Ρεπορτάζ της Νεκταρίας Ψαράκη
Η εκπρόσωπος της ΕΛ.ΑΣ, μιλώντας στο TPP ισχυρίστηκε ότι το αν προκύπτει απειλή θα αποδειχθεί από την έρευνα. Δεν συνάγεται αυτόματα από το γεγονός ότι πρώτον ο άνθρωπος που έχει καταγγελθεί στο παρελθόν για ενδοοικογενειακή βία και βιασμό με αποτέλεσμα την έκδοση ασφαλιστικών μέτρων σε βάρος του κινείται για δύο ολόκληρες ημέρες έξω από το σπίτι του θύματος. Αλλά δεύτερον, ούτε από το γεγονός ότι το θύμα βίωσε αρκετό τρόμο και ανησυχία ώστε να μεταβεί σε αστυνομικό τμήμα και στη συνέχεια να ζητήσει να επιστρέψει με περιπολικό στο σπίτι του.
«Η ενδοοικογενειακή βία είναι αυτεπάγγελτο αδίκημα ωστόσο η κοπέλα όταν ήρθε στο τμήμα δεν κατήγγειλε ενδοοικογενειακή βία. Ανέφερε περιστατικά του παρελθόντος που εμπίπτουν στο νόμο για ενδοοικογενειακή βία. Άλλωστε του είχε κάνει και καταγγελία τότε. Το 2020 είχε συλληφθεί κανονικά. Φαίνεται στο ποινικό του παρελθόν. Του παρελθόντος όμως ξαναλέω για τα οποία είχε υποβάλει μήνυση και είχε ακολουθηθεί κανονικά η διαδικασία που προβλέπεται από το νόμο», είπε η κ. Δημογλίδου.
«Πού γνωρίζετε εσείς ότι το θύμα έκανε σαφές ότι κινδυνεύει η ζωή του;»
Ερωτηθείσα ωστόσο τι συμβαίνει όταν ο θύτης, ο οποίος έχει ποινικό παρελθόν και έχει καταγγελθεί ξανά για ενδοοικογενειακή βία και βιασμό βρίσκεται έξω από το σπίτι του θύματος και στη συνέχεια το θύμα απευθύνεται στην αστυνομία, η κ. Δημογλίδου είπε: «Εσείς πού γνωρίζετε ότι το θύμα έκανε σαφές ότι κινδυνεύει η ζωή του; Απλώς πήγε στο αστυνομικό τμήμα να πει ότι για δύο μέρες είχε δει κοντά στο σπίτι της να κινείται αυτός ο άνθρωπος».
Στην ερώτηση ωστόσο για το για ποιο άλλο λόγο κάποιος θα μπορούσε να ζητάει περιπολικό για να επιστρέψει σπίτι του αν όχι επειδή ανησυχεί για τη ζωή ή την ακεραιότητά του, η κ. Δημογλίδου απάντησε: «Νομίζω ότι δεν έχει νόημα να κάνουμε υποθέσεις. Αυτές τις ερωτήσεις θα τις κάνει ο ανακριτικός υπάλληλος που θα αναλάβει την ΕΔΕ και ο εισαγγελέας που θα κάνει την προκαταρκτική. Αυτά θα τα απαντήσουν οι κατηγορούμενοι αστυνομικοί σε αυτή την ΕΔΕ».
Επιμένοντας στο ότι εφόσον έγινε η διαρροή της πληροφορίας ότι το θύμα ζήτησε να μεταβεί στο σπίτι της με περιπολικό, τότε θα πρέπει να δοθεί και η εξήγηση του αιτήματός της η κ. Δημογλίδου είπε: «Δεν ανέφερε να απειλείται. Γι’ αυτό και της είπαν οι αστυνομικοί αν υπάρχει αδίκημα να γίνει μήνυση και δεν ήθελε να υποβάλει μήνυση. Τώρα αν της έκαναν συγκεκριμένες ερωτήσεις για το αν απειλείται δεν το γνωρίζω. Θα κληθούν να καταθέσουν. Υπάρχει ένα συγκεκριμένο πρωτόκολλο ενεργειών που πρέπει να τηρείται όταν βλέπουμε ότι μπορεί να υπάρχουν αδικήματα ενδοοικογενειακής βίας, πρωτόκολλο για το οποίο εκπαιδεύονται οι αστυνομικοί. Το αντικείμενο της έρευνας είναι αν τελικά η κοπέλα πήγε να καταγγείλει αδικήματα που αφορούν στην ενδοοικογενειακή βία ή όχι».
«Είπε ότι ο άνδρας που έχει μηνύσει στο παρελθόν είναι έξω απ’ το σπίτι της δύο μέρες, ζήτησε περιπολικό, αλλά δεν είπε ότι απειλείται»
Ερωτηθείσα στη συνέχεια ωστόσο σε τι άλλο θα μπορούσαν να αφορούν αυτά που πήγε να πει στο αστυνομικό τμήμα αν όχι στην ενδοοικογενειακή βία, αφού ανέφερε τις μηνύσεις του παρελθόντος και το γεγονός ότι βρίσκεται ο ίδιος άνθρωπος με ποινικό παρελθόν κακοποιητή την παρακολουθεί δύο μέρες έξω από το σπίτι της, η κ. Δημογλίδου επέμεινε:
«Δεν μας ανέφερε κανένας ότι την παρακολουθεί. Εγώ δεν βλέπω κάτι τέτοιο. Αυτό ήταν ένα από τα αρνητικά της υπόθεσης. Η κοπέλα δεν πίστευε ότι την παρακολουθεί. Πίστευε απλά ότι βρίσκεται γύρω από το σπίτι της», ενώ όταν θυμίσαμε ότι η ίδια ανέφερε το stalking σε τηλεοπτική εκπομπή, η κ. Δημογλίδου είπε: «ναι αλλά έξω από το σπίτι της, όχι στην ίδια». «Η κοπέλα ζήτησε να έρθει ένα περιπολικό να την μεταφέρει στο σπίτι της. Και τίποτε άλλο», είπε και πρόσθεσε: «Δεν γνωρίζουμε τι άλλο ειπώθηκε. Αυτό είναι το αντικείμενο της έρευνας».
«Της είπαν να περιμένει για να καλέσουν την Άμεση Δράση αλλά εκείνη ζήτησε να καλέσει η ίδια»
Ερωτηθείσα για τον ισχυρισμό της αστυνομίας που αφενός λέει ότι το θύμα ζήτησε περιπολικό για να μεταβεί στο σπίτι της, αλλά αφετέρου όταν της προτάθηκε να κληθεί το 100 από το αστυνομικό τμήμα εκείνη ζήτησε να αποχωρήσει και να το καλέσει μόνη της, απάντησε:
«Της είπαν να αναμένει για να καλέσουν την Άμεση Δράση για να φτάσει περιπολικό παρόλο που ο κανονισμός της αστυνομίας είναι πολύ συγκεκριμένος για το ποιος μεταφέρεται με υπηρεσιακό όχημα. Αλλά ζήτησε να το καλέσει η ίδια, όπως και έπραξε με το που βγήκε από το γραφείο του αξιωματικού υπηρεσίας. Όμως δεν ξέρω τι είπε ο καθένας. Δεν θα απαντήσω τι κατέθεσαν οι αστυνομικοί και οι ιδιώτες. Εγώ σας δίνω τα δεδομένα που μας δίνει η υπηρεσία η οποία ελέγχεται και από τον εισαγγελέα αυτή τη στιγμή. Αυτές οι ερωτήσεις που κάνετε είναι ερωτήσεις που θα γίνουν και στην προκαταρκτική και στην διοικητική εξέταση. Αν ξέραμε τα δεδομένα δεν θα χρειαζόταν να διατάξουμε έρευνα. Η κοπέλα αυτή δε ζει να μας εξηγήσει τη συζήτηση που έγινε μέσα. Υπάρχουν μαρτυρίες για το τι περίπου έχει γίνει, αλλά όταν δεν ζει το θύμα να μας πει τι είδε και τι άκουσε…».
«Καμία σχέση οι πράξεις του παρελθόντος, δεν τις κοιτάμε αν έχουν πάρει νομική οδό»
Υποθετικά, για το τι θα έπρεπε να έχει συμβεί, η κ. Δημογλίδου είπε: «Εξαρτάται τι καταγγέλλει ένας άνθρωπος. Αν βλέπω έναν άνθρωπο έξω από το σπίτι μου και ταυτόχρονα αισθάνομαι απειλή, κάνω μήνυση για απειλή και μάλιστα υπάρχει και το stalking που σε αφήνει ο νόμος να το βάλεις στα πλαίσια της ενδοοικογενειακής βίας, αρκεί το θύμα να το καταγγείλει αναφέροντας την απειλή, που εδώ το θύμα δεν ξέρουμε τι ανέφερε στους αστυνομικούς».
Ερωτηθείσα για το τι συμβαίνει στην περίπτωση που η απειλή προκύπτει από πράξεις του παρελθόντος, η κ. Δημογλίδου είπε: «Καμία σχέση. Δεν κοιτάμε μία πράξη του παρελθόντος που έχει πάρει τη νομική οδό. Εδώ δεν ήρθε να μας κάνει μήνυση για τις πράξεις του παρελθόντος, αυτό έχει γίνει το 2020. Το αντικείμενο της έρευνας είναι ακριβώς τι ζήτησε η κοπέλα και τι είπαν οι αστυνομικοί. Αν ένας άνθρωπος έρθει και μας δηλώσει απειλή, εμπίπτει στο νόμο για τα αυτεπάγγελτα αδικήματα. Αν δεν το κάνει, όχι».
Κλείνοντας, επιμείναμε στο κομμάτι που θέλει την απειλή να είναι υποθετική, και ρωτήσαμε: «Όταν η κοπέλα ζήτησε περιπολικό για να τη μεταφέρει, οι αστυνομικοί δεν ρώτησαν γιατί;». Και είπε: «Δεν το γνωρίζω. Γι’ αυτό γίνεται η έρευνα, για να δούμε αν ακολουθήθηκε το πρωτόκολλο το οποίο οι αστυνομικοί το ξέρουν πολύ καλά διότι είναι εκπαιδευμένοι».
Λεγάκη: «Όταν κάποιος έχει ξαναγίνει επικίνδυνος απειλή υπάρχει και είναι σοβαρή, τα θύματα πάντα καλούνται να αποδείξουν με ατράνταχτα στοιχεία στην ΕΛ.ΑΣ ότι κινδυνεύουν»
Το TPP επικοινώνησε με την έμπειρη δικηγόρο σε ζητήματα έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας Αντωνία Λεγάκη η οποία είπε με σαφήνεια:
«Όταν κάποιος έχει ξαναγίνει επικίνδυνος, η απειλή όχι μόνο υπάρχει αλλά είναι και σοβαρή. Αυτό το λέει και ο νόμος και η λογική. Όμως αυτό που λέει σήμερα η ΕΛ.ΑΣ είναι αυτό που λένε πάντα και τα αστυνομικά τμήματα. Ότι θα πρέπει δηλαδή το θύμα να αποδείξει πρώτα με ατράνταχτα στοιχεία ότι κινδυνεύει ώστε να ασχοληθεί. Αυτό είναι η αστυνομία σήμερα. Ο προσανατολισμός της είναι η καταστολή των ανθρώπων που διεκδικούν δικαιώματα, όχι η περιφρούρησή τους».
«Η αστυνομία οφείλει να πει ότι κάποιος κινδυνεύει» – Πώς βλέπει ο νόμος την «απειλή»
Ρωτήσαμε την Αντωνία Λεγάκη αν ευσταθεί το επιχείρημα ότι το θύμα αφενός είπε ότι ο θύτης βρίσκεται έξω από το σπίτι του, αλλά δεν είπε ποτέ ότι απειλείται ή κινδυνεύει αφετέρου: «Θα πρέπει να το πει η αστυνομία ότι κινδυνεύει. Οφείλει να πει ότι αν είναι έξω από το σπίτι σου αυτός που στο παρελθόν σε έχει απειλήσει, τότε κινδυνεύεις. Ο νόμος ορίζει την απειλή όταν μία πράξη προκαλεί τρόμο και ανησυχία. Όχι όταν το θύμα πει σαφώς “απειλούμαι”. Η ερώτηση παραμένει: Γιατί τότε πήγε στο αστυνομικό τμήμα; Θα απαντήσουν σε αυτό; Μία γυναίκα πάει σε αστυνομικό τμήμα και αναφέρει ότι για δύο μέρες την έχει στήσει έξω από το σπίτι της ένας άνθρωπος που την έχει κακοποιήσει στο παρελθόν. Από αυτή την περιγραφή υπάρχει δεδομένο ποινικό αδίκημα απειλής. Και μάλιστα αυτόφωρο».
«Πάγια τακτική να λένε στα θύματα να καλέσουν το 100 – Τις αποτρέπουν απ’ το να κάνουν και μήνυση»
Όπως εξηγεί η Αντωνία Λεγάκη, η ΕΛ.ΑΣ πάντα απαντάει στα θύματα να καλέσουν την Άμεση Δράση. «Το κάνουν πάντα. Άρα δηλαδή η κοπέλα που πήγε στο τμήμα έπρεπε να κρίνει και να το πει ότι κινδυνεύει και να καλέσει η ίδια το περιπολικό. Η αστυνομία θα έκανε τίποτα; Γιατί όπως τα παρουσιάζουν θα έπρεπε να τα κάνει όλα η κοπέλα. Αυτό που θα έπρεπε να γίνει όμως είναι να ειδοποιηθεί η Άμεση Δράση με πρωτοβουλία των Αρχών και να πάει να τον συλλάβει γιατί το αδίκημα είναι αυτόφωρο. Επίκειται αυτόφωρο κακούργημα αυτεπαγγέλτως διωκόμενο. Δηλαδή είναι εκείνος έξω από το σπίτι της και εκείνη στο τμήμα, αλλά για να πει ότι δεν απειλείται; Είναι αστείο», είπε.
Συχνό φαινόμενο όπως θυμίζει η Αντωνία Λεγάκη είναι να προτρέπουν τα θύματα να μην κάνουν μήνυση. «Επειδή βαριούνται. Πολλή χαρτούρα. Η δικαιολογία που επικαλούνται είναι όμως άλλη. Τους λένε μην κάνεις μήνυση γιατί θα σου κάνει και αυτός και θα καταλήξεις στο αυτόφωρο. Καλύτερα στο αυτόφωρο παρά στον άλλο κόσμο. Αυτές οι δικαιολογίες είναι πολύ φθηνές. Ειδικά τα τελευταία χρόνια, γυναίκες που έχουν μωρά τις προτρέπει ο εισαγγελέας να γυρίσουν και στο σπίτι», καταλήγει.
Η αστυνομία προσπαθώντας να αποποιηθεί τις ευθύνες της για μία ακόμη θανατηφόρα διαχείριση περιστατικού ενδοοικογενειακής βίας υποπίπτει σε ντόμινο αντιφάσεων και ανακριβειών, επιστρατεύοντας ως βασικό επιχείρημα τις διαφορετικές ερμηνείες της «απειλής». Η αστυνομία ισχυρίζεται ότι το παρελθόν του δράστη, οι συνεχείς μηνύσεις σε βάρος του για ενδοοικογενειακή βία και η καταγγελθείσα πράξη του βιασμού, τα ασφαλιστικά μέτρα, η παραμονή του κακοποιητή έξω από το σπίτι της 28χρονης αλλά και η ίδια η απόφαση του θύματος να μεταβεί σε αστυνομικό τμήμα και να ζητήσει συνδρομή περιπολικού δεν είναι αρκετά ως πραγματικά γεγονότα να στοιχειοθετηθεί η απειλή, διότι το θύμα δε χρησιμοποίησε το ρήμα «απειλούμαι». Δεν ήταν αρκετά γεγονότα ούτε για να της παρασχεθεί η βοήθεια που πήγε να ζητήσει διότι φοβόταν, κινδύνευε και ένιωθε ότι απειλείται – αλλιώς για ποιο άλλο λόγο να ζητήσει να πάει σπίτι με περιπολικό και όχι ταξι;!
Ακόμη και τώρα, που η Κυριακή δε ζει, και είμαστε για άλλη μία φορά λιγότερες, η αστυνομία ψάχνει να βρει τι έκανε λάθος το θύμα. Δεν απέδειξε αρκετά ότι θα δολοφονηθεί. Και φταίει που δολοφονήθηκε.