του Θάνου Καμήλαλη

Ως είθισται, ξεκινούν οι αναλύσεις, που επιχειρούν να παρουσιάσουν τις πολιτικές κινήσεις σαν ένα αθλητικό αγώνα. Ποδόσφαιρο, μποξ, σκάκι, διαλέξτε και πάρτε. Ο Τσίπρας καταθέτει την πρόταση μομφής, σέρνει τον Μητσοτάκη στη Βουλή να απολογηθεί για την κακοκαιρία, φέρνει σε δύσκολη θέση τον Ανδρουλάκη, κρατώντας έτσι τα ηνία της αντιπολίτευσης. Παράλληλα προσπαθεί να μείνει η συζήτηση σε ακόμα ένα κυβερνητικό μπάχαλο, ενώ ο Μητσοτάκης θα ήθελε πολύ η κουβέντα να λήξει με την υποτιθέμενη «συγγνώμη» του στο προστατευμένο περιβάλλον του υπουργικού Συμβουλίου. Ενώ επίσης αναβάλλει για ακόμα μία φορά τη φάση εσωστρέφειας στον ΣΥΡΙΖΑ, στον δρόμο για το Συνέδριο.

Καλά όλα αυτά και, μέσες άκρες, ισχύουν. Από άποψη τακτικής, η κίνηση Τσίπρα είναι η σωστή. Ακούγεται η κριτική ότι «είναι δώρο στη ΝΔ» και «τη συσπειρώνει σε δύσκολη στιγμή». Γιατί, περιμέναμε παραιτήσεις και αποχωρήσεις από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της κυβέρνησης, αλλά αυτές ακυρώνονται λόγω Τσίπρα; Προφανώς και όχι. Ούτε έπεσε ποτέ καμία κυβέρνηση με πρόταση μομφής της αντιπολίτευσης. Ο στόχος είναι απλά, λίγη φθορά παραπάνω για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, σε μία συγκυρία όπου έχουν μαζευτεί πολλές, πάρα πολλές καταστροφές και ακόμα ένα, κατά γενική ομολογία, φιάσκο.

Αλλά μην υπερβάλλουμε κιόλας. Τη Δευτέρα όλοι θα δηλώνουν νικητές, η ανάγνωση της συζήτησης θα είναι ανάλογη με τις κομματικές προτιμήσεις του καθενός, ενώ, δυστυχώς, ελάχιστοι θα παρακολουθήσουν Βουλή το Σαββατοκύριακο. Ακόμα και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που θα σχολιάζουν, ένα μεγάλο μέρος του ενδιαφέροντος θα μείνει στην ατάκα. Τι είπε ο ένας, τι γκάφα έκανε ο άλλος, όλα πασπαλισμένα με γνωστά κλισέ όπως «σφυροκόπημα» και «ολομέτωπη σύγκρουση».

Πόση επικοινωνία πάνω σε επιφανειακά ζητήματα θα έχει όλη αυτή η κουβέντα και πόση ουσία;

Να πούμε ένα απλό παράδειγμα: Ναι, κακός ο παραχωρησιούχος της Αττικής Οδού. Η υφιστάμενη και αποικιοκρατική σύμβασή του όμως λήγει το 2024 και το Υπερταμείο – ΤΑΙΠΕΔ έχει ήδη ξεκινήσει, πριν μία εβδομάδα μάλιστα, τις διαδικασίες για τη νέα παραχώρηση. Θα συζητάμε για τα εκχιονιστικά που δεν είχε ο αυτοκινητόδρομος ή για το γεγονός ότι το οδικό δίκτυο της χώρας πρέπει να είναι δημόσιο, ώστε να μην πληρώνουμε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ στους εργολάβους και πανάκριβα διόδια; Η ΝΔ φυσικά επικροτεί κάθε νέο ξεπούλημα δημοσίου πλούτου, αλλά θα πρέπει να θυμόμαστε ότι το Υπερταμείο στήθηκε επί ΣΥΡΙΖΑ και ένα μεγάλο μέρος των δημόσιων υποδομών της χώρας ξεπουλήθηκε επί ΣΥΡΙΖΑ. Μέσα σε αυτό, είναι η ΤΡΑΙΝΟΣΕ, ο άλλη μεγάλη εταιρεία – φιάσκο των ημερών. Για 45 εκατ. το 2016, πουλήθηκε στην ιταλική Ferrovie.  Μνημόνια ξεμνημόνια, αυτό έγινε.

Αν ψάχνουμε για «διαχρονικές παθογένειες» του κράτους, ορίστε: Οι μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες, οι περισσότερες στα χέρια μερικών ολιγαρχών, που δεν υπόκεινται σε κανένα πλαίσιο «ελεύθερης αγοράς» και απομυζούν δημόσιο χρήμα με διάφορους τρόπους, ενώ ένα ολόκληρο συστημα τις αποθεώνει αυτό το μοντέλο ως «υγιή επιχειρηματικότητα» και «επενδύσεις». Κι αν έχεις την παραμικρή διάθεση να αλλάξεις αυτό το μοντέλο, μιλάς τώρα για όλα αυτά, που ο κόσμος έπαθε και ελπίζουμε να μαθαίνει. Τα «Μητσοτάκης κακός, Αττική οδός κακιά» είναι του δρόμου τα μισά.

Tα ίδια για την Ενέργεια. Δημόσια διαχείριση ή ιδιώτες που θα κερδοσκοπούν πάνω σε ένα δημόσιο αγαθό. Αυξάνοντας τις τιμές παραπάνω από τη «διεθνή συγκυρία», με το κράτος να έρχεται μετά και να καλύπτει ένα μικρό μέρος των αυξήσεων, ως «κοινωνική πολιτική»; Κι εδώ τα δύο μεγάλα «κόμματα εξουσίας» που θα «συγκρούονται» έχουν βεβαρυμένο ιστορικό. Δεν είναι ίδια φυσικά, αλλά η κατάσταση απαιτεί ριζικές αλλαγές.

Υγεία, Παιδεία, στέγαση, δημόσιο χρέος μη βιώσιμο παλιά, ακόμα περισσότερο μη βιώσιμο σήμερα, θέμα χρόνου να σκάσει. Τι θέλουμε, πώς, πόσα και με ποιον τρόπο γίνεται. Εδώ δεν θέλει κοινοτοπίες (οι κοινοτοπίες σε κάνουν εύκολα Νίκο Ανδρουλάκη), θέλει παρρησία και συγκρούσεις με συμφέροντα. Με κλινικάρχες, κολλεγιάρχες, τράπεζες, πιστωτές. Πώς θα κερδίσουμε ζωή και όχι επιβίωση;

Δεν είναι κακό πράγμα η αγανάκτηση, η οργή, το «ως εδώ», η αηδία.  Αλλά δεν γίνεται να μένουμε μόνο σε αυτά, τόσο μέσα όσο και έξω από τη Βουλή. Ζητούνται τομές και όχι ατάκες, ζητείται σχέδιο και όχι ζωγραφιές στο χιόνι, ζητείται επίθεση και όχι μόνιμη άμυνα, ζητούνται συγκεκριμένες απαντήσεις και όχι κοκορομαχίες. Κι αν αυτά τελικά δεν ενδιαφέρουν την «πολιτική συζήτηση» πρέπει να ενδιαφέρουν εμάς.