Τα νοικοκυριά του φτωχότερου 20% του πληθυσμού, σύμφωνα με την έρευνα, αύξησαν το 2023 τις δαπάνες τους σε σχέση με το 2022 κατά 8,5%, ενώ τα νοικοκυριά του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού κατά 15,7%, ενώ το δε μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης (αγορές, τρέχουσες τιμές) του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 5,72 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης του φτωχότερου 20% του πληθυσμού (5,39 για το 2022).

Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ:
  • Η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών για αγορές, κατά το έτος 2023, ανήλθε στα 20.223,36 ευρώ (1.685,28 το μήνα), καταγράφοντας αύξηση, σε τρέχουσες τιμές 5,3%, σε σχέση με το 2022.
  • Το 50% των νοικοκυριών δαπανούν περισσότερα από 1.315 ευρώ το μήνα.
  • Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ενοικιασμένη κατοικία δαπανούν το 16,8% του προϋπολογισμού
    τους, κατά μέσο όρο, για ενοίκιο.
  • Το μερίδιο της μέσης δαπάνης για είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά και στέγαση των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 55,8% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 24,8%.
  • Η υψηλότερη μέση ετήσια δαπάνη καταγράφηκε στην Περιφέρεια Αττικής και ανήλθε σε 23.325,96 ευρώ, ενώ η χαμηλότερη στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος και ανήλθε σε 14.052,24 ευρώ.
  • Η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών το 2023 εμφανίζεται μειωμένη κατά 20,5% σε σύγκριση με το 2008.

 

Οι πρώτες βασικές διαπιστώσεις της έρευνας είναι ότι «το μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών, σε τρέχουσες τιμές, αφορά:

  • στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (20,7%),
  • στη στέγαση (14,1%) και
  • στις μεταφορές (13,1%), ενώ το μικρότερο μερίδιο των δαπανών (3,4%) αντιστοιχεί στην εκπαίδευση και τα οινοπνευματώδη ποτά και καπνό.

Όσον αφορά στις δαπάνες για είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά, σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2022), παρατηρείται αύξηση της μέσης μηνιαίας δαπάνης (τρέχουσες τιμές), στα παρακάτω είδη:

Ταυτόχρονα, όπως προκύπτει από την έρευνα παρατηρείται μείωση στη μέση μηνιαία κατανάλωση ειδών διατροφής, οινοπνευματωδών ποτών και καπνού, μεταξύ των ετών 2022 και 2023

 

Ανισότητα και κίνδυνος φτώχειας

Η έρευνα αποκαλύπτει, ακόμα, ότι:

• Το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης (αγορές, τρέχουσες τιμές) του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 5,72 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης του φτωχότερου 20% του πληθυσμού (5,39 για το 2022). Ο δείκτης μειώνεται στο 4,49, όταν συμπεριληφθούν στην καταναλωτική δαπάνη οι τεκμαρτές δαπάνες (τελική καταναλωτική δαπάνη) (4,21 για το 2022).
• Τα νοικοκυριά του φτωχότερου 20% του πληθυσμού αύξησαν τις δαπάνες τους σε σχέση με το 2022 κατά 8,5%, ενώ τα νοικοκυριά του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού κατά 15,7%.
• Το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης για είδη διατροφής των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 33,8% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 13,5%.
• O κίνδυνος φτώχειας απειλεί το 18,7% του πληθυσμού της Χώρας, όταν στον υπολογισμό του δείκτη λαμβάνεται υπόψη μόνο η ισοδύναμη δαπάνη με τρόπο κτήσεως την αγορά (17,4% το 2022), ενώ ο δείκτης μειώνεται στο 13,8% του πληθυσμού (13,4% το 2022), όταν λαμβάνονται υπόψη όλες οι καταναλωτικές δαπάνες, ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσεως (τεκμαρτό ενοίκιο από ιδιοκατοίκηση, ιδιοπαραγόμενα αγαθά, αγαθά και υπηρεσίες παρεχόμενες δωρεάν από τον εργοδότη, άλλα νοικοκυριά, μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, κράτος κ.λπ.).
• Η μέση μηνιαία ισοδύναμη δαπάνη των φτωχών νοικοκυριών εκτιμάται στο 31,9% των δαπανών των μη φτωχών νοικοκυριών. Τα φτωχά νοικοκυριά δαπανούν το 33,8% του μέσου προϋπολογισμού τους σε είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά, ενώ τα μη φτωχά το 19,6%.

Περισσότερα στοιχεία της έρευνας και σχετική πίνακες εδώ.