Η Συνθήκη για το Εμπόριο Όπλων, ένα κείμενο 15 σελίδων, το οποίο καταρτιζόταν για 7 χρόνια, καθορίζει τις παγκόσμιες κατευθυντήριες αρχές που θα διέπουν την πώληση των όπλων και είναι το πρώτο σημαντικό κείμενο για τον αφοπλισμό, μετά την υιοθέτηση της συνθήκης απαγόρευσης των πυρηνικών δοκιμών το 1996.

Υπέρ της συνθήκης ψήφισαν συνολικά 154 κράτη μέλη, ενώ κατά ψήφισαν 3 (Συρία, Βόρεια Κορέα και Ιράν) και 23 απείχαν, μεταξύ των οποίων η Ρωσία, η Ινδία, το Σουδάν και η Ινδονησία. Οι τρεις τελευταίες επικαλέστηκαν ανεπάρκειες στο κείμενο.

Την περασμένη Πέμπτη, έπειτα από δεκαήμερες διαπραγματεύσεις, το Ιράν, η Συρία και η Βόρεια Κορέα εμπόδισαν την επίτευξη της απαραίτητης ομοφωνίας που χρειαζόταν για την υιοθέτηση της συνθήκης σε διάσκεψη που έγινε στην έδρα του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη. Στη συνέχεια περίπου 100 χώρες, μεταξύ των οποίων η Γαλλία, η Βρετανία και οι ΗΠΑ, όπως και πολλές αφρικανικές και λατινοαμερικάνικες χώρες, πρότειναν στη Γενική Συνέλευση να υιοθετήσει μια απόφαση όσον αφορά την έγκριση της συνθήκης και να ανοίξει έτσι το δρόμο για την υπογραφή της.

Με την απόφαση αυτή ανοίγει ο δρόμος για την υπογραφή της συνθήκης για το παγκόσμιο εμπόριο όπλων από φέτος τον Ιούνιο. Κάθε κράτος μέλος είναι ελεύθερο να υπογράψει ή όχι την συνθήκη και να την επικυρώσει. Αυτή θα τεθεί σε ισχύ μετά την 50ή επικύρωσή της, κάτι το οποίο μπορεί να χρειαστεί δύο χρόνια, σύμφωνα με διπλωμάτες. Η Ρωσία, ένας από τους σημαντικούς παράγοντες της αγοράς, ανακοίνωσε ότι μπορεί να μην την υπογράψει.