωρίς άμεση έμπρακτη υποστήριξη επίσημα αναγνωρισμένοι πρόσφυγες», αναφέροντας συγκεκριμένα παραδείγματα.
Την ίδια στιγμή, ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Νότης Μηταράκης, αρκείται σε ρητορική που χαϊδεύει ξενοοφοβικά αντανακλαστικά, υποστηρίζοντας, σε συνέντευξή του στο Mega, ότι οι δομές φιλοξενίας δεν προορίζονται για αυτούς που έχουν λάβει θετική απόφαση ασύλου και επομένως πρέπει να τερματιστούν τα προνόμια και οι παροχές που απολάμβαναν.
«Η ΕΕΔΑ, στην ανακοίνωσή της, σημειώνει ότι «ήδη από το Σεπτέμβριο του 2019 έχει επιστήσει την προσοχή της Πολιτείας στα σοβαρά πρακτικά εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι πρόσφυγες κατά την προσπάθεια ένταξής τους στην ελληνική κοινωνία και την πρόσβασή τους σε κατάλυμα. Είχε δε καλέσει την Πολιτεία να ενσκήψει στο καίριο πρόβλημα στέγασης των αναγνωρισμένων προσφύγων, οι οποίοι, χωρίς εργασία ή άλλους οικονομικούς πόρους αδυνατούν να νοικιάσουν ένα σπίτι και καταλήγουν άστεγοι. Ελλείψει διεύθυνσης κατοικίας, αδυνατούν να έχουν πρόσβαση στην εργασία και στα προγράμματα κοινωνικής αλληλεγγύης και στήριξης των ανέργων. Η ΕΕΔΑ είχε άλλωστε επισημάνει ότι οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες εξακολουθούν να διαμένουν στα καταλύματα του προγράμματος ESTIA για το λόγο ότι δεν προσφέρεται εναλλακτική αξιόπιστη λύση από την Πολιτεία.»
Προσθέτει ότι «η διακινδύνευση των εννόμων αγαθών μιας ευάλωτης ομάδας πληθυσμού δεν μπορεί να δικαιολογηθεί χάριν εξυπηρέτησης των αναγκών μιας άλλης ευάλωτης ομάδας. Η προστασία της αξίας του ανθρώπου είναι αδιαμφισβήτητη και δε χωρεί εκπτώσεων. Παρεμβάσεις της Πολιτείας που ενδεχομένως βάλλουν κατά του πυρήνα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και συνδέονται με την ίδια την επιβίωση των ατόμων που πλήττονται πρέπει να αποφεύγονται σε κάθε περίπτωση. Ομοίως, οι de facto αναξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης αιτούντων διεθνή προστασία και δικαιούχων διεθνούς προστασίας δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να χρησιμοποιούνται ως εργαλείο για την αποτροπή προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών σε ένα κράτος δικαίου με μακρά παράδοση στο σεβασμό ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των πανανθρώπινων αξιών. Παράλληλα, η ΕΕΔΑ έχει ήδη επισημάνει σε προηγούμενη Δήλωσή της16 την ανησυχητική αύξηση των ρατσιστικών επιθέσεων στα νησιά, η οποία ανοδική τάση επεκτείνεται και σε όλη την επικράτεια (Αττική και Περιφέρεια), σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας. Η ομαλή ένταξη των χιλιάδων αναγνωρισμένων δικαιούχων διεθνούς προστασίας που διαβιούν στη χώρα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την αντιμετώπιση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας.17 Φαινόμενα ρατσιστικής βίας πρέπει να καταδικάζονται συλλήβδην και με απόλυτο τρόπο από τα όργανα και τις αρχές που εκπροσωπούν το ελληνικό κράτος.»
Η ΕΕΔΑ επισημαίνει ότι «σύμφωνα με το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο, κατά το διάστημα που οι πρόσφυγες είναι αιτούντες άσυλο, η Πολιτεία οφείλει να τους εξασφαλίζει ένα επαρκές επίπεδο διαβίωσης, συμπεριλαμβανομένης της στέγασης σε κατάλληλα καταλύματα για τις ανάγκες τους»
Καλεί την Πολιτεία :
1) Να μην προχωρήσει στην εξαγγελθείσα μαζική και αδιάκριτη εκκένωση των χώρων φιλοξενίας αιτούντων διεθνή προστασία από τους αναγνωρισμένους δικαιούχους διεθνούς προστασίας, χωρίς την ταυτόχρονη διασφάλιση εναλλακτικής λύσης στέγασης για τους τελευταίους, σε συνεργασία με δημόσιους ή/και ιδιωτικούς φορείς.
2) Να διασφαλίσει ότι τα σχέδια αποκατάστασης της οικονομίας την επόμενη ημέρα του εγκλεισμού λόγω Covid-19 δεν παραβιάζουν την αρχή της μη διάκρισης και της ίσης μεταχείρισης όλων των ομάδων του πληθυσμού που διαβιούν στη χώρα σχετικά με την απόλαυση των οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων τους, συμπεριλαμβανομένων των προσφύγων και των μεταναστών. Κανείς δεν πρέπει να μείνει πίσω. Η Πολιτεία οφείλει να προχωρήσει σε ενδελεχή αξιολόγηση των επιπτώσεων των μέτρων αποκατάστασης στα ανθρώπινα δικαιώματα με γνώμονα την προστασία των ανθρώπων από τις διακρίσεις και την αποφυγή διεύρυνσης των υφιστάμενων ανισοτήτων.
3) Να σχεδιάσει και να εφαρμόσει μια ολιστική πολιτική για την ένταξη των προσφύγων ήδη από το στάδιο κατά το οποίο είναι αιτούντες άσυλο, με συγκεκριμένα μέτρα που να διευκολύνουν την πρόσβαση αυτών στην εργασία, την εκπαίδευση και την υγεία αλλά και ρυθμίζοντας το κενό που υπάρχει στη νομοθεσία και την πράξη ως προς την εξασφάλιση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης κατά το μεταβατικό στάδιο από την αναγνώριση αυτών ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας και τη συμπερίληψή τους σε ένα πρόγραμμα ένταξης.
4) Να καταρτίσει μια αποτελεσματική και βιώσιμη λύση για την αντιμετώπιση των προσκομμάτων που αντιμετωπίζουν οι δικαιούχοι διεθνούς προστασίας στην πρόσβαση σε στέγη, σύμφωνα και με τις ρητές υποχρεώσεις που απορρέουν από το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο.
5) Να εξασφαλίσει την ουσιαστική πρόσβαση των δικαιούχων διεθνούς προστασίας στην εργασία μέσω της εναρμόνισης της διοικητικής πρακτικής σε ζητήματα φορολογικά, κοινωνικοασφαλιστικά ή άλλα συναφή καθώς και την ισότιμη μεταχείριση αυτών ως προς τους όρους και τις συνθήκες εργασίας, καταπολεμώντας φαινόμενα παράνομης εργασίας και εργασιακής εκμετάλλευσης.
6) Να ενισχύσει, οικονομικά και υλικοτεχνικά και να επεκτείνει τα προγράμματα ένταξης ώστε οι αναγνωρισμένοι δικαιούχοι διεθνούς προστασίας να έχουν καθολική πρόσβαση σε αυτά με στόχο την απόκτηση των κατάλληλων δεξιοτήτων και γνώσεων προκειμένου να έχουν πράγματι ισότιμες ευκαιρίες με τους Έλληνες πολίτες στην εύρεση εργασίας και να μπορέσουν να διεξάγουν έναν αυτόνομο βίο.
7) Να λάβει συγκεκριμένα μέτρα για την καταπολέμηση των διακρίσεων, το ρατσισμό και τη μισαλλοδοξία έναντι των προσφύγων και μεταναστών ώστε να έχουν οι δικαιούχοι διεθνούς προστασίας πραγματικές πιθανότητες ένταξης στην ελληνική κοινωνία.