Είναι ο (Δυτικός) κόσμος σε κατάσταση χάους; Πήραμε συνέντευξη από τον Χ. Πολυχρονίου για την τρέχουσα παγκόσμια κατάσταση, με έμφαση στις εξελίξεις στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες και ζητήσαμε τις απόψεις του για μια σειρά από σχετικά πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένης της ανόδου της ακροδεξιάς και της συνθηκολόγησης της αριστεράς.
Μάρκους Ρόουλ και Αλεξάνδρα Μπουτρί: Ας ξεκινήσουμε ρωτώντας τι ακριβώς έχετε στο μυαλό σας όταν λέτε ότι «ζούμε σε δυσοίωνα επικίνδυνους καιρούς»;
Χ. Πολυχρονίου: Ζούμε σε μια περίοδο έντονης παγκόσμιας πολυπλοκότητας, σύγχυσης και αβεβαιότητας. Θα πρέπει να είναι αδιαμφισβήτητο ότι βρισκόμαστε στη μέση μιας δίνης γεγονότων και εξελίξεων που διαβρώνει την ικανότητα μας να διαχειριζόμαστε τις ανθρώπινες υποθέσεις με έναν τρόπο που να είναι ευνοϊκός για την επίτευξη μιας πολιτικής και οικονομικής τάξης που βασίζεται στη σταθερότητα, τη δικαιοσύνη και τη βιωσιμότητα. Πράγματι, ο σύγχρονος κόσμος είναι γεμάτος με κινδύνους και προκλήσεις που θα δοκιμάσουν σοβαρά την ικανότητα της ανθρωπότητας να διατηρήσει μια σταθερή πορεία προς κάτι που μοιάζει με μια πολιτισμένη ζωή.
Για αρχή, έχουμε γίνει μάρτυρες της σταδιακής διάβρωσης των κοινωνικο-οικονομικών οφελών σε ένα μεγάλο μέρος του προηγμένου βιομηχανικού κόσμου, τουλάχιστον από τις αρχές του 1980, μαζί με την κατάργηση του κοινωνικού κράτους, ενώ ένα πολύ μικρό ποσοστό του πληθυσμού είναι τρομερά πλούσιο, πέρα από κάθε φαντασία, κάτι που θέτει σε κίνδυνο τη δημοκρατία, υπονομεύει το «κοινό καλό» και προωθεί μια κουλτούρα ενός κόσμου υπό ανελέητο ανταγωνισμό.
Οι παγίδες της μαζικής οικονομικής ανισότητας εντοπίστηκαν ακόμα και από τους αρχαίους μελετητές, όπως ο Αριστοτέλης, και όμως ακόμα επιτρέπουμε τους πλούσιους και ισχυρούς, όχι μόνο να υπαγορεύουν τη φύση της κοινωνίας που ζούμε, αλλά και να επιβάλλουν όρους δίνοντας την εντύπωση ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση στην κυριαρχία ενός συστήματος στο οποίο τα συμφέροντα των μεγάλων επιχειρήσεων υπερέχουν έναντι των κοινωνικών αναγκών.
Σε αυτό το πλαίσιο, το πολιτικό σύστημα γνωστό ως αντιπροσωπευτική δημοκρατία έχει υποταχθεί πλήρως στα χέρια μιας ολιγαρχίας πλουσίων που ελέγχει το μέλλον της ανθρωπότητας. Η δημοκρατία δεν υπάρχει πια. Η κύρια λειτουργία του πολιτών στις λεγόμενες «δημοκρατικές» κοινωνίες είναι να εκλέξουν κατά περιόδους τους αξιωματούχους που πρόκειται να διαχειριστούν ένα σύστημα σχεδιασμένο για να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της πλουτοκρατίας και του παγκόσμιου καπιταλισμού. Το «κοινό καλό» είναι νεκρό και στη θέση του έχουμε διηρημένες, κατακερματισμένες κοινωνίες στις οποίες οι αδύναμοι, οι φτωχοί και ανήμποροι βρίσκονται στο έλεος του θεού.
Πιστεύω ότι τα παραπάνω χαρακτηριστικά αντικατοπτρίζουν με αρκετή ακρίβεια την πολιτική κουλτούρα και το κοινωνικο-οικονομικό τοπίο του «ύστερου καπιταλισμού». Παρ’ όλα αυτά, οι προοπτικές για τη ριζική κοινωνική αλλαγή δεν φαίνονται πολλά υποσχόμενες υπό το φως της τεράστιας έλλειψης ενιαίου ιδεολογικού σχήματος που να κατευθύνει την κοινωνική και πολιτική δράση. Αυτό που μπορεί να δούμε να εμφανίζεται τα επόμενα χρόνια είναι μια ακόμα πιο σκληρή και πιο αυταρχική μορφή του καπιταλισμού.
Στη συνέχεια, υπάρχει το φαινόμενο της υπερθέρμανσης του πλανήτη, το οποίο απειλεί με διάλυση ένα μεγάλο μέρος της πολιτισμένης ζωής, εφόσον συνεχιστεί αμείωτο. Ο βαθμός στον οποίο ο σύγχρονος κόσμος είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής- συχνές πυρκαγιές, μεγαλύτερες περιόδους ξηρασίας, άνοδος της στάθμης της θάλασσας, κύματα μαζικής μετανάστευσης- είναι πράγματι πολύ αμφίβολος.
Αν η κρίση της κλιματικής αλλαγής δεν είναι αρκετή για να πείσει κάποιον ότι ζούμε σε μια δυσοίωνα επικίνδυνη εποχή, ας προσθέσει στην παραπάνω εικόνα την πάντα παρούσα απειλή των πυρηνικών όπλων. Στην πραγματικότητα, η απειλή ενός πυρηνικού πολέμου ή η πιθανότητα πυρηνικών επιθέσεων είναι πιο έντονες στο σημερινό παγκόσμιο περιβάλλον από ό,τι οποιαδήποτε άλλη στιγμή από την απαρχή της ατομικής εποχής. Ένας πολυπολικός κόσμος με πυρηνικά όπλα είναι ένα πολύ πιο ασταθές περιβάλλον από έναν διπολικό κόσμο με πυρηνικά όπλα, ιδιαίτερα αν λάβουμε υπόψη την αυξανόμενη παρουσία και την επιρροή των μη κρατικών φορέων, όπως είναι οι ακραίες τρομοκρατικές οργανώσεις και η εξάπλωση της ανορθολογικής ή/και φονταμενταλιστικής σκέψης, η οποία έχει αναδειχθεί ως η νέα μάστιγα σε πολλές χώρες σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων πρώτα και κύρια των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ποια είναι η κατάσταση της Αριστεράς στην Ευρώπη του σήμερα;
Από την κατάρρευση του σοβιετικού κομμουνισμού, η ευρωπαϊκή Αριστερά είναι σε μια κατάσταση πλήρους αποδιοργάνωσης αν και η κρίση της Αριστεράς στην Ευρώπη χρονολογείται από τη δεκαετία του 1970- πολύ πριν από την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Αλλά ας είμαστε ακριβείς. Τι εννοούμε σήμερα με τον όρο ευρωπαϊκή Αριστερά; Τα ευρωπαϊκά σοσιαλιστικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα εγκατέλειψαν εδώ και πολύ καιρό κάθε πρόσχημα του ότι είναι «σοσιαλιστικά» και, στην πραγματικότητα, έχουν γίνει υποστηρικτές της λιτότητας και ένθερμοι υποστηρικτές του καπιταλισμού της ελεύθερης αγοράς. Υπάρχουν μερικά κομμουνιστικά κόμματα ακόμα εν ζωή, αλλά τα περισσότερα από αυτά είναι τελείως περιθωριοποιημένα και στερούνται πολιτική επιρροή.
Μόνο στην Ελλάδα υπάρχει ένα κομμουνιστικό κόμμα που εξακολουθεί να ασκεί κάποια επιρροή μέσα στο εργατικό κίνημα, αλλά ουσιαστικά είναι ένα σταλινικό κόμμα και έχει πραγματικά δουλέψει σκληρά για να διατηρήσει την πολιτική σταθερότητα και έτσι το στάτους κβο. Παρ’ όλα αυτά, μέχρι πολύ πρόσφατα, το ελληνικό Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν πολύ πιο δημοφιλές από τον Συνασπισμό της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, γνωστό ως ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος είναι στην κυβέρνηση από τον Ιανουάριο του 2015, χάρη στην τρομερή οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση που ξέσπασε στις αρχές του 2010 και έκτοτε έχει μετατρέψει τη χώρα σε ένα γερμανικό/ευρωπαϊκό προτεκτοράτο.
Υπάρχουν, βέβαια, λαϊκά κινήματα και κόμματα της ριζοσπαστικής Αριστεράς σχεδόν σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα, αλλά στερούνται μαζικής λαϊκής υποστήριξης. Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα θεωρήθηκε ότι αντιπροσωπεύει μια νέα εποχή για την ευρωπαϊκή Αριστερά, αλλά το πλήρες ξεπούλημα του στους αρχηγούς του ευρώ και η πραγματική μετατροπή του σε ένα νεοφιλελεύθερο και διεφθαρμένο πολιτικό κόμμα είναι πράγματι από τις μεγαλύτερες απώλειες για τις προοδευτικές δυνάμεις σε όλη την ήπειρο.
Εκφράσατε μεγάλη επιφύλαξη για τον ΣΥΡΙΖΑ, μέσα μάλιστα από αυτές τις σελίδες, πολύ πριν την άνοδό του στην εξουσία. Τι ακριβώς πήγε στραβά με την ελληνική Ριζοσπαστική Αριστερά;
Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια χαλαρή οργάνωση των διαφόρων αριστερών ομάδων (παλιοί ευρω-κομμουνιστές, αναρχο-κομμουνιστές, μαοϊκοί ακόμα και σοσιαλδημοκράτες), και οι υποστηρικτές του περιορίζονταν κυρίως στην πνευματική τάξη. Δεν διέθετε μια συνεκτική ιδεολογική κοσμοθεωρία και, στην πραγματικότητα, ήταν δύσκολο να διακρίνουμε τη θέση του σε μια ποικιλία από κρίσιμα ζητήματα λόγω των πολλών πολιτικών κινημάτων που αντιπροσώπευε.
Φυσικά, η πλειοψηφία των Ελλήνων ψηφοφόρων αντιλήφθηκε τον ΣΥΡΙΖΑ ως τίποτα περισσότερο παρά ένα κίνημα από πολιτικούς-κλόουν, με τον Αλέξη Τσίπρα ως οργανωτή τους. Ωστόσο, μια προσεκτικότερη ματιά γύρω από τον πυρήνα της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ θα είχε αποκαλύψει μια ομάδα ανθρώπων οι οποίοι ήταν απλά πολιτικοί καιροσκόποι, άνθρωποι που διψούν για εξουσία. Για μένα, έτσι, ήταν προφανές ότι, στην περίπτωση που έπαιρνε ο ΣΥΡΙΖΑ την εξουσία, δύο πράγματα θα συνέβαιναν: πρώτον, ένας διαχωρισμός μεταξύ ριζοσπαστών και οπορτουνιστών και δεύτερον, η συνθηκολόγηση των οπορτουνιστών (ο Αλέξης Τσίπρας και η παρέα του) με την εγχώρια οικονομική ελίτ και τους ηγέτες του ευρώ. Και αυτό ακριβώς συνέβη.
Μετά από πέντε χρόνια σκληρής λιτότητας και τη μεγαλύτερη πτώση του βιοτικού επιπέδου από οποιαδήποτε μεταπολεμική ευρωπαϊκή χώρα, οι Έλληνες ψήφισαν να ανέβει στην εξουσία ο ΣΥΡΙΖΑ, πιστεύοντας ότι ο ηγέτης του, Αλέξης Τσίπρας, θα πετύχει σύμφωνα με τις προεκλογικές υποσχέσεις του τον τερματισμό της λιτότητας και στη συνέχεια την εκ νέου τόνωση της οικονομίας, τη διάλυση της συμφωνίας διάσωσης ΕΕ/ΔΝΤ, και την πίεση για την ακύρωση ενός μεγάλου μέρους του χρέους. Αλλά λίγο μετά την ανάληψη της εξουσίας, οι οπορτουνιστές αντιλήφθηκαν ότι η επιλογή τους ήταν ή να παραδοθούν πλήρως στις καπιταλιστικές δυνάμεις ή να παραιτηθούν από την εξουσία. Επέλεξαν το πρώτο, απλά γιατί έτσι θα μπορούσαν να παραμείνουν στην εξουσία, ακόμα και αν αυτό σήμαινε να ολοκληρώσουν την εκτέλεση του νεοφιλελεύθερου προγράμματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΔΝΤ ως μέρος της οικονομικής διάσωσης της χώρας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι στην εξουσία για σχεδόν δυο χρόνια τώρα και κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου έχει φορτώσει το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα στις πλάτες του ελληνικού λαού με μεγαλύτερη ένταση και αποφασιστικότητα από οποιαδήποτε προηγούμενη κυβέρνηση. Συμφώνησε σε ένα νέο, πολύ πιο σκληρό και ταπεινωτικό σχέδιο διάσωσης και τώρα επιβλέπει την πλήρη ιδιωτικοποίηση της οικονομίας και την περαιτέρω υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου, εκπληρώνοντας με αυτόν τον τρόπο την από καιρού θέση των νεοφιλελεύθερων ευρωπαϊκών ηγετών ότι οι ελληνικοί μισθοί και το εθνικό βιοτικό επίπεδο δεν πρέπει να είναι υψηλότερο από εκείνο των γειτονικών χωρών των Βαλκανίων, όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία. Όποιος δημόσιος αξιωματούχος ή υπουργός της κυβέρνησης στέκεται εμπόδιο στο δρόμο προς την υλοποίηση της νεοφιλελεύθερης ατζέντας είτε απομονώθηκε είτε τέθηκε εκτός κυβέρνησης. Μάλιστα, ένα από τα πιο έντονα χαρακτηριστικά του Τσίπρα ως πρωθυπουργού της Ελλάδας είναι η ευκολία με την οποία πρόδωσε πρώην συντρόφους του.
Για να πετύχει τους στόχους και τις επιδιώξεις του, δηλαδή το ξεπούλημα της χώρας, ακόμη και ο ίδιος κατέληξε να προσλαμβάνει ως υπηρέτες του ακαδημαϊκούς από το εξωτερικό, όπως ο πρόεδρος του (δήθεν προοδευτικού) Levy Institute, Δημήτρης Παπαδημητρίου, και η σύζυγός του, Ράνια Αντωνοπούλου, η οποία έχει σήμερα τη θέση της Αναπληρώτριας Υπουργού για την καταπολέμηση της ανεργίας. Λίγο αφότου δέχθηκε τη θέση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, ως αποτέλεσμα του πρόσφατου ανασχηματισμού του υπουργικού συμβουλίου, ο Παπαδημητρίου- όταν ρωτήθηκε για την έρευνά του ως οικονομολόγος στην οποία αμφισβήτησε τα ευρωπαϊκά δόγματα της λιτότητας και του νεοφιλελευθερισμού και υποστήριξε την εισαγωγή ενός «παράλληλου» νομίσματος για την έντονα προβληματική ελληνική οικονομία- απάντησε λέγοντας ότι «μέχρι την περασμένη εβδομάδα ήμουν ακαδημαϊκός και ακαδημαϊκοί μπορεί να λένε… πράγματα. Αλλά όταν έρχεται η ώρα να εφαρμοστεί ένα πρόγραμμα, τότε συνειδητοποιούν ότι κάποια πράγματα μπορεί να ήταν λάθος!».
Φυσικά, όλα τα ελληνικά ΜΜΕ είχαν στήσει γιορτή δείχνοντας τον απίστευτο οπορτουνισμό και την υποκρισία αυτού του ανθρώπου, αλλά η αντίδρασή του ήταν μάλλον τυπική σε σχέση με τους ψευδο-προοδευτικούς και τους σοσιαλδημοκράτες σε όλη τη διάρκεια της σύγχρονης ιστορίας. Όπως ήταν αναμενόμενο, ο Παπαδημητρίου, επίσης, συνέχισε λέγοντας ότι οι Έλληνες, οι Ισπανοί και οι Ιταλοί ζουν πέρα από τις δυνατότητές τους, εμφανίζοντας έτσι την υπακοή του στους ηγέτες της ΕΕ και του ΔΝΤ και ότι ένα από τα σημαντικότερα συγκριτικά πλεονεκτήματα που έχει τώρα η Ελλάδα είναι ότι πρόκειται για μια χώρα με «φθηνό εργατικό δυναμικό».
Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα μπορεί να αντιπροσωπεύει ένα ακραίο παράδειγμα, λόγω της πραγματικής κατάστασης της οικονομίας, αλλά είναι αρκετά αντιπροσωπευτικό της κατάστασης της πολιτικής της σύγχρονης ευρωπαϊκής Αριστεράς, δηλαδή μιας Αριστεράς χωρίς πολιτικές πεποιθήσεις και αξίες, μια μακιαβελική Αριστερά που προτιμά να υπηρετεί τους Κυρίαρχους της Ανθρωπότητας από το να επιδιώκει να αναδιοργανώσει την κοινωνία από τη βάση της.
Ποια είναι η εξήγησή σας για την άνοδο του Ντόναλντ Τραμπ και βλέπετε πραγματικά μέλλον στον «Τραμπισμό»;
Η κατανόηση του φαινομένου του Ντόναλντ Τραμπ απαιτεί να κοιτάξουμε πέρα από το ίδιο το άτομο και αντ’ αυτού, στον τρόπο που η κοινωνία των ΗΠΑ έχει εξελιχθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Εκατομμύρια αμερικανοί έχουν δει τους πόρους επιβίωσής τους είτε να καταρρέουν ολοκληρωτικά είτε να απειλούνται από τις οικονομικές δυνάμεις που ούτε κατανοούν, ούτε ελέγχουν. Για παράδειγμα, αυτοί (και ο Ντόναλντ Τραμπ) κατηγορούν το Μεξικό και την Κίνα για την απώλεια των αμερικανικών θέσεων εργασίας, αλλά κανείς δεν μπαίνει στον κόπο να τους επισημάνει ότι το μεγαλύτερο μέρος των προϊόντων που η Κίνα, για παράδειγμα, εξάγει προς τις Ηνωμένες Πολιτείες παράγονται από πολυεθνικές εταιρείες των ΗΠΑ που επέλεξαν να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους εκτός των ΗΠΑ, προκειμένου να επωφεληθούν από την ευκαιρία φθηνής εργασίας. Στο μεταξύ, οι μισθοί στις ΗΠΑ έχουν παραμείνει στάσιμοι κατά τη διάρκεια των τελευταίων 25 χρόνων για τη μεγαλύτερη πλειοψηφία του πληθυσμού, ενώ η οικονομία έχει αναπτυχθεί σημαντικά. Τα οικονομικά κέρδη όμως καταλήγουν σχεδόν αποκλειστικά στα χέρια μιας πολύ μικρής επιχειρηματικής και οικονομικής ελίτ, η οποία ελέγχει επίσης την πολιτική ατζέντα.
Ο «Τραμπισμός» και ο υποκριτικός λαϊκισμός αντιπροσωπεύουν το μέλλον της αμερικανικής πολιτικής, δεδομένου μάλιστα ότι οι οικονομικές πολιτικές που θα εφαρμόσει η κυβέρνηση του Τραμπ σίγουρα θα επιδεινώσουν περαιτέρω την κατάσταση της ανισότητας στη χώρα αυτή και, επομένως, δεν κάνουν τίποτα για να μειώσουν το θυμό και το άγχος για το μέλλον, που ήταν οι κινητήριες δυνάμεις που οδήγησαν τόσους πολλούς ανθρώπους στην αγκαλιά του Τραμπ.
Σημείωση: Η παρούσα συνέντευξη έχει συνοψιστεί και επεξεργαστεί για λόγους συντομίας.
Μετάφραση για το TPP: Νικολέττα Αλεξανδρή