Η έκθεση, όπως μεταδίδει ο Guardian, υποστηρίζει ότι η προφανής «λευκότητα» της πολιτικής της ΕΕ, η χαμηλή δέσμευση των νέων και ο περιορισμένος φιλοευρωπαϊσμός στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη θα μπορούσαν να διαμορφώσουν ένα ευρωπαϊκό συναίσθημα σε αντίθεση με τις αρχικές βασικές αξίες του μπλοκ.

«Ο Μάριο Ντράγκι», πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας «κυριάρχησε στη συζήτηση στις Βρυξέλλες, εστιάζοντας στην ανάγκη αναζωογόνησης της οικονομίας του (ευρωπαϊκού) μπλοκ, η οποία χάνει το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα», δήλωσε ο Pawel Zerka, συντάκτης της έκθεσης και ανώτερος συνεργάτης του ECFR. «Αλλά αν η οικονομία είναι η μηχανή της ΕΕ, τότε το «ευρωπαϊκό συναίσθημα» θα πρέπει να θεωρηθεί ως το καύσιμό της. Και αυτό που συμβαίνει σήμερα στο ευρωπαϊκό συναίσθημα απαιτεί επείγουσα προσοχή – διαφορετικά κινδυνεύουμε να ξεμείνουμε από καύσιμα ή να τρέξουμε με βρώμικα καύσιμα».

Ο Zerka ορίζει το «ευρωπαϊκό συναίσθημα» ως την αίσθηση ότι ανήκεις σε έναν κοινό χώρο, μοιράζεσαι ένα κοινό μέλλον και ενστερνίζεσαι κοινές αξίες τις οποίες προσδιορίζει ως οικουμενικότητα, ισότητα και κοσμικότητα – και υποστηρίζει ότι αυτές αμφισβητούνται όλο και περισσότερο.

Παρά τη χρονιά των πολέμων και των εκλογών, η έκθεση – που βασίζεται σε ανάλυση δεδομένων και έρευνα από κοινωνικούς και πολιτικούς επιστήμονες σε όλη την Ευρώπη και είναι η τρίτη του είδους της – αναφέρει ότι οι δημοσκοπήσεις έδειξαν σταθερά ότι μεγάλος αριθμός πολιτών σχεδόν σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ συνεχίζει να εμπιστεύεται το μπλοκ, είναι αισιόδοξος για το μέλλον του και αισθάνεται συνδεδεμένος με αυτό.

Σύμφωνα με την έκθεση, το ισχυρό ευρωπαϊκό αίσθημα αποδεικνύεται, επίσης, από το συγκριτικά υψηλό ποσοστό συμμετοχής 51% στις φετινές εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και από το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των 27 εθνικών κυβερνήσεων παραμένει φιλοευρωπαϊκή στις προοπτικές και την πολιτική της.

Ωστόσο, ανέφερε ότι όλο και περισσότεροι αισθάνονται «αποκλεισμένοι», «απογοητευμένοι» ή «αδιάφοροι» για την ΕΕ, ιδίως έγχρωμοι και μουσουλμάνοι, άνθρωποι στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη και νέοι ψηφοφόροι που αισθάνονται, αντίστοιχα, ότι είναι «πολύ λευκή», «πολύ δυτική» ή «πολύ μπούμερανγκ».

Οι έγχρωμοι Ευρωπαίοι έχουν εκτεθεί σε μια τεράστια αύξηση των ξενοφοβικών αφηγήσεων μετά την επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου, αναφέρει η έκθεση, ενώ οι μουσουλμάνοι συχνά αισθάνονται αποξενωμένοι από την υποστήριξη πολλών κυβερνήσεων προς το Ισραήλ.

Οι πρώτες θέσεις των ακροδεξιών κομμάτων στις ευρωεκλογές στη Γαλλία, την Ιταλία, το Βέλγιο, την Αυστρία και την Ουγγαρία, καθώς και οι ισχυρές επιδόσεις στις Κάτω Χώρες και τη Γερμανία, είχαν, επίσης, τροφοδοτήσει μια απότομη αύξηση του αντιμεταναστευτικού λόγου.

Η έκθεση αναφέρει τη συζήτηση στη Γερμανία σχετικά με ένα ακροδεξιό σχέδιο για την απέλαση αιτούντων άσυλο και Γερμανών πολιτών ξένης καταγωγής, τη χρήση αντιμουσουλμανικών τροπών από κόμματα όπως το AfD και η Λέγκα της Ιταλίας και τη σταδιακή ενσωμάτωση μιας «ξενοφοβικής κοσμοθεωρίας».

Σημείωσε, επίσης, την «περιορισμένη ποικιλομορφία στο εσωτερικό των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων», επισημαίνοντας ότι μόλις το 3% των ευρωβουλευτών προέρχεται από φυλετικές και εθνοτικές μειονότητες, έναντι 10% του πληθυσμού της ΕΕ, και ότι πολλές χώρες απέτυχαν να κατεβάσουν υποψήφιους που δεν ήταν λευκοί.

Τα στοιχεία δείχνουν ότι ορισμένοι πολίτες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης είναι απογοητευμένοι από τα πραγματικά οφέλη της συμμετοχής στην ΕΕ, ενώ τα εκλογικά αποτελέσματα σε χώρες όπως η Σλοβακία, η Τσεχική Δημοκρατία και η Κροατία έδειξαν αυξανόμενη εξομάλυνση του ευρωσκεπτικισμού.

Αν και οι έρευνες δείχνουν σταθερά ότι οι νεότεροι ψηφοφόροι είναι περισσότερο υπέρ της ΕΕ και πιο ανεκτικοί από τις παλαιότερες γενιές, οι νέοι έδειξαν περιορισμένο ενδιαφέρον για τις ευρωπαϊκές εκλογές και, όταν ψήφισαν, το έκαναν συχνά υπέρ της ριζοσπαστικής δεξιάς ή της αριστεράς.

Περισσότερες πληροφορίες για την έρευνα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR) και του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Ιδρύματος (ECF) στον Guardian.