του Θάνου Καμήλαλη
Ας ξεκινήσει αυτό το «αριστερίστικο» άρθρο με την έννοια της Δικαιοσύνης. Ή καλύτερα, της Δηκαιοσίνης, καθότι ο ορθογραφημένος, καθωσπρέπει πυλώνας δεν λειτουργεί σε αυτήν τη χώρα. Ο Πρωθυπουργός της χώρας ανακοινώνει ένα ψηφοθηρικό επίδομα για συγκεκριμένες, προνομιακές για την κυβέρνησή του κατηγορίες «ενστόλων». Δίνει 600 ευρώ μόνο σε αστυνομικούς, λιμενικούς, αργότερα εντάσσονται οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι, δεν μπαίνει καν στον κόπο να βάλει τους πυροσβέστες (που θα πάρουν ξεχωριστό επίδομα, χωρίς τροπολογία) και τους στρατιωτικούς. Η μερίδα του λέοντος πάει στην ΕΛ.ΑΣ. Το επίδομα ανακοινώνεται την ημέρα που πυροβολείται στο κεφάλι ο 16χρονος Κώστας Φραγκούλης, τρεις ημέρες αφότου οι νοσοκομειακοί γιατροί έχουν δει πενιχρές αυξήσεις με τον νέο νόμο διάλυσης του ΕΣΥ, αυξήσεις μικρότερες από αυτές που έχει ορίσει το Συμβούλιο της Επικρατείας. Οι μόνες κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων, εργαζομένων στο Δημόσιο, που ενισχύονται είναι αυτές που επέλεξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Καταρχάς, είναι δίκαιο αυτό;
Γιατί απ ό,τι θυμάμαι, η κοινωνική Δικαιοσύνη είναι από τα βασικά προτάγματα της Αριστεράς. 294 βουλευτές και βουλεύτριες υπερψήφισαν τον ακροδεξιό αριβισμό του Κυριάκου Μητσοτάκη, σε μία κραυγαλέα συμβολική συγκυρία. Σαράντα εκατομμύρια από τα δημόσια ταμεία δόθηκαν σε κοινωνικες ομάδες με (τουλάχιστον) προνομιακές σχέσεις με την κυβέρνηση. Aυτό σημαίνει, πολύ απλά και καθώς «δεν υπάρχει λεφτόδεντρο», ότι θα λείψουν από κάπου αλλού. Όταν μιλάμε για Δικαιοσύνη, ελπίζω να μην εννοείται η δικαιοσύνη της «Φάρμα των Ζώων» με «κάποια ζώα που είναι πιο ίσα από τα υπόλοιπα».
Είναι όμως «κι αυτοί εργαζόμενοι», έτσι;
Το κεντρικό επιχείρημα που εκφράζεται τόσο από τον ΣΥΡΙΖΑ, όσο και από το ΚΚΕ, είναι πως «υπερψηφίστηκε ένα θετικό μέτρο για μία ομάδα εργαζόμενων», μαζί με ένα γενικόλογο αίτημα να διευρυνθούν οι αυξήσεις. Μάλιστα η θέση παρουσιάζεται στον δημόσιο διάλογο ως «θέση αρχής», συνοδευόμενη από το «δεν είναι όλοι οι αστυνομικοί δολοφόνοι» και το «είναι κι αυτοί εργαζόμενοι». «Θέση αρχής» βέβαια, ήταν και το «δεν ψηφίζουμε μνημόνια», αλλά η πραγματικότητα τα έφερε αλλιώς. Ο υποστηρικτής της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα θυμίσει ότι τα δεδομένα άλλαξαν και η κοινωνία ενέκρινε αυτήν την «αλλαγή πλεύσης», με τις δεύτερες εκλογές του 2015. Το οξύμωρο είναι ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση, λέμε το ίδιο.
Όντως, αντικειμενικά, δεν είναι όλοι οι αστυνομικοί δολοφόνοι και δεν κάνουν όλοι οι λιμενικοί τις καταγγελόμενες πανταχόθεν παράνομες επαναπροωθήσεις προσφύγων. Παράλληλα όμως, η πραγματικότητα, η σημερινή πραγματικότητα, θέτει και τα διλήμματά της. Δεν γίνεται ο αστυνομικός να είναι «εργαζόμενος» το πρωί στη Βουλή και «όργανο καταστολής» το βράδυ στις διαδηλώσεις. Δεν γίνεται οι ΜΑΤατζήδες να είναι «εργαζόμενοι» τη μία στιγμή και την άλλη αυτοί που πνίγουν τον κόσμο στο χημικό και που δέρνουν ανελέητα. Δεν γίνεται η ομάδα ΔΡΑΣΗ να είναι «εργαζόμενοι» το πρωί και «συμμορία» το βράδυ. Δεν μιλάμε γενικά και αόριστα για τους δημοσίους υπαλλήλους που χρειάζονται αυξήσεις, επιστροφή 13ου και 14ου μισθού κλπ. Δεν μιλάμε για την Αστυνομία ως θεσμό γενικότερα, ή την Αστυνομία που θα θέλαμε «εκδημοκρατισμένη», ή την Αστυνομία που θα θέλαμε να ενωθεί με τα συμφέροντα του «λαού και της εργατιάς»,
Μιλάμε γι αυτήν την ΕΛ.ΑΣ. με αυτή τη μορφή, σε αυτή τη συγκυρία. Στο σήμερα, στο τώρα. Το επιχείρημα του «σάπιου φρούτου», του «αστυνομικού που αυθαιρετεί και κηλιδώνει το έργο των σωμάτων ασφαλείας» είναι δεξιό επιχείρημα. Η πραγματικότητα λέει ότι στην Ελλάδα, πέρα από τις υποθέσεις Σαμπάνη, Μάγγου, Φραγκούλη, έχουμε:
- Μία Αστυνομία με συστημικό, διαχρονικό πρόβλημα ατιμωρησίας κι ασυδοσίας, καταγεγραμμένο σε πλήθος μελετών, από φορείς όπως η Διεθνής Αμνηστία, μέχρι και επιστημονικές ομάδες εργασίας, όπως η «Επιτροπή Αλιβιζάτου» που συστήθηκε επί υπουργίας Χρυσοχοίδη.
- Μια Αστυνομία που συνολικά, αρνείται να ελεχθεί από ανεξάρτητο μηχανισμό και χρησιμοποιεί το σύντομο ανέκδοτο των «ΕΔΕ», μόνο όταν η πίεση της δημοσιότητας την αναγκάζει. Αυτό δεν το κάνουν μόνο τα ΜΑΤ και η ΔΡΑΣΗ.
- Μία Αστυνομία που κατά συρροή στήνει κατηγορητήρια, φορτώνοντας κόσμο με κακουργήματα και σέρνοντας πολίτες, διαδηλωτές ή και απλούς περαστικούς σε δικαστήρια με ανυπόστατες κατηγορίες. Αυτό τεκμηριώνεται από το πώς καταρρέουν οι κατηγορίες αυτές στα δικαστήρια. Αυτό δεν το κάνουν μόνο τα ΜΑΤ και η ΔΡΑΣΗ, συμβαίνει μέσα στα Αστυνομικά Τμήματα
- Μια Αστυνομία που κατα συρροή παραβιάζει τα δικαιώματα συλληφθέντων, με τις πολύωρες προσαγωγές, την άρνηση επικοινωνίας με δικηγόρο κ.ο.κ. Αυτό δεν το κάνουν μόνο τα ΜΑΤ και η ΔΡΑΣΗ, συμβαίνει μέσα στα Αστυνομικά Τμήματα.
- Μια Αστυνομία η οποία, στην ενημέρωση που παρέχει στους πολίτες, είναι ένας μηχανισμός αναπαραγωγής fake news. Στα ανακοινωθέντα της ΓΑΔΑ έχει συμβεί να ισχύουν μόνο τα σημεία στίξης.
Αυτά δεν είναι μεμονωμένα περιστατικά και καταγράφονται χωρίς αναφορές στις εμπλοκές αστυνομικών σε εγκληματικά κυκλώματα, που μπορεί να θεωρηθεί «περιπτωσιολογία». Σβήνονται όλα αυτά με την επίκληση στον καλό «εργαζόμενο που κυνηγάει το έγκλημα». Αυτό είναι το job description. Γενικά, όταν χρειάζεται να πεις ότι «υπάρχουν κι αυτοί που κάνουν τη δουλειά τους», σημαίνει ότι έμμεσα αποδέχεσαι το πρόβλημα.
Δεν γίνεται να εξεταστεί ένα Σώμα που δήθεν υπηρετεί την κοινωνία μόνος ως άτομα και όχι συνολικά. Αν καλύπτονται ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ από αυτήν την εικόνα, την οποία πολύ εύστοχα έχουν καταγγείλει σε πληθώρα ανακοινώσεων τους τα τελευταία τρία χρόνια, πάσο. Αλλά δυστυχώς, αυτό επιβράβευσαν με την ψήφο τους στη Βουλή.
Βρε μήπως όμως είναι «real politik»;
Ο μικρόκοσμος των social media είναι συχνά ένας κακός σύμβουλος. Ίσως τα επιτελεία υπολογίζουν καλύτερα, αν και οι αντιδράσεις στον ΣΥΡΙΖΑ δείχνουν ότι κατάφερε (κατόρθωσε, καλύτερα) να προκαλέσει εσωστρέφεια σε μια συγκυρία που η επικαιρότητα για την κυβέρνηση έχει: τεκμηριωμένη παρακολούθηση Υπουργού από την ΕΥΠ, πυροβολισμό 16χρονου από αστυνομικό και πρωτοφανή ακρίβεια.
Θεωρητικά, η τροπολογία αφορούσε 60.000 δημοσίους υπαλλήλους – ψηφοφόρους. Ο αριθμός μεγαλώνει ας σκεφτούμε και οικογένειες κλπ που ίσως επηρεαστούν. Μόνο ένας μικρό ποσοστό εξ αυτών όμως έχει ψηφίσει ή θα μπορούσε να ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ στις εκλογές. Από τους «ισχυρούς πυρήνες» υποστήριξης της Χρυσής Αυγής στην ΕΛ.ΑΣ είναι δύσκολο να πας στο δίλημμα «ΣΥΡΙΖΑ ή μήπως ΑΝΤΑΡΣΥΑ;», χωρίς καν να συνυπολογίσουμε τι συνέβη τα τελευταί τρία χρόνια.
Εντωμεταξύ, είναι εύκολο, σε πλαίσιο άσκησης μικροπολιτικής, να μην ψηφίσεις ένα συγκεκριμένο μέτρο στη Βουλή, αν έχεις ενστάσεις. Φέρνεις δική σου τροπολογία. Βάζεις μέσα κι άλλες ομάδες εργαζόμενων και ζητάς από την κυβέρνηση να αποδείξει ότι δεν πρόκειται για χυδαία ψηφοθηρία. Μετά καταγγέλλεις τη χυδαία ψηφοθηρία της κυβέρνησης. Αυτή η μέθοδος εφαρμόζεται συνεχώς στη Βουλή. Μήπως δεν έχει εκφραστεί αρνητικά το ΚΚΕ για θετικές ρυθμίσεις ΣΥΡΙΖΑ στο παρελθόν, ως «ψίχουλα», καταθέτοντας δική του σωστή τροπολογία;
Ή ψηφίζεις «παρών». Μέσα στην προσπάθεια δικαιολόγησης της στάσης, στο τέλος θα ξεχάσουμε και βασικά κοινοβουλευτικά.
Το βασικό πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ, νομίζω, είναι μία πολιτικά αυτοκτονική αντίληψη για το «Κέντρο», τον «απλό πολίτη», που χαρακτηρίζεται συχνά επιθετικά ως «νοικοκυραίος» και μία προσπάθεια να εμφανίζεται καθωσπρέπει για τα κανάλια. Αυτή η συνεχής, πολύ πέρα από τα μνημόνια, επίκληση στον «ρεαλισμό» και το γεγονός ότι έχουν ενστερνιστεί την επίθεση της ΝΔ στον «ΣΥΡΙΖΑ του 3%».
Το πραγματικό πρόβλημα όμως, φαίνεται να είναι η απογοήτευση και η αποχή. Το «όλοι ίδιοι είναι» που κυνηγάει το πολιτικό φάσμα από το καλοκαίρι του 2015. Όλο το πολιτικό φάσμα εκτός της ΝΔ, που επέστρεψε αγριότερη σε σχέση με την περίοδο Σαμαρά.
Δεν είναι «όλοι ίδιοι».
Αλλά αυτή η πληγή έξύθηκε με την ψήφο στο «600άρι». Μέσα σε όλα, έκαναν και το λάθος με το «όχι» που γίνεται «ναι» και δέχτηκαν πυρά από παντού για υποκρισία. Λογικά ελπίζουν πως όλα θα καλυφθούν όταν πρέπει, με το «αντιδεξιό μέτωπο» και τη σκέψη του κριτικού ψηφοφόρου ότι «και 2 από τα 10 να κάνει, καλά θα ναι».
Υπάρχει όμως πολύς κόσμος που πνίγεται από την Αδικία.
Κι αν το άγχος είναι τα καναλια, θα πρέπει κάποια στιγμή επιτέλους, να καταλάβει ο ΣΥΡΙΖΑ ότι τα κανάλια θα τον βρίζουν έτσι κι αλλιώς. Δεν πα να εκκενώνει καταλήψεις, να μη «διώχνει επενδύσεις» τύπου Eldorado, να ψηφίζει το Ελληνικό, να διατηρεί τα προνόμια των εφοπλιστών, να δίνει διαφόρων ειδών διαπιστευτήρια. Και στο μέλλον, κάθε πιθανή προσπάθεια για τομές στην ΕΛ.ΑΣ, λογοδοσία, κατάργηση Σωμάτων, απαγόρευση χημικών, από οποιοδήποτε προοδευτικό κόμμα, θα αντιμετωπιστεί με κραυγές για «αύξηση της εγκληματικότητας» και «ανομία» από τα κανάλια. Τότε, τι; Δεν θα γίνει τίποτα υπό τον «φόβο του νοικοκυραίου»;
Βρε μήπως όμως, να υπάρχει η συνέπεια στα λόγια και τις πράξεις;
Η πραγματικότητα λέει ότι τα μόνα κοινοβουλευτικά κόμματα που έδειξαν συνέπεια στην ψηφόφορία της Βουλής για το «600άρι» ήταν η ΝΔ και η Ελληνική Λύση από τη μία και το ΜέΡΑ25 από την άλλη.
Είναι καλό πράγμα η συνέπεια. Δεν γίνεται να κουκουλώνονται όλα με την επίκληση του «μπαμπούλα» του Κυριακου Μητσοτάκη. Δεν έπιασε μία φορά, ίσως να μην πιάσει ξανά. Είναι καλό οι ψήφοι σου ως αντιπολίτευση στη Βουλή να μην έρχονται σε ουσιαστική αντιδιαστολή με όσα λές και καταγγέλλεις έξω από αυτή. Αν δεν είναι κραυγαλέα ασυνέπεια λόγων και πράξεων αυτό που συνέβη, ας βάζουν πλέον υποσημειώσεις στις ανακοινώσεις τους: «Καταγγέλλουμε την καταστολή αλλά μεταξύ των ΜΑΤ που παρανομούσαν ήταν και εργαζόμενοι που απλά έβγαλαν το ψωμί τους». «Καταγγέλλουμε τη συστημική ατιμωρησία κι έλλειψη λογοδοσίας που τεκμηριώνει η Διεθνής Αμνηστία αλλά δεν θα θέλαμε να συκοφαντήσουμε το έργο του συνόλου των Αστυνομικών». Τίμιο.
Είμαστε σε ένα σημείο ζητείται μία αυτονόητη συνέπεια, την ώρα που η Δηκαιοσίνη απαιτεί τομές. Μεγάλες τομές Δημοκρατίας, που προϋποθέτουν πολιτικές συγκρούσεις με διαφόρων ειδών αποστήματα. Κατάργηση αστυνομικών σωμάτων, τέλος στα χημικά, ανεξάρτητο μηχανισμό ελέγχου ΕΛ.ΑΣ και Λιμενικού, λογοδοσία της ΕΥΠ, τέλος σε μηχανισμούς που φαίνεται ότι λειτουργούν με παρακρατικούς όρους. Περιορισμό της χρηματοδότησης των σωμάτων «ασφαλείας», γιατί είναι λεφτά που λείπουν από αλλού και το ταμείο συγκεκριμένο.
Κι εδώ περνάει ένα προκλητικό και άδικο για την πλειοψηφία των εργαζόμενων επίδομα με 294 ψήφους, γιατί η αντιπολίτευση, στην καλύτερη, φοβάται, με επιχειρήματα μακριά από τη σημερινή πραγματικότητα.
Aν χρειάζονται μαθήματα για το τι συμβαίνει σήμερα, ας δουν τους ανθρώπους που διαδήλωσαν χθες και δεν σταμάτησαν απέναντι στον φόβο και στα χημικά. Συνέχισαν, να φωνάζουν και να τραγουδάνε, με πανό για «Δηκαιοσίνη», τον νέο τρόπο γραφής. Έτσι γίνεται.