Ο 17χρονος Κάιλ Ρίτενχάουζ, που δολοφόνησε τους αντιρατσιστές διαδηλωτές Τζόζεφ Ρόζενμπάουμ και Άντον Χούμπερ και τραυμάτισε έναν ακόμα, τον Γκέιτζ Γκροσκράουτζ, στις 25 Αυγούστου 2020, στην Κενόσα του Γουισκόνσιν, και κατά τη διάρκεια των διαμαρτυριών μετά την βάρβαρη επίθεση κατά του Αφροαμερικανού Τζέικομπ Μπλέηκ, αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους εχθές, μετά την καταβολή εγγύησης ύψους δύο εκατομμμυρίων δολαρίων. 

Αμέσως μετά τη σύλληψη του 17χρονου για φόνους εκ προμελέτης, είχε δημιουργηθεί ειδικός λογαριασμός για την οικονομική του ενίσχυση και την κάλυψη των δικαστικών εξόδων, στον οποίο και είχαν συγκεντρωθεί ήδη από την πρώτη εβδομάδα δύο εκατομμύρια δολάρια. Με την ανακοίνωση του ύψους της εγγύησης, που ορίστηκε τη 2α Νοεμβρίου, η μητέρα του, Γουέντι, και ο δικηγόρος του, Τζων Πηρς, έκαναν νέες εκκλήσεις για την οικονομική του ενίσχυση,  μέσω συντηρητικών τηλεοπτικών δικτύων των ΗΠΑ. 

Ο 17χρονος, που εμφανίζεται αμετανόητος και οι ακροδεξιοί τον χαρακτήριζαν «πολιτικό κρατούμενο», κατείχε παράνομα και το  ΑR-15, το όπλο με το οποίο δολοφόνησε τους δύο αντιρατσιστές διαδηλωτές, το είχε μάλιστα αγοράσει με το επίδομα ανεργίας. Είναι οπαδός του Αμερικάνου προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος μάλιστα είχε αρνηθεί να καταδικάσει τις δολοφονίες όταν βρέθηκε, προεκλογικά, στην Κενόσα, θεωρώντας ότι «επρόκειτο για αυτοάμυνα», βασική θέση των δικηγόρων του 17χρονου. 

Οι γονείς των δολοφονηθέντων έχουν εκφράσει φόβους ότι ο νεαρός θα διαφύγει και θα τον βοηθήσουν ή και κρύψουν παραστρατιωτικές ακροδεξιές ομάδες των ΗΠΑ.