του Κωνσταντίνου Πουλή
Τον λόγο πήρε αρχικά ο δικηγόρος του, Γ. Γλύκας, ο οποίος εξήγησε ότι οι λόγοι της αναστολής είναι ξεκάθαροι, είναι ένας συνδυασμός προβλημάτων υγείας διαφόρων συγγενών του και οικονομικών δυσκολιών. Σε αυτό προσθέτει ένα γρήγορο πέρασμα από την ουσία της υπόθεσης, όπου ανέφερε ότι «θα δικαιωθούμε, είμαστε απόλυτα βέβαιοι, επί της ουσίας».
Στη μακρά απαρίθμηση των προβλημάτων υγείας των συγγενών του, όχι του ίδιου, ξεκίνησε με τον αδερφό του Χορταριά, ο οποίος πάσχει από καρκίνο, και πέρασε στα προβλήματα υγείας του πεθερού του και του αδερφού της συζύγου του.
Ο δικηγόρος αναφέρθηκε επανειλημμένως στην προηγούμενη απόφαση του δικαστηρίου που του χορήγησε αναστολή. Το επιχείρημα εδώ είναι ότι αφού πήρε αναστολή (σκανδαλωδώς) ήδη μία φορά, πολύ περισσότερο δικαιολογείται τώρα που έχει προστεθεί ένας ασθενής ακόμα στο συγγενικό του περιβάλλον, και μάλιστα με καρκίνο. Πώς γίνεται, αναρωτιέται, με δέκα έτη, μετά από δύο μήνες να γίνεται δεκτή η αναστολή, ενώ τώρα που το δικαστήριο του επέβαλε ποινή μόλις έξι ετών να μη γίνει δεκτή;
Ο δικηγόρος ξανακάνει ένα γρήγορο πέρασμα από την ουσία της υπόθεσης, το οποίο θα επαναλάβει και αργότερα, λέγοντας ότι επρόκειτο για άμυνα και ότι ο Χορταριάς πήγε να βοηθήσει έναν συνάνθρωπο του. Το λάθος του ήταν ότι σηκώθηκε από την ταβέρνα, θα πει στο τέλος, που σίγουρα αδικεί την ουσία της υπόθεσης, διότι αμέτρητοι άνθρωποι σηκώνονται από ταβέρνες κάθε μέρα, χωρίς να κάνουν όμως όσα έκανε ο Χορταριάς στη συνέχεια. Η ιδέα ότι το μόνο λάθος του ήταν ότι ανακατεύτηκε, αντί να καθίσει εκεί, είναι εντελώς παράδοξη, καθώς όχι μόνο υπονοεί ότι υπήρχε κάποιο αλτρουιστικό κίνητρο σε όλο αυτό, αλλά προσπερνά την ακραία βία που άσκησε. Κατά βάθος δηλαδή αυτό που αποδεικνύει αυτή η επιχειρηματολογία είναι μόνο ότι ο εντολέας του είναι αμετανόητος, τίποτε περισσότερο.
Ο πρώτος μάρτυρας είναι ξάδελφος του καταδικασμένου, ο οποίος εξέφρασε ευθύς εξαρχής τον θαυμασμό του για τον Χορταριά, για αυτά που προσφέρει: «Τον θαυμάζουμε γιατί είναι ένας άνθρωπος που προσφέρει, τον θαυμάζουμε γιατί πάνω από 32 χρόνια φροντίζει τον τετραπληγικό αδερφό της γυναίκας του».
«Εγώ είχα εξοντωθεί με δύο χρόνια για τον πατέρα μου, τόσο δοτικός είναι», προσθέτει.
Δεν έχω καμία διάθεση να υποτιμήσω σοβαρά προβλήματα υγείας που αναφέρονται, αλλά απλώς επισημαίνω ότι ένας άνθρωπος τιμωρείται για ένα βίαιο έγκλημα που διέπραξε, και επικαλείται μια μακρά λίστα νοσούντων συγγενών, προκειμένου να ξαναβγεί από τη φυλακή, αυτή τη φορά μετά από τρεις μήνες (την προηγούμενη φορά είχε καθίσει δύο μήνες στη φυλακή).
«Μια μάνα πόσο να αντέξει όταν βλέπει ένα παιδί στη φυλακή και ένα με καρκίνο;» Θα πει ο ξάδερφός του.
Συνέχισε μιλώντας για το οικονομικό κομμάτι: «Είναι ένας βιοπαλαιστής της καθημερινότητας, ο μοναδικός που φέρνει εισόδημα στο σπίτι, μου ζήτησε δανεικά. Μου λέει τα τελευταία 6 χρόνια από τη μεγάλη δυσφήμιση έχει συγκεντρώσει ένα πολύ μεγάλο χρέος», το οποίο αναφέρεται ακριβώς στο δικαστήριο, ένα χρέος δεκάδων χιλιάδων ευρώ.
Βεβαίως μετά αναφέρεται ότι το χρέος αυτό δεν έχει προκύψει από τα τελευταία μόνο χρόνια αλλά από την αρχή της οικονομικής κρίσης και επίσης η δυσφήμιση λόγω του δικαστηρίου θα έλεγε κανείς ότι είναι μία μάλλον αναμενόμενη επαγγελματική συνέπεια, αν οι πελάτες σου δεν έχουν και εκείνοι την τάση να κλωτσούν αγνώστους μέρα μεσημέρι και τύχει να δουν το βίντεο όπου εσύ το κάνεις. Δεν ξέρω πώς γίνεται οι επαγγελματικές συνέπειες μιας βαρβαρότητας, που ετυχε να αποτυθωθεί σε βίντεο και να οδηγήσει σε καταδίκη, να συγκινήσουν κάποιον, αλλά φυσικά αυτή είναι η λογική της συζήτησης για την αναστολή.
Όσο για το ότι είναι ο μόνος που φέρνει εισόδημα στο σπίτι, βεβαίως, ας μου επιτραπεί να παρατηρήσω εδώ ότι αν θυμάμαι καλά από τα πρόσωπα των παιδιών που μας έβριζαν την ημέρα της καταδίκης του πατέρα τους, είναι σίγουρα ενήλικα παιδιά, που μπορούν να εργαστούν.
Ο εξάδελφος-θαυμαστής του Χορταριά ανέφερε επίσης ότι ο μεσίτης είχε δύο ευκαιρίες από κατοίκους εξωτερικού για αγοραπωλησίες, αλλά οι υποθέσεις είναι στάσιμες και μάλιστα μπορεί εκείνοι να ζητήσουν και αποζημιώσεις. Εν κατακλείδι, μίλησε για «προβλήματα με αδελφό τετραπληγικο, με μάνα 89 χρονών, σε συνδυασμό με τα οικονομικά προβλήματα τα οποία μάλιστα θα αυξάνονται γεωμετρικά αν είναι εγκλειστος».
Εκείνη ήταν η στιγμή που οδήγησε σε μια μάλλον αναπάντεχη έκρηξη του εισαγγελέα, που αναφώνησε ότι «Τον άλλον τον τρώνε τα σκουλήκια όμως ε;»
Ο δικηγόρος Γ. Γλύκας αναρωτήθηκε αν είναι πρέπον αυτό που ακούστηκε, στο οποίο ο αδερφός του δολοφονημένου Ζακ, που βρισκόταν στην αίθουσα, φώναξε: «Τον αδερφό μου τον σκότωσε στο ξύλο ο πελάτης σου».
Αυτό είναι πρέπον, πιστεύω, και μάλιστα θα λέγαμε ότι ήταν μια ευπρόσδεκτη ανάπαυλα πραγματικότητας, σε σχέση με όσα είχαν προηγηθεί.
Ο Γλύκας ξεκίνησε να λέει ότι υβρίζεται η ελληνική δικαιοσύνη και ότι «αυτή την τρομοκρατία αντιμετωπίσαμε, επί 300».
Η Δάφνη Καραγιάννη, μέλος του παρατηρητηρίου, απάντησε ότι δεν είναι τρομοκρατία, είναι ο αδερφός του θύματος. Χωρίς να πτοείται ο δικηγόρος, εξακολούθησε να περιηγείται σε αυτόν τον φανταστικό κόσμο, όπου ο τραμπούκος Χορταριάς είναι ένα αθώο θύμα της τρομοκρατίας που ασκήθηκε εναντίον του στο δικαστήριο και φτάνει στο σημείο να πει ότι τους πετάγαν καρέκλες, ότι δέχονται επιθέσεις από το πουθενά. «Η τρομοκρατία της δικαιοσύνης». (Ίσως να ήθελε να πει «τρομοκράτηση» της δικαιοσύνης, αλλιώς ίσως εννοούσε ότι η δικαιοσύνη τρομοκρατεί, που δεν ταιριάζει στην περίσταση αλλά συχνά αληθεύει). Ο δικηγόρος συνέχισε στο ίδιο ύφος, του θύματος, λέγοντας ότι «πέτυχαν τον σκοπό τους ακόμη μία φορά. Δημιούργησαν ένταση».
Ο δεύτερος μάρτυρας, ο λογιστής του Χορταριά, απαντούσε σε ερωτήσεις για το γενικό ποιόν του, αναφέρθηκε πολλές φορές ότι ο Χορταριάς προσήλθε αυθορμήτως στο τμήμα (βοήθησε και το ένταλμα σύλληψης, να προσθέσουμε) και καλούνταν να καταθέσει πόσο τυπικός ήταν στις υποχρεώσεις του ο Χορταριάς ώς τότε. Νομικός δεν είμαι, αλλά δεν φαντάζομαι ότι ο λογιστής του έχει κάποια ιδιαίτερη γνώση για αυτά τα ζητήματα, απλώς βρισκόταν εκεί για να δίνει πάσες στον δικηγόρο να παριστάνει ότι ρωτάει αυτά που ήθελε να πει.
-Κύριε μάρτυρα, ποια ήταν η στάση του; Σηκώθηκε να φύγει ή πήγαινε στο αστυνομικό τμήμα;
-Το τήρησε κατά γράμμα. Ήταν παρών και στην πρώτη φάση και στη δεύτερη φάση της δίκης.
-Ήταν παρών; Και στο άκουσμα της απόφασης;
Ξανακούμε μετά για τον τετραπληγικό αδερφό, τον κατάκοιτο πατέρα ο οποίος συμβιώνει με την οικογένεια, τον άλλο αδερφό που σκοτώθηκε και άφησε ένα παιδί που το μεγαλώνει ο Χορταριάς, πράγματα τα οποία είναι όντως δραματικά, μέχρι να ακουστεί η φράση: «Το συνώνυμο της προσφοράς είναι ο Θανάσης Χορταριάς».
«Υπάρχει άλλος; Να βοηθήσει; Τώρα που είναι στη φυλακή και παλεύει για την αθωότητά του ποιος άλλος μπορεί να βοηθήσει τον αδερφό του;» ρωτά ο δικηγόρος, για να λάβει την απάντηση ότι σε όλες αυτές τις συμφορές ο Χορταριάς είναι ο μόνος που μπορεί να βοηθήσει, κανείς άλλος.
Μιλά για τα χρέη του Χορταριά, λέει ότι είχε καταστραφεί από την κρίση (άρα όχι από τη «δυσφήμιση» που αναφέρθηκε νωρίτερα)
Ο δικηγόρος του Χορταριά του έπλεξε το εγκώμιο για τις επαγγελματικές του επιδόσεις, κάνοντας τις σχετικές ερωτήσεις:
-«Ήταν καλός; Κυνηγούσε τη δουλειά του;»
-«Ναι, έβρισκε ακίνητα, τα αναρτούσε σε σχετικές σελίδες» απαντά ο λογιστής του, σαν να παρουσιάζει κάποιο σπάνιο ταλέντο.
Και τότε ο δικηγόρος ρωτά κάτι, αν μου επιτρέπετε, αποκαλυπτικό:
-Τι σημαίνει αυτή η εικόνα αν μείνει δύο χρόνια στη φυλακή; Θα περιμένουν τον Θανάση Χορταριά;
-Όχι, θα είναι εντελώς καταστροφικά.
-Θα μπορέσει να πάρει σύνταξη;
-Όχι. Θα ανεβαίνουν τα χρέη. Με βάση την ηλικία του, πώς θα αντιμετωπίσει τα χρέη;
Θυμίζει έτσι στο δικαστήριο ότι αυτά που συζητάμε τώρα, αφορούν έναν άνθρωπο που αφού τον είδαμε να κλωτσάει τον άγνωστο σε κείνον Ζακ μέχρι που ξεψύχησε, θα μείνει στη φυλακή για δύο χρόνια. Αυτό λέμε. Τίποτα δεν είναι λίγο, τίποτα δεν υποτιμώ, η φυλακή είναι φυλακή. Αλλά δεν πιστεύω ότι κανείς σοκάρεται αν ακούσει ότι ο άνθρωπος που διέπραξε ένα τέτοιο αδίκημα θα μείνει για δύο χρόνια στη φυλακή.
Τρίτη μάρτυρας είναι η συμβολαιογράφος που συνεργάζεται με τον Χορταριά.
Επιβεβαιώνει την κακή κατάσταση της υγείας του αδερφού του και εξηγεί ότι φορολογικός εκπρόσωπος είναι κάποιος που υποχρεωτικά πρέπει να υπάρχει όταν κάποιος ξένος έχει δραστηριότητα στην Ελλάδα. «Γνωρίζω άμεσα για αυτές τις υποθέσεις. Τις μεσιτικές εργασίες τις έκανε και με αλλοδαπούς. Τώρα υπάρχουν δύο ενεργές υποθέσεις που λόγω της εμπλοκής του Θανάση υπάρχουν έντονες διαμαρτυρίες».
Να θυμίσουμε εδώ ότι η διάταξη του σχετικού νόμου προβλέπει ότι «Η αναστολή διατάσσεται εφόσον προβλέπεται ότι η έκτιση της ποινής ωσότου εκδοθεί η απόφαση επί της αναίρεσης θα έχει ως συνέπεια υπέρμετρη και ανεπανόρθωτη βλάβη για τον κατηγορούμενο ή την οικογένειά του». Αλλά εδώ μιλάμε για τις οικονομικές συνέπειες που υφίσταται ένας καταδικασμένος επειδή για δύο χρόνια δεν θα μπορεί να ασκήσει επιχειρηματική δραστηριότητα, που είναι μάλλον μια εύλογη συνέπεια της φυλάκισης.
Μιλά και εκείνη για τον άνθρωπο Χορταριά λέγοντας ότι «δεν παραλείπει να με ευχαριστεί αλλά το κάνω με την καρδιά μου γιατί τον έχω εκτιμήσει για την καρδιά του και για τη δοτικότητά του».
-Θα έρχόσασταν εδώ αν δεν ήταν έτσι;
-Κάθε δεκάλεπτο είναι πολύτιμο. Δουλεύω από το πρωί ως το βράδυ.
Ο εισαγγελέας στην πρότασή του είπε ότι πρόκειται για μία πολύκροτη δίκη, για την οποία πολλά μπορούν να ειπωθούν που δεν είναι της παρούσης. Προσέθεσε ότι αντιλαμβάνεται όσα είπε ο συνήγορος για όσα έγιναν στην αίθουσα και καταλήγει στο διά ταύτα:
«Δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις, προτείνω να την απορρίψετε».
Ο Γ. Γλύκας ξεκινά με μεγάλη ένταση, λέει ότι μάλλον δεν είδε τίποτα ο κύριος εισαγγελέας και «διακρίνω μια διάθεση να μη δει την πραγματικότητα».
«Υπάρχουν 6 διαφορετικοί λόγοι ανεπανόρθωτης βλάβης». […] «Δεν πρέπει να λειτουργήσετε φοβικά, έχετε προηγούμενη απόφαση αναστολής έχετε δύο επιπλέον λόγους, με επιδείνωση των προβλημάτων». Συνέχισε με ένα κρεσέντο σε πολύ υψηλούς τόνους, που σε διαφορετική περίπτωση το δικαστήριο θα μπορούσε να του ζητήσει να μη φωνάζει, αλλά αγόρευε λέγοντας ότι «Μπορεί κάποιοι να φοβήθηκαν. Φώναζαν αλαλάζοντες “σταύρωσον αυτόν’».
(Προσπερνάμε την περαστική σύγκριση Χορταριά-Ιησού που προϋποθέτει η επίκληση του ευαγγελικού αποφθέγματος εδώ και συνεχίζουμε)
«Αυτή τη δικαιοσύνη θέλουμε στην Ελλάδα; Μια φοβική δικαιοσύνη θέλουμε ή μια δικαιοσύνη που τολμά; Και λέει το σωστό είναι αυτό; Δεν έχει λευκό ποινικό μητρώο; Δεν έχει παρουσία στον ανακριτή, στο δικαστήριο; Δεν έχει παρουσία επί 21 συνεδριάσεις; Να σταυρωθεί; Αυτή είναι η δικαιοσύνη που θέλουμε; Τι σημαίνει “πολύκροτη δίκη;’ Αφαιρούνται τα δικαιώματα;»
Ο εισαγγελέας φαίνεται ότι εκλαμβάνει αυτές τις ρητορικές κορώνες ως προσωπική προσβολή, οπότε σηκώνεται όρθιος, χτυπάει το χέρι στην έδρα και αναφωνεί: «Αυτή είναι η πρότασή μου και χίλιες φορές αυτή την πρόταση θα έκανα».
-Γλύκας: Τι είναι αυτό; Δεν υποβάλατε καμία ερώτηση. Ψάξατε την αλήθεια ;
-Εισαγγελέας: Αυτό σημαίνει ότι η πρόταση μου δεν θα αλλάξει γιατί αυτή είναι η πρόταση μου.
-Γλύκας: Υπάρχει και άλλη ερμηνεία.
-Πρόεδρος: Δεν είναι κεκλεισμένων των θυρών η δίκη. Βλέπουν και οι άλλοι άνθρωποι και δεν είναι ό,τι καλύτερο.
-Γλύκας: Τέλος πάντων, νερό κι αλάτι.
Ανακεφαλαιώνει: «Κινδυνεύει να μην πάρει σύνταξη. Ήδη είναι πέντε μήνες στη φυλακή, δύο συν τρεις περίπου τώρα. Τι θα βρει; Μια ολοκληρωτική καταστροφή. Να δούμε τον άνθρωπο, το πρόσωπο».
Όλα αυτά κινδυνεύουν. Λίγη σημασία έχουν αυτά. Τα λέμε για να παρουσιάσουμε ότι έχει έτοιμη δουλειά. Το παιδάκι που περιμένει τον θείο Θανάση. Η μητέρα η οποία τον περιμένει, κατάκοιτη υπερήλικη. Τι παραπάνω υπάρχει; Η αναίρεση δεν υπάρχει περίπτωση να μη γίνει δεκτή.
Επιστρέφει στην ουσία της υπόθεσης, αναφέρει ότι στην αρχική ιατροδικαστική εξέταση έλεγε αδιευκρίνιστη αιτία θανάτου. «Θα δείτε ποιες είναι οι κακώσεις και πού είναι». Τολμά να πει ότι «βρίσκεται στη φυλακή επειδή το θέλουν κάποιοι», αναφέρει ότι έχουν αθωωθεί 4 αστυνομικοί. Αν ήμουν δικαστής θα είχα και εγώ προσβληθεί στο άκουσμα της φράσης ότι βρίσκεται στη φυλακή επειδή το θέλουν κάποιοι. Θα έλεγα ότι βρίσκεται στη φυλακή επειδή διέπραξε ένα βιαιότατο έγκλημα, για το οποίο του απαγγέλθηκε ηπιότερη κατηγορία από αυτή που του αντιστοιχούσε και επιτέλους αντιμετωπίζει κάποιες συνέπειες.
«Σηκώθηκε από το τραπέζι να βοηθήσει έναν συνάνθρωπο του. Έκανε λάθος που σηκώθηκε. Ας τον αφήσουμε να λειτουργήσει για όλους τους άλλους. Και όχι για τον εαυτό του. Ένας άνθρωπος που δεν έδωσε ποτέ δικαιώματα και δεν είναι καν προσεσημασμένος. Έχετε έναν άνθρωπο καθώς πρέπει. Τον εμπιστευτήκαμε ως δικαιοσύνη και σας δικαίωσε».
Η έδρα αποσύρθηκε και επέστρεψε ανακοινώνοντας την απόρριψη του αιτήματος του Χορταριά, με μειοψηφία ενός. Δεν μου ταιριάζει καθόλου να χαίρομαι για φυλακές. Το έγκλημα της δολοφονίας του Ζακ συνέβη επειδή οι εμπλεκόμενοι θεώρησαν ότι υπάρχουν ζωές που αξίζουν λιγότερο. Αυτό διακυβεύεται στη αμετανόητη αναίδεια του Χορταριά που εκφράζεται μέσω του δικηγόρου του: να υπάρξει ένα φρένο σε αυτή τη σοκαριστική περιφρόνηση της ανθρώπινης ζωής των ατόμων που δεν τους αρέσουν, ανθρώπων σαν τον Ζακ.