Μια φορά κι’ έναν καιρό, σε μια μάλλον κοντινή πολιτεία, ήταν ένας «χρήστης». Ένας «χρήστης» χαμένος μέσα στις «ουσίες» του, γινόταν κάθε μέρα, όπως άλλωστε και κάθε χρήστης, όλο και πιο πολύ, όλο και κάποιος άλλος. Γινόταν ένας ξένος. Ένας ξένος απ’ αυτό που ήταν. Ένας ξένος απ’ τον αληθινό του εαυτό.
Κι’ όπως συμβαίνει πάντα σ’ αυτού του είδους τις ιστορίες, «εισαγγελείς», για να τον καταδικάσουν, υπήρχαν πολλοί. «Φίλοι», «παπαγάλοι» στον ώμο, για να του πουν, «έλα μωρέ, δεν τρέχει τίποτα, ακόμη μια τελευταία φορά», υπήρχαν ακόμη περισσότεροι. «Έμποροι», για να ‘κονομήσουν από το «παραμύθι», εξαιρετικά περισσότεροι. Και «θύματα», που έκλαιγαν την κακή τους μοίρα, την μοίρα που τον «έριξε» στην εξάρτηση, όλοι οι υπόλοιποι.
Μια ωραία μέρα, ο «χρήστης» αποφάσισε να «κόψει» πια και να μείνει καθαρός. Δεν ήταν δα και η πρώτη φορά που αποφάσιζε κάτι τέτοιο. Και όπως πάντα, λίγο οι «εισαγγελείς», λίγο οι «φίλοι», πολύ τα «θύματα» κι ακόμη πιο πολύ οι «έμποροι», ερχόταν να του θυμίσουν, ο καθείς με τον τρόπο του, ότι ήταν «χρήστης» και καλά θα έκανε να παραμείνει, για να μπορούν άνετα αυτοί να «μην είναι» -χρήστες εννοείται-.
Παρ’ όλα αυτά, ο «χρήστης», αυτή τη φορά φαινόταν αποφασισμένος. Έκατσε λοιπόν, ο δικός σου, και κατέστρωσε ολόκληρο σχέδιο απεξάρτησης. Πως θα περάσει τις πρώτες επώδυνες μέρες, πως θα ξεγελάσει τους «εισαγγελείς» και τους «εμπόρους» και κυρίως, πως θα κάνει τα «θύματα» να απελευθερωθούν από τον ρόλο του θύματος, που ως φαίνεται τους είχαν καλλιεργήσει οι «εισαγγελείς» και οι «έμποροι».
Τότε, ένας γέρος σοφός τον προειδοποίησε: «Πρόσεξε», του είπε απειλητικά. «Αν τολμήσεις ακόμη και να σκεφτείς να απεξαρτηθείς, αυτό είναι βαρύτατο ποινικό αδίκημα. Θα κατηγορηθείς, είναι βέβαιο ότι θα κατηγορηθείς, για εσχάτη προδοσία. Μόνο και να σκεφτείς. Πόσο μάλλον να σχεδιάσεις κιόλας την απεξάρτηση σου. Πρόσεξε καλά!».
Ώπα, ώπα, αρθρογράφε. Κάτσε καλά, θα μου πει κανείς. Τι παραμύθι είναι αυτό; Ο γέρος της ιστορίας σου δεν είναι καθόλου σοφός και το παραμύθι σου είναι «μούφα». Κι εγώ θα συμφωνήσω, γιατί δεν ξέρω αν το έχετε αντιληφθεί, αλλά δεν είναι όλοι οι γέροι σοφοί, όπως δεν ξέρουν όλοι οι Κινέζοι καράτε. Δεν είναι όλοι οι δικαστές δίκαιοι, όπως ως γνωστόν δεν έχουν όλες οι γυναίκες οργασμό κάθε φορά που φαίνεται κάτι τέτοιο. Αλλά κυρίως, δεν είναι όλοι οι δημοσιογράφοι έντιμοι, όπως και η «καθημερινή» δεν είναι Κυριακή. Πόσο μάλλον η καθημερινή μιας Κυριακής, που είναι λογικό ότι δεν μπορεί να υπάρχει.
Έτσι λοιπόν και στην περίπτωση του παραμυθιού με τον «χρήστη» που λέγαμε. Εντούτοις, υπάρχουν, φαίνεται, παραμύθια στα οποία το ηθικό δίδαγμα είναι ότι ακόμη και η σκέψη της απεξάρτησης είναι βαρύτατη ενοχή, πραξικόπημα, δόλια μηχανορραφία. «Ούτε να το σκέφτεσαι», που λένε οι αυστηρές μητέρες στα μαμόθρεφτα παιδάκια τους. Μόνο που είναι παραμύθια για «μικρούς λαούς». Δεν κάνουν ούτε για μικρά, ούτε για μεγάλα παιδιά.
Μα όμως, αν αυτό το παραμύθι, φαίνεται τόσο «φέσι» με την πρώτη ματιά, έτσι που ακόμη και οι πιτσιρικάδες θα «έκραζαν», με τον παιδικό σαρκασμό τους, το γελοίο γέροντα που παριστάνει το σοφό, πως μπορεί να πουλιέται τόσο εύκολα καθημερινά, πρωϊ, μεσημέρι, βράδυ; Ε, άμα είναι ανάγκη, όλα γίνονται. Αρκεί να θέλουν οι «εισαγγελείς», οι «φίλοι» και οι «εμπόροι». Οι «εμπόροι» με τον τόνο στο «ο» της παρά-λήγουσας, όπως οι μαφιόζοι, οι Φακέλλοι, οι χαχόλοι κ.λπ.
Έτσι κι αλλιώς, όταν σβήνουν οι κόκκινες γραμμές, είναι τότε που, ως συνήθως, λύνονται κι’ οι κόκκινες κλωστές και ξεκινούν τα χοντρά καθημερινά παραμύθια της Κυριακής.
Θέλω να πω μ’ όλα αυτά, πως η ενοχοποίηση του πρώην Υπουργού των Οικονομικών, επειδή είχε τη σκέψη να σχεδιάσει –ο Θεός να το κάνει- ένα στοιχειώδες plan b για τη χώρα, βρωμάει παραμύθι «χρήσης» και εξάρτησης από μακριά. Όπως και η στάση αρκετών στελεχών στο ΣΥΡΙΖΑ, «εγώ δεν ήξερα, ρωτήστε και τη Γιαδικιάρογλου», μυρίζει «δεκαπενταμελές» σε πενταήμερη εκδρομή, μπροστά στον εξαγριωμένο Λυκειάρχη.
Και αποδεικνύει αν μη τι άλλο την ενδοβλημένη, με την ψυχολογική σημασία του όρου, σχέση εξάρτησης των ντόπιων παρασιτικών ελίτ με τους ξένους επικυριάρχους. Γιατί πως αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα είχε το αυτονόητο δικαίωμα να προετοιμάσει ένα plan B -για την περίπτωση αποχώρησης της Ελλάδας από την Ευρωζώνη- εκτός από την ίδια την πρωτίστως ενδιαφερόμενη χώρα;
Με τον Γιάνη Βαρουφάκη με χωρίζουν πολλά, αλλά δεν μπορώ να μείνω σ’ αυτά, όταν ο «εισαγγελικός συρφετός» που παριστάνει την αντικειμενική δημοσιογραφία ετοιμάζεται να τον προσφέρει θυσία στο μνημονιακό Μολώχ, μπας και φυσήξουν ούριοι άνεμοι στη Συμφωνία της «συνθηκολόγησης που δεν είναι παράδοση (sic)». Άλλωστε, ο Γιάνης είναι πολύ σωματώδης για να το «παίξει» Ιφιγένεια και ο Τσίπρας πολύ κοντός για να κάνει τον Αγαμέμνονα. Αφήστε που καράβια για να περάσει κανείς απέναντι δεν υπάρχουν πλέον, ύστερα από τόσα χρόνια «μεταρρυθμίσεων και προσαρμογής στο ευρωπαϊκό κεκτημένο».
Αλλά στο τέλος-τέλος και ο Γιάνης, «ταξίδια ονειρευότανε κι είχε ένα διαβήτη κι ένα χάρτη».
Κι εγώ δεν μπορώ να μην δω ακριβώς αυτό. Ότι ο Γιάνης ονειρεύτηκε και πάλεψε ένα ταξίδι για τον τόπο.
Ένα ταξίδι ανοιχτοσύνης εντός και εκτός του τόπου, με νέες αντιλήψεις, εμπειρίες και ιδέες.
Ένα ταξίδι που απέρριπτε την υποκρισία, την απάτη και τη διπλή γλώσσα, ενός «πολιτισμού» που χρόνια τώρα παριστάνει τον ευρωπαϊκό και τον μονδέρνο, επειδή έχει μπιντέ με αυτόματο μηχανισμό κολπικής πλύσης.
Ένα ταξίδι σκεπτικισμού απέναντι στον εργαλειακό ορθολογισμό της ίδιας της επιστήμης του, στο βαθμό που αυτή η επιστήμη δεν υπηρετεί τον άνθρωπο.
Ένα ταξίδι μακριά από έναν κόσμο τεμαχισμένο, διαιρεμένο, με διαχωρισμένη τη λογική από το συναίσθημα.
Ένα ταξίδι εγγύτητας, οικειότητας και κοινών στόχων με τους Άλλους.
Ένα ταξίδι προφανώς ριψοκίνδυνο, αλλά με τη συνειδητοποίηση ότι η μόνη βεβαιότητα στη ζωή είναι η αλλαγή.
Ένα ταξίδι γεμάτο με μέριμνα και ενδιαφέρον για τον Άλλο, τον συγκεκριμένο Άλλο, δίχως ηθικολογικές κρίσεις και επιτηδευμένες φιλανθρωπίες.
Ένα ταξίδι με κριτική στάση απέναντι στους κάθε είδους θεσμούς και ειδικά απέναντι στους δύσκαμπτους και απρόσωπους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς.
Ένα ταξίδι γεμάτο εμπιστοσύνη στην προσωπική του εμπειρία, αλλά και δυσπιστία απέναντι στις εξουσιαστικές αυθεντίες.
Ο Γιάνης Βαρουφάκης έκανε μερικά σημαντικά λάθη, με πρώτιστο την υπογραφή της «δημιουργικώς ασαφούς» συμφωνίας του Φεβρουαρίου και με τελευταίο την υπερψήφιση των όρων του νέου Μνημονίου. Αν και η ισχύς του «παραμυθιού» που εξυφαίνεται εις βάρος του τις τελευταίες ημέρες, μπορεί να υποψιάσει τους παθολογικά καχύποπτους ανθρώπους, σαν και μένα, ότι υπήρξαν σφοδρές και απειλητικές πιέσεις για να συμβεί αυτό.
Όμως, θα ήμασταν άδικοι αν δεν πιστώναμε στην προσωπικότητα του Βαρουφάκη, ακριβώς αυτό. Την προσωπικότητα του, που κατακρίθηκε από τους e-ψυχιάτρους του «Μένουμε Ευρώπη» ως ναρκισσιστικά διαταραγμένη και από το κυρίαρχο μιντιακό σύστημα του κρατιδίου των Αθηνών, ως υπόλογη εσχάτης προδοσίας. Την προσωπικότητα, που γεμάτη αυτοπεποίθηση αναδεικνύει το δίκιο ενός Λαού, στηριγμένη στη Λογική που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί η φωτισμένη Εσπερία, αλλά και στον βιωμένο πολιτισμό ενός τόπου που δεν είναι «χθεσινός».
Η αλήθεια είναι, ότι ο τόπος χρειάζεται αυτές ακριβώς τις προσωπικότητες, που τολμούν να καταγγείλουν ότι η «τρόϊκα ήλεγχε απόλυτα το πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου Οικονομικών» και ως εκ τούτου κάθε ενέργεια απ-εξάρτησης -μέσω αυτού του επίσημου συστήματος- θα ήταν καταδικασμένη.
Η αλήθεια είναι, ότι ο τόπος δεν χρειάζεται αυτές ακριβώς τις προσωπικότητες, που «κάνουν γαργάρα» τη βαρύτατη καταγγελία ενός υπουργού των Οικονομικών, ότι το πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου του, ελέγχεται από μια ξένη δύναμη.
Τελικά, πού έγκειται άραγε η κατηγορία της εσχάτης προδοσίας;
Ο τόπος έχει τώρα ανάγκη περισσότερο από ποτέ τις προσωπικότητες αυτές που μπορούν να τολμήσουν τέτοια ταξίδια, κι ας φαίνονται τα πρακτικά αποτελέσματα, προς στιγμήν, πενιχρά. Τέτοια ταξίδια γειωμένα στην ανοιχτοσύνη της παράδοσης του τόπου μας, με πιστοποιητικό την άνεση του Έλληνα Πολίτη του Κόσμου, που αποπνέει έναν αέρα «κατά τι ανώτερο των Λουδοβίκων…».
Το μόνο πρόβλημα, ίσως, είναι ότι και ο Γιάνης έχαψε τον δήθεν «ορθολογισμό» των «Λουδοβίκων» που θα έλυνε το πρόβλημα, παρ’ ότι στάθηκε με κριτική ματιά ακόμη και στον ορθολογισμό της οικονομικής επιστήμης που υπηρετεί.
Αλλά, εδώ ρε Γιάνη, αυτοί δεν χωνέψανε ποτέ ότι φοράς το πουκάμισο έξω από το παντελόνι κι ότι δεν πήγες ένα βράδυ στο τραπέζι τους… Ποιόν ορθολογισμό;
Άλλο ratio και άλλο Ορθός Λόγος, σύντροφε.
Όχι όμως και να σε καταδικάσουμε γι’ αυτό…