Άρθρο του Α. W. Zurbrugg*

Όσο συγκλονιστικά κι αν είναι τα πρόσφατα γεγονότα μέσα και γύρω από τη Γάζα, δεν αποτελούν κεραυνό εν αιθρία. Και οφείλουν να μπουν στο ιστορικό πλαίσιο. Το κείμενο αυτό είναι μια απαρχή της σκιαγράφησης των αναρχικών προοπτικών σε αυτήν την ιστορική και πολιτική σύγκρουση. Τόσο στη δεκαετία του 1930, όσο και σε άλλες εποχές, οι αναρχικοί συμμερίζονταν τις ανησυχίες των διαφόρων συμφερόντων και κοινοτήτων της Παλαιστίνης, και σχολίαζαν τις εξελίξεις. Οι ανταλλαγές απόψεων μεταξύ της Έμμας Γκόλντμαν και του Ρέτζιναλντ Ρέυνολντς που δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση “Η Ισπανία και ο Κόσμος”, όπως και άλλα κείμενα, υπογραμμίζουν τις πραγματικές και τις πιθανές συγκρούσεις μεταξύ των κατοίκων και των νέων εποίκων.

Η κατάσταση στην Παλαιστίνη (δεκαετίες 1920 και 1930)

Ο αντισημιτισμός παρουσίαζε αύξηση και πριν το 1939. Ακόμη και ορισμένοι αναρχικοί δεν παρουσίαζαν ανοσία. Ο Ρούντολφ Ρόκερ διαχώρισε τη θέση του από τους Γερμανούς αναρχοκομμουνιστές το 1925, όταν η ομοσπονδία τους (το FKAD) δημοσίευσε το άρθρο του Πωλ Ρομπιέν ‘Το εβραϊκό νέφος’ (Paul Robien, Der jüdische Nimbus), έναν εξάψαλμο κατά των «Εβραίων κερδοσκόπων», στο περιοδικό “Ο Ελεύθερος Εργάτης” (Der freie Arbeiter) [1].

Ο Ρόκερ έγραψε ότι τέτοιες απόψεις ήταν απαράδεκτες και κανένα άλλο αναρχικό περιοδικό δεν θα τύπωνε τέτοια πράγματα [2]. Οι συντάκτες του FKAD αρνήθηκαν να δημοσιεύσουν την απάντησή του. Τότε, ο Ρόκερ στράφηκε στο περιοδικό του Σωματείο Ελεύθερων Εργαζομένων Γερμανίας (Freie Arbeiter-Union Deutschlands[*]) “Ο Συνδικαλιστής” (Der Syndikalist), για να τυπώσει το ακόλουθο καταδικαστικό κείμενο:

«τη στιγμή που αναθέτουμε ειδικά και ουσιώδη χαρακτηριστικά σε μιαν εθνική ταξινόμηση, δηλαδή όταν συνδέουμε τους Εβραίους εκμεταλλευτές με κάποια συγκεκριμένη [εθνική] εξαχρείωση, ακριβώς εκείνη τη στιγμή παύουμε να είμαστε αναρχικοί και σοσιαλιστές, και, πολύ απλά, με όλες τις σημαίες να κυματίζουν, αυτομολούμε και τοποθετούμεθα στους ελεγχόμενους από τους εθνικιστές και τη φασιστική (völkisch) αντίδραση».[3]

Η ναζιστική επιρροή ήταν σε άνοδο και δεν περιοριζόταν στη Γερμανία. Ο μεγιστάνας των αυτοκινήτων Χένρι Φορντ χρηματοδότησε την εκτύπωση 500.000 αντιτύπων των ψευδεπίγραφων “Πρωτοκόλλων των Σοφών της Σιών”. Περίπου 50.000 Εβραίοι εγκατέλειψαν τη Γερμανία μόνο το 1933 [†] και κάπου άλλοι τόσοι διέφυγαν τα επόμενα δύο χρόνια. Οι Εβραίοι προσπάθησαν να περάσουν είτε σε γειτονικές χώρες, είτε στις ΗΠΑ και την Παλαιστίνη. Λίγοι γίναν θετικά δεκτοί.

Ο Σιωνισμός είχε τότε αντιμετωπιστεί ως μειονοτικό ρεύμα. Ο Ρούντολφ Ρόκερ τον είχε θεωρήσει «μάλλον άσχετο».[4] Το Le Libertaire, στις 28 Αυγούστου του 1924, αναφερόταν σε μια συνεδρίαση της Εβραϊκής Παγκόσμιας Διάσκεψης Αρωγής (JWRC) που πραγματοποιήθηκε στην Τσεχοσλοβακία. Σημείωνε την παρουσία αντισημιτισμού σε αρκετές χώρες. Ενθάρρυνε τη συμμετοχή σε μεγάλα κοινωνικά κινήματα και όχι σε συγκεκριμένες εβραϊκές οργανώσεις και θεωρούσε την επιθυμία για ένα εβραϊκό έθνος -κράτος ως λάθος, ορίζοντας τον Σιωνισμό ως εμπορική επιχείρηση, που χρηματοδοτείται από πλούσιους μεγιστάνες για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά τους. Οι Εβραίοι εργάτες, έγραφε, έπρεπε να υπερασπιστούν το προλεταριάτο και την εργατική υπόθεση, εναντίον του κεφαλαίου.

Τα συνεργατικά ιδεώδη επικράτησαν μεταξύ πολλών κοινοτήτων εποίκων στην Παλαιστίνη. Αρχικά, πολλά μέλη συνεργατικών εβραϊκών αποικιών εμπνεύστηκαν από τον Γκουστάφ Λαντάουερ [5] και τον Κροπότκιν [6]. Στο Le Libertaire της 22ας Νοεμβρίου 1924 γράφονταν ότι υπήρχαν επαναστατικές προοπτικές και λόγοι για υψηλές προσδοκίες στην Παλαιστίνη: νεαροί ρωσοεβραίοι ιδεαλιστές σχημάτιζαν έναν στρατό συνειδητών αγροτών, υπηρετώντας έναν πρακτικό και ελευθεριακό κομμουνισμό. Ωστόσο, οκτώ ημέρες αργότερα, ένας άλλος συγγραφέας στην ίδια εφημερίδα αναφερόταν σε συγκρούσεις και αραβικές διαδηλώσεις, μετά την αγορά γης από Σιωνιστές. Προφανώς οι «Ισραηλίτες» θα έπρεπε να έχουν τα ίδια δικαιώματα και ελευθερίες με τους άλλους ανθρώπους: «αλλά γιατί να τα απαιτούν στην Παλαιστίνη;» Και ο συγγραφέας κατέληγε: «Αυτός είναι ο ιμπεριαλισμός. Δεν μπορούν οι Εβραίοι να παλέψουν με όλους τους καταπιεσμένους ανθρώπους για να κατακτήσουν την ελευθερία εδώ, όπου βρίσκουν αμφισβητούμενη την ελευθερία τους; Αυτό μου φαίνεται λογικό και έτσι θα αποφεύγονταν πολλές μελλοντικές συγκρούσεις».

Άλλοι ελευθεριακοί εντόπισαν ταξικές διαφορές: σημείωναν, ας πούμε, ότι μεταξύ Εβραίων εργοδοτών και Εβραίων υπαλλήλων υπήρχε μόνο επιφανειακή αλληλεγγύη. Οταν ξέσπασαν απεργίες αυτή η αλληλεγγύη εξαφανίστηκε.[7] Κάποιοι επέμειναν στη δυνατότητα να εργαστούν με αμοιβαία κατανόηση με τους Άραβες.[8] Για τον Σεμπαστιάν Φωρέ (Sébastien Faure) που έγραψε στην Αναρχική Εγκυκλοπαίδεια (L’Encyclopédie anarchiste), στις αρχές της δεκαετίας του 1930, η εβραϊκή μετανάστευση στην Παλαιστίνη ήταν κάτι που επέτρεψε στους Εβραίους τόσο να ξεφύγουν από τον αντισημιτισμό όσο και να προωθήσουν την ισότητα μέσω των αγροτικών κολεκτίβων, αλλά, παράλληλα, εκτρέφοντας τον εθνικισμό, άνοιξε πιθανά νέα εμπόδια.

Οι συνεταιρισμοί αναμενόταν να μεταχειρίζονται τους ανθρώπους δίκαια, αποφεύγοντας τις διακρίσεις και πληρώνοντας ίσους μισθούς σε όλους, ή αν όχι ίσους μισθούς, τότε αποζημίωση προσαρμοσμένη ανάλογα με την προσπάθεια και την ευθύνη. Υπήρχε, επίσης, κάποιος θαυμασμός για προοδευτικές θέσες, για παράδειγμα την έμφαση στην ισότητα των φύλων.[9]

Το μεξικανικό αναρχικό περιοδικό Βέρμπο Ρόχο (Verbo Rojo) δημοσίευσε ένα κείμενο για τις φρικτές δολοφονίες στην Παλαιστίνη το 1929. Σημείωνε την πρόοδο του εβραϊκού εποικισμού και σχολίαζε ότι ο σιωνισμός μπορεί να εμφανιστεί ως λύση –καταφύγιο για τους Εβραίους– αλλά αυτές οι αποικίες, όσο ευημερούσες κι αν ήταν, προϊόν ενός ανοιχτού, άθλιου πολέμου και περικυκλωμένες από το μίσος των αραβικών λαών. Υπό αυτήν την άποψη, οι καλόπιστοι σιωνιστές μπορεί να θεωρούν ότι λύνουν το «εβραϊκό ζήτημα», αλλά, κατά το κείμενο, δεν υπάρχει εβραϊκό ζήτημα, μάλλον υπάρχει «ανθρώπινο ζήτημα», αυτό που χρειαζόταν ήταν η απελευθέρωση όλης της ανθρωπότητας. Η απελευθέρωση μιας φυλής ήταν αδύνατη αν δεν απελευθερωνόταν η ανθρωπότητα στο σύνολό της. «Το λάθος του εβραϊκού εθνικισμού είναι ότι είναι εθνικισμός, το λάθος του να πιστεύεις ότι τα προβλήματα θα μπορούσαν να λυθούν μέσα σε πατριωτικά πλαίσια», με τη μορφή κράτους, μέσω μιας πολιτικής αποικισμού, που θα μπορούσε να έχει μόνο θλιβερές συνέπειες.[10 ]

Οι Παλαιστίνιοι διέκριναν μεταξύ των γειτόνων τους της εβραϊκής πίστης, που ζουσαν κοντά για δεκαετίες ή και αιώνες και τους οποίους σέβονταν, και των νεοεισερχόμενων. Τα πρότυπα απασχόλησης άλλαζαν καθώς έφταναν όλο και περισσότεροι έποικοι. Στην αρχή, όταν δημιουργήθηκαν εβραϊκοί οικισμοί, οι Άραβες απασχολήθηκαν ως εργάτες. Αργότερα, όσο ερχόταν όλο και περισσότερο ανειδίκευτο Εβραίο εργατικό δυναμικό, οι θέσεις εργασίας στις εβραϊκές επιχειρήσεις προορίζονταν μόνο για Εβραίους. Υπήρχε μεγάλη ανεργία.

Στην περιοχή αυτή, με την επίσημα εντολή της Κοινωνίας των Εθνών, οι βρετανικές αρχές χρησιμοποίησαν την εργασία ως μέσο για την επιβράβευση της μιας ή της άλλης κοινότητας, κάτι που ελάχιστα προσέφερε στην αμοιβαία αλληλεγγύη μεταξύ Αράβων και Εβραίων. Η Histardut ήταν η μεγαλύτερη εργατική οργάνωση και ταυτόχρονα ο δεύτερος μεγαλύτερος εργοδότης στην Παλαιστίνη (μετά την κυβέρνηση). Ιδρύθηκε το 1920 ως οργάνωση αποκλειστικά για Εβραίους.[11] Για πολλά χρόνια διατήρησε τον διαχωρισμό, με τους Άραβες εργάτες ως ξεχωριστό εθνικό τομέα, και μισθούς συνήθως μισούς από αυτούς που καταβάλλονται στους Εβραίους ομολόγους τους.[‡]

Άραβες εργάτες, στους σιδηροδρόμους και αλλού, έκαναν σποραδικά προσπάθειες για να οικοδομηθεί αλληλεγγύη με τους Εβραίους συναδέλφους τους. Μάλιστα, οι άραβες εργάτες προσπάθησαν και να εξηγήσουν τις απόψεις τους μέσω φυλλαδίων στην εβραϊκή γλώσσα. Οι προσπάθειες αυτές, κι άλλες αντίστοιχες, είχαν πολύ περιορισμένο αντίκρυσμα. Έτσι, πολλοί Άραβες εργάτες ακολούθησαν αντισιωνιστική πολιτική, εν μέρει λόγω δυσαρέσκειας, αφού η σιωνιστική επιρροή συχνά λειτουργουσε  ως διαχωριστικό εμπόδιο στις λίγες «διεθνείς» ενώσεις που πάλευαν να αναπτυχθούν και να οργανώσουν Άραβες και Εβραίους σε ισότιμη βάση.[12] Οι κοινότητες μπορεί να αναμιγνύονταν σε μεγαλύτερες πόλεις όπως η Χάιφα, ή και σε μεγάλους χώρους εργασίας, αλλά σε πολλά μικρότερα εργαστήρια η απασχόληση περιοριζόταν σε μία κοινότητα. Οι εβραίοι εργάτες λάμβαναν επιδοτήσεις από εβραϊκά ταμεία στο εξωτερικό (που είχαν τους εργαζομένους σε ευρωπαϊκές κλίμακες αμοιβών), αλλά όχι για τους Άραβες εργάτες. Η βρετανική διοίκηση διατήρησε επίσης διαφορετικές μισθολογικές κλίμακες. Ο συνδυασμός αυτών των διαφόρων παραγόντων επέδρασε εις βάρος οποιασδήποτε διακοινοτικής οργάνωσης. Οι διακρίσεις και οι επιδοτήσεις περιόρισαν μεγάλο μέρος της αραβικής εργασίας σε χαμηλόμισθους τομείς, και οδήγησαν στην ανάδυση ενός καλύτερα αμειβόμενου τομέα. Ήταν πολλές οι δυνάμεις που έπαιξαν ρόλο, και οι εξωτερικές δυνάμεις είχαν αντίκτυπο, αλλά οι σχέσεις διαμορφώθηκαν, σε μεγάλο βαθμό, από την επιτόπια τριβή μεταξύ λαών και ταξικών μερών.

Ο ελευθεριακός Τύπος για την Παλαιστίνη

Μερικά βαθυστόχαστα άρθρα στον ελευθεριακό Τύπο έθιγαν γενικά ζητήματα. Άρθρο του Αλεξάντερ Σαπίρο (Alexander Schapiro) με τίτλο «Παλαιστίνη, Βρετανία και το Εβραϊκό Ζήτημα», δημοσιεύτηκε από την ένωση των αναρχοσυνδικαλιστών (IWA) το 1930. Ο Σαπίρο είδε τη δημιουργία του εβραϊκού κράτους στο πλαίσιο των βρετανικών φιλοδοξιών, ως δωροδοκία προς τον εβραϊκό λαό ώστε να υποστηρίξει τον βρετανικό ιμπεριαλισμό και να βοηθήσει να υπάρξουν ασφαλείς γεωγραφικές συνδέσεις, μέσω της περιοχής [της Παλαιστίνης] προς την Ινδία, κατά την περίοδο του Α΄ΠΠ. Θεώρησε ότι τόσο η βρετανική κυβέρνηση όσο και οι κομμουνιστές έσπερναν το μίσος μεταξύ Αράβων και Εβραίων, μετά το 1918. Αυτό το μίσος είχε γίνει εμφανές σε πρόσφατα τότε γεγονότα – μποϊκοτάζ Αράβων εναντίον Εβραίων, Εβραίοι εναντίον Αράβων, νεκροί και τραυματίες και από τις δύο πλευρές. Ειδικά στη Γερμανία, ο Σαπίρο θεώρησε τον αντισημιτισμό, που στόχευε τους Εβραίους, ως κραυγαλέο, εξωφρενικό και βάναυσο, αλλά αναγνώριζε, παράλληλα, πως εάν μια μελλοντική Παλαιστίνη επρόκειτο να ξεφύγει από την υποταγή της ως βρετανική εντολή, τότε το νέο κράτος θα μπορούσε να συγκροτηθεί είτε από τους Άραβες είτε από τους Εβραίους, και η μία ή η άλλη κοινότητα μπορεί να μετατραπεί σε καταπιεσμένη μειονότητα. Υπέθετε ότι αν συσταθεί ισραηλινό κράτος, τότε οι Άραβες θα απωθηθούν πέρα ​​από τα σύνορα, σε γειτονικές χώρες. (Αυτό ήταν κάτι που είχε συζητηθεί στους σιωνιστικούς κύκλους και είχε προβλεφθεί ότι για να δημιουργηθεί μια κυρίως εβραϊκή κοινωνία ή ένα ισραηλινό κράτος, θα ήταν σκόπιμο να οδηγήσουν τους αραβικούς πληθυσμούς να φύγουν). Ο Σαπίρο εξέτασε την ευρεία, διεθνή κατάσταση που αντιμετωπίζει ο εβραϊκός λαός : Μπροστά στη γενική εχθρότητα [§], πού οφείλουν να στραφούν οι Εβραίοι; Όχι τόσο στη Βρετανία ή στη Γαλλία, ούτε στις ΗΠΑ, που, μετά το 1918 είχαν κλείσει τις πύλες τους στη μετανάστευση. Κατά την άποψή του, οποιοδήποτε εβραϊκό κράτος μάλλον θα μετατρέπονταν σε ένα ένοπλο φρούριο. Οι λαοί μπορεί να έχουν το δικαίωμα στην αυτοάμυνα, αλλά ένα τέτοιο δικαίωμα δεν πρέπει να ενθαρρύνει ανθρώπους να πάνε σε μια άλλη γη, να την οικειοποιηθούν και να απαλλοτριώσουν τους αραβικούς λαούς που ζούσαν εκεί για αιώνες, έγραφε ο Σαπίρο.

Το κοινωνικό πρόβλημα, και είναι το μόνο που μετράει, δεν γνωρίζει από θρησκεία, έθνος, φυλή, χρώμα. Ο μαύρος στις ΗΠΑ θα πρέπει να αγωνιστεί για την απελευθέρωσή του χωρίς να εργαστεί για τη δημιουργία ενός κράτους των Μαύρων. Οι λευκοί στις ΗΠΑ, και οπουδήποτε αλλού, είναι αυτοί που πρέπει να πολεμήσει. Ο Σαπίτο πίστευε ότι, με τον ίδιο τρόπο, οι Εβραίοι όφειλαν να πολεμήσουν για την απελευθέρωσή τους όπου κι αν βρίσκονταν –στην Παλαιστίνη, τη Ρουμανία, την Πολωνία και αλλού– χωρίς να χρειάζεται να δημιουργήσουν ένα εβραϊκό κράτος. Οι μη Εβραίοι όλου του κόσμου θα έρχονταν (και θα έπρεπε να έλθουν) να τους βοηθήσουν. Και κατέληγε: «Το εβραϊκό ζήτημα θα λυθεί τελικά μόνο σε συνδυασμό με το κοινωνικό ζήτημα».[13]

Η Σολιδαριδάδ Ομπρέρα (Solidaridad Obrera) της 7ης Μαΐου 1936 σχολιάζοντας αραβικό χτύπημα στην Παλαιστίνη, εφιστούσε την προσοχή στις αντιφατικές υποσχέσεις που είχε δώσει η βρετανική κυβέρνηση είκοσι χρόνια νωρίτερα – σε Άραβες και Εβραίους – ζητώντας την υποστήριξή τους και αυξάνοντας τις προσδοκίες τους. Ανέφερε επίσης ότι μια οργάνωση Παλαιστινίων Αράβων απαιτούσε τον άμεσο τερματισμό της εβραϊκής μετανάστευσης.[14] Σε ένα μεγαλύτερο άρθρο της 3ης Ιουνίου 1936 σημείωσε ότι περίπου 30.000 Εβραίοι είχαν πρόσφατα μεταναστεύσει στην Παλαιστίνη – πολλοί δεν ήταν σιωνιστές, αλλά εκδιωχθέντες από τη Γερμανία, από τον κτηνώδη ναζιστικό αντισημιτισμό. Μεταξύ των Εβραίων αυτών υπήρχαν επαναστάτες αλλά και αντεπαναστάτες, καπιταλιστές αλλά και υποστηρικτές των συνεταιριστικών κομμούνων. Ποιος ήταν ο δρόμος προς τα εμπρός; Στην Παλαιστίνη δεν ήταν πλέον δυνατό να εκδιώξουν τους Εβραίους. Αυτό που χρειαζόταν ήταν μια συνεννόηση μεταξύ Αράβων και Εβραίων και ο σχηματισμός μιας μη καπιταλιστικής κοινωνίας, ανεξάρτητης από τον βρετανικό, τον ιταλικό και τον γερμανικό ιμπεριαλισμό.

Στο περιοδικό Πρωτοπορία (Vanguard) της Νέας Υόρκης, παρουσιάζονταν μια άλλη θέση. Λίγο μετά την επίθεση Αράβων εναντίον Εβραίων στην Παλαιστίνη,η ερώτηση ήταν: τι συνέβαινε εκεί; «Κάποιοι βλέπουν πογκρόμ εναντίον των Εβραίων, άλλοι λένε ότι είναι μια εξέγερση των αραβικών αποικιακών λαών, άλλοι ότι τα γεγονότα είναι απλώς προσωρινές εκρήξεις εντάσεων». Ομως, κατά το περιοδικό «οι Εβραίοι Σοσιαλιστές εργάτες έχουν το δικαίωμα να υπερασπιστούν τη ζωή τους ενάντια σε δολοφόνους και εμπρηστές, οι οποίοι εν γνώσει τους ή εν αγνοία τους υπηρετούν την ξένη απληστία και τη φιλοδοξία της για κατάκτηση […] Ωστόσο, πρέπει να απλώσουν το χέρι της συντροφικότητας στα αδέρφια τους, τους φτωχούς φελάχους και τους ακτήμονες αγρότες. Οι Εβραίοι Σοσιαλιστές στην Παλαιστίνη πρέπει να στραφούν στους Άραβες τεχνίτες και εργάτες γης όπως και στους προλετάριους. Οι Εβραίοι Σοσιαλιστές μαζί με τους Εβραίους εργάτες και τους εκμεταλλευόμενους Άραβες εργάτες της πόλης και της επαρχίας θα πρέπει να πολεμήσουν την εκμετάλλευση και την εθνικιστική θέση των Αράβων αφεντάδων και των Σιωνιστών εθνικιστών».

Τίποτε εύκολο δεν έβλεπαν σε αυτό. Οι συντάκτες του Vanguard τόνιζαν ότι πίσω από το Σιωνισμό βρίσκονταν τα γεγονότα στη φασιστική Ευρώπη και κατέληγαν: Η γενική λύση βρίσκεται στις γραμμές ενός επαναστατικού αγώνα ενάντια σε αυτές τις [ευρωπαϊκές φασιστικές] συνθήκες. Η θέση των νεαρών Εβραίων, παραγκωνισμένων από τη ζωή, είναι στη διεθνή επαναστατική πάλη του προλεταριάτου και όχι σε ένα κίνημα φυγής διαποτισμένο με έναν αντιδραστικό ρομαντισμό, η συνειδητοποίηση του οποίου έχει ήδη οδηγήσει σε μια από τις χειρότερες εμπλοκές τις εβραϊκές εργατικές μάζες.[15]

Η απώλεια της γης τους ενέτεινε τη δυσαρέσκεια των Αράβων. Όταν οι ιδιοκτήτες γης πουλούσαν γη, εκείνοι που την δούλευαν μπορεί και να στερούνταν τα προς το ζην και να είχαν λόγους να αγανακτούν με τους νέους ιδιοκτήτες, οποιασδήποτε κοινότητας. Σύμφωνα με τον οθωμανικό νόμο, οι αγρότες ήταν δουλοπάροικοι: μπορούσαν να δουλέψουν στη γη και να έπαιρναν προϊόντα, αρκεί να πλήρωναν ενοίκια και φόρους, αλλά ιδιοκτησία δεν είχαν. Μπορεί να έβλεπαν τη γη σαν δική τους, αλλά νομικά δεν είχαν κανένα δικαίωμα. Όταν οι Άραβες γαιοκτήμονες πουλούσαν σε αποίκους, οι δουλοπάροικοι οδηγούνταν σε πλήρη ανασφάλεια. Σε αυτό το πλαίσιο, η δημιουργία προοδευτικών κοινοτήτων μόνο για μια εθνική ομάδα και η εκδίωξη της άλλης εθνότητας, μπορεί να ονομάζονταν «σιωνιστικός σοσιαλισμός», αλλά ήταν κάτι άλλο: θα μπορούσε να οριστεί ως ένα έργο που «ανάτρεψε όλους τους άλλους στόχους, συμπεριλαμβανομένων αυτών της συμμετοχής σε έναν διεθνιστικό εργατικό αγώνα, σε αυτό που θεώρησε πρωταρχικό καθήκον, την οικοδόμηση ενός εβραϊκού έθνους-κράτους».[16]

Γκόλντμαν και Ρέυνολντς για την Παλαιστίνη (στο “ Η Ισπανία Και Ο Κόσμος”)

Συνεχής διαμάχη για την Παλαιστίνη υπήρχε και στο Εργατικό Κόμμα της Βρετανίας, θέμα που συζητήθηκε, επίσης, στο περιοδικό “Η Ισπανία και ο Κόσμος” (Spain and the World) που εξέδιδε η Έμμα Γκόλντμαν. Σε αυτό, μια εκτενής επιστολή υπό τον τίτλο «Γεγονότα σχετικά με την Παλαιστίνη», και υπογραφή «Ι. Almoni», εξέφταζε τη θέση ότι η εβραϊκή μετανάστευση βοηθούσε να αυξηθούν τα επίπεδα αμοιβών των Αράβων εργατών να αυξηθούν, και ότι και οι Άραβες εργάτες είχαν λάβει βοήθεια από τη συλλογική οργάνωση Εβραίων εργατών (την Histadrut), ότι αυτή η βοήθεια γέμιζε με τρόμο τις καρδιές των Αράβων φεουδαρχών. ότι ο ιταλικός και γερμανικός φασισμός χρηματοδοτούσε την αραβική αντίδραση, ότι αυτή η τελευταία ήταν εχθρική προς τις προοδευτικές δυνάμεις – στην Ισπανία και αλλού, ότι «οι Εβραίοι εργάτες σκοτώνονται σχεδόν καθημερινά, για το μόνο έγκλημα… να γεννηθούν… γιοι ενός έθνους που στερείται πατρίδας», και ότι είχαν γίνει 2.000 επιθέσεις «κατά των εβραϊκών αποικιών και των σοσιαλιστικών κοινοπολιτειών».[17] Ο Ρέτζιναλντ Ρέηνολντς*** απάντησε, στο ίδιο έντυπο, στις 18 Μαρτίου 1938:

«… αν θέλουμε να εντοπίσουμε την αιτία του αντισημιτισμού μεταξύ των Αράβων, τότε πρέπει να αναρωτηθούμε πώς φτάσαμε εδώ. Αφού κάποτε Εβραίοι και Άραβες ζούσαν μαζί ειρηνικά στην Ισπανία και σε άλλες χώρες γιατί δεν μπορούν να το κάνουν σήμερα στην Παλαιστίνη; Προφανώς επειδή είναι ,και ήταν, η ομολογημένη πρόθεση των Σιωνιστών να κάνουν την Παλαιστίνη εβραϊκή χώρα, με τη βοήθεια του βρετανικού ιμπεριαλισμού και παρά τις επιθυμίες του αραβικού πληθυσμού, που εξακολουθεί [το 1938] να αποτελεί την πλειοψηφία του πληθυσμού εκεί. Μια τέτοια πολιτική θα μπορούσε να ασκηθεί μόνο από μια δικτατορία, η οποία κρύβεται πίσω από την «εντολή» της Κοινωνίας των Εθνών και ο I.Almoni οφείλει να ξέρει ότι το αραβικό αίτημα για δημοκρατική αυτοδιοίκηση αντικρούεται σταθερά από τις σιωνιστικές οργανώσεις για αυτόν τον λόγο.

Ο Σιωνισμός είναι μια πολιτική που μπορεί να εκπληρωθεί μόνο εφόσον η Βρετανία τηρήσει τη συμφωνία της, που την έκανε στον Μεγάλο Πόλεμο για να εξασφαλίσει την υποστήριξη Εβραίων χρηματοδότων. Είναι, για στρατηγικούς λόγους, συμφέρον για τη Βρετανική Αυτοκρατορία γνα τηρήσει αυτή τη συμφωνία. Το μακρύ χέρι που χτυπά τον Ινδό αγρότη υποστηρίζει σήμερα, στην Παλαιστίνη, τα συμφέροντα των Εβραίων συμμάχων της. Προσπάθησα σε αυτήν την επιστολή να περιοριστώ στις αρχές που διακυβεύονται και στα γεγονότα που ο απλός αναγνώστης μπορεί να ελέγξει μόνος του. Μπορεί κανείς να επιχειρηματολογεί επί ώρες για τα εγκλήματα της κυβέρνησης εις βάρος των αράβων τρομοκρατών, τις οικονομικές επιπτώσεις της εβραϊκής μετανάστευσης, κ.λπ. Τα σημαντικά όμως παραμένουν:

(α) Επιδοκιμάζουμε τον βρετανικό ιμπεριαλισμό;

(β) εάν όχι, μπορούμε να εγκρίνουμε μια πολιτική (σιωνισμός) που εξαρτάται από τον βρετανικό ιμπεριαλισμό για την επιτυχία της; και

(γ) Υποστηρίζουμε το αίτημα για δημοκρατική αυτοδιοίκηση (επιφυλασσόμενοι, φυσικά, να απαιτήσουμε πολλά περισσότερα από αυτό – αλλά απλώς θεωρώντας αυτό ως ελάχιστη αξίωση) ανεξάρτητα από τα πραγματικά ή υποτιθέμενα κίνητρα αυτών που την επιδιώκουν;

Όση συμπάθεια και να έχω προς τους Εβραίους λόγω της δίωξής τους στη Γερμανία και άλλες χώρες, τίποτε δεν θα με εμποδίσει να πω «όχι» στις δύο πρώτες ερωτήσεις και «ναι» στην τρίτη. Οι ίδιοι οι λόγοι που κάνουν έναν φιλοεβραίο και αντιναζί στη Γερμανία οδηγούν λογικά στη φιλοαραβική αντισιωνιστική θέση στην Παλαιστίνη. Και όσοι επιθυμούν πραγματικά να καταπολεμήσουν τον αντισημιτισμό θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι ο Σιωνισμός είναι ο χειρότερος εχθρός τους γιατί έχει κάνει ολόκληρο τον αραβικό κόσμο να θεωρεί τους Εβραίους εχθρούς του Αραβικού Λαού».

Σε ένα ακόμη άρθρο, που δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο, ο Ρέυνολντς έγραψε: «Οι Άραβες ιδιοκτήτες πούλησαν γη στους νεοφερμένους, αλλά οι Άραβες, στο σύνολό τους, δεν είχαν τίποτα να κερδίσουν και τα πάντα να χάσουν. Λίγοι αγρότες βρήκαν μια προσωρινή αγορά για τα προϊόντα τους, ενώ οι εργάτες βρήκαν δουλειά σε κάποιες εβραϊκές επιχειρήσεις. Αλλά λόγω της φύσης των πραγμάτων, αυτά δεν μπορούσαν να διαρκέσουν. «Αγοράστε εβραϊκά αγαθά» και «Απασχολείστε Εβραίους εργάτες» έγιναν, αναπόφευκτα, τα συνθήματα του Σιωνισμού. Οι Εβραίοι εργάτες και «σοσιαλιστές» για τους οποίους ακούμε τόσα πολλά, πρωτοστάτησαν σε αυτού του είδους την προπαγάνδα! Αλλά, όποια προσωρινή ευημερία και αν είχε έρθει σε οποιοδήποτε τμήμα της αραβικής κοινότητας, το καθαρό αποτέλεσμα του Σιωνισμού ήταν ολοκάθαρο. Η χώρα που ήταν το σπίτι τους για γενιές επρόκειτο να παραδοθεί σε μια ξένη φυλή, υπό το αδύναμο πρόσχημα ότι ανήκε στους Εβραίους πριν από 2.000 χρόνια! … Για τους Σιωνιστές δεν υπήρξε ποτέ θέμα συμβίωσης και ισότιμης ζωής με τους Άραβες. Έχουν την αφόρητη αλαζονεία ανθρώπων που θεωρούν τη δική τους φυλή ως «ανώτερη» και οι Άραβες τους μισούν για τον ίδιο λόγο που ο Νέγρος μισεί τον Λευκό Άνθρωπο.»[18]

Ο Ρέυνολντς σημείωνε επίσης τη βαρβαρότητα των βρετανικών δυνάμεων και τον τρόπο με τον οποίο στόχευαν κυρίως την αραβική κοινότητα.

Σε αυτά τα κείμενα απάντησε η Έμμα Γκόλντμαν, κάνοντας διάκριση μεταξύ του Σιωνισμού στον οποίο αντιτάσσονταν, και των δικαιωμάτων των Εβραίων εργαζομένων: «Δεν έχω τίποτε να αντιτάξω στον καλό μας φίλο για τις κατηγορίες του εναντίον των Σιωνιστών. Στην πραγματικότητα, έχω αντιταχθεί εδώ και πολλά χρόνια στον Σιωνισμό, θεωρώντας τον όνειρο του καπιταλιστικού Εβραϊσμού σε όλο τον κόσμο, για ένα εβραϊκό κράτος με όλα τα στολίδια του, κυβέρνηση, νόμοι, αστυνομία, μιλιταρισμός και τα σχετικά. Με άλλα λόγια, ένας εβραϊκός κρατικός μηχανισμός που θα προστατεύει τα προνόμια των λίγων έναντι των πολλών. Ωστόσο, ο Ρέτζιναλντ Ρέυνολντς κάνει λάθος όταν δίνει την εντύπωση πως οι Σιωνιστές ήταν οι μοναδικοί υποστηρικτές της εβραϊκής μετανάστευσης στην Παλαιστίνη. Ίσως δεν γνωρίζει ότι οι εβραϊκές μάζες σε κάθε χώρα, και ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, έχουν συνεισφέρει τεράστια χρηματικά ποσά για τον σκοπό αυτό. Έδωσαν και ξανάδωσαν και ξανάδωσαν από τα κέρδη τους, με την ελπίδα ότι η Παλαιστίνη μπορεί να αποδειχθεί άσυλο για τους αδελφούς τους, που διώκονται βάρβαρα σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Το γεγονός ότι υπάρχουν πολλές μη σιωνιστικές κομμούνες στην Παλαιστίνη αποδεικνύει ότι οι Εβραίοι εργάτες που βοήθησαν τους διωκόμενους και κυνηγημένους Εβραίους το έκαναν όχι επειδή είναι σιωνιστές, αλλά για τον λόγο που έχω ήδη αναφέρει, ότι δηλαδή μπορεί να βρουν ειρήνη στην Παλαιστίνη να ριζώσουν και να ζήσουν εκεί, όπως θέλουν».

Η Γκόλντμαν τόνιζε την επιθυμία των εργατών να καλλιεργήσουν τη γη. Ο κόσμος της εργασίας οφείλει να δείχνει αλληλεγγύη και να υπερασπίζεται το «δικαίωμα του ασύλου». Καταδίκαζε την ασυνέπεια που έβλεπε στην υπεράσπιση του μονοπωλίου γης, στο οποίο μόνο οι Άραβες θα έπρεπε να έχουν δικαίωμα. «Ίσως να έχω δυστυχώς παραμελήσει την επαναστατική μου μόρφωση, αλλά με έχουν διδάξει ότι η γη πρέπει να ανήκει σε αυτούς που καλλιεργούν το χώμα. Με όλες τις βαθιές συμπάθειές του προς τους Άραβες, ο σύντροφός μας δεν μπορεί να αρνηθεί ότι είναι οι Εβραίοι στην Παλαιστίνη που όργωσαν τη γη. Δεκάδες χιλιάδες από αυτούς, νέοι και βαθιά αφοσιωμένοι ιδεαλιστές, έχουν συρρεύσει στην Παλαιστίνη, για να καλλιεργήσουν το έδαφος κάτω από τις πιο δύσκολες και πρωτοποριακές συνθήκες. Έχουν κατακτήσει χερσότοπους και τους έχουν μετατρέψει σε εύφορα χωράφια και ανθισμένους κήπους. Φυσικά, δεν εννοώ ότι γι’ αυτό οι Εβραίοι δικαιούνται περισσότερα από τους Άραβες, αλλά αν πει ένας ένθερμος σοσιαλιστής ότι οι Εβραίοι δεν έχουν δουλειά στην Παλαιστίνη, μου φαίνεται [ότι πρεσβεύει] μάλλον παράξενο είδος σοσιαλισμού.[19]

Η Έμμα ή ήταν αφελής, γιατί ήλπιζε ότι θα βρει δικαιοσύνη και αλληλεγγύη, ή κακώς ενημερωμένη ή δεν είχε τη διορατικότητα να καταλάβει ότι δεν θα βρει πολλές μη Σιωνιστικές κομμούνες. Η προθυμία των Εβραίων μελών του κιμπούτς να κάνουν χειρωνακτική εργασία δεν συνεπαγόταν, από μόνη της, δέσμευση σε ευρύτερη ριζοσπαστική αλλαγή. Η συζήτηση για την ανάκτηση των χερσότοπων ή για την άνθιση της ερήμου, μπορεί να έχει έναν κόκκο αλήθειας αλλά έχει πολύ περισσότερο από έναν κόκκο αναλήθειας. Τέτοια τροπάρια απέκρυπταν τα γεγονότα: κάποιοι άνθρωποι ζούσαν σε αυτούς τους “άχρηστους τόπους” πριν έρθουν οι άποικοι. Δεν επρόκειτο για «άδειες» εκτάσεις. Επίσης, μπορεί οι άποικοι να έκαναν την «έρημη περιοχή» πιο παραγωγική, αλλά αυτό δε σήμαινε ότι έπρεπε τα συμφέροντά τους να υπερισχύσουν.[20] Οι μη Εβραίοι ήταν ανεπιθύμητοι στα κιμπούτς και κανένας δεν τους ζητούσε να προσέλθουν. Υπήρχε μηδαμινή ή και καθόλου αλληλεγγύη στην από κοινού κατοχή και καλλιέργεια γης από Άραβες και Εβραίους. Όντως, όταν, περίπου εβδομήντα χρόνια αργότερα, επετράπη σε κάποια λίγα μέλη των αραβικών κοινοτήτων να συμμετάσχουν σε κιμπούτς, το γεγονός θεωρήθηκε κάτι νέο και αξιοσημείωτο.[21]

Στις 16 Σεπτεμβρίου του 1938, ο Ρέτζιναλντ Ρέυνολντς δημοσίευσε την απάντησή του στην Έμμα στο ίδιο έντυπο: «Το πρωταρχικό ερώτημα δεν είναι αν εγκρίνω την εβραϊκή μετανάστευση, αλλά ποιος θα αποφασίσει για την έκτασή της. Προς το παρόν, καθορίζεται από μια ξένη κυβέρνηση – τη δική μας[††] – της οποίας οι αποφάσεις επιβάλλονται σε έναν απρόθυμο πληθυσμό υπό την πίεση της ξιφολόγχης. … Δεν είμαι όπως μάλλον με φαντάζεται η Έμμα, κάποιος που ενδιαφέρομαι για τον εθνικισμό αυτόν καθ’ αυτόν. Με ενδιαφέρει μόνο όπου είναι έκφραση εξέγερσης ενάντια στον Ιμπεριαλισμό. Και όπως είμαι αντίθετος με τους Μαυριτανούς όταν εμφανίζονται ως κατακτητές μετέχοντας σε έναν φασιστικό στρατό, έτσι είμαι αντίθετος με τους Εβραίους όταν εμφανίζονται ως άποικοι στα βρετανικά σχέδια για τη δημιουργία ενός Ολστερ στην Παλαιστίνη. Και για να προχωρήσω παραπέρα την αναλογία με την Ιρλανδία, είμαι ενάντιος στην καθολική εκκλησία, αλλά στον ιρλανδικό αγώνα για την Καθολική χειραφέτηση, θα ήμουν με τους απελευθερωτές [ρωμαιοκαθολικούς]: όχι επειδή αγαπώ τον Πάπα, αλλά επειδή δεν πιστεύω στη στέρηση των δικαιωμάτων ενός έθνους, με αφορμή τη θρησκεία του. Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, στην Παλαιστίνη, υπερασπίζομαι τα δικαιώματα του λαού έναντι της αξίωσης μιας μειοψηφίας να τα υπερκεράσει, αδιαφορώντας από κάθε άλλο σκεπτικό».

Ο Ρέτζιναλντ Ρέυνολντς αναφερόταν στο ποιος έπρεπε να αποφασίσει – σιωπηρά αναγνώριζε ότι ενώ πολλοί ελευθεριακοί μπορεί να υποστηρίξουν μια γραμμή σκέψης, θα μπορούσαν επίσης να αναγνωρίσουν ότι ήταν μια μικρή μειοψηφία και όσο κι αν επιζητούσαν διεθνισμό και αλληλεγγύη εν τέλει δεν ήταν αυτοί που δικαιούνταν να λάβουν αυτή την απόφαση. Επίσης, ήταν μικρή η επιρροή των ελευθεριακών στους Παλαιστινίους, όσο και αν σέβονταν τις επιθυμίες των παλαιστινίων εργαζομένων και υποστήριζαν μια πολυεθνική, μη κρατική διοίκηση.

Η στάση μέρους των ελευθεριακών, στραμμένων κατά του Σιωνισμού, δεν υπονοούσε εχθρότητα προς τον εβραϊκό λαό. Στη Γαλλία, ο Ζυλ Σαζόφ (Jules Chazoff, Chazanoff) καταδίκασε τον Σιωνισμό ως μια νέα μορφή αποικιοκρατίας. Σημείωνε μεν ότι για ένα διάστημα οι Άραβες βρήκαν αγοραστές για τα αγαθά του, ότι κάποιοι λίγοι εργάστηκαν για Εβραίους, αλλά στη συνέχεια τα σιωνιστικά προτάγματα έγιναν «Αγοράστε από Εβραίους» και «Απασχολήστε Εβραίους εργάτες»: «Έτσι, φαίνεται ξεκάθαρα ότι η μειονότητα των Εβραίων που έχουν εγκατασταθεί σε μια κατακτημένη γη, στην Παλαιστίνη, δεν έχει τίποτα κοινό γενικά με τους Ισραηλίτες που διώκονται στην Ευρώπη, και είναι αυτοί που πρώτοι προκαλούν τις βίαιες αντιδράσεις του Αραβικού πληθυσμού … Κανένας μη Εβραίος δεν θα μπορούσε ποτέ να αγοράσει νόμιμα γη, να τη μισθώσει ή να αγοράσει τις σοδειές της, από τη στιγμή που [η γη] ανήκε στο Εθνικό Εβραϊκό Ταμείο (Jewish National Fund)»].[22] Ο αντισιωνισμός του Σαζόφ καταδικάστηκε ως αντισημιτισμός.[23]

Η εχθρότητα προς όλα τα κράτη και προς κάθε πατριωτισμό ήταν κοινός τόπος μεταξύ των ελευθεριακών, για παράδειγμα στο Λε Λιμπερτέρ της 8ης Σεπτεμβρίου 1938, έγραφε «Οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα». Υπήρχε επίσης ευρεία συμπάθεια [προς τους Εβραίους]. Λόγου χάριν, η Ίντα Μετ (Ida Mett) έβλεπε τους Εβραίους στην Παλαιστίνη όχι τόσο ως άποικους όσο ως πρόσφυγες, που δικαιούνταν βοήθεια. Απάντησε στις επικρίσεις που δέχθηκαν οι εκδότες του Révolution prolétarienne: «Για έναν παλιό, διεθνιστή επαναστάτη, όλο αυτό [ο αντισημιτισμός] μπορεί να φαίνονταν αστείο, αν η εποχή που ζούμε δεν ήταν τόσο επικίνδυνη και τραγική. Αλλά είναι τώρα τώρα που μαίνονται τεράστιες φωτιές και στρέφονται εναντίον των Εβραίων… Τι μπορούμε να πούμε τώρα για ένα πογκρόμ που ήδη καταστρέφει την Ευρώπη και που μπορεί να το δουμε αύριο και στους δρόμους του Παρισιού;»[24] Μερικά χρόνια αργότερα ο Νόαμ Τσόμσκι θα σχολίαζε: «ο αυτόχθων αραβικός πληθυσμός απέρριψε την ιδέα, την αποδεκτή ως φυσική στη Δύση, ότι είχε αυτός ηθική υποχρέωση να θυσιάσει τη γη του, για να αντισταθμίσουν οι Ευρωπαίοι τα εγκλήματα που διέπραξαν εις βάρος των Εβραίων».[25]

Την 3η Δεκεμβρίου του 1938 στο “η Ισπανία και ο Κόσμος” γράφονταν ότι η Βρετανική Βασιλική Αεροπορία είχε βομβαρδίσει παλαιστινιακά χωριά και οι διαμαρτυρίες ήταν ελάχιστες. Σε μια βιβλιοκριτική εκεί εκφραζόταν η ελπίδα ότι Εβραίοι και Άραβες εργάτες θα μπορούσαν να βρουν έναν τρόπο να συνεργαστούν. Οι ελευθεριακοί δεν είχαν επαρκή ενημέρωση (ίσως λόγω λογοκρισίας) ότι ένας πόλεμος βρισκόταν ήδη σε εξέλιξη, στον οποίο συμμετείχαν περίπου 50.000 βρετανικές δυνάμεις που στόχευαν να καταπνίξουν μιαν αραβική εξέγερση και είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο περίπου 5.000 Αράβων και ευρύτερο αντίκτυπο σε μεγάλο μέρος του παλαιστινιακού πληθυσμού. Η εξέγερση δεν ήταν ούτε ενιαία ούτε συνεκτική – αλλά συγκέντρωσε τεράστιους αριθμούς [Παλαιστινίων] ώστε οι βρετανικές δυνάμεις υποχρεώθηκαν να διατηρήσουν υπό περιορισμένο έλεγχο μόνο στις αστικές περιοχές. Εβραίοι επιστρατεύτηκε ως βοηθητικές δυνάμεις κυρίως στην παροχή πληροφοριών. Ακολούθησαν βασανιστήρια και συλλογικές τιμωρίες – καταστροφή κατοικιών και περιουσίας. Οι αντιστασιακοί αντιμετωπίζονταν ως κοινοί εγκληματίες.[26] Πολλοί Εβραίοι επέκριναν τη βρετανική διοίκηση και την πολιτική της να περιορίζει την εβραϊκή μετανάστευση στην επικράτεια. Το πλέγμα αυτών των διαφόρων συνιστωσών ήταν πολύπλοκο και δεν προσφερόταν για εύκολες λύσεις, αφήνοντας τους ελευθεριακούς μπερδεμένους και με μικρή ικανότητα επέμβασης, στο βαθμό που δεν μπορούσαν να αποκτήσουν ερείσματα και στις δύο κοινότητες. Θα χρειαζόταν πολύς χρόνος για να συνυπάρξει η οποια αλληλεγγύη.

Στο “Ελεύθερες Γαίες” (Terre Libre, Μάιος 1939), γράφονταν ότι το 1938, 503 Άραβες σκοτώθηκαν μαζί με 255 Εβραίους και 63 Βρετανοί στρατιώτες. Το ίδιο εκείνο έτος καταδικάστηκαν σε θάνατο 75 Άραβες έναντι δύο Εβραίων. Πενήντα Άραβες καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη, και πάλι έναντι δύο Εβραίων. Οι πολιτικοί κρατούμενοι ήταν 2.489 Άραβες και 139 Εβραίοι. «Από πλευράς Βρετανών, οι Σιωνιστές απολλαμβάνουν σχεδόν πλήρη ατιμωρησία… για τους Σιωνιστές και για τους Παλαιστίνιους Εβραίους γενικά, τραγική ηθική χρεωκοπία συνοδεύει αυτή η ανισόρροπη κατάσταση που επιτρέπει να σκοτώνονται δύο Άραβες για έναν Εβραίο». Περαιτέρω στατιστικά στοιχεία που αναφέρθηκαν: βρετανικές ενέργειες αντιποίνων είχαν καταστρέψει 681 αραβικά σπίτια (μόνο το 1938). Από το 1936, 244 αραβικές πόλεις και χωριά είχαν υποβληθεί σε συλλογικά πρόστιμα – παρόλα αυτά, οι αμοιβαίες δολοφονίες δεν επιβραδύνονταν. «Τα γεγονότα δείχνουν ότι αν η κατάσταση των καταπιεσμένων Εβραίων άξιζει κάθε συμπάθεια, όμως η συμπεριφορά τους ως καταπιεστών δεν διαφέρει σε καμία περίπτωση από αυτή των άλλων ανθρώπων».

Το 1939, ο Βρετανός αναρχικός Αλμπερτ Μέλτζερ (Albert Meltzer, εβραϊκής καταγωγής) κάλεσε για ένα επαναστατικό κίνημα στην Παλαιστίνη χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η εθνικότητα. Έγραψε ότι, αρχικά, δεν υπήρχε αντισημιτισμός στην Παλαιστίνη: «Το πρόβλημα εμφανίστηκε όταν η μετανάστευση έγινε αποικισμός, και ο στόχος ήταν ενα εβραϊκό κράτος». Κατέληξε ότι: «Η αναρχική πρακτική, στην κατάσταση στην Παλαιστίνη, είναι η μόνη δρόμος διαφυγής από την παρούσα καταστροφή. Η συνεργασία των Αράβων επαναστατών σε όλη την Εγγύς Ανατολή με την αντισιωνιστική εβραϊκή μειονότητα και όλους τους εργάτες, ανεξαρτήτως φυλής, θα προωθήσει αυτή καθ’ αυτή την ευκαιρία για μια πλήρη επανάσταση». Η συνεργασία δεν θα ήταν εύκολη, ωστόσο, αν οι κοινότητες μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες ή αν οι έποικοι δεν εργάζονταν για να μάθουν αραβικά.[27] Υπήρξαν κάποιες προσπάθειες να χτιστούν γέφυρες μεταξύ των κοινοτήτων, αλλά ήταν λίγες και μάλλον αναποτελεσματικές.[28]

Τελευταίες σκέψεις;

Στα κείμενα που προαναφέρθηκαν, μπορεί κανείς να δει θέματα λογοκρισίας και συγκρούσεων. Οι ειδήσεις λογοκρίθηκαν και αλλοιώνονταν για να αποκρύψουν το εύρος των φόνων και των τιμωριών και εν τέλει να τα δικαιολογήσουν. Σήμερα, οι ειδήσεις εξακολουθούν να αλλοιώνονται.[29]

Όσον αφορά τη σύγκρουση, θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί ποια είναι τα κύρια συστατικά στοιχεία της ελευθεριακής σκέψης; Και πώς και σε ποιο πλαίσιο μπορεί κανείς να κατανοήσει καλύτερα τα «γεγονότα»; Η Εμμα Γκόλντμαν θα μπορούσε να επισημάνει και πάλι τις «μη Σιωνιστικές κομμούνες», αλλά δεν εντόπισε –και δεν υπήρχαν για να εντοπίσει– κοινότητες όπου οι Εβραίοι και οι Άραβες μετείχαν επί ίσοις όροις. Οι ανησυχίες μπορεί να εστιάζονται στις απειλές για την Ευρώπη και να παραμελούν το πλαίσιο των τοπικών συνθηκών εν μέσω ανταγωνιστικών ιμπεριαλισμών.

Πέρα από αυτά, υπήρχαν διαφορετικές συμπεριφορές. Μερικοί ελευθεριακοί συγγραφείς έλκονταν από την υπεράσπιση της «προόδου» – ίσως εξισωθείσα με την αμοιβή, τον πολιτισμό, το φύλο ή/και την παραγωγικότητα.[30] Άλλοι έχουν ταυτίσει αυτά τα πράγματα με μια κοινότητα, και εναντίον μιας άλλης. Άλλοι συγγραφείς μπορεί να έχουν άλλη άποψη, αμφισβητώντας το τροπάριο μεταξύ προόδου και βαρβαρότητας, και ίσως ακολουθώντας τον Μπακούνιν που κάποτε έγραψε:

«”Πολιτισμένα έθνη” προχωρούν στην κατάκτηση “βάρβαρων λαών”: αυτή είναι η αρχή τους. Είναι η εφαρμογή του νόμου [της εξέλιξης] του Δαρβίνου στη διεθνή πολιτική. Ως συνέπεια του φυσικού δικαίου, τα “πολιτισμένα έθνη”, όντας συνήθως τα ισχυρότερα, πρέπει είτε να εξοντώσουν τους “βάρβαρους ανθρώπους”, είτε να τους εξουσιάσουν για να τους εκμεταλλευτούν, είτε, καταπώς λέγεται, να τους εκπολιτίσουν. Έτσι, με αυτόν τον τρόπο, δόθηκε η άδεια στους Βορειοαμερικανούς να εξοντώσουν σταδιακά τους Ινδιάνους, στους Βρετανούς να εκμεταλλευτούν τους Ινδιάνους της Ανατολής, στους Γάλλους να κατακτήσουν την Αλγερία και, τέλος, στους Γερμανούς να εκπολιτίσουν τους Σλάβους…». Μιχαήλ Μπακούνιν [31]

Υπό αυτή την έννοια, οι βάρβαροι ήταν συνήθως τα αποκαλούμενα “πολιτισμένα έθνη”.

*Ο A. W. Zurbrugg είναι ο εκδότης της Αλφαβήτας του Κομμουνισμού, The ABC of Communism). Το άρθρο δημοσιεύτηκε στα αγγλικά στον ιστότοπο των Αναρχικών Σπουδών. Την απόδοση στα ελληνικά έκανε η Λαμπρινή Θωμά. Το πρωτότυπο μπορείτε να το βρείτε εδώ.

Σημειώσεις

[*] Το FAUD ήταν παράρτημα της επαναστατικής συνδικαλιστικής Διεθνούς Ένωσης Εργαζομένων.

[†] Η χρονιά που κατέλαβε την Εξουσία ο Χίτλερ

[‡] Το Le Combat Syndicaliste (15 Οκτωβρίου 1937) υποστήριξε ότι το εβραϊκό Histardut ήταν ανοιχτό και στις δύο κοινότητες, αλλά οι Άραβες σπάνια προσχωρούσαν. Χρειαζόταν κοινή εκστρατεία, εναντίον τόσο των Εβραίων καπιταλιστών όσο και των Αράβων γαιοκτημόνων και των οικονομικών συμφερόντων.

[§] Μετά το 1935 οι εβραίοι φοιτητές της Πολωνίας αντιμετώπιζαν διαχωρισμό, που τους υποχρέωνε να κάθονται σε “παγκάκια γκέττο”

[**] Ο συγγραφέας είχε κατά νου τις εταιρείες πετρελαίου από τη μια και τις κυβερνήσεις της Ιταλίας και της Γερμανίας από την άλλη, που όλες προσπαθούσαν να επηρεάσουν τους Άραβες ηγέτες.

***(Στμ) O Ρέτζιναλντ Ρέυνολντς υπήρξε πρωτεργάτης του αντιαποικιοκρατικού και αντιπολεμικού αγώνα στη Βρετανία. Είναι γνωστός και σαν συνεργάτης και συναγωνιστής του Μαχάτμα Γκάντι και βασικός μοχλός στη Βρετανία εναντίον της αποικιοκρατίας στην Ινδία.

[††] Την Παλαιστίνη διοικούσαν οι Βρετανοί.

[2] Helge Döhring, Organisierter Anarchismus in Deutschland 1919 bis 1933, Bodenburg: Verlag AV, 2018, p. 336.

[3] Gǎi Dào (Offenburg), No.83, 2017; Helge Döhring, Organisierter Anarchismus, op. cit., pp. 191ff, 214-15, quoting Der Syndikalist, No. 46, 1925; Rudolf Rocker, Rivoluzione e involuzione 1918-1951, Milan: Centro studi libertari / Archivio Giuseppe Pinelli, 2017, p. 328.

[4] Rudolf Rocker, Nella Tormenta, Anni d’esilio (1895-1918), Milan: Centro studi libertari/Archivio G. Pinelli, 2016, p. 164.

[5]

Ο Landauer κλήθηκε να σχολιάσει τις προτάσεις για μια νέα εβραϊκή κοινωνία στην Παλαιστίνη. Ο Μάρτιν Μπούμπερ έκανε κάποιες προσπάθειες για την Ιχούντ και τη συνεργασία με τους Άραβες. https://theanarchistlibrary.org/library/avraham-yassour-topos-and-utopia-in-landauer-s-and-buber-s-social-philosophy

[6] James Horrox, A Living Revolution: Anarchism and the Kibbutz Movement, Edinburgh: AK Press, 2008; βλ.: http://www.asawinstanley.com/2010/10/our-dreams/ και Jewish Socialist No. 78 https://www.jewishsocialist.org.uk/resources/js-item/no-78

[7] Le Libertaire, 23 Φλεβάρη 1925.

[8] Αναφέρεται στο Kenyon Zimmer, Immigrants Against the State: Yiddish and Italian Anarchism in America, Urbana: University of Illinois Press, σελ. 193.

[9]  Israel Rubin, ‘Alumbramiento de una nueva vida para un pueblo viejo’, Nervio (Buenos Aires), No. 20, Δεκέμβριος 1932.

[10] Verbo Rojo (Mexico City), Οκτωβριος 1929.

[11] Zachary Lockman, Comrades and Enemies: Arab and Jewish Workers in Palestine, 1906-1948, University of California Press, 1996, σελ. 66ff; 358.

[12] οπ. Πρ., σελ. 74.

[13] ‘Palästina, England und die jüdische Frage’, in Die Internationale, (FAUD) No. 6, Απρίλιος – Ιούνιος 1930. https://syndikalismus.files.wordpress.com/2010/12/palc3a4stina-da-73-januar-1989.pdf

[14] Solidaridad Obrera, 7 Μαϊου 1936.

[15] Vanguard: A Libertarian Communist Journal, Αυγουστου – Σεπτεμβρίου 1936.

[16] Paula Rayman, ‘Kibbutzim: The Vanguard of Zionist-Socialism’, Interrogations, Μάρτιος 1976, σελ. 126-28.

[17] Spain and the World, 21 January and 2 February; προηγηθέν άρθρο του ‘V. R.’, ‘Terrorism in Palestine’, 27 October 1937, καταδίκαζε την βάρβαρη βρετανική κυριαρχία

[18] Spain and the World, 29 Ιουλίου 1938.

[19] Spain and the World, 26 Αυγούστου 1938; απάντηση στο άρθρο της 29ης Ιουλίου.

[20] Noam Chomsky, The Fateful Triangle: The United States, Israel and the Palestinians, Boston: South End Press, 1983, σελ. 278.

[21] «Η Aμαλ Καρμίγια, μια αράβισσα Μουσουλμάνα από το Καλανσάουε, μαζί με τέσσερις ακόμη οικογένειες, έγιναν δεκτοί ως μέλη του κιμπουτζ Νιρ Ελιγιάχου. Ήταν η πρώτη φορά που το κιμπούτς δέχθηκε ως μέλος Άραβες Μουσουλμάνους». Νοέμβριος 2008.

[22] Paula Rayman, ‘Kibbutzim: The Vanguard of Zionist-Socialism, Interrogations, March 1976. (‘Ο Σιωνισμός, ο Εβραϊκός αποικιοκρατικός εθνικισμός, ήταν ο ίδιος μια ασυνήθιστη μορφή εθνικισμού.’)

[23]  ‘Quand Israël règne’ και ‘Les Juifs et la Palestine’, Le Libertaire, 18 Αυγούστου και 1η September 1938.

[24] Sylvain Boulouque, ‘Anarchisme et judaïsme dans le mouvement libertaire’, op. cit., αναφορά σε επιστολή της Ida Mett στο Busseuil (Finidori), 13 Νοεμβρίου 1938.

[25] Noam Chomsky, οπως πρ., σελ. 92-93.

[26] Matthew Hughes, ‘The Banality of Brutality: British Armed Forces and the Repression of the Arab Revolt in Palestine, 1936–39’, https://bura.brunel.ac.uk/bitstream/2438/3202/3/Fulltext.pdf

[27] Revolt, 25 Μαρτίου 1939; Vernon Richards, Ed., British Imperialism and the Palestine Crisis, 1938-1948; London: Freedom Press, 1989, σελ. 37-39.

[28] Paula Rayman, ‘Kibbutzim’, oπ.πρ.., σελ. 131-32.

[29] David Edwards, ‘Israel’s “Flour Massacre” – When A Crime Becomes A “Tragedy”’, 14 Μαρτίου 2024, https://znetwork.org/znetarticle/israels-flour-massacre-when-a-crime-becomes-a-tragedy/

[30] Βλέπε άρθρα του Augustin Souchy υπό το γενικό τίτλο ‘Impressions of Israel’, στο Combat Syndicaliste (Paris) 1951.

[31] Bakunin: Επίλεκτα 1868-1875, A.W. Zurbrugg (ed.), (London: Anarres, 2016), σελ. 176.