Το έργο τοποθετεί σε διάλογο την κοινότητα των Ρομά με την πορεία του Οιδίποδα, στα ίδια γεωγραφικά χνάρια, μετά την εξορία του από την Θήβα.
Τα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν από τον Υφυπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού αρμόδιο για θέματα σύγχρονου πολιτισμού, Νικόλα Γιατρομανωλάκη. Κατά τη διάρκεια των εγκαινίων εκτός από τον Υφυπουργό μίλησαν η καλλιτέχνιδα, ο Γερμανός επιμελητής του έργου, Heinz Peter Schwerfel, και ο επίτιμος Πρόξενος της Ελλάδας στην Βενετία, Bruno Bernardi, ενώ η Έφη Αγαθονίκου, Διευθύντρια Συλλογών, Καλλιτεχνικού και Μουσειολογικού Προγραμματισμού της Εθνικής Πινακοθήκης ανάγνωσε χαιρετισμό της Διευθύντριας της Εθνικής Πινακοθήκης, Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα.
Η Λουκία Αλαβάνου στην ομιλία της περιέγραψε μεταξύ άλλων πώς βρέθηκε στην κοινότητα της Νέας Ζωής Ασπροπύργου. «Σύντομα μαγεύτηκα από τις δυστοπικές εικόνες ενός από τα πιο σκληρά γκέτο στην Ελλάδα, και όσο ερχόμουν πιο κοντά στην κοινότητα άρχισα να νιώθω σαν τον Οιδίποδα, ήμουν ένας ξένος στην κοινότητα, και βίωνα κάτι σαν αντίστροφο ρατσισμό, καθώς ήταν η δικιά μου σειρά να είμαι ξένος. Μου πήρε έναν χρόνο να γίνω αποδεκτή με την βοήθεια της δασκάλας του Δημοτικού σχολείου της περιοχής Ματίνας Βαβούλη, μιας ακτιβίστριας που προσφέρει τα μέγιστα στην κοινότητα των Ρομά, και με βοήθησε να γίνω αποδεκτή στην κοινότητα που είναι κατά βάση μητριαρχική», ανέφερε. Συνέχισε υπενθυμίζοντας ότι το σημαντικό με την ταινία αυτή δεν είναι ότι αποτελεί τεχνολογία αιχμής ή κάτι παρόμοιο, αλλά είναι μια κατάσταση που σε περικλείει, σε μία συνθήκη εικονικής πραγματικότητας που θυμίζει αμφιθέατρο, ενώ στη συνέχεια έκανε αναφορά στον αρχιτέκτονα Τάκη Ζενέτο του οποίου οι εικονικές καρέκλες κατασκευάστηκαν για το περίπτερο για πρώτη φορά, και ο οποίος είχε οραματιστεί μια τεχνολογική αποικία των σύννεφων.
Ο επιμελητής της εγκατάστασης, Heinz Peter Schwerfel υπογράμμισε ότι το έργο αν και είναι καθαρά πολιτικό, και παίρνει μια ξεκάθαρη στάση απέναντι στα πράγματα, εντούτοις δεν φέρει κάποιο κραυγαλέο πολιτικό μήνυμα, επειδή τα μηνύματα έρχονται από την πραγματικότητα που πάντα θα είναι πιο δυνατή. «Άρα αυτό το πολιτικό έργο προέρχεται από την αρχαιότητα και το έργο του Σοφοκλή, και περνάει από το παρόν, έναντι του οποίου στέκεται κριτικά, και μιλάει για την κοινότητα Ρομά που ζει τόσο κοντά στο ιστορικό τοπωνύμιο του Κολωνού, που ουσιαστικά παίζουν τους εαυτούς τους. Όχι μόνο μιμούνται τον Οιδίποδα, που θέλει να πεθάνει στο μέρος που διάλεξε, και επαναστατεί ενάντια θέλημα των θεών, και της μοίρας, αλλά δείχνουν την πραγματικότητα μιμούμενοι το έργο του Σοφοκλή», ανέφερε. «Το πιο ιδιοφυές κομμάτι του έργου της Λουκίας Αλαβάνου», προσέθεσε, «είναι ότι προσπάθησε να αναπαραστήσει το φουτουριστικό όραμα του αρχιτέκτονα Τάκη Ζενέτου στο Ελληνικό Περιπτέρο και η αρχιτεκτονική και οι καρέκλες του Ζενέτου το καθιστούν ένα μη-μέρος. Και η πρόθεση μας σε αυτό το παγκόσμιο δρώμενο της υψηλής σύγχρονης τέχνης ήταν να δημιουργήσουμε ένα πλήρως απομονωμένο μη-μέρος που ο θεατής μπορεί να συγκεντρωθεί στο έργο μας, και μια μη κοινή ατμόσφαιρα που αναπαριστά ένα αδύνατος μέρος, μια ουτοπία όπως την σκεφτόμαστε εμείς».
Με πληροφορίες ΑΠΕ-ΜΠΕ