Σύμφωνα με τα νέα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος που δημοσιεύτηκαν την Τρίτη, παρατηρείται κατακόρυφη αύξηση των ξένων επενδύσεων σε ακίνητα κατά το 2024 σε σχέση με το 2023. Συγκεκριμένα, πρόκειται για το ποσό των 2,75 δισ. ευρώ, ποσό που είναι αυξημένο κατά 30% σε σχέση με το 2023. Ταυτόχρονα, για τους κατοίκους της χώρας η εύρεση προσιτής στέγης παραμένει άθλος, ενώ σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat κατά το 2023 η Ελλάδα κατέκτησε την θλιβερή πρωτιά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με ποσοστά επιβάρυνσης από το κόστος στέγασης στις πόλεις στο 31,0%.

Χαρακτηριστικά όπως αναλύει στην έκθεση του για το 2024 ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας: «Οι ξένες άμεσες επενδύσεις (ΞΑΕ) σημείωσαν ισχυρή άνοδο (6 δισεκ. ευρώ ή 2,5% του ΑΕΠ) σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος (4,4 δισεκ. ευρώ ή 1,9% του ΑΕΠ), καταγράφοντας το δεύτερο υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας εικοσαετίας».

Ο ίδιος εξηγεί στην συνέχεια ότι «η άνοδος αυτή οφείλεται κυρίως στις επενδύσεις σε νέες μετοχές και σε ακίνητα, με τον κλάδο των ακινήτων να απορροφά άνω του 45% των συνολικών ροών. Παράλληλα, κλάδοι όπως η μεταποίηση, οι μεταφορές και αποθήκευση, οι επικοινωνίες και οι χρηματοοικονομικές δραστηριότητες συνέχισαν να προσελκύουν το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών. Συνολικά, οι ΞΑΕ ενισχύθηκαν από τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος μετά τις πρόσφατες αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας και από την ολοκλήρωση έργων αποκρατικοποιήσεων». Ο κ. Στουρνάρας, παρουσίασε δηλαδή ως «νίκη» την πώληση δημόσιας ιδιοκτησίας σε ξένους επενδυτές.

«Στη διάρκεια του 2024 η αγορά ακινήτων συνέχισε να προσελκύει ενδιαφέρον και κεφάλαια από την Ελλάδα και το εξωτερικό, με τις τιμές των ακινήτων να κινούνται περαιτέρω ανοδικά» συνεχίζει η έκθεση την παράθεση των «επιτυχιών» της ελληνικής οικονομίας. «Το επενδυτικό ενδιαφέρον κατευθύνθηκε σε όλο το φάσμα των χρήσεων ακινήτων, με τη ζήτηση να εξακολουθεί να υπερβαίνει την προσφορά αποθέματος σύγχρονων προδιαγραφών. Η αγορά κατοικιών διατηρεί τη θετική της δυναμική, με ιδιαίτερη έμφαση στις κατοικίες επενδυτικού χαρακτήρα, όπου οι σχετικοί δείκτες τιμών εμφανίζουν ισχυρή άνοδο» συμπληρώνεται.

Μάλιστα, ο κ. Στουρνάρας πληροφορεί ότι «η κατασκευαστική δραστηριότητα για κατοικίες κατέγραψε σημαντική αύξηση, ενώ παράλληλα οι θετικές επιχειρηματικές προσδοκίες παρουσίασαν συγκρατημένη βελτίωση σε σχέση με το 2023. Παρά την ανοδική τάση των επενδύσεων σε κατοικίες, το μερίδιό τους στο ΑΕΠ παραμένει χαμηλό, ενώ η οικοδομική δραστηριότητα δεν έχει ακόμη επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα. Το συνολικό κόστος κατασκευής νέων κτιρίων κατοικιών συνέχισε να αυξάνεται το 2024, αν και με ηπιότερο ρυθμό. Στον κλάδο των επαγγελματικών ακινήτων, οι τιμές συνέχισαν την ανοδική τους πορεία, ιδίως για τα ακίνητα υψηλών προδιαγραφών. Η συνολική κατασκευαστική δραστηριότητα για επαγγελματικές χρήσεις συνέχισε να καταγράφει θετικούς ρυθμούς μεταβολής».

Μέσα σε μία διετία 17.888 ακίνητα σε επενδυτές με «Golden Visa»

Ενδιαφέρον προκαλεί μία από της εξηγήσεις του Διοικητή για την εκτίναξη των ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα, ότι πολλοί εκ των αγοραστών έσπευσαν να υλοποιήσουν το σχέδιο τους πριν την  αλλαγή στους όρους του ελάχιστου ορίου επένδυσης του προγράμματος Golden Visa. Το αποτέλεσμα το 2023 είναι οι αιτήσεις χορήγησης αδειών διαμονής να αυξηθούν σε 8.477, καθώς και τότε είχαν θεσπιστεί αυξήσεις στο ελάχιστο όριο επένδυσης, ενώ πέρυσι αυξήθηκαν ακόμα περισσότερο σε 9.411 αιτήσεις.  Δηλαδή μέσα σε μία διετία έχουν αποκτηθεί 17.888 ακίνητα, που αντιστοιχούν σε επενδύσεις ελάχιστου ύψους 4,47 δισ. ευρώ. Σημειώνεται ότι από την έναρξη της λειτουργίας του προγράμματος «χρυσή βίζα» και μέχρι και σήμερα έχουν χορηγηθεί συνολικά 18.363 άδειες, μαζί με τις ανανεώσεις που έχουν γίνει στο μεσοδιάστημα, μιας και κάθε άδεια έχει πενταετή διάρκεια. Υπενθυμίζεται ότι οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση της Golden Visa από 1η Σεπτεμβρίου έχουν διαφοροποιηθεί ελαφρώς, καθώς σύμφωνα με τις διατάξεις της τροπολογίας για τη χορήγηση άδειας διαμονής διάρκειας 5 ετών σε πολίτες τρίτων χωρών (Golden Visa), θεσπίζονται οι εξής προϋποθέσεις:

  • Στην Περιφέρεια Αττικής, τις Περιφερειακές Ενότητες Θεσσαλονίκης, Μυκόνου και Σαντορίνης και στα νησιά με πληθυσμό πάνω από 3.100 κατοίκους, η αξία της ακίνητης περιουσίας που πρέπει να κατέχει ο ενδιαφερόμενος αυξάνεται στις 800.000 ευρώ.
  • Στις υπόλοιπες περιοχές της χώρας, η αξία της ακίνητης περιουσίας διαμορφώνεται στις 400.000 ευρώ. Σε κάθε περίπτωση η επένδυση πρέπει να γίνει σ’ ένα ακίνητο (όχι σε περισσότερα ακίνητα μικρότερης αξίας) επιφάνειας τουλάχιστον 120 τ.μ..
  • Στις 250.000 ευρώ καθορίζεται επίσης το όριο αν πρόκειται για επένδυση σε διατηρητέο κτίριο που είναι προς αποκατάσταση. Οι άδειες διαμονής μπορούν να ανανεώνονται για το ίδιο χρονικό διάστημα (πέντε χρόνια) εφόσον η ακίνητη περιουσία παραμένει στην ιδιοκτησία του επενδυτή. Αν πρόκειται για επένδυση σε διατηρητέο κτίριο, πρόσθετη προϋπόθεση για την ανανέωση της άδειας διαμονής, είναι να έχει ολοκληρωθεί η αποκατάσταση του κτιρίου.
  • Οι επενδυτές μπορούν να εκμισθώνουν τα κτίρια που αποκτούν, δεν επιτρέπεται όμως η διάθεσή τους μέσω βραχυχρόνιων μισθώσεων, ενώ στις περιπτώσεις μετατροπής σε κατοικία απαγορεύεται και η χρήση τους ως έδρα ή υποκατάστημα επιχείρησης. Σε περίπτωση παράβασης η άδεια διαμονής ανακαλείται και επιβάλλεται πρόστιμο ύψους 50.000 ευρώ.

Οι κάτοικοι σε αναζήτηση κατοικίας – 8,7% αύξηση τιμών σε ετήσια βάση

Tο 2024 στην αγορά κατοικιών σε επίπεδο χώρας καταγράφεται αύξηση των τιμών, με τις τιμές των διαμερισμάτων να ενισχύονται κατά 8,7% σε ετήσια βάση, έναντι σημαντικής αύξησης κατά 13,9% το 2023 και 11,9% το 2022. Οι τιμές των νέων διαμερισμάτων (ηλικίας έως 5 ετών) το 2024 αυξήθηκαν με μέσο ετήσιο ρυθμό 10,1%, πιο ενισχυμένο σε σχέση με αυτόν των παλαιών διαμερισμάτων (7,8%).

Σύμφωνα, μάλιστα, με την τελευταία έρευνα της Eurostat για την στέγαση το 2023 η Ελλάδα κατέκτησε την πρωτιά του υψηλότερου ποσοστού υπερφόρτωσης κόστους στέγασης στις πόλεις (31,0%), δηλαδή το υψηλότερο ποσοστό του πληθυσμού που ζει σε νοικοκυριό όπου το συνολικό κόστος στέγασης απορροφά περισσότερο από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματος.

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2023, σύμφωνα με τη Eurostat, το 10,6% του πληθυσμού στις πόλεις ζούσε σε ένα τέτοιο νοικοκυριό, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τις αγροτικές περιοχές ήταν 7,0%. Τα υψηλότερα ποσοστά επιβάρυνσης από το κόστος στέγασης στις πόλεις παρατηρήθηκαν στην Ελλάδα (31,0%) και μάλιστα με αρκετές μονάδες διαφορά από την επόμενη χώρα, τη Δανία (23,3%), ενώ τα χαμηλότερα παρατηρήθηκαν στην Κύπρο (3,4%) και την Κροατία (3,5%). Στις αγροτικές περιοχές ήταν τα υψηλότερα, επίσης, στην Ελλάδα (24,7%) και τη Μάλτα (17,6%) και τα χαμηλότερα στην Κύπρο (0,7%) και τη Σλοβενία (2,5%).