Ο τρόπος με τον οποίο το Δ΄ Τμήμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους αποφάσισε να λύσει το πρόβλημα των μεταναστών, οι οποίοι κρατούνται παρανόμως για μεγάλο και μη καθορισμένο χρονικό διάστημα (όταν η επέλασή τους δεν είναι εφικτή), είναι ενδεικτικός της ακροδεξιάς ατζέντας που επιβάλλεται στην χάραξη της ελληνικής μεταναστευτικής πολιτικής.
 
Η πρόσφατη γνωμοδότηση 44/2014 με εισηγητές την  Χρυσαφούλα Αυγερινού, νομική σύμβουλο, και τον Δημήτριο Κατωπόδη, πάρεδρο, αδιαφορώντας για τις εισηγήσεις διεθνών οργανισμών, αλλά και του Συνηγόρου του Πολίτη, ορίζει πλέον πως μετανάστης χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα που δεν απελαύνεται, «μπορεί να μην αφεθεί ελεύθερος και μετά το 18μηνο, αλλά να του επιβληθεί αυτόματα ο περιοριστικός όρος υποχρεωτικής διαμονής του στο κέντρο προαναχωρησιακής κρατήσεως, μέχρις ότου συνεργασθεί με τις αρμόδιες Αρχές για την εκτέλεση της πράξεως επιστροφής ή απελάσεώς του».
 
Πιο συγκεκριμένα το Δ' Τμήμα στην απόφασή του επισημαίνει πως «ναι μεν δεν προβλέπεται από τον νόμο η δυνατότητα παρατάσεως της κρατήσεως πέραν του 18μηνου, ούτε εκ νέου κράτηση για χρονικό διάστημα μέχρι 18 μήνες, με αιτιολογημένη όμως απόφαση της αρμόδιας Αρχής, λόγω της αρνήσεως συνεργασίας του ίδιου του αλλοδαπού για την πραγματοποίηση και ολοκλήρωση της εκτελέσεως της αποφάσεως επιστροφής του ή απελάσεώς του και του κινδύνου της διαφυγής του», είναι καθόλα νόμιμο να παραμένει έγκλειστος επ' αόριστον.
 
Με αυτή την απόφαση, ένα διοικητικό μέτρο μεταφράζεται σε μέτρο στερητικό της ελευθερίας, ενώ την ίδια ώρα τα άθλια κέντρα κράτησης μεταναστών βαφτίζονται «προαναχωρησιακά κέντρα»:
 
«Το μέτρο της υποχρεωτικής παραμονής σε ορισμένο μέρος μπορεί να είναι και το μέτρο της υποχρεωτικής διαμονής στα προαναχωρησιακά κέντρα, όχι ως κράτηση, αλλά ως περιοριστικό μέτρο».
 
Τι και αν η κράτηση επ' αόριστον είναι παράνομη και καταδικαστέα καθώς αντιβαίνει του διεθνούς δικαίου, τι κι αν οι συνθήκες κράτησης στα κέντρα αυτά έχουν χαρακτηριστεί επανειλημμένως απάνθρωπες και εξευτελιστικές..
 
Το σκεπτικό πίσω από την απόφαση του, αιτιολογεί το Νομικό Συμβούλιο με τον παρακάτω τρόπο:
 
Η απελευθέρωση των κρατουμένων «θα έχει αποτέλεσμα την έμμεση “νομιμοποίηση” της παραμονής των ως άνω αλλοδαπών στη χώρα, ενώ παράλληλα εκτιμάται, με βεβαιότητα, ότι θα εντείνει τις μεταναστευτικές ροές προς τη χώρα μας και θα οδηγήσει αναπόφευκτα στη ραγδαία αύξηση του πληθυσμού των μη νόμιμων μεταναστών στο εσωτερικό, με τις εντεύθεν δυσμενείς συνέπειες στη δημόσια τάξη και ασφάλεια, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη ότι οι μετανάστες αυτοί στερούνται πόρων για τη διαβίωσή τους».
 
Λες και η υποκρισία των ελληνικών αρχών δεν είναι αρκετή, το Νομικό Συμβούλιο εκτιμά ακόμη πως με την απόφασή του «προστατεύεται συγχρόνως με το δημόσιο συμφέρον και το ατομικό τους συμφέρον, αφού πρόκειται για ευάλωτα άτομα, χωρίς μόνιμη διαμονή, χωρίς νόμιμα έγγραφα και χωρίς δυνατότητα να εργασθούν και κινδυνεύουν να πέσουν σε μεγάλη ένδεια ή σε παράνομα κυκλώματα εκμεταλλεύσεώς τους».
 
Το μήνυμα προς τους μη νομιμοποιημένους μετανάστες είναι σαφές:
 
Ή θα επιστρέψουν «πίσω» (ασχέτως αν υπάρχει κάποιο ασφαλές μέρος για εκείνους να επιστρέψουν) ή θα παραμείνουν έγκλειστοι επ' αόριστον στις άθλιες συνθήκες των ελληνικών «στρατοπέδων συγκέντρωσης».
 
  • Διαβάστε περισσότερα για τις λεπτομέρειες της γνωμόδοτησης από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους εδώ.